ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 1 Δεκέμβρη 2005
Σελ. /40
Μόνη λύση η ανατροπή

Πέρα για πέρα σαφής και ακόμη περισσότερο αποκαλυπτική ήταν η προχτεσινή δήλωση του υπουργού Απασχόλησης, Π. Παναγιωτόπουλου. «Η αντίληψη περί μονιμότητας είναι μια αντίληψη που ανήκει στον προηγούμενο αιώνα», είπε ο υπουργός, επιχειρώντας να υποστηρίξει το κυβερνητικό νομοσχέδιο για τις λεγόμενες ΔΕΚΟ.

Πράγματι, το δικαίωμα στη σταθερή δουλιά (περί αυτού πρόκειται και όχι για τη μονιμότητα) και, ακόμη περισσότερο, το δικαίωμα στο σταθερό ημερήσιο χρόνο εργασίας (8ωρο), αποτέλεσαν τα βασικά αιτήματα του παγκόσμιου εργατικού κινήματος, στη διάρκεια, κυρίως, του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Και σημειώθηκαν μια σειρά κατακτήσεις, μέσα από σκληρούς, αιματηρούς αγώνες και κάτω από τη σοβαρή επίδραση του υπάρχοντος τότε σοσιαλιστικού συστήματος. Σήμερα, οι κυρίαρχες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις, όχι μόνον επιδιώκουν την πλήρη ανατροπή αυτών των κατακτήσεων, αλλά τη διαγραφή ακόμη και της αντίληψης του δικαιώματος, δήθεν ως αναχρονιστικής. Και αυτό, παρότι ο πολλαπλασιασμός του παραγόμενου κοινωνικού πλούτου, όπως και οι ραγδαίες εξελίξεις της επιστήμης και της τεχνικής, όχι μόνον επιτρέπουν την πλήρη καθιέρωσή τους, αλλά και τη σοβαρή μείωση του ημερήσιου και βδομαδιάτικου χρόνου εργασίας.

Ισως, κάποιοι σκεφτούν ότι αυτός είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Λάθος. Αυτός είναι ο σύγχρονος καπιταλισμός. Αυτές είναι οι απάνθρωπες ανάγκες της ανταγωνιστικότητας, των νόμων της αγοράς και του κυνηγητού των καπιταλιστικών κερδών. Θέλουν να γυρίσουν τον τροχό της Ιστορίας στον 19ο αιώνα κι ακόμη παραπίσω. Κι άλλη λύση από την ενωμένη πάλη των εργαζομένων και του λαού, για την ανατροπή της πολιτικής αυτής, δεν υπάρχει.

Η πραγματική προσβολή

Βέβαια, δεν είπε μόνο τα παραπάνω ο υπουργός Απασχόλησης. Εξαντλώντας τα μπόλικα αποθέματα θράσους και πρόκλησης που διαθέτει, συμπλήρωσε ότι όποιος σήμερα συζητά περί μονιμότητας «προσβάλλει τα εκατομμύρια των Ελλήνων και Ελληνίδων, που εδώ και πολλά χρόνια βγάζουν το ψωμί τους στον ιδιωτικό τομέα». Λες και το όνειρο των εκατομμυρίων εργαζομένων, των νέων και όλων όσοι ψάχνουν εναγωνίως για δουλιά είναι μια ζωή σ' ένα καθεστώς πλήρους ανασφάλειας και αβεβαιότητας. Λες και το όραμά τους είναι μια ζωή σύγχρονων δούλων, δουλεύοντας όποτε και όπως θέλουν οι επιχειρηματίες και παίρνοντας μισθούς πείνας.

Στην πραγματικότητα, ο υπουργός Απασχόλησης και συνολικά η κυβέρνηση προσβάλλουν κατάφωρα τα εκατομμύρια Ελλήνων και Ελληνίδων. Πρώτον, γιατί τους πετούν κατάμουτρα, ότι γράφουν στα παλιά τους παπούτσια το στοιχειώδες και υπ' αριθμόν ένα ανθρώπινο δικαίωμα, το δικαίωμα στη δουλιά. Και, δεύτερον, γιατί επιχειρούν ωμά και ξεδιάντροπα να διαιρέσουν τους εργαζόμενους και να τους βάλουν να τσακώνονται για το μοίρασμα της φτώχειας τους, ώστε να μείνουν απερίσπαστοι οι κεφαλαιοκράτες στη συσσώρευση των όλο και περισσότερων κερδών τους.

Ανυπόστατοι ισχυρισμοί

Μπορεί οι ισχυρισμοί τους να είναι εντελώς ανυπόστατοι και να μην αντέχουν ούτε καν στην κοινή λογική, αλλά αυτοί τους επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους. Για τους κυβερνώντες μιλάμε και τα όσα λένε, για να υποστηρίξουν το νομοσχέδιο για τις πρώην ΔΕΚΟ. Υποτίθεται, ότι θα μειωθούν τα ελλείμματα του δημοσίου, όπως και οι τιμές των παρεχομένων υπηρεσιών, ενώ θα κυριαρχήσει η εξυγίανση και η διαφάνεια.

Ακόμη κι αν αφήσουμε κατά μέρος το γεγονός πως η βασική αιτία των όποιων ελλειμμάτων έχουν σήμερα ορισμένες εκ των λεγομένων ΔΕΚΟ βρίσκεται στην πολιτική εξυπηρέτησης του μεγάλου κεφαλαίου, το σίγουρο είναι πως αυτά τα πλήρωνε ο λαός. Και αύριο, όμως, ο λαός θα πληρώνει και πάλι τις ιδιωτικοποιημένες ΔΕΚΟ και, μάλιστα, ακόμη περισσότερο. Χαρακτηριστική απόδειξη αποτελεί η μέχρι σήμερα επιχείρηση ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ και γενικότερα του τομέα των τηλεπικοινωνιών. Από τα 0,03 ευρώ (10,2 δραχμές) το τρίλεπτο, που κόστιζε η αστική τηλεφωνική μονάδα (1997), έχουμε φτάσει στα 0,026 ευρώ το λεπτό, με το τρίλεπτο να κοστίζει πλέον 0,078 ευρώ (αύξηση κατά 160%). Χώρια τις ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις στα πάγια τέλη ή τα τεράστια κέρδη των εταιριών κινητής τηλεφωνίας.

Η εξυγίανση...

Οσο για τους ισχυρισμούς, περί εξυγίανσης και διαφάνειας, αρκούμαστε στη σημείωση δυο μόνο πλευρών της όλης υπόθεσης:

Πρώτον, το κυβερνητικό νομοσχέδιο αποχαρακτηρίζει και θέτει εντελώς εκτός Δημοσίου, όσες πρώην ΔΕΚΟ είναι κερδοφόρες και έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο, κάνοντας άλλο ένα σημαντικό βήμα στην πορεία της ολοκληρωτικής ιδιωτικοποίησής τους. Από την άλλη, διατηρεί το δημόσιο χαρακτήρα σε όσες δεν έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο και παρουσιάζουν ελλείμματα. Γιατί; Μα, για να «εξυγιανθούν», με τα χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού - δηλαδή, των εργαζομένων - και, αφού γίνουν κερδοφόρες, να πάρουν κι αυτές το δρόμο του ξεπουλήματος.

Και, δεύτερον, όσοι θέλουν να μάθουν για τις συνθήκες ...διαφάνειας των ιδιωτικοποιημένων τομέων, ας ρωτήσουν τους εργαζόμενους στις ιδιωτικές εταιρίες τηλεφωνίας, όπου κυριαρχούν μεσαιωνικές εργασιακές σχέσεις και ακόμη και η λέξη σωματείο θεωρείται ανεπίτρεπτη και είναι αυστηρώς απαγορευμένη...

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Απάντηση στις 14 Δεκέμβρη

Ενα ακόμα βαθιά αντιδραστικό νομοθέτημα φορτώνεται στις πλάτες του λαού. Το προωθούμενο νομοσχέδιο για τις πρώην ΔΕΚΟ θα θίξει άμεσα και με τον πιο βίαιο τρόπο τους εργαζόμενους στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, το σύνολο της εργατικής τάξης, τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων για τους νεοπροσλαμβανόμενους, το παραπέρα ξεθεμελίωμα των ασφαλιστικών δικαιωμάτων όλων των εργαζομένων, η επιτάχυνση της παράδοσης της δημόσιας περιουσίας στους ιδιώτες, με άμεση αντανάκλαση στη μεγέθυνση του κεφαλαίου και των κερδών του, αλλά και στο κόστος και την ποιότητα των παρεχόμενων στο λαό υπηρεσιών, είναι ό,τι κουβαλάει μαζί του το νέο σχέδιο νόμου, που τις επόμενες μέρες η κυβέρνηση θα καταθέσει στη Βουλή.

Προάγγελος των ανατροπών αποτέλεσε η κατάπτυστη σύμβαση στον ΟΤΕ. Το ΚΚΕ, από την πρώτη στιγμή, προειδοποίησε του εργαζόμενους στις πρώην ΔΕΚΟ ότι σύντομα - με τον έναν ή τον άλλο τρόπο - θα βρουν μπροστά τους την αντιδραστική συμφωνία που υπέγραψε η συμβιβασμένη συνδικαλιστική πλειοψηφία της ΟΜΕ ΟΤΕ με τη διοίκηση του Οργανισμού. Η εξομοίωση προς τα κάτω των σχέσεων εργασίας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, με στόχο την παραπέρα αύξηση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, επομένως και την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, που λυμαίνεται με τους πλέον ληστρικούς όρους και τις πρώην ΔΕΚΟ, αποτέλεσε και αποτελεί στρατηγική επιλογή των κυβερνήσεων του δικομματισμού.

Οι προωθούμενες ανατροπές αποτελούν μονόδρομο για το κεφάλαιο και τα κόμματα, τα οποία στηρίζουν τα συμφέροντά του. Αν η μια άκρη του αντεργατικού αντιλαϊκού νήματος είναι το νομοσχέδιο που προωθεί η ΝΔ, η άλλη ακουμπάει στην εγκληματική και βαθιά ταξική πολιτική που άσκησε το ΠΑΣΟΚ αναφορικά και με τις πρώην ΔΕΚΟ. Είναι συνένοχοι. Και, μαζί τους, τα κόμματα εκείνα και οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, που στηρίζουν την πολιτική της ΕΕ και την ανταγωνιστικότητα, την «απελευθέρωση» και «ολοκλήρωση» της λεγόμενης εσωτερικής αγοράς, σύμπτωμα, αλλά και προϋπόθεση της οποίας είναι η παράδοση στρατηγικών επιχειρήσεων κρατικής ιδιοκτησίας στους ιδιώτες. Αφού, βέβαια, πρώτα το κράτος τις απαλλάξει από τα κοστοβόρα για τα κέρδη του κεφαλαίου εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων.

Οι εργαζόμενοι στις πρώην ΔΕΚΟ έχουν αντικειμενικό συμφέρον να αντιπαλέψουν το νέο νομοσχέδιο, αλλά και το σύνολο της εργατικής τάξης, η νέα βάρδια της οποίας θα ζήσει με τον πιο άγριο και βάρβαρο τρόπο τις προωθούμενες ανατροπές. Μαζί με τα άλλα λαϊκά στρώματα, που σύντομα θα καταλάβουν στην ολότητά τους τις συνέπειες της ραγδαίας, πλήρους ιδιωτικοποίησης κρίσιμων και αναγκαίων για το λαό Οργανισμών και υπηρεσιών. Η αναγκαιότητα για την άμεση οργάνωση του αγώνα με το πλαίσιο του ΠΑΜΕ προβάλλει επιτακτικά. Μόνο το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, τα αιτήματα και οι στόχοι πάλης του μπορούν να απαντήσουν με αποτελεσματικότητα στην εντεινόμενη αντιλαϊκή επίθεση, μέρος της οποίας αποτελούν και οι ανατροπές στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Στις 14 Δεκέμβρη, με τη συμμετοχή τους στην απεργία και στις απεργιακές συγκεντρώσεις του ΠΑΜΕ, οι εργαζόμενοι στις πρώην ΔΕΚΟ μπορούν και πρέπει να δώσουν μια πρώτη αποφασιστική απάντηση στην κυβέρνηση και τα κόμματα τα οποία στηρίζουν τον πυρήνα της πολιτικής της.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ