ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Αυγούστου 2004
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ «ΑΛΕΚΑ»
Στα «νύχια» των πολυεθνικών

Δήμος Ζωγράφου: Η ιστορία της εκχώρησης ενός «ταπεινού» Δημοτικού Κινηματογράφου στο οπτικοακουστικό κεφάλαιο και μερικά συμπεράσματα

Η διαδικασία συγκεντροποίησης του κεφαλαίου και στον οπτικοακουστικό τομέα είναι ένα γεγονός από το οποίο δεν επρόκειτο να «ξεφύγει» η Ελλάδα. Πολύ περισσότερο που πολύ ισχυρότερες, κινηματογραφικά, χώρες, με πολύ πιο «βαριά» κινηματογραφική παράδοση, έχουν «παραδοθεί» πλέον στις αδηφάγες ορέξεις των ισχυρών και κυρίαρχων εταιριών παραγωγής και διανομής κινηματογραφικών «προϊόντων».

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των πολυεθνικών μονοπωλίων του χώρου είναι ισχυρός και το «πολιτιστικό» τμήμα του ιμπεριαλισμού εξαπλώνεται με ραγδαίους ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, με πιο πρόσφατα παραδείγματα την επέκταση του ομίλου της μεγάλης χολιγουντιανής εταιρίας παραγωγής «Μέτρο Γκόλντγουιν Μάγερ» στα ασιατικά τηλεοπτικά δίκτυα και της «λυκοσυμμαχίας» της «Τζένεραλ Ελέκτρικ», του NBC και «Vivendi Universal Entertainment» που δημιούργησαν την «NBC Universal» με γεωγραφικό «στόχο» κυρίως τη Λατινική Αμερική. Θυμίζουμε, ότι η κερδοφορία της βιομηχανίας του λεγόμενου «ελεύθερου χρόνου» έχει περάσει σε κύκλο εργασιών σε δεύτερη θέση στις ΗΠΑ, πιο μπροστά ακόμη και από τη βιομηχανία πληροφορικής.

Πρόκειται για τεράστια κέρδη, αλλά αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη αφορά στην αντιδραστική κουλτούρα που επιδιώκει το κεφάλαιο να εδραιώσει σε όλο τον κόσμο, στο πλαίσιο του διαχρονικού στόχου για ιδεολογική χειραγώγηση των υπό εκμετάλλευση τάξεων. Στα «καθ' ημάς», η «φαστ φουντ» κουλτούρα έχει περάσει από τη σφαίρα του φαγητού, στη σφαίρα της «διασκέδασης», αφού απέχει μακράν από το να πρόκειται για ψυχαγωγία. Οι «αλυσίδες» πολυεθνικών της μουσικής και οπτικοακουστικής βιομηχανίας επεκτείνονται ραγδαία στη χώρα μας και ενίοτε «αλληλοτροφοδοτούνται» με τη «συνύπαρξή» τους σε «πάρκα διασκέδασης», τα οποία αποτελούν ουσιαστικά «στρατόπεδα συγκέντρωσης» της συνείδησης και της αισθητικής. Κυρίαρχη πάντα η συνείδηση και η αισθητική των ΗΠΑ.

Υποταγή στη «λογική» της «αγοράς»

Χαρακτηριστικότερη - και πρώτη στην Ελλάδα - περίπτωση είναι αυτή της πολυεθνικής «Village Roadshow» που «εγκαινίασε» στη χώρα τους πολυ-κινηματογράφους και τα εν λόγω «πάρκα διασκέδασης». Η εταιρία επεκτείνει τις δραστηριότητές της με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, κάτι που σημαίνει, μεταξύ άλλων, και τη συγκατάθεση και βοήθεια των εγχώριων φορέων, στην προκειμένη περίπτωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. «Γαλαζοπράσινες» δημοτικές αρχές με τη συμπαράσταση «ροζέ» «εκσυγχρονιστών», εκχωρούν δημοτική - δηλαδή δημόσια - περιουσία για να εδραιώσουν αυτό το κεφάλαιο στη χώρα μας, εξαφανίζοντας συγχρόνως κάθε διέξοδο για τις ανεκπλήρωτες ανάγκες του λαού για πραγματική ψυχαγωγία και πολιτισμό. Σήμερα, παρουσιάζουμε τον τρόπο που γίνεται αυτό το ξεπούλημα μέσα από την περίπτωση του δημοτικού κινηματογράφου «Αλέκα» (χειμερινός και θερινός), για τον οποίο η δημοτική αρχή του Ζωγράφου, με τη συμφωνία όλων των παρατάξεων του Δημοτικού Συμβουλίου πλην της «Δημοτικής Πρωτοβουλίας Ζωγράφου», προχωρά σε συμφωνία με την «Village», με την οποία εκχωρείται ο κινηματογράφος στην εταιρία και μετατρέπεται σε ακόμη έναν «κρίκο» της αλυσίδας της πολυεθνικής.

Μια από τις πολλές ενδιαφέρουσες πλευρές της υπόθεσης είναι ότι αυτή η εκχώρηση αποκαλύφθηκε από τη «Δημοτική Πρωτοβουλία», αφού ουδέποτε ήρθε προς συζήτηση σχετικό θέμα στο Δημοτικό Συμβούλιο. Οι Ζωγραφιώτες θα έβλεπαν ξαφνικά τον κινηματογράφο, τον οποίο θα νόμιζαν «δημοτικό», με τα λογότυπα μιας ιδιωτικής εταιρίας, χωρίς να ξέρουν τίποτα. Αυτό όμως είναι το... «καλό νέο», αφού και μέχρι τώρα ουδείς από τους διαχειριστές του κινηματογράφου έχει μπει στον «κόπο» να κάνει το αυτονόητο: να ενημερώσει τους δημότες για την «τύχη» της περιουσίας τους, αφού αυτοί είναι που πληρώνουν τη συντήρηση και λειτουργία του. Ισως αυτή η στάση να είναι αποτέλεσμα του γεγονότος πως ο κινηματογράφος λειτουργεί υπό τη Δημοτική Επιχείρηση Ανάπτυξης του δήμου (ΔΕΑΔΗΖ), η οποία φαίνεται πως αρκείται στο να επιβεβαιώνει περισσότερο την ύπαρξή της ως «επιχείρηση», παρά ως «δημοτική».

Αλλωστε, όπως υπογράμμισε ο επικεφαλής της «Δημοτικής Πρωτοβουλίας» και δημοτικός σύμβουλος, Νίκος Παπακωνσταντίνου, σε κάποια συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου, το 72% των συνολικών δαπανών της ΔΕΑΔΗΖ «αφορούν την προώθηση και υλοποίηση προγραμμάτων της διαρθρωτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης», τα οποία «εμπεριέχουν μια σειρά επιλογές, όπως π.χ., ότι βαθμιαία, το αντικείμενο των δραστηριοτήτων της ΔΕΑΔΗΖ, το αντικείμενο των δραστηριοτήτων των δημοτικών νομικών προσώπων και του Δήμου, πρέπει να εμποτιστεί από ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και επιδίωξη του κέρδους».

Αυτή η παρέμβαση είναι σημαντική διότι αποκαλύπτει ότι καμία πολυεθνική δε θα «καταβρόχθιζε» αμαχητί δικαιώματα και λαϊκή περιουσία, αν πριν δεν είχε «στρωθεί» το «έδαφος» από τις κυβερνήσεις του δικομματισμού για την ολική μετατροπή της ΤΑ σε βασικό «μοχλό» της αντιδραστικής πολιτικής του καπιταλιστικού κράτους. Σε ό,τι αφορά στον κινηματογράφο «Αλέκα», το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι οφθαλμοφανές. Το κτίριο του κινηματογράφου ανήκει σε ιδιώτη και ο δήμος πληρώνει ενοίκιο, αφού πρώτα βέβαια ανακαινίστηκε με χρήματα των δημοτών. Μέσα και έξω από το ΔΣ, η «Δημοτική Πρωτοβουλία» απαίτησε «να περάσει ο κινηματογράφος στην εποπτεία του Πνευματικού Κέντρου, με μετατροπή του σε πολυδύναμο πολιτιστικό κέντρο και όχι όπως είναι σήμερα, σε παραμάγαζο της "Ασσος Οντεόν"». Ο Ν. Παπακωνσταντίνου είχε χαρακτηρίσει μάλιστα τον κινηματογράφο «Αλέκα» ως «υπόδειγμα στην προώθηση της καπιταλιστικής δραστηριότητας και αξιοποίησης δημοτικών δομών υπέρ των μεγάλων εταιριών».

Στα «μουλωχτά»

Η «Ασσος Οντεόν» όμως ήταν επίσης... το «καλό νέο». Διότι ουδείς γνώριζε την «αναβάθμιση» που επεφύλασσε η δημοτική αρχή στον κινηματογράφο. Παρά τις προτάσεις της «Δημοτικής Πρωτοβουλίας» να αγοραστεί ο κινηματογράφος και να θέσει ο δήμος το υπουργείο Πολιτισμού προ των ευθυνών του, αυτό δεν έγινε, με τη δημοτική αρχή να περιορίζεται στην ετήσια κρατική επιδότηση και μάλιστα χωρίς αύξηση. Είναι φανερό, πως όταν ένας δήμος προσανατολίζεται να «παίξει» με τους όρους της «αγοράς», αυτός που χάνει είναι ο δημότης. Οταν μάλιστα πρόκειται για τον πολιτισμό, η «χασούρα» δεν αφορά μόνο στα χρήματα, που είναι έτσι κι αλλιώς σημαντική παράμετρος, αλλά και στη δυνατότητα του λαού να έρθει σε επαφή με την πολιτιστική δημιουργία, είτε άμεσα - μέσω της δυναμικής συμμετοχής του - είτε σαν θεατής ή ακροατής ποιοτικών έργων από την εγχώρια και παγκόσμια ποιοτική παραγωγή. Το επόμενο βήμα ήταν «μοιραίο», με αυτή την κυρίαρχη αντίληψη, και αφορά στην εκχώρηση του «Αλέκα» στη «Village». Η «Δημοτική Πρωτοβουλία» αποκάλυψε και μέσα από το Δημοτικό Συμβούλιο, ότι ο δημοτικός κινηματογράφος «βαθμιαία και με ραγδαίο βηματισμό, λειτουργώντας στα πλαίσια του ανταγωνισμού, θα γίνει και επίσημα παραμάγαζο της "Village" και επόμενα, ακόμα και σε αυτό το ζήτημα, θα εκφραστεί ολόκληρη εκχώρηση μιας δημοτικής λειτουργίας» στους ιδιώτες και μάλιστα σε μια πολυεθνική.

Η αποκάλυψη αυτή φαίνεται πως «φρέναρε» τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της δημοτικής επιχείρησης και της εταιρίας, χωρίς όμως τα σχέδια να σταματήσουν. Μάλιστα, φτιάχτηκε και το σχετικό «ιδιωτικό συμφωνητικό συνεργασίας» πάλι εν κρυπτώ από τους δημότες. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον κείμενο, όχι τόσο από τη νομική του πλευρά - αφού αυτή μάλλον αποτελεί συνήθη «μπούσουλα» σε τέτοιου είδους περιπτώσεις - αλλά από την πολιτική. Διότι, επαναλαμβάνουμε, το αντικείμενο της εκχώρησης δεν είναι ένα ιδιωτικό μαγαζί, αλλά η μοναδική, στο δήμο Ζωγράφου, δημόσια πολιτισμική «ανάσα».

«Αποικιοκρατικού» τύπου συμφωνία

Κατ' αρχήν η εταιρία «δένει» τον κινηματογράφο και μετά το 2006 (ημερομηνία λήξης της σύμβασης) αφού στο συμφωνητικό δηλώνεται πως η εταιρία «θα έχει το δικαίωμα πρώτης προτίμησης σε περίπτωση ανανέωσης ή σύναψης νέας σύμβασης υπό τους ίδιους όρους και συμφωνίες με κάθε τρίτο». Μην ξεχνάμε πως οι «πολυκινηματογράφοι» δε θα είναι για πολύ καιρό αποκλειστικό «προνόμιο» της «Village» στην Ελλάδα και ο ανταγωνισμός αναμένεται σκληρός. Τα υπόλοιπα αφορούν καθαρά συμφωνητικό «φραντσάιζ», δηλαδή της «δικαιόχρησης» των σημάτων της εκάστοτε εταιρίας από τον άλλο συμβαλλόμενο, ο οποίος μπαίνει πια στην «αλυσίδα». Ετσι, ο «Αλέκα» θα φέρει τα σήματα της εταιρίας, η οποία βέβαια «θα χρησιμοποιήσει τον ήδη υπάρχοντα εξοπλισμό», μεταξύ άλλων και το κυλικείο, ενώ «θα εκπαιδεύσει το προσωπικό του Ενοικιαστή (...) και όλη η λειτουργία θα γίνεται υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση της "Village"». Φυσικά, η τιμολογιακή πολιτική (ακόμη και στο κυλικείο) θα ακολουθεί τα τιμολόγια της εταιρίας, ενώ το εισιτήριο θα στοιχίζει 7 ευρώ.

Το «ζουμί» βρίσκεται στο ότι η εταιρία «θα αναλάβει τον προγραμματισμό των ταινιών» και «την κατάρτιση συμφωνιών με τους διανομείς των ταινιών». Πιο απλά, οι Ζωγραφιώτες θα... «απολαμβάνουν» ταινίες από την τρέχουσα εμπορική διανομή, η οποία, όπως είπαμε, κυριαρχείται από το Χόλιγουντ. Αυτό σημαίνει επίσης, πως όποια παρέμβαση θα μπορούσε να έχει ο δήμος στο πρόγραμμα του κινηματογράφου, εκχωρείται και οι δημότες παραδίδονται στην «επιμόρφωση» της αισθητικής των κάθε είδους «Εξολοθρευτών». Εδώ αξίζει να σημειωθεί, πως με μια άλλη πολιτική και φιλοσοφία, ο δήμος θα μπορούσε να καταρτίσει πραγματικά ποιοτικό πρόγραμμα και οικονομικά «βιώσιμο» σε συνεργασία με διάφορους φορείς, όπως η Ενωση Δημοτικών Κινηματογράφων, η Ταινιοθήκη, οι συλλογικοί φορείς του κινηματογράφου κ.ά.

«Εννοείται», σημειώνεται στο συμφωνητικό, «ότι ο Διευθυντής θα διευθύνει το Χειμερινό και Θερινό Κινηματογράφο (σ.σ. ακολουθούμε την ορθογραφία και σύνταξη του πρωτότυπου) κατόπιν συνεννόησης με την "Village" και σύμφωνα με τις γενικότερες οδηγίες αυτής, τη σύμβαση συνεργασίας των μερών και την πολιτική της "Village".». Επίσης, η εταιρία «θα είναι αποκλειστικώς υπεύθυνη για να καταρτίζει συμφωνίες screen advertising στον Χειμερινό και Θερινό Κινηματογράφο». Η συντήρηση όμως και η «εύρυθμη λειτουργία» του κινηματογράφου θα είναι υποχρέωση του «ενοικιαστή», δηλαδή του δήμου, ο οποίος «υποχρεούται να παρέχει πλήρη πρόσβαση στη "Village" στα βιβλία και στοιχεία του που αφορούν το Χειμερινό και Θερινό Κινηματογράφο οποτεδήποτε (...)». Το μόνο που «διασώζεται» είναι η «συμφωνία» της εταιρίας στο να «συνεργαστεί στο πνεύμα» της προγραμματικής σύμβασης της ΔΕΑΔΗΖ με το υπουργείο Πολιτισμού έτσι ώστε να μην χαθεί η επιδότηση, αν και το μόνο που θα μπορεί να κάνει η ΔΕΑΔΗΖ στον κινηματογράφο, είναι να τον χρησιμοποιεί μόνο τα πρωινά του Σαββατοκύριακου για «πολιτιστικές δραστηριότητες». Είναι φανερό πως πρόκειται για πρόσχημα που δε διασώζει την ουσία της εκχώρησης. Επιπλέον, η ΔΕΑΔΗΖ θα καταβάλλει κάθε μήνα στη «Village» το 10% των συνολικών πωλήσεων των εισιτηρίων του κινηματογράφου, 10% από τα έσοδα του κυλικείου και το 50% «επί των εισοδημάτων που προέρχονται από διαφημίσεις και χορηγίες τρίτων και έσοδα προώθησης και marketing (...)».


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ

«Θα παλέψουμε να σωθεί ο κινηματογράφος»

Σε δήλωσή του στο «Ρ», ο Νίκος Παπακωνσταντίνου, επικεφαλής της «Δημοτικής Πρωτοβουλίας Ζωγράφου» και δημοτικός σύμβουλος, σημείωσε: «Βρισκόμαστε, ουσιαστικά, στο "κατώφλι" της υπογραφής της σύμβασης μεταξύ της Δημοτικής Επιχείρησης του Δήμου Ζωγράφου με τη "Village", για την εκχώρηση, συνολικά, της λειτουργίας, του προγραμματισμού, αλλά και του ρόλου του κινηματογράφου "Αλέκα", στο συνολικό "πολιτιστικό" σχεδιασμό της πολυεθνικής εταιρίας. Η συγκεκριμένη σύμβαση αποτελεί μια πράξη συνολικής εκχώρησης δημοτικής περιουσίας σε συγκεκριμένη ιδιωτική εταιρία, συνιστά, ουσιαστικά, απώλεια ενός "μοχλού" πολιτιστικής παρέμβασης του δήμου και υποταγής αυτής της συγκεκριμένης και μοναδικής πολιτιστικής υποδομής που έχει ο Δήμος Ζωγράφου, στους σχεδιασμούς της συγκεκριμένης εταιρίας.

Αποτελεί ένα συγκεκριμένο και αξιόπιστο δείγμα γραφής για το πώς αντιλαμβάνεται την πολιτιστική παρέμβαση η διοίκηση του δήμου, στο ρυθμό των υπαγορεύσεων που έχουν οι μεγάλες εταιρίες. Η δημοτική διοίκηση καταναλώνει όλη τη δραστηριότητα, ευρηματικότητα και φαντασία της στο να εκχωρεί αυτή την υποδομή στις ιδιωτικές εταιρίες. Εμείς, σαν "Δημοτική Πρωτοβουλία", στιγματίζουμε και καταγγέλλουμε αυτή την πολιτική απόφαση, υπογραμμίζοντας ότι σε αυτή την πράξη δε θα μπορούσε να προχωρήσει η διοίκηση του δήμου εάν δεν είχε τη θερμή συνηγορία των συνδυασμών της λεγόμενης "μείζονος αντιπολίτευσης". Η πάλη για να διασωθεί ο κινηματογράφος θα συνεχιστεί από μέρους μας. Θα καυτηριαστεί και θα στιγματιστεί αυτή η πράξη στο λαό του Ζωγράφου, καθώς όλα αυτά γίνονται με αθέατες διαδικασίες, πίσω από τις πλάτες και του ίδιου του Δημοτικού Συμβουλίου, με διαδικασίες "εχεμύθειας" με τα στελέχη της συγκεκριμένη πολυεθνικής.

Ο κινηματογράφος "Αλέκα" είναι η μοναδική πολιτιστική υποδομή του δήμου. Δεν έχει ούτε αίθουσα εκδηλώσεων, ούτε αίθουσα πολιτιστικών δραστηριοτήτων. Για να κάνει τις εκδηλώσεις του ο δήμος καταφεύγει σε ξενοδοχεία και πανεπιστήμια. Η χρήση λοιπόν του κινηματογράφου θα υποταχθεί στους σχεδιασμούς της εταιρίας και ο δήμος θα είναι ουσιαστικά ένας "παρίας" που θα εκλιπαρεί για κάποια πρωινά για τις εκδηλώσεις του. Εννοείται ότι εξοβελίζονται όλοι οι μαζικοί φορείς της πόλης από αυτή τη χρήση. Επιπλέον, χάνεται η δυνατότητα του δήμου να καλλιεργήσει την ερασιτεχνική πολιτιστική δημιουργία και να προβάλλει ένα άλλο, ποιοτικό σινεμά, παρά το ότι έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτός που θα αποφασίζει για το ποια ταινία θα δούμε, θα είναι το κυρίαρχο εμπορικό κύκλωμα».

ΟΧΙ

Δεν μπορώ να πω ότι δεν το προσπάθησα. Το προσπάθησα και πολύ μάλιστα. Και μια φορά είδα και ένα περίεργο όνειρο. Φορούσα, λέει, αθλητικά ρούχα, καπέλο τζόκεϊ, μαύρα γυαλιά, και στο λαιμό ένα μεγάλο σταυρό, κρεμασμένο από μια ασημένια, εντυπωσιακή αλυσίδα και έτρεχα, λέει, αυτό ήταν το πιο βασανιστικό, έτρεχα, μαζί με έναν κάτισχνο Κενυάτη, το δρόμο των 5.000 μέτρων, όπου, μάλιστα, έβγαινα νικητής, και τη στιγμή που κάποιος επώνυμος «αθάνατος» μου περνούσε στο λαιμό το γνωστό χρυσό μετάλλιο και από τα μεγάφωνα του σταδίου εκπεμπόταν ο Εθνικός Υμνος της Ελλάδας, εγώ ξεσπούσα σε λυγμούς, συγκινημένος, γιατί έκανα όλους τους Ελληνες υπερήφανους και δήλωνα στους δημοσιογράφους που με ρωτούσαν τι αισθάνθηκα την ώρα που έκοβα το νήμα της νίκης, «για την Ελλάδα ρε γαμώτο»!

Ολα αυτά, βέβαια, δεν ήτανε τίποτε άλλο παρά ένα ολυμπιακό όνειρο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι Ολυμπιακοί Αγώνες δε με απασχολούν και στο «ξύπνιο». Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν αισθάνομαι ότι όλη τη μέρα με περιβάλλουν κάτισχνοι «Κενυάτες», ότι εγώ φορώ αθλητικά ρούχα, καπέλο τζόκεϊ και ότι δεν προσπαθώ να κόψω το νήμα της νίκης, περιστοιχισμένος από Ελληνες και ξένους δημοσιογράφους, τηλεοπτικά κανάλια, ξένα και ελληνικά, έτοιμος να δηλώσω πως όλα αυτά, οι δημοσιογράφοι και τα κανάλια, τα καπέλα τζόκεϊ και οι αθλητικές φορεσιές, οι Κενυάτες και οι Βέλγοι, οι Αυστραλοί και οι Ουζμπέκοι, οι Αρμένιοι και οι Φιλιππινέζοι, οι κρυφές κάμερες και τα φανερά ζέπελιν, τα ΝΑΤΟικά κομάντος και οι απειλητικοί πάτριοτ, οι τορπιλάκατοι του πολεμικού ναυτικού και τα πάσης φύσεως αντιτρομοκρατικά αγήματα δεν αφορούν και δε θυσιάζονται στους βωμούς της ολυμπιακής φλόγας για την Ελλάδα «ρε γαμώτο»!!!

Κι αυτό δεν είναι όνειρο ούτε ένας προσωπικός εφιάλτης. Ολη η χώρα, από τον Εβρο μέχρι το Ταίναρο, ζει καθημερινά μια άλλη πραγματικότητα, η οποία δεν είναι «βίρτσουαλ», αλλά παρούσα και πραγματική, απειλητική και αδυσώπητη. Ολα τα κανάλια, οι ραδιοφωνικοί σταθμοί, οι δημοσιογράφοι και οι ρεπόρτερ, οι επίσκοποι και οι υπουργοί, οι χωροφύλακες και οι ναυτοπρόσκοποι, οι διπλωμάτες και οι νοσοκόμες στον προθάλαμο της Εντατικής μόνο για ένα θέμα μιλούν, μόνο ένα θέμα σχολιάζουν: τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πώς θα πηγαίνουν στο στάδιο αυτοί που έχουν εισιτήριο. Πώς πρέπει να είναι ντυμένοι, με τι χαρτιά θα πρέπει να είναι διαπιστευμένοι, ποιους ελέγχους θα υποστούν, από ποια μηχανήματα θα ακτινογραφηθούν. Πώς θα χειροκροτούν.

Για την ουσία, βέβαια, καμιά κουβέντα. Για το νόημα της άμιλλας, το περιεχόμενο της εκεχειρίας, το σχήμα και την έκταση της ειρήνης καμιά κουβέντα. Και γι' αυτό το λόγο πιστεύω πως οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας 2004 θα είναι μοναδικοί, πρώτοι και αξεπέραστοι, ανεπανάληπτοι και παραδειγματικοί. Γιατί, πρώτη φορά, στις παραμονές ενός παγκόσμιου αθλητικού γεγονότος δε γράφτηκαν, δεν ακούστηκαν και δε δηλώθηκαν τόσα πολλά για την τρομοκρατία, για την ασφάλεια, για την προετοιμασία των αρειμάνιων φρουρών, που θα ελέγχουν και θα καιροφυλαχτούν, θα γρυλίζουν και θα μας απειλούν είτε μιλούμε είτε όχι. Είτε χειροκροτούμε είτε παραμένουμε ακίνητοι στη θέση μας, φυτεμένοι στις τσιμεντένιες κερκίδες του ΟΑΚΑ. Παγιδευμένοι κάτω από την ενάντια σε κάθε ελληνική αισθητική «ταφόπλακα» του Σαντιάγκο Καλατράβα. Φρόνιμοι και αντιτρομοκρατικοί, πειθαρχημένοι στο συναγωνισμό, υπακούοντες στις ρομαντικές εντολές του εθελοντισμού και της ολυμπιστικής υστερίας που ούτε μια στιγμή δε φρόντισε αυτά που θα γίνουν, θα κατασκευαστούν και θα γραφτούν, θα δηλωθούν και θα ομολογηθούν να θυμίζουν, έστω και παρεμπιπτόντως, κάτι από την Ελλάδα «ρε γαμώτο». Γι' αυτό και ψηφίζω ΟΧΙ.


Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ