ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Γενάρη 2000
Σελ. /48
ΠΑΙΔΕΙΑ

Με Προεδρικό Διάταγμα πρόκειται να εφαρμοστεί στην ελληνική νομοθεσία η ευρωπαϊκή οδηγία 89/48. Με ωραιοποιημένες εκφράσεις, όσοι επιζητούν την εφαρμογή της, την παρουσιάζουν ως λύση στην ανάγκη ενός «γενικού συστήματος αναγνώρισης πτυχίων», που θα διευκολύνει την «ελεύθερη διακίνηση εργατικού δυναμικού».

Η πραγματικότητα όμως, είναι πολύ πιο σκληρή, από τις εξευγενισμένες εκφράσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης που ουσιαστικά, θέλει, και μέσα από την εφαρμογή της οδηγίας σε όλα τα κράτη - μέλη της, να δημιουργήσει μια στρατιά φτηνού κι ευέλικτου εργατικού δυναμικού, χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα, που θα είναι έρμαιο στα χέρια των πολυεθνικών.

Ουσιαστικά, με την εφαρμογή της οδ. 89/48, στρώνεται ο δρόμος στη λειτουργία και αναγνώριση ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα μας, ενώ αποσυνδέεται πλήρως το πτυχίο από το επάγγελμα, και χτυπιούνται βάναυσα τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων, καθώς εξομοιώνονται πτυχία πανεπιστημίων και ΤΕΙ, με ΙΕΚ και διάφορα... ινστιτούτα. Αυτές είναι μερικές από τις πλευρές που επιχειρεί να «φωτίσει» σήμερα ο «Ρ».

Ευρωπαϊκή οδηγία 89/48
Στρώνουν το δρόμο στα ιδιωτικά πανεπιστήμια

Προωθείται η εξομοίωση πτυχίων πανεπιστημίων και κολεγίων και, βέβαια, κανένας από τους απόφοιτους δε θα έχει επαγγελματικά δικαιώματα
Προωθείται η εξομοίωση πτυχίων πανεπιστημίων και κολεγίων και, βέβαια, κανένας από τους απόφοιτους δε θα έχει επαγγελματικά δικαιώματα
Συζήτηση έχει προκαλέσει το τελευταίο διάστημα η είδηση ότι πρόκειται να αναγνωρίζονται πτυχία ξένων πανεπιστημίων και άλλων ιδρυμάτων με Προεδρικό Διάταγμα, που αναμένεται να εκδοθεί στο άμεσο μέλλον, και που θα εφαρμόζει την κοινοτική οδηγία 89/48, θα την εντάσσει στην ελληνική νομοθεσία.

Η 89/48 εκδόθηκε από το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα τέλη Δεκέμβρη του 1998 και σκοπός της ήταν η καθιέρωση ενός «γενικού συστήματος αναγνώρισης διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», στις χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Εχει τη βάση της στην αρχή της «ελεύθερης διακίνησης εργατικού δυναμικού» στα πλαίσια της ΕΕ, πρακτικά, δηλαδή, στη «δυνατότητα πρόσβασης στο επάγγελμα» καθενός υπηκόου της ΕΕ, σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος της ΕΕ.

Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «ως δίπλωμα νοείται οποιοσδήποτε τίτλος που χορηγείται από την αρμόδια αρχή κράτους - μέλους... και πιστοποιεί ότι ο κάτοχός του παρακολούθησε με επιτυχία κύκλο σπουδών μετά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών ή ισοδύναμης διάρκειας με ελάχιστη παρακολούθηση, σε πανεπιστήμιο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, ή άλλο ίδρυμα του αυτού εκπαιδευτικού επιπέδου... εφόσον η εκπαίδευση έχει πραγματοποιηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της στην Κοινότητα». Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, «εξομοιώνεται» κάθε τέτοιος τίτλος ως πανεπιστημιακό ουσιαστικά δίπλωμα και υποχρεούται να το αναγνωρίσει ως τέτοιο κάθε κράτος - μέλος της ΕΕ.

Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι κάποιος που παρακολουθεί μαθήματα στην Ελλάδα σε ένα Εργαστήρι Ελευθέρων Σπουδών, που λειτουργεί ως παράρτημα ξένου πανεπιστημίου, παίρνει πτυχίο που θα αναγνωρίζεται ως ισότιμο των ΑΕΙ. Αντε, το πολύ πολύ να πάει κι ένα χρόνο στο εξωτερικό, έτσι για να «ολοκληρώσει» τη φτηνή, «πανεπιστημιακή» του κατάρτιση... για τα μάτια της ΕΕ. Κάθε ιδιοκτήτης ΙΕΚ, λοιπόν, και συναφούς εργαστηρίου κατάρτισης θα μπορεί να καυχιέται για το μαγαζί του, ότι παρέχει πτυχίο «ισότιμο του πανεπιστημίου», κάνοντας απλώς μια συμφωνία με ένα δήθεν πανεπιστήμιο του εξωτερικού. Ομως, αν αυτό δεν είναι λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, τότε τι είναι;

Εδώ, βέβαια, η κυβέρνηση σκοντάφτει στο κώλυμα της συνταγματικής απαγόρευσης, από το γνωστό άρθρο 16, που ορίζει ότι «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου». Δεν είναι απίθανο λοιπόν, σε πρώτη φάση, να δούμε την ίδρυση πανεπιστημίων από δημόσιους οργανισμούς, π.χ. ένας δήμος υπογράφει σύμβαση με ένα ξένο πανεπιστήμιο και του παρέχει συνταγματική κάλυψη για τη λειτουργία και παροχή πανεπιστημιακών πτυχίων. Η ίδρυση, λοιπόν, ιδιωτικών πανεπιστημίων μπορεί ουσιαστικά να ισχύσει με την επίφαση Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου. Οταν αυτό, όμως, θα γίνει καθεστώς, θα είναι πολύ πιο εύκολη και η επιβολή αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Αποσύνδεση πτυχίου - επαγγέλματος

Αναφέρουμε παραπάνω χαρακτηριστικά τη φράση «πρόσβασης στο επάγγελμα», γιατί, παρά τις υποσχέσεις όσων πασχίζουν να την εφαρμόσουν, ότι θα κατοχυρώνει τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων, η οδηγία καταφέρνει ακριβώς το αντίθετο: Το ακόμα μεγαλύτερο χτύπημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων.

Κατ' αρχήν, πουθενά στο κείμενο της οδηγίας δεν αναφέρεται η έννοια οποιωνδήποτε επαγγελματικών δικαιωμάτων, αλλά μόνο η «δυνατότητα πρόσβασης». Δηλαδή, η 89/48 έχει ως δεδομένο (από το 1989) το χτύπημα, έως την κατάργηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων για τους απόφοιτους. Θεωρεί δεδομένο ότι ο απόφοιτος πανεπιστημίου δεν μπορεί με όπλο το πτυχίο του να ασκήσει το επάγγελμα που έχει σπουδάσει, αλλά έχει μια δυνατότητα πρόσβασης σ' αυτό το επάγγελμα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θα θέτουν κατά κανόνα οι διάφορες επαγγελματικές ενώσεις.

Επιπλέον, αφού θα μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι οι απόφοιτοι πανεπιστημίων, ΤΕΙ, ΙΕΚ και διαφόρων άλλων σχολών και ινστιτούτων, ένα τέτοιο συνονθύλευμα πτυχιούχων - τυπικά ισότιμων, αλλά ουσιαστικά διαφορετικών ταχυτήτων - πώς θα μπορεί να διαπραγματεύεται συλλογικά συμβάσεις και επαγγελματικά δικαιώματα;

Ουσιαστικά, μιλάμε για πλήρη αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα και δημιουργία μιας στρατιάς ευέλικτου (εντός των συνόρων ολόκληρης της ΕΕ) εργατικού δυναμικού, φτηνού και εύκολα χειραγωγήσιμου, σύμφωνα με τις ορέξεις των πολυεθνικών.

Το πανηγύρι έχει αρχίσει

Η ευρωπαϊκή οδηγία 89/48 συμπληρώθηκε και επεκτάθηκε τον Ιούνη του 1992, από την οδηγία 92/51, που επεκτείνεται και σε μη νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα και κάνει τις παραπάνω συνέπειες, ακόμα πιο κατάφωρες. Η δεύτερη αυτή οδηγία (92/51) έχει ήδη εναρμονιστεί με την ελληνική νομοθεσία από τον Ιούλιο του 1998 με το Προεδρικό Διάταγμα υπ' αριθμ. 231. Επίσης, από το 1992, η 89/48 εφαρμόζεται στη χώρα μας για τα επαγγέλματα υγείας και πρόνοιας, με σχετική υπουργική απόφαση.

Οπως είναι γνωστό, οι νόμοι της Ευρωπαϊκής Ενωσης θεωρούνται ανώτεροι από τους νόμους των εθνικών κρατών της ΕΕ, με μια επιφύλαξη για το αν μπορούν να υπερβαίνουν ακόμα και τα εθνικά Συντάγματα. Αυτό φαίνεται να ισχύει και στην πράξη, αφού διάφορες δικαστικές αποφάσεις έχουν παρθεί στο όνομα της 89/48, παρόλο που δεν έχει εκδοθεί ακόμα το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα. Ας φανταστούμε, λοιπόν, τι έχει να γίνει μετά και την τυπική εφαρμογή της στη χώρα μας...

Σ' αυτήν τη χρονική στιγμή, η κυβέρνηση φαίνεται «στριμωγμένη» να επικυρώσει και με την τυπική νομοθετική διαδικασία την εφαρμογή της οδηγίας, γιατί, στην αντίθετη περίπτωση, «απειλείται» με χρηματικό πρόστιμο από την ΕΕ. Το γεγονός ότι μέχρι τώρα δεν προχώρησε στην εφαρμογή της έχει να κάνει, τόσο με τις αντισυνταγματικές συνέπειές της, όσο και με αντιδράσεις που αναμένεται να προκαλέσει σε ισχυρές επαγγελματικές ενώσεις της χώρας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με πληροφορίες, στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθήνας εκκρεμεί η υπόθεση αναγνώρισης του πτυχίου ενός νέου που σπούδασε κατά το ήμισυ σε παράρτημα ξένου ιδρύματος στη χώρα μας και στη συνέχεια στο εξωτερικό.

Με δεδομένο ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια βγάζουν υπεραρκετούς πτυχιούχους για την ελληνική αγορά εργασίας, οι ενώσεις, όπως το Τεχνικό ή το Οικονομικό Επιμελητήριο, οι Δικηγορικοί σύλλογοι κ.τ.λ., δεν είναι εύκολο να δεχτούν το «άνοιγμα» των επαγγελμάτων, που καλύπτουν στο σύνολο των αποφοίτων της ΕΕ.


Γιάννα ΣΤΡΕΒΙΝΑ

Το φοιτητικό κίνημα πρέπει να απαντήσει

«Η συγκεκριμένη οδηγία είναι ακόμη μια πλευρά της εφαρμοζόμενης πολιτικής κυβέρνησης και ΕΕ στο χώρο της Παιδείας. Συνδέεται με τις γενικότερες αναδιαρθρώσεις στην παραγωγή, στις εργασιακές σχέσεις, που φτάνουν μέχρι το χώρο της εκπαίδευσης. Πρόκειται για μια σοβαρή αντιδραστική εξέλιξη, που αλλάζει σε μεγάλο βαθμό το τοπίο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας μας».

Ετσι σχολιάζει την 89/48 ο Χάρης Βουρδουμπάς, εκπρόσωπος της Πανσπουδαστικής Κίνησης Συνεργασίας ΑΕΙ, και εξηγεί: «Η αντιδραστικότητα αυτής της εφαρμογής έχει δυο παραμέτρους. Αποσυνδέεται πλήρως και τυπικά το πτυχίο από το επάγγελμα, μια και, όπως αναφέρεται στην οδηγία, τα όποια πτυχία δίνουν μόνο δυνατότητα πρόσβασης, κι όχι πρόσβαση στο επάγγελμα. Ανοίγει ο δρόμος για γενίκευση των φραγμών, κυρίως εξετάσεων, μετά τη λήψη του πτυχίου του ΑΕΙ, για να αποκτήσει κάποιος τη δυνατότητα άσκησης του επαγγέλματος που έχει σπουδάσει. Μπαίνουν "στο ίδιο τσουβάλι", τα πτυχία ΑΕΙ, ΤΕΙ, ΙΕΚ, ιδιωτικών κολεγίων που λειτουργούν στην Ελλάδα, με μόνο κοινό μεταξύ τους το ότι κανένα δε δίνει συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα.

Η άλλη παράμετρος έχει να κάνει με το ότι δίνεται η δυνατότητα λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων και στη χώρα μας, κάτι το οποίο είναι αντίθετο και με το άρθρο 16 του Συντάγματος, μια και η χώρα μας πλέον είναι αναγκασμένη, εφαρμόζοντας την 89/48, να αναγνωρίζει ως ισότιμα με πτυχία των ΑΕΙ, αυτά που δίνουν τα κάθε λογής ιδιωτικά κολέγια - παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων, που αναγνωρίζονται ως πανεπιστημιακά από άλλες χώρες της ΕΕ».

Οι φοιτητές σε γενικές γραμμές δηλώνουν άγνοια ή έχουν ακούσει ελάχιστα σε σχέση με την 89/48, παρόλο που αφορά άμεσα το ίδιο το πτυχίο που πρόκειται να πάρουν και το αντίκρισμα που θα έχει αυτό. Οπως χαρακτηριστικά τονίζει ο Χ. Βουρδουμπάς, «όλο το προηγούμενο διάστημα, κάποιοι προσπάθησαν επιμελώς να αποκρύψουν από τους φοιτητές αυτή την εξέλιξη, υποβαθμίζοντάς την ή αναμασώντας λογικές περί μονοδρόμων, ότι δήθεν ήταν αναμενόμενο και θα συνέβαινε ούτως ή άλλως».

Ομως, επειδή κανείς δε νοείται να μείνει απαθής απέναντι σε όλα αυτά, υπογραμμίζει ότι «το φοιτητικό κίνημα πρέπει να απαντήσει ότι δεν μπορεί να είναι μονόδρομος μια εξέλιξη που χτυπάει τα δικαιώματα των φοιτητών και αμφισβητεί κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, ώστε να δημιουργεί ευέλικτο, απασχολήσιμο, φτηνό εργατικό δυναμικό και να μεγιστοποιεί τα κέρδη του».

Αντιδράσεις στα ΤΕΙ

Οι σπουδαστές των ΤΕΙ φαίνεται να γνωρίζουν λίγο περισσότερα πράγματα, σχετικά με την επίμαχη ευρωπαϊκή οδηγία κι αυτό γιατί κάποιοι φρόντισαν να την προπαγανδίσουν ως το φάρμακο για την αναβάθμιση των ΤΕΙ, αποκρύπτοντας τις πραγματικές συνέπειές της.

Από την πλευρά της ΠΚΣ ΤΕΙ, ο Νίκος Φύττας τονίζει: «από την πρώτη στιγμή που προέκυψε το θέμα, αντιδράσαμε, ζητώντας να μην εφαρμοστεί η οδηγία. Ενημερώσαμε μαζικά τους σπουδαστές στις γενικές συνελεύσεις και αντιδράσαμε, παίρνοντας θέση και στο συμβούλιο της ΕΣΕΕ. Εκεί, οι παρατάξεις ΔΑΠ, ΠΑΣΠ, σε άρρηκτη συμφωνία με τις εντολές της κυβέρνησης και σε συνεργασία με τους προέδρους των ΤΕΙ, προσπαθούσαν με νύχια και με δόντια να εφαρμοστεί η 89/48 (στη σύνοδο των προέδρων πήραν δέσμευση από τον υπουργό).

Τα επιχειρήματά τους είναι ότι δήθεν θα προσφέρει την αναβάθμιση των ΤΕΙ και την κατοχύρωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων μας, που υποτίθεται ότι θα φέρουν την "εξίσωση με τα ΑΕΙ". Αυτό βέβαια σε καμιά περίπτωση δε συμβαίνει», λέει ο Ν. Φύττας, παραθέτοντας τις συνέπειες, σχετικά με την αποσύνδεση πτυχίου - επαγγέλματος, καθώς και το ότι «αποτελεί το Δούρειο Ιππο για τη διάλυση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας, καθώς δίνει το ελεύθερο σε οποιοδήποτε επιχειρηματία να ανοίξει το παραμάγαζό του και να παρέχει φτηνή κατάρτιση, με δίδακτρα, φυσικά, ονομάζοντάς τη "σπουδές υψηλού επιπέδου".

Εμείς πιστεύουμε ότι καμία τέτοιου είδους οδηγία δεν είναι δυνατόν να αναβαθμίσει τα ΤΕΙ. Η μοναδική ουσιαστική αναβάθμιση των ΤΕΙ θεωρούμε ότι μπορεί να γίνει, μόνο με αναβάθμιση του προγράμματος σπουδών, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην ξεχωρίζεται η επιστήμη από την εφαρμογή, αλλά και με αύξηση των κονδυλίων από τον κρατικό προϋπολογισμό, για τη βελτίωση και κάλυψη των αναγκών των εργαστηρίων, προς όφελος των σπουδαστών κι όχι των επιχειρηματιών, όπως θέλουν μερικοί καθηγητές. Γι' αυτό και πιστεύουμε ότι η θέση μας για Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση είναι επίκαιρη, όσο ποτέ άλλοτε.

Για να δοθεί μια τέτοια κατεύθυνση στην ανώτατη εκπαίδευση, οφείλουμε να βάλουμε στην άκρη όλους αυτούς τους κυβερνητικούς υπαλλήλους (βλέπε ΔΑΠ, ΠΑΣΠ) και οι σπουδαστές να στηρίξουν μέσα από τις Γενικές Συνελεύσεις, μέσα από κάθε κινητοποίηση, αλλά και με την ψήφο τους, τις θέσεις της ΠΚΣ».

Με αφορμή την υιοθέτηση του «Πορίσματος Καζάζη»
Οι επουσιώδεις ρυθμίσεις δεν κρύβουν την πραγματικότητα

Τις τελευταίες μέρες, μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί, όλος ο λαός, γίναμε μάρτυρες ενός νέου εμπαιγμού της κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας, που ανακοίνωσε τα μέτρα που υιοθετεί από την περιβόητη «επιτροπή Καζάζη». Μια επιτροπή, την οποία το ίδιο το υπουργείο έστησε, για να δώσει επίφαση επιστημονικότητας στην αντιδραστική του μεταρρύθμιση και στην οποία παρέπεμπε επί τρεις και πλέον μήνες για βελτιώσεις. Και το τέχνασμα αυτό αξιοποιήθηκε, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ογκούμενο κίνημα μαθητών, εκπαιδευτικών και γονιών, ενάντια στο αντιδραστικό αντιεκπαιδευτικό πλαίσιο, που χαρακτηρίζεται από τους δύο νόμους 2525/97 και 2640/98.

Οι «αλλαγές», που ανακοίνωσε, τελικά, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, δεν ήταν παρά ελιγμοί που δεν αγγίζουν την ουσία της μεταρρύθμισης, που είναι βαθιά ταξική, αφού πυρήνας της είναι ο αυστηρότερος έλεγχος της ροής, κύρια των παιδιών των λαϊκών στρωμάτων, προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν και από διάφορους θιασώτες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης θεωρήθηκαν «εκπτώσεις», δε βάζουν ούτε στο ελάχιστο σε αμφισβήτηση καμία πλευρά του ελιτίστικου εκπαιδευτικού μοντέλου που προωθεί η κυβέρνηση. Οι προτάσεις της επιτροπής που υιοθετήθηκαν από το υπουργείο Παιδείας αφορούν αποκλειστικά και μόνο τον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών και το εξεταστικό σύστημα. Οχι μόνο δεν αποτέλεσαν προτάσεις κανενός φορέα του εκπαιδευτικού κινήματος, αλλά είναι και ανέξοδος ο τρόπος που επιχειρούν δήθεν να «απαλύνουν το άγχος» των μαθητών. Ετσι προβλέπουν ότι: Οι εξετάσεις δίνονται μέρα παρά μέρα, η εξεταστέα ύλη ανακοινώνεται ένα μήνα πριν τις εξετάσεις και είναι μειωμένη, ο μέσος όρος προαγωγής και απόλυσης μειώνεται στο 9,5 από το 10, παρατείνεται για δύο χρόνια η ρύθμιση για τη διαφορά πέντε μονάδων μεταξύ προφορικής και γραπτής βαθμολογίας και η συμμετοχή του τεστ δεξιοτήτων στον τελικό βαθμό εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μειώνεται στο 5% για φέτος.

Με τα μέτρα αυτά, επιχειρείται να κρυφτούν οι πραγματικές αιτίες που «συνθλίβουν» κυριολεκτικά τους μαθητές και τις οικογένειές τους και να δοθεί η εντύπωση ότι τεχνοκρατικής φύσης ρυθμίσεις θα διώξουν το άγχος και την αβεβαιότητα από τους μαθητές. Στην πραγματικότητα, το άγχος δεν πηγάζει από τη διάρκεια των εξετάσεων, αλλά από τις ίδιες τις πανελλαδικές απρόσωπες γραπτές εξετάσεις. Δεν είναι η διάρκεια των εξετάσεων που οδήγησε τους μαθητές στα φροντιστήρια για το σύνολο των μαθημάτων, αλλά η πλήρης μετατροπή του λυκείου σε προθάλαμο για τα πανεπιστήμια, ο ίδιος ο εξεταστικός λαβύρινθος στις δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου, προκειμένου να αποκτηθεί το «εισιτήριο» του λεγόμενου «Εθνικού απολυτηρίου».

Παραπέρα, τα μέτρα που αφορούν τη διατήρηση της ρύθμισης, για τη διαφορά πέντε μονάδων μεταξύ προφορικής και γραπτής βαθμολογίας για δύο ακόμα χρόνια και για τη μείωση του συντελεστή βαρύτητας του τεστ δεξιοτήτων στο 5% για φέτος, έχουν χαρακτήρα προσωρινό. Το υπουργείο Παιδείας φιλοδοξεί με μεταβατικές και ανέξοδες ρυθμίσεις να «χρυσώσει το χάπι», μία πάγια τακτική που χρησιμοποιεί για να περάσουν μέτρα που συναντούν αντιδράσεις. Ωστόσο, το εκπαιδευτικό κίνημα δεν μπορεί να ξεγελαστεί από τέτοια τεχνάσματα. Η περσινή ρύθμιση για τη διατήρηση για ένα χρόνο των ανεξεταστέων που έγινε κάτω από την πίεση των μαθητικών αγώνων, μπορεί να μείωσε τον αριθμό των μαθητών που εξωθήθηκαν έξω από το λύκειο, όμως, από φέτος, η μεταρρύθμιση συνεχίζει σκληρότερη. Το στοιχείο και μόνο της τρομακτικής διαρροής, δεκάδων χιλιάδων μαθητών, που ήδη έχουν εγκαταλείψει το λύκειο και βρίσκονται είτε στα υποβαθμισμένα ΤΕΕ, είτε εντελώς εκτός εκπαιδευτικού συστήματος, είναι αρκετό για να δείξει την ταξική ουσία αυτής της αντιδραστικής μεταρρύθμισης.

Το μέτωπο όλων των φορέων της Παιδείας, που θα αναδεικνύει την άλλη πρόταση για την εκπαίδευση, που θα εξυπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες, γίνεται σήμερα ακόμα περισσότερο αναγκαίο. Στην κυρίαρχη λογική που θέλει την παιδεία εναρμονισμένη με τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, όπως επιτάσσουν οι ντιρεκτίβες της ΕΕ και της ΟΝΕ, της προετοιμασίας δηλαδή του αυριανού χειραγωγήσιμου εργατικού δυναμικού, χρειάζεται το κίνημα στην εκπαίδευση να απαντήσει πιο επιθετικά.

Ακόμα και αυτή η μεθόδευση του υπουργείου αποδεικνύει ότι η πίεση των αγώνων εξαναγκάζει τους κυβερνώντες να ανακοινώνουν έστω και αυτές τις επουσιώδεις ρυθμίσεις. Ο δρόμος του αγώνα παραμένει μονόδρομος, για να σπάσουν οι ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, για να επιβληθεί με όρους λαϊκού κινήματος μια άλλη πολιτική και για την Παιδεία. Για να καθιερωθεί το ενιαίο 12χρονο δημόσιο και δωρεάν σχολείο για όλους, που προάγει τον παιδαγωγικό, μορφωτικό ρόλο του σχολείου, σε ένα ενιαίο σύστημα, που δεν κατακερματίζει τη γνώση και δεν εξαντλείται σε εξεταστικού χαρακτήρα αξιολογήσεις.


Μ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ