ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Δεκέμβρη 2003
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ - ΕΣΣΔ
Μυστική εκστρατεία ανατροπής της Σοβιετικής Ενωσης

Επί Ρήγκαν άρχισε να εφαρμόζεται το σχέδιο ανατροπής
Επί Ρήγκαν άρχισε να εφαρμόζεται το σχέδιο ανατροπής
Για όσους υποστηρίζουν ότι ο σοσιαλισμός ανατράπηκε μόνο από μόνος του ή για όσους αμφισβητούν την ικανότητα και τη θέληση των ΗΠΑ να δρουν και να κατευθύνουν τις εξελίξεις πίσω από τις «γραμμές του εχθρού», το βιβλίο του Αμερικανού δημοσιογράφου Peter Schweizer «Η Νίκη. Η μυστική στρατηγική της αμερικανικής κυβέρνησης που προκάλεσε την ανατροπή της Σοβιετικής Ενωσης» προσφέρει άκρως αποκαλυπτικές και σημαντικές πληροφορίες. Ο συγγραφέας δεν είναι φίλος της Σοβιετικής Ενωσης ή του σοσιαλισμού, το αντίθετο, ήταν και παραμένει πραγματικός οπαδός της κυβέρνησης του Ρόναλντ Ρήγκαν και των λοιπών συντηρητικών πολιτικών (πολλοί από τους οποίους βρίσκονται σε θέσεις κλειδιά και σήμερα). Οι μυστικές ενέργειες της κυβέρνησης Ρήγκαν εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης στις αρχές της δεκαετίες του '80, που είναι το αντικείμενο του βιβλίου, επιδοκιμάζονται αν δεν αποθεώνονται από το συγγραφέα. Ωστόσο η δουλιά που έχει κάνει (το βιβλίο είναι βασισμένο σε συνεντεύξεις με δεκάδες από τους πιο σημαντικούς αξιωματούχους της εποχής) είναι αξιόλογη και τα γεγονότα στην πλειοψηφία τους αδιάψευστα.

Από τις πρώτες ημέρες της προεδρίας Ρέηγκαν άρχισε να καταστρώνεται η μυστική στρατηγική εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης. Θεσμικά τον πιο ευδιάκριτο ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της στρατηγικής έπαιζε το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας. Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Γουίλιαμ Κλαρκ, ανέλαβε την επίβλεψη του σχεδιασμού ορισμένων από τα πιο σημαντικά σημεία της στρατηγικής. Στελέχη του Συμβουλίου Ασφαλείας, όπως ο Τζον Πόιντεξτερ, ο Ρόμπερτ ΜακΦαρλάν, ο Ρόμπερτ Ρόμπινσον, ο Ρίτσαρντ Πάιπς, και ο Βίνσεντ Κανιστράρο κατείχαν καίριες θέσεις στη διαμόρφωση της στρατηγικής. Κυρίαρχο ρόλο, κυρίως στην πραγματοποίηση μυστικών επιχειρήσεων και επαφών στο εξωτερικό είχε ο πιο ισχυρός διευθυντής (κατά το συγγραφέα) που είχε ποτέ η CIA, Ουίλιαμ Κλαρκ.

Οι σκοποί και τα μέσα της επίθεσης αυτής σκιαγραφούνται σε μια σειρά άκρως απόρρητων οδηγιών για τις αποφάσεις εθνικής ασφάλειας (NSSD, από τα αρχικά: National Security Decision Directives) που υπογράφηκαν από τον Πρόεδρο Ρήγκαν το 1982 και 1983. Σε πολλές περιπτώσεις οι κατευθύνσεις αυτές αντιπροσώπευαν μια θεμελιώδη ρήξη με το παρελθόν. Η NSDD-32 (Μάρτη του 1982) δήλωνε ότι οι ΗΠΑ θα επιδίωκαν να αδρανοποιήσουν τη σοβιετική επιρροή στην ανατολική Ευρώπη και ενέκρινε τις συγκαλυμμένες ενέργειες και άλλα μέσα για να υποστηριχτούν οι αντισοβιετικές επιχειρήσεις. Η NSDD-66 δήλωνε ότι η πολιτική των ΗΠΑ ήταν η πρόκληση αναστατώσεων στη σοβιετική οικονομία με την επίθεση σε κρίσιμους πόρους. Η NSDD-75 (Γενάρης 1983) καλούσε τις ΗΠΑ να μη συνεχίσουν να συνυπάρχουν με τη Σοβιετική Ενωση αλλά να τη μεταβάλουν ουσιωδώς.

Η στρατηγική των ΗΠΑ συγκεκριμένα περιλάμβανε:

-- Συγκαλυμμένη υποστήριξη με τη διάθεση κεφαλαίων, την παροχή πληροφοριών και τη διοικητική μέριμνα του κινήματος της Αλληλεγγύης στην Πολωνία, εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωσή του.

-- Ουσιαστική, οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη στην αφγανική «αντίσταση», διαθέτοντας επίσης στους Μουτζαχεντίν προσωπικό έτσι ώστε να μπορούν να μεταφέρουν τον πόλεμο ακόμα και μέσα στην ΕΣΣΔ.

-- Μια πολύπλευρη παγκόσμια εκστρατεία, συμπεριλαμβανομένης και της μυστικής διπλωματίας, με σκοπό το δραστικό περιορισμό των προσβάσεων της ΕΣΣΔ στη δυτική τεχνολογία.

-- Μια επιθετική ενίσχυση της άμυνας με έμφαση στην υψηλή τεχνολογία (πόλεμος των άστρων) που ασκούσε πιέσεις στη σοβιετική οικονομία.

Υποστήριξη των Μουτζαχεντίν του Αφγανιστάν

Μουτζαχεντίν με «Στίνγκερ» που του έχουν προμηθεύσει οι ΗΠΑ

Associated Press

Μουτζαχεντίν με «Στίνγκερ» που του έχουν προμηθεύσει οι ΗΠΑ
Το πρόγραμμα υποστήριξης των Μουτζαχεντίν εγκαινιάστηκε από την κυβέρνηση Κάρτερ το 1979. Η CIA αγόραζε όπλα σοβιετικής κατασκευής από τους Αιγυπτίους και τα μετέφερε μέσω του Πακιστάν με τη συνεργασία της πακιστανικής υπηρεσίας πληροφοριών ISI (που είχε και την ευθύνη για το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων των Μουτζαχεντίν). Ωστόσο η κυβέρνηση Ρήγκαν αποφάσισε να πάει την επιχείρηση σε ένα άλλο επίπεδο.

Αρχικά αποφασίστηκε ότι τα όπλα που πήγαιναν στους μαχητές έπρεπε να είναι καλύτερης ποιότητας και έγιναν οι κατάλληλες συστάσεις προς τους Αιγυπτίους. Το επόμενο βήμα ήταν να εξασφαλιστεί η συμμετοχή του βασιλικού οίκου της Σαουδικής Αραβίας (που ένιωθε να απειλείται από το Ιράν και τη Συρία, οπότε ήταν πολύ πρόθυμος να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ και επίσης είχε σχέσεις με τους μουσουλμάνους μαχητές). Ο Ουίλιαμ Κέισι σε μια σειρά μυστικών συναντήσεων με Σαουδάραβες αξιωματούχους κατάφερε να τους «πείσει» να συνεισφέρουν όσα λεφτά ξόδευαν και οι ίδιες οι ΗΠΑ για την αγορά των όπλων. Λίγους μήνες αργότερα, το φθινόπωρο του 1981, η Γερουσία ενέκρινε την πώληση κατασκοπευτικών AWACS στη Σαουδική Αραβία.

Το ίδιο φθινόπωρο ο Κέισι συναντήθηκε με Κινέζους αξιωματούχους. Ο διευθυντής της CIA πρότεινε στους Κινέζους να αγοράζουν από αυτούς περισσότερα σοβιετικού σχεδιασμού όπλα που ήθελε να στέλνει στο Αφγανιστάν. Οι Κινέζοι δέχτηκαν. Στις συζητήσεις αυτές ο Αμερικανός αξιωματούχους ανέφερε επίσης και την προοπτική ανακίνησης θρησκευτικών και εθνικών συγκρούσεων στη Σοβιετική κεντρική Ασία (μέσω μηνυμάτων ραδιοφωνικών σταθμών, διακίνηση φυλλαδίων για τις «βαρβαρότητες των Σοβιετικών» και του Κορανίου), ο Γουάνγκ Ζεν, επικεφαλής της κινέζικης μυστικής υπηρεσίας, συμφώνησε να συνεργαστεί και σε αυτό...

Το 1985, 65.000 τόνοι όπλων και πυρομαχικών μεταφέρονταν με πακιστανικά τρένα στο έδαφος του Αφγανιστάν και οι επιχειρήσεις συνέχισαν να αναπτύσσονται με όλο και βαρύτερα και εξελιγμένα τεχνολογικά όπλα (που περιλάμβαναν πυραύλους εδάφους αέρος για να εκμηδενιστεί η αεροπορική υπεροχή των Σοβιετικών) αλλά και τη χρησιμοποίηση των κατασκοπευτικών δορυφόρων των ΗΠΑ για τον εντοπισμό στόχων. Αυτές οι πληροφορίες μετά δίνονταν στην πακιστανική ISI.

Η ISI σχεδίαζε ακόμη να μεταφέρει τον πόλεμο στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ενωσής και να διατηρήσει την «αντίσταση» στον αφγανικό βορρά όπου βρίσκονταν οι βάσεις ανεφοδιασμού των Σοβιετικών στρατευμάτων. Στις 24 Γενάρη του 1984 μάλιστα, μια ομάδα Αφγανών ανταρτών εξαπέλυσε επίθεση μέσα στο έδαφος της ΕΣΣΔ. Σε αυτή την προοπτική ο επικεφαλής της πακιστανικής υπηρεσίας Αχτάρ ζήτησε από τον Αμερικανό ομόλογό του να εκπαιδεύσει η CIA 6.000 μουτζαχεντίν. Ο Κέισι φυσικά συμφώνησε. Επίσης με βάση αυτά τα σχέδια στρατολογήθηκαν μερικοί πράκτορες που μετέφεραν υλικό και συνέλεγαν πληροφορίες από το εσωτερικό της Σοβιετικής Ενωσής.

Στα τέλη του Γενάρη του 1985, η κυβέρνηση των ΗΠΑ αποφάσισε να αναπροσδιορίσει τη στρατηγική της στο Αφγανιστάν. Σύμφωνα με την οδηγία NSDD-166 σκοπός πλέον δεν ήταν η παρενόχληση και η πρόκληση ζημιών στους Σοβιετικούς αλλά η «νίκη». Ο όγκος της μυστικής βοήθειας θα διπλασιαζόταν. Οι Μουτζαχεντίν θα έπαιρναν στα χέρια τους ακόμα περισσότερα προηγμένα όπλα (συστήματα νυχτερινής όρασης, τηλεκατευθυνόμενα βλήματα κ.ά.).

«Εως τα μέσα του 1985 στελέχη του Πενταγώνου και της CIA ανέλυαν φωτογραφίες και έκαναν εκτιμήσεις για λογαριασμό στελεχών του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών του Πακιστάν σχετικά με τις κινήσεις και την τακτική του σοβιετικού στρατού... η CIA θα εφοδίαζε την ISI και τους Μουτζαχεντίν με προηγμένα μέσα ασφαλών τηλεπικοινωνιών ώστε ο σοβιετικός στρατός να αδυνατεί ουσιαστικά να υποκλέψει τις επικοινωνίες».

Το 1986 ο Πρόεδρος Ρήγκαν αποφάσισε να προμηθεύσει τους Μουτζαχεντίν και με τους πυραύλους εδάφους αέρος «Stinger», το καλύτερο σύστημα της εποχής. Ο πόλεμος άλλαξε μορφή, ενώ τα επόμενα χρόνια μικρές στρατιωτικές επιχειρήσεις έγιναν και στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ.

Επιχείρηση διάσωσης της Αλληλεγγύης

Οταν ξεκινούσε η επιχείρηση «Αλληλεγγύη» στα Ναυπηγεία του Γκντασκ
Οταν ξεκινούσε η επιχείρηση «Αλληλεγγύη» στα Ναυπηγεία του Γκντασκ
Υπό τον Πρόεδρο Κάρτερ οι ΗΠΑ είχαν θέσει σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα υποστήριξης του παράνομου πολωνικού εργατικού συνδικάτου της Αλληλεγγύης μέσω χρηματοδότησης εντύπου και άλλου υλικού (όπως πιεστήρια). Η κυβέρνηση Ρήγκαν αποφάσισε να μεταφέρει τις επιχειρήσεις στο εσωτερικό της Πολωνίας.

Μετά από αλλεπάλληλες συνεννοήσεις με την ηγεσία της ισραηλινής μυστικής υπηρεσίας, Μοσάντ (που διέθετε πληροφοριοδότες σε πολλές χώρες της ανατολικής Ευρώπης) και με εξόριστους Πολωνούς (αλλά και με εκπροσώπους του Βατικανού), ο Ουίλιαμ Κέισι κατάφερε στις αρχές της δεκαετίας του '80 να αποκτήσει πολύτιμες επαφές με μέλη της Αλληλεγγύης. Παράλληλα, κατάφερε να στρατολογήσει και πράκτορες στο εσωτερικό της Πολωνίας, που είτε μετέδιδαν πληροφορίες είτε αποτελούσαν το συνδετικό κρίκο με μέλη της Αλληλεγγύης. Πιο τρανταχτή ήταν η περίπτωση του συνταγματάρχη Κουκλίνσκι, μέλος τους πολωνικού Γενικού Επιτελείου (στρατολογημένου επί Προεδρίας Κάρτερ) που μετέδιδε στους Αμερικανούς με κωδικοποιημένα μηνύματα τα σχέδια της κυβέρνησης της Πολωνίας. Τελικά ο Κουκλίνσκι εντοπίστηκε και οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να τον βγάλουν από την Πολωνία το 1982.

Η Πολωνία ήταν επίσης οικονομικά ασταθής, το 1981 αναγκάστηκε να δανειστεί 12 δισεκατομμύρια δολάρια. Με συντονισμένες κινήσεις και επαφές με αμερικανικές τράπεζες, οι ΗΠΑ έσφιξαν τα λουριά γύρω από την Πολωνία. Η Μόσχα έτσι αναγκάστηκε να δίνει στην Πολωνία 3 με 4 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο εξαιτίας των κυρώσεων των ΗΠΑ.

Στο «σχέδιο» και η Καθολική Εκκλησία
Στο «σχέδιο» και η Καθολική Εκκλησία
«Στα μέσα του Φλεβάρη του 1982, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έβαλε και τις τελευταίες πινελιές στο σχέδιο για τη συγκαλυμμένη χρηματοδότηση της Αλληλεγγύης. Το σχέδιο είχε 5 βασικά σημεία:

-- Την προσφορά χρημάτων για την επιβίωση του κινήματος.

-- Τον εφοδιασμό με προηγμένο τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό με σκοπό την οργάνωση ενός αποτελεσματικού δικτύου C31 για την «αντίσταση».

-- Την εκπαίδευση ορισμένων ατόμων για τη χρήση του προηγμένου επικοινωνιακού υλικού.

-- Τη χρήση των μέσων της CIA που θα λειτουργούσαν σαν τα μάτια της Αλληλεγγύης και θα μοίραζαν κρίσιμες πληροφορίες.

-- Τη χρησιμοποίηση της «Φωνής της Αμερικής» και του «Ράδιο Ελεύθερη Ευρώπη» για τη μετάδοση πληροφοριών μέσω συνθηματικών λέξεων. Η βάση των συγκαλυμμένων επιχειρήσεων ήταν ο σταθμός της CIA στη Φρανκφούρτη.

Το 1982 οι ΗΠΑ περνούσαν τα παράνομα υλικά μέσω του λιμανιού του Γκντανσκ, αφού ο διευθυντής του ναυπηγείου ανήκε στο πρόγραμμα της Μοσάντ. Το 1983 «μερικά εκατομμύρια δολάρια κατέληγαν στα χέρια των παράνομων μέσω λαθραίων χαρτοφυλάκων γεμάτων με χρήμα... αλλά ο Πρόεδρος ήθελε να ανέβει σε υψηλότερα επίπεδα η υποστήριξη». «Ηταν μια επιχείρηση μεταφοράς υλικού ανάλογη με αυτή του Αφγανιστάν... η αμερικανική κυβέρνηση ήθελε οι παράνομες οργανώσεις να εξοπλιστούν με φαξ, με ηλεκτρονικούς υπολογιστές, με εκτυπωτές και άλλες συσκευές».

Παράλληλα από το 1981 ο Σουηδός πρωθυπουργός Ούλοφ Πάλμε είχε συμφωνήσει να συμμετάσχει η χώρα του στην επιχείρηση υποστήριξης της Αλληλεγγύης έπειτα από αίτημα που του είχε θέσει ο Ουίλιαμ Κέισι.

«Οι ΗΠΑ ήθελαν να στέλνουν βοήθεια στο Γκντανσκ, αλλά για να έχει επιτυχία η επιχείρηση είχε ανάγκη πρόσβασης σε ένα ουδέτερο λιμάνι και της συνεργασίας των κυβερνητικών στελεχών της Σουηδίας... Μέσα σε λίγες βδομάδες έγιναν οι κατάλληλες υποδομές... υπάλληλοι των εξαγωγών και των τελωνείων έβαλαν εσκεμμένα παραπλανητικές ετικέτες σε κάποια κιβώτια με προορισμό το Γκντανσκ». Από εκεί και μετά ο ρόλος της Σουηδίας ήταν καθοριστικός. Για παράδειγμα, το 1986 οι πολωνικές αρχές κατάσχεσαν στις αποβάθρες του πορθμείου Σφινιουέσκι ένα φορτηγό 40 τόνων που περιείχε εξοπλισμό αξίας 200.000 δολαρίων (σε φαξ, ηλεκτρονικούς υπολογιστές, συστήματα επικοινωνίας, εκτυπωτές). Η χρηματοδότηση και οι ενέργειες συνεχίστηκαν για χρόνια μετά.

Οικονομικός πόλεμος και τεχνολογικός αποκλεισμός.

Η Σοβιετική Ενωση επιθυμούσε να κατασκευάσει έναν αγωγό φυσικού αερίου, μήκους 3.600 μιλίων, από τις πετρελαιοφόρες πηγές του Ορενγκόι στη βόρεια Σιβηρία έως τα σύνορα της Τσεχίας. Εκεί θα πραγματοποιούνταν η σύνδεση με ένα ευρωπαϊκό δίκτυο, που θα μπορούσε να διανέμει 1,27 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου το χρόνο σε ένα κονσόρτσιουμ της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Δυτικής Γερμανίας. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, ο αγωγός θα εξασφάλιζε στη Σοβιετική Ενωση περίπου 32 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.

Πολλές ευρωπαϊκές εταιρίες παρείχαν τεχνολογικό εξοπλισμό, με αντάλλαγμα τη μελλοντική παράδοση του φυσικού αερίου. Η κυβέρνηση Ρίγκαν, που επιθυμούσε να μειώσει όσο γινόταν περισσότερο τα έσοδα της Σοβιετικής Ενωσης σε σκληρό νόμισμα, αλλά και να εξαλείψει την παροχή υψηλής τεχνολογίας στην ΕΣΣΔ, ξεκίνησε μια μακριά εκστρατεία μυστικών επαφών με τους Ευρωπαίους συμμάχους, προκειμένου να τους πείσει να ακολουθήσουν τη γραμμή της.

Αρχικά, ενισχύθηκαν οι αρμοδιότητες και οι εξουσίες της Συντονιστικής Επιτροπής Πολυμερών Εξαγωγικών Ελέγχων και κάθε χρόνο όλο και περισσότερα μηχανήματα και λοιπά τεχνολογικά προϊόντα απαγορευόταν να πουληθούν στη Σοβιετική Ενωση. Στην ουσία, επιβλήθηκε ένα οικονομικό εμπάργκο, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση Ρίγκαν έκανε ό,τι μπορούσε, προκειμένου να μειωθεί η τιμή του πετρελαίου (η ΕΣΣΔ ήταν, βέβαια, μεγάλος εξαγωγέας πετρελαίου), προσδοκώντας σε μια κρίση της σοβιετικής οικονομίας.

«Το 1975 από όλα τα βιομηχανικά προϊόντα που πωλούνταν στην ΕΣΣΔ από τις ΗΠΑ, το 32,7% ήταν προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Η αξία των πωλήσεων ανερχόταν σε 219 εκατομμύρια δολάρια. Το 1983 οι πωλήσεις αυτές είχαν μειωθεί σε 5,4% και η αξία τους στα 39 εκατομμύρια δολάρια». Οι ΗΠΑ επίσης άσκησαν μεγάλες πιέσεις στους Δυτικο-Ευρωπαίους, προκειμένου να εγκαταλείψουν την τακτική του δανεισμού της Σοβιετικής Ενωσης με επιτόκια χαμηλότερα από εκείνα της αγοράς.

Οι ΗΠΑ έβαλαν τελικά ως στόχο η Ευρώπη να μην εξαρτηθεί από την ΕΣΣΔ σε ποσοστό μεγαλύτερο του 30% των αναγκών της σε φυσικό αέριο, πράγμα που σήμαινε ότι δε θα κατασκευαζόταν ο δεύτερος κλάδος του αγωγού της Σιβηρίας και δε θα κλείνονταν νέα συμβόλαια. Στόχος, που, με την κατάλληλη μυστική και φανερή διπλωματία, επιτεύχτηκε, αφού Αμερικανοί αξιωματούχοι επέβαλαν συμφωνία το 1983 στο Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, που όριζε μια οροφή στις ευρωπαϊκές εισαγωγές σοβιετικού φυσικού αερίου. Το κόστος για τη σοβιετική οικονομία από την καθυστέρηση της κατασκευής του αγωγού, αλλά και από τη μη κατασκευή του δεύτερου κλάδου ήταν τεράστιο.


Γιώργος Παπανάγνου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ