ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 2 Ιούλη 2005
Σελ. /28
Για μια χούφτα δολάρια...

Γρηγοριάδης Κώστας

Πανηγυρίζουν οι βουλευτές Λάρισας της ΝΔ, ο νομάρχης και ο δήμαρχος, επειδή - «κατόπιν δικών των ενεργειών», όπως λένε - η κυβέρνηση άλλαξε την αρχική της απόφαση και δέχτηκε να παραμείνει, τελικά, στην πόλη η 1η Στρατιά. Μάλιστα, θα αναβαθμιστεί, μετονομαζόμενη σε Αρχηγείο Χερσαίων Δυνάμεων Ηπειρωτικού Χώρου και θα δρα σε συνεργασία και συντονισμό με το Ευρωπαϊκό Επιχειρησιακό Στρατηγείο, που θα εγκατασταθεί στον ίδιο χώρο και με το Αεροπορικό Υποστρατηγείο του ΝΑΤΟ, που θα λειτουργεί στο Κουτσόχερο. Την ίδια στιγμή, όπως αποκάλυψε ο «Ρ», στρατιωτικά εργοστάσια της περιοχής θα δουλεύουν για το στρατό των ΗΠΑ, επισκευάζοντας πολεμικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη σφαγή των λαών του Ιράκ και του Αφγανιστάν.

Αλλά, γιατί χαίρονται και πανηγυρίζουν οι βουλευτές και οι τοπικοί «άρχοντες» για τη συγκέντρωση τόσων στρατιωτικών μονάδων στην πόλη και τη μετατροπή της σε στρατιωτικό επιχειρησιακό κέντρο των Αμερικανών και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών; Γιατί - λένε - η παρουσία τόσων στρατιωτικών στην περιοχή θα βοηθήσει την τοπική οικονομία. Βεβαίως, αυτό δε θα γίνει - το απέδειξε η εμπειρία της παρουσίας του ΝΑΤΟικού στρατηγείου στον Τύρναβο, από την οποία δε βοηθήθηκε η τοπική οικονομία - αλλά ακόμα και να γινόταν, αξίζει να ξεπουλάει η χώρα μας την εθνική της ανεξαρτησία για μερικά δολάρια και λίγα ευρώ, που μπορεί να εισπράξουν κάποιοι στη Λάρισα; Εκτός κι αν οι πανηγυρίζοντες ενδιαφέρονται λιγότερο για την πατρίδα και περισσότερο για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών. Ας απαντήσουν...

Μόνη διέξοδος

Ποιοι αποφασίζουν σήμερα, αν θα δημιουργηθούν και ποια εργοστάσια και άλλες επιχειρήσεις, πού θα γίνουν, τι προϊόντα θα παράγουν, πού και πόσο θα τα πουλήσουν, κλπ.; Προφανώς, οι ντόπιοι και ξένοι κεφαλαιοκράτες και, πάντως, όχι οι εργαζόμενοι, ούτε καν η κυβέρνηση. Ποιο είναι το βασικό και κυρίαρχο κριτήριο, για να προχωρήσει ο όποιος κεφαλαιοκράτης σ' ένα τέτοιο βήμα και να επενδύσει χρήματα σε μιαν επιχειρηματική πρωτοβουλία, όπως το λένε; Η προσδοκία των ανάλογων κερδών. Κι όταν λέμε «ανάλογων», δεν εννοούμε απλώς και μόνο πολλών κερδών και, μάλιστα, σε μικρό χρονικό διάστημα. Εννοούμε και ανταγωνιστικά κέρδη. Εάν, για παράδειγμα, κερδίζει περισσότερα σε μια διπλανή χώρα, τότε θα επενδύσει σ' αυτήν και όχι στην Ελλάδα. Πόσο μάλλον, όταν έχει εξασφαλισμένη, έτσι ή αλλιώς και ανεξάρτητα τι τελικά θα κάνει, την πολύμορφη στήριξη των εκάστοτε κυβερνήσεων, της ΕΕ, κλπ.

Αυτή είναι η σύγχρονη, καπιταλιστική πραγματικότητα. Και σχετικά εύκολα μπορεί να καταλάβει ο καθένας ότι τα λαϊκά και κοινωνικά προβλήματα, τα δίκαια αιτήματα, οι ελπίδες και τα όνειρα των εργαζομένων και της νεολαίας, δε χωρούν στο πλαίσιό της. Πολύ περισσότερο, καθώς ο επιχειρηματικός ανταγωνισμός συνεχώς δυναμώνει και επιδιώκει την ισοπέδωση των λαϊκών κατακτήσεων και δικαιωμάτων. Η μόνη διέξοδος για τους εργαζόμενους και το λαό βρίσκεται στην ανατροπή της σημερινής πραγματικότητας και στη ριζική αλλαγή πορείας.

Ανακάλυψε το ... «φάρμακο»

Ξέρετε ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας; Αν πείτε το ασφαλιστικό, θα έχετε πέσει έξω. «Για να αποκτήσει αυτόνομη αναπτυξιακή δυναμική η ελληνική οικονομία, το κυριότερο μέτρο που πρέπει να ληφθεί, είναι η απελευθέρωση των εργασιακών σχέσεων».

Ποιος τα λέει αυτά; Οχι, δεν είναι ούτε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, ούτε κάποιος άλλος εκπρόσωπος φορέα από εκείνους, που -υπηρετώντας και επίσημα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου - τάσσονται ανοιχτά υπέρ της λήψης μέτρων για την επιβολή εργασιακού μεσαίωνα. Η εκτίμηση ανήκει στον διορισμένο από την κυβέρνηση διοικητή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (ΕΤΕ) κ. Αράπογλου και διατυπώθηκε - με πολλές άλλες, ανάλογες «σοφίες» - σε συνέντευξή του στη «Ναυτεμπορική».

«Αν δεν αποκτήσουμε ένα περισσότερο ευέλικτο και ελαστικό πλαίσιο στο εργασιακό καθεστώς είναι πολύ δύσκολο η ελληνική οικονομία να αποκτήσει ανταγωνιστικότητα» υπογραμμίζει ο διοικητής της ΕΤΕ. Με απλά λόγια, δηλαδή, επιδιώκουν τη μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα πολύ φτηνότερης εργατικής δύναμης, για να ευαρεστηθούν οι πολυεθνικές και να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους. Αυτά είναι τα σχέδιά τους.

Ναρκω-πρωταθλητές

Μπορεί, όταν διαβάζουμε ή ακούμε περί της παγκόσμιας «αντιτρομοκρατικής» εκστρατείας των ΗΠΑ και των «συμμάχων» τους ή της επιχείρησης «εξαγωγής της δημοκρατίας», το μυαλό μας να πηγαίνει σε διάφορες επεμβάσεις, εισβολές και πολέμους ανά τον κόσμο, αλλά οι προαναφερόμενοι όροι δε σημαίνουν μόνον αυτά. Σημαίνουν και πολλά άλλα. Ανάμεσά τους και τη μεγάλη αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής οπιούχων ναρκωτικών, όπως αποδείχνει η περίπτωση του Αφγανιστάν.

Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση της Υπηρεσίας του ΟΗΕ κατά των Ναρκωτικών και του Εγκλήματος (UNODOC), οι εκτάσεις καλλιέργειας της παπαρούνας (από την οποία εξάγεται το όπιο και εν συνεχεία τα οπιούχα ναρκωτικά, όπως η ηρωίνη) στο Αφγανιστάν σημείωσαν το 2004 ραγδαία αύξηση, κατά 64%, κι έφτασαν στο ύψος - ρεκόρ των 1.300.000 στρεμμάτων. Ανάλογη αύξηση είχε σημειωθεί και τον προηγούμενο χρόνο. Σε κάθε περίπτωση - σημειώνει η έκθεση του ΟΗΕ - το Αφγανιστάν είναι η χώρα, που «θα καθορίσει το μέγεθος και την εξέλιξη των κύριων αγορών οπιούχων ναρκωτικών». Εκτίμηση, που είναι απολύτως σωστή, αφού, το 2004, το Αφγανιστάν αναδείχτηκε σε κυρίαρχο της παγκόσμιας αγοράς, με ποσοστό 87%.

Χρειάζεται, άραγε, να θυμίσουμε ότι όλ' αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα, που βρίσκεται, ουσιαστικά, υπό τη στρατιωτική κατοχή των αμερικανικών και ΝΑΤΟικών στρατιωτικών δυνάμεων, ανάμεσά τους και ελληνικών;

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Σκόπιμα ανούσιες κόντρες

Βουλευτές ωρύονται πίσω από τα έδρανά τους στη Βουλή, ζητούν το λόγο επί προσωπικού και αλληλοεπιτίθενται φραστικά. Οι τηλεοπτικές κάμερες «καταγράφουν» και το βράδυ τα δελτία ειδήσεων αναπαράγουν τις εικόνες. Την επόμενη μέρα, οι εφημερίδες αφιερώνουν ολόκληρες σελίδες και προχωρούν σε αναλύσεις για «κερδισμένους» και «χαμένους». Οι τελευταίες σκηνές αυτού του θεάτρου είχαν πρωταγωνιστές τους Χ. Καστανίδη και Β. Πολύδωρα, τους Γ. Αλογοσκούφη και Ευάγ. Βενιζέλο, στη συζήτηση του νομοσχεδίου για το Ασφαλιστικό των τραπεζών.

Πίσω, όμως, από τις ανούσιες «κοκορομαχίες», κρύβεται η ωμή πραγματικότητα. Οι εργαζόμενοι γίνονται, την τελευταία δεκαπενταετία, μάρτυρες της σταδιακής κατάργησης των ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων. Η επίθεση γενικεύεται άλλοτε σε «πράσινο» και άλλοτε σε «μπλε» φόντο. Για παράδειγμα, μετά τους αντιασφαλιστικούς «νόμους Σιούφα» της ΝΔ, ήρθαν οι αντιασφαλιστικοί «νόμοι Ρέππα» του ΠΑΣΟΚ. Κοινό χαρακτηριστικό των νομοθετημάτων τους, ήταν ότι η εκάστοτε αντιπολίτευση, συμφωνώντας επί της ουσίας, τους καταψήφιζε, γιατί έπρεπε να το «παίξει» αντιπολίτευση. Μέχρι τη στιγμή που αναλάμβανε την εξουσία, για να τους εφαρμόσει... Κοινό χαρακτηριστικό των νόμων των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, είναι η επικέντρωση στον κοινό στόχο για ξεθεμελίωμα των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Οπως αυτές τις μέρες έτσι και στις προηγούμενες συζητήσεις στη Βουλή για την επιβολή των αντεργατικών νόμων, οξύνονταν οι τόνοι της ...αντιπαράθεσης. «Σκληροί» χαρακτηρισμοί, ακόμα και αποχωρήσεις μέσα από το Κοινοβούλιο, όπως σ' αυτήν που προχώρησε η Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ, κατά τη διάρκεια της ψήφισης του νόμου «Ρέππα», προσφέρονται με την καταλυτική συμπαράσταση των αστικών ΜΜΕ, σαν «μασημένη τροφή» στο λαό, προκειμένου να καλλιεργηθεί η αυταπάτη ότι κυβέρνηση και αντιπολίτευση, η καθεμία από τη σκοπιά της, «μάχεται» για την προάσπιση των λαϊκών συμφερόντων. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί, λοιπόν, να μην ...αποχώρησε, αλλά «κρύφτηκε» πίσω από τις «αναλογιστικές μελέτες», για να εκφράσει τη δήθεν διαφωνία του στο νομοσχέδιο!

Οι ανούσιες κόντρες, που η φραστική τους οξύτητα είναι ευθέως ανάλογη με την αντιλαϊκή πολιτική, την οποία συμφωνούν να εφαρμόσουν, «γεννιούνται» μέσα σε μια νύχτα, περνούν από τα τηλεοπτικά παράθυρα και κρατούν όσο η διαδικασία νομοθέτησης από τη Βουλή. Μετά, ως εκ θαύματος, εξαφανίζονται. Στη συνέχεια, «συναινετικά», ΠΑΣΟΚ και ΝΔ προχωρούν στην εφαρμογή κάθε αντιασφαλιστικής και αντιλαϊκής «μεταρρύθμισης», υπηρετώντας τα συμφέροντα του κεφαλαίου, το οποίο στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας» απαιτεί, χρόνο το χρόνο, μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Η επίθεση, λοιπόν, γίνεται και σκληρότερη και ολομέτωπη. Η παραπέρα μείωση των συντάξεων και η αύξηση των ορίων ηλικίας άρχισαν, ήδη, να μπαίνουν σε διαπραγμάτευση.

Παράλληλα, εργοστάσια κλείνουν και εργάτες πετάγονται στο δρόμο. Η ακρίβεια καλπάζει. Το 8ωρο πλέον αποτελεί διεκδίκηση, όπως την εποχή του Σικάγου. Αν οι εργαζόμενοι, τους ανεχτούν, γίνουν «συνένοχοι» της πολιτικής τους, κάθε πλευρά της ζωής τους θα γίνει ακόμα χειρότερη. Η ανάγκη εγκατάλειψης των πολιτικών δυνάμεων, που υποθηκεύουν το μέλλον της εργατικής τάξης, είναι επιτακτική. Οι εργαζόμενοι χρειάζεται να συσπειρωθούν με το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα και παράλληλα να ενισχύσουν το ΚΚΕ, στέλνοντας, έτσι, το δικό τους πολιτικό μήνυμα στο κεφάλαιο και τους πολιτικούς εκφραστές του.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ