ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 2 Φλεβάρη 1997
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Το "βαθύ γκρίζο" της ταξικής πολιτικής

Είναι φανερό ότι ο Κ. Σημίτης έχει πάρει την απόφασή του. Θα ζήσει το υπόλοιπο της θητείας του με το αγαπημένο του χρώμα, το "γκρίζο". Οπως φάνηκε από τις τοποθετήσεις του προχτές στη Βουλή, με αφορμή τις κινητοποιήσεις των αγροτών και εκπαιδευτικών, έχει επιλέξει το χρώμα που ταιριάζει στην κυβέρνησή του, θέλει να το κάνει και χρώμα της καθημερινής πραγματικότητας, χρώμα της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζομένων, βάζοντάς τους στο επίκεντρο του αντιλαϊκού τυφώνα.

Δεν εκπλήσσει βέβαια, αυτή η γκρίζα τροχιά της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, η οποία με μαθηματική ακρίβεια αποκτά διαρκώς όλο και πιο βαθιά σκούρα χρώματα. Ηταν αναμενόμενη και προδιαγεγραμμένη από την πρώτη στιγμή, όταν ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας την αποστολή που τους ανέθεσαν τα μεγάλα αφεντικά, να επιβάλουν τα πρωτοφανή σε αντιλαϊκή σκληρότητα μέτρα και μάλιστα "διά πυρός και σιδήρου".

Η κυβέρνηση από την αρχή επέδειξε μια αξιοζήλευτη, ακόμα και σε θεωρούμενους μέχρι σήμερα ακραίους νεοφιλελεύθερους, συνέπεια στην εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής της. Διατυμπάνιζε μάλιστα ότι, αγνοώντας το πολιτικό κόστος, θα τη διαφυλάξει ως κόρην οφθαλμού και δε θα επιτρέψει συμβιβασμούς και υπαναχωρήσεις. Σύνθημά της ήταν πως "όσο δίκαια και αν είναι τα αιτήματα των απεργών δεν πρόκειται να ικανοποιηθούν" αν βγαίνουν εκτός των πλαισίων της οικονομικής πολιτικής. Στο πλαίσιο αυτό, επιχειρούσε να δικαιολογήσει την αδιαλλαξία της, ισχυριζόμενη ότι αν υποχωρήσει σε ένα κλάδο, τότε θα προκαλέσει γενικευμένη κοινωνική αναταραχή, αφού θα ξεσηκωθούν όλοι. Το μόνο που κατάφερε πανηγυρικά είναι και να υπάρξει επέκταση των λαϊκών κινητοποιήσεων σε διαρκώς αυξανόμενα κοινωνικά στρώματα, αλλά και να εξαναγκαστεί σε υπαναχωρήσεις (ναυτεργάτες, πολύτεκνοι κ.ά.), ενώ έχει ήδη συμβιβαστεί με αιτήματα άλλων τμημάτων των εργαζομένων.

Δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Η συντριπτική πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων όχι μόνο δεν αποδέχεται τα περί μονόδρομου της κυβερνητικής προπαγάνδας, αλλά ταυτόχρονα διαπιστώνει ότι η κυβέρνηση τους προορίζει για θύματα στο βωμό της μακροημέρευσης και σκανδαλώδους αύξησης των υπερκερδών της οικονομικής ολιγαρχίας.

Τόσα πολλά σε τόσους λίγους

Η κυβέρνηση φρόντισε από την αρχή να δείξει το αποκρουστικό πρόσωπο της ταξικής πολιτικής της. Καμία κυβέρνηση μέχρι τώρα δε χάρισε τόσα πολλά σε τόσους λίγους, σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα. Χάρισε χρέη πάνω από δύο τρισεκατομμύρια σε μεγαλοοφειλέτες και στις ΠΑΕ, διέγραψε τους οφειλόμενους φόρους, ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, στους Βαρδινογιαννο-Λάτσηδες, ενώ με το φορολογικό νομοσχέδιο φρόντισε να τους θέσει, άλλη μια φορά, στο απυρόβλητο των βαρών, τα οποία φόρτωσε στα "συνήθη υποζύγια".

Η αποστολή της δε σταματά βέβαια εδώ. Επιταχύνει τους ρυθμούς ιδιωτικοποιήσεων, ξεπουλώντας ό,τι έχει απομείνει στο δημόσιο. Από τα Ναυπηγεία Ελευσίνας, τη "Σόφτεξ", όλες τις εναπομείνασες επιχειρήσεις στον ΟΑΕ, μέχρι τον ΟΤΕ, όπου μέσα στους επόμενους μήνες θα ξεπουλήσει το 25% "και βλέπουμε"... Ταυτόχρονα μέσω των περιβόητων "προγραμματικών συμφωνιών", εκχωρεί τις προμήθειες των δημοσίων οργανισμών και επιχειρήσεων σε συγκεκριμένα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, ενώ φροντίζει να τους προστατεύσει από κάθε έλεγχο καταργώντας τη διάταξη περί ονομαστικοποίησης των μετοχών.

Η συνάντηση της υπουργού Ανάπτυξης Β. Παπανδρέου με τα "πρώτα ονόματα" της οικονομικής ολιγαρχίας - πέρα από το συμβολισμό της, τον ασφυκτικό εναγκαλισμό κυβέρνησης και μεγάλων αφεντικών - σηματοδοτεί τη βούληση των "εκσυγχρονιστών" να δώσουν γην και ύδωρ στους οικονομικούς προϊσταμένους τους. Ταυτόχρονα θέτει το θεσμικό πλαίσιο για να τους λύσει εντελώς τα χέρια, τόσο με την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς, όσο και με την "ευελιξία" στις εργασιακές σχέσεις (ωράριο, μερική απασχόληση κ.ο.κ). Οι συνέπειες αυτής της πολιτικής θα γίνουν περισσότερο οδυνηρές στο εγγύς μέλλον. Ηδη έχουν χαθεί, μόνο το 1995 σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΟΑΕΔ, 120.000 θέσεις εργασίας.

Από την άλλη, οι φυσικοί σύμμαχοι της κυβέρνησης δε δείχνουν αχάριστοι. Με κάθε μέσο στηρίζουν την κυβέρνηση Σημίτη και εκδηλώνουν την ταξική αλληλεγγύη τους στις δύσκολες στιγμές, ενθαρρύνοντάς τη να μην "κάνει πίσω". Είναι χαρακτηριστικές οι ανακοινώσεις συμπαράστασης του ΣΕΒ, των μεγαλοεξαγωγέων, των μεγαλοξενοδόχων κ.ο.κ, με την ευκαιρία των αγροτικών κινητοποιήσεων.

Η επιχείρηση πλύσης εγκεφάλου που επιχειρούν οι "εκσυγχρονιστές" με τα γνωστά στερεότυπα περί "ισότιμης συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ενωση", "παγκοσμιοποίησης", "ανταγωνιστικότητας", - που παρουσιάζονται λες και είναι κάποιες αόρατες και υπερφυσικές δυνάμεις που προκαθορίζουν τη μοίρα μας - ελάχιστα πειστικά ηχούν στα αυτιά των εργαζομένων, των αγροτών, των συνταξιούχων. Πολύ περισσότερο όταν η ίδια η κυβέρνηση δεν αφήνει περιθώρια ελπίδων για βελτίωση της κατάστασης στο ορατό μέλλον, αφού ήδη έχει συμφωνήσει, μέσω των προγραμμάτων σύγκλισης και σταθερότητας, στην παράταση της λιτότητας στον "αιώνα τον άπαντα".

Αν η κυβέρνηση είναι - και είναι - δεμένη με χίλια νήματα με την άρχουσα τάξη και έχει αναλάβει, ακόμα και αν χρειαστεί να θυσιαστεί, να φέρει σε πέρας την αποστολή της, οι εργαζόμενοι, οι αγρότες, η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν είναι διατεθειμένοι να περάσουν στη φτώχεια και την εξαθλίωση, προκειμένου να περάσουν από πάνω τους οι δείκτες του Μάαστριχτ και τα υπερκέρδη των πολυεθνικών. Ηδη έχουν δημιουργήσει μια γκρίζα καθημερινότητα στην κυβέρνηση Σημίτη.

Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

Αντικομμουνισμός: Το ανώτερο στάδιο του "εκσυγχρονισμού"!

Η κυβέρνηση των "εκσυγχρονιστών" κατάφερε από πολύ νωρίς να "κλείσει" θέση στα κατάστιχα της Ιστορίας. Οχι επειδή η ύπαρξή της συνδέεται με το τέλος της μεταπολίτευσης, όπως αρέσκεται να δηλώνει ο ίδιος ο Κ. Σημίτης.Αλλά, γιατί αυτή η κυβέρνηση, φρόντισε σε ελάχιστο διάστημα να επαναφέρει στο προσκήνιο πλευρές της πολιτικής ζωής του τόπου, που κανένας πολιτικός της άρχουσας τάξης, όσο αντιδραστικός κι αν ήταν, δεν τόλμησε να νεκραναστήσει από το 1974 και μετά. Δυστυχώς, η Ιστορία στο λήμμα "Σημίτης" είναι αναγκασμένη να καταφύγει σε αναφορές που συντάραξαν την πολιτικοκοινωνική ζωή του τόπου τις δεκαετίες του 30, του 50 και του 60. Και αυτό γιατί μόνο έτσι μπορεί να δοθεί στην ολότητά του το κλίμα που έχει καλλιεργήσει στην Ελλάδα του 1997 η κυβέρνηση των "εκσυγχρονιστών".

***

Θα ήταν προτιμότερο, τα παραπάνω να αποτελούσαν υπερβολική κριτική για τα κυβερνητικά πεπραγμένα. Θα ήταν προτιμότερο και για την κυβέρνηση και για τα υποψήφια θύματα της πολιτικής της, η στηλίτευση του αντιδημοκρατικού της κατήφορου, να μπορούσε να αποδοθεί στην "εμπάθεια" των κριτών. Ομως η κυβέρνηση δεν αφήνει κανένα περιθώριο. Οταν υπουργός της, αρμόδιος για θέματα Δικαιοσύνης, δηλώνει ότι το "ιδιώνυμο" και ο νόμος 509 είχαν "ισχυρή αιτιολογία" (!), έχει απολεσθεί πλέον κάθε φύλλο συκής. Οταν ο πρωθυπουργός, αρνείται να αποδοκιμάσει τέτοιες δημόσιες τοποθετήσεις, που ούτε λίγο ούτε πολύ υποστηρίζουν ότι υπήρχε "ισχυρή αιτιολογία" για την εξόντωση χιλιάδων κομμουνιστών στα ξερονήσια, τις φυλακές και τα εκτελεστικά αποσπάσματα, τότε δε μιλάμε για αντικομμουνισμό. Εδώ έχουμε να κάνουμε με αντικομμουνιστικό παροξυσμό!

***

Αυτός ο αντικομμουνιστικός κατήφορος δεν αποτυπώνεται μόνο με τέτοιου είδους παραληρήματα, στα οποία επιδίδεται ο υπουργός Δικαιοσύνης. Καθ' όλη τη διάρκεια των λαϊκών αγώνων, η κυβέρνηση έχει επιλέξει το δρόμο της αντι-ΚΚΕ προπαγάνδας για να αντιπαρέλθει τη λαϊκή δυσφορία που γεννά η πολιτική της. Από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, μέχρι τον υπουργό Ναυτιλίας, που ανακάλυψε ως υποκινητή των ναυτεργατών τον βουλευτή του ΚΚΕ, Στρ. Κόρακα (!), και από τον Τσουκάτο μέχρι τον Γιαννόπουλο, που εν είδει δημόσιου κατηγόρου κατήγγειλε την Αλέκα Παπαρήγα και το Πολιτικό Γραφείο της ΚΕ του ΚΚΕ (!) ως υποκινητές των αγροτών, οι κυβερνώντες επιδίδονται σε μια ακατάσχετη Κου-Κου-Ε-δολογία, άλλων εποχών. Ο στόχος τους είναι σαφής: Προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν ως ανάχωμα στη συμπαράταξη και την ενότητα των αγωνιζόμενων, τις κομματικές ταυτότητες των απεργών και διαδηλωτών. Εισάγουν ως μέθοδο τρομοκράτησης και ποινικοποίησης των λαϊκών αγώνων, την τακτική της δίωξης των πολιτικών φρονημάτων! Αναζητούν τη διάσπαση του μετώπου και της αποφασιστικότητας όσων αντιστέκονται στα όργανα της Μπούντεσμπανγκ, με εκστρατείες που έχουν ως έμβλημα τον "πέλεκυ" του νόμου, ο οποίος θα σαρώσει τον "κομμουνιστικό δάκτυλο"!

Δίπλα στα παραπάνω, προστίθενται οι διατεταγμένες δικαστικές διώξεις κατά των απεργών, οι βιαιοπραγίες των κατασταλτικών μηχανισμών, η χυδαιότητα, η συκοφαντία, το "δηλητήριο" του τεχνητού κοινωνικού διχασμού, ο πεμπτοφαλλαγγιτισμός κατά του λαϊκού κινήματος, οι εντολές σε εισαγγελείς να παραπέμψουν δημοσιογράφους που υποστηρίζουν τον λαϊκό ξεσηκωμό!

***

Βέβαια, δεν έχει παρά να ρωτήσει κανείς τους ίδιους τους αγρότες, τους ίδιους τους ναυτεργάτες, τους ίδιους τους καθηγητές, για να διαπιστώσει πόσο καταγέλαστοι γίνονται οι κυβερνώντες. Δεν έχει παρά να ρωτήσει όλους εκείνους που ψήφισαν ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ ή κάποιο άλλο κόμμα, εκτός ΚΚΕ, στις εκλογές, για να διαπιστώσει αν "υποκινούνται από τον Περισσό"! Την απάντηση που θα πάρει τη γνωρίζουν και τα μικρά παιδιά. Δεν είναι το ΚΚΕ που κυβερνάει την Ελλάδα. Δεν είναι το ΚΚΕ που θέλει να ξεκληρίσει το 50% της αγροτιάς, που τα κάνει πλακάκια με τους εφοπλιστές για να ξεζουμίσει τους ναυτικούς, που ρίχνει στη φτώχεια τους καθηγητές την ώρα που προωθείται η "παιδεία του παρά" και της ιδιωτικοποιημένης παραπαιδείας. Είναι η κυβέρνηση και η πολιτική, που υπηρετούν όλοι οι κομματικοί φορείς του μεγάλου κεφαλαίου, που βγάζει τα λαϊκά στρώματα στους δρόμους. Και εκεί, στους δρόμους, όσοι αγωνίζονται βλέπουν καθαρά ότι το ΚΚΕ βρίσκεται στο πλευρό τους. Γι' αυτό η "ευφυής"... επικοινωνιακή μέθοδος του αντικομμουνισμού, που μετέρχεται η κυβέρνηση, δεν έχει κανένα αποτέλεσμα. Αντίθετα, μετατρέπεται σε μπούμερανγκ εναντίον της, αφού ούτε τη λαϊκή οργή αναχαιτίζει, αλλά και συνιστά έμπρακτη ομολογία - προϊόν της αφέλειας και του πανικού - των καταπιεστών του λαού, πως οι πραγματικοί υπέρμαχοι των λαϊκών συμφερόντων είναι οι κομμουνιστές.

***

Ομως, θα ρωτούσε κανείς: Γιατί η κυβέρνηση επέλεξε αυτό το δρόμο, το δρόμο του αντικομμουνισμού, για να ανακόψει τους λαϊκούς αγώνες; Γιατί καταφεύγει με τέτοια ευκολία στην καταστολή, την αντιδημοκρατική πρακτική, τον αυταρχισμό, την επιχειρηματολογία του "κομμουνιστοσυμμοριτισμού"; Η οξύτητα της αντιλαϊκής εκτροπής, αλλά και η ταχύτατη προσφυγή της κυβέρνησης σε τέτοιες μεθόδους, σε ένα λόγο μπορεί να αποδοθεί. Στην ανάγκη του μεγάλου κεφαλαίου και των πολυεθνικών να προωθήσουν μια εξαιρετικά στυγνή πολιτική. Μια πολιτική ακόμα μεγαλύτερης έντασης της εκμετάλλευσης του λαού, ακόμα μεγαλύτερης συμπίεσης του βιοτικού του επιπέδου. Και μια τέτοια πολιτική, που, όπως ομολογούν τα πολυεθνικά διευθυντήρια της ΕΕ, αλλά και τα κυβερνητικά πεπραγμένα, θα είναι και διαρκείας και πρωτόγνωρης σκληρότητας, έχει ανάγκη από ανάλογες μεθόδους για το πέρασμά της. Αναπόφευκτα, λοιπόν, η κυβέρνηση καταφεύγει "εξαρχής" σε πρακτικές καταδικασμένες, στοχεύοντας εκεί που γνωρίζει ότι βρίσκεται ο αντίπαλος: Τους κομμουνιστές.

Πρόκειται για πρακτικές που συνάδουν απόλυτα με τη δογματική εμμονή της στην υλοποίηση του κοινωνικού απαρχάιντ που επιζητεί η ακόρεστη βουλιμία των καπιταλιστών για θησαυρισμό. Ομως, αυτή η εμμονή συμπαρασύρει στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες όλου του λαού. Αυτή άλλωστε είναι η αστική δημοκρατία, στυγνή δικτατορία των πολυεθνικών. Την απάντηση όμως την παίρνουν από τον ίδιο τον ενωμένο αγώνα των αγροτών, των άλλων εργαζομένων, τη συμπαράταξη και τη μεταξύ τους αλληλεγγύη. Σ' αυτή την προοπτική, με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές, θα πορευτεί το λαϊκό κίνημα.

Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

Καθ' όλη τη διάρκεια των λαϊκών αγώνων, η κυβέρνηση έχει επιλέξει τον δρόμο της αντι-ΚΚΕ προπαγάνδας για να αντιπαρέλθει τη λαϊκή δυσφορία που γεννά η πολιτική της

Νέα μέτρα νέοι φραγμοί

Η συζήτηση για τα νέα μέτρα που εξάγγειλε ο υπουργός Παιδείας κατά τη διάρκεια της συνόδου των πρυτάνεων των ΑΕΙ στους Δελφούς, ήδη, άνοιξε.

Μέχρι τώρα, μπορούμε να πούμε, πως μόνο καλά λόγια έχουν ακουστεί γι' αυτά, έως και διθύραμβοι. "Συλλάβαμε" σε μια συζήτηση στην ΕΤ-1 τον καθηγητή Κ. Τσουκαλά, γνωστό προσκείμενο και προμηθευτή εισηγήσεων του πρωθυπουργού, παρουσία του υπουργού Παιδείας και ορισμένων πρυτάνεων, να υπερακοντίζει σε επιχειρήματα υπέρ των νέων μέτρων, να ξεπερνάει τον Γερ. Αρσένη, ουσιαστικά να του "πασάρει" επιχειρήματα. Οι πρώτες εντυπώσεις, ίσως, κερδήθηκαν.

Το κλίμα αυτό της ευφορίας, "για τη μεγάλη ώρα της παιδείας", το χαλάει, στην κυριολεξία, η τεκμηριωμένη κριτική του ΚΚΕ και ο... χρόνος. Οσο περνάει ο χρόνος και πέφτει η αχλή των εξαγγελιών του υπουργού Παιδείας, όσο συνειδητοποιείται το περιεχόμενό τους, τόσο εγείρονται ενστάσεις, τόσο εμφανίζονται, και στον Τύπο, οι πρώτες αντίθετες διαπιστώσεις. "Από τις απαντήσεις του υπουργείου προκύπτει ότι ο κλειστός αριθμός των εισακτέων παραμένει, παρά τις αντίθετες εξαγγελίες του υπουργού Παιδείας για ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια" ("Ελευθεροτυπία" 30.1.97).

Θα το πούμε καθαρά. Τα νέα μέτρα που εξάγγειλε ο υπουργός Παιδείας υψώνουν νέους, μεγαλύτερους και ισχυρότερους, φραγμούς στη μόρφωση της νεολαίας. Αποτελούν ένα σύνολο αντιδραστικών μέτρων, που στόχο έχουν να εναρμονίσουν την παροχή της γνώσης στις απαιτήσεις της ευελιξίας της αγοράς εργασίας. Αλλωστε μ' ένα σαφή τρόπο την εκτίμηση αυτή την προβάλλει και ο ίδιος ο υπουργός Παιδείας στην εισήγηση που παρέδωσε στους πρυτάνεις: "Το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν έχει προσαρμοστεί στις μεγάλες αλλαγές, που έχουν συντελεστεί στην αγορά εργασίας και στην ελληνική οικονομία".

Τους νέους φραγμούς, λοιπόν, στη μόρφωση, τους βαφτίσανε με παπαδίστικη υποκρισία, ελεύθερη πρόσβαση. Πρόκειται για απάτη ολκής, από τις συνηθισμένες απάτες, που μας σερβίρει η κυβέρνηση του εκσυγχρονισμού και της Κεντροαριστεράς, του εκσυγχρονιστικού και του πατριωτικού ΠΑΣΟΚ (ιδέ αγροτική οικονομία).

Το θλιβερό γεγονός, όμως, που εντυπωσιάζει είναι ότι αυτή την προσπάθεια εξαπάτησης του ελληνικού λαού και της νεολαίας τη συνεπικουρούν και θεσμοθετημένοι εκπρόσωποι των ΑΕΙ. Ορισμένοι πρυτάνεις όχι απλά τη συνεπικουρούν, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις αναλαμβάνουν και το βαρύ φορτίο της εκλαϊκευσης. Και λέμε το βαρύ φορτίο, γιατί το κύρος του πρύτανη είναι πράγματι βαρύ φορτίο.

***

Τα νέα μέτρα, υποτίθεται, ότι απελευθερώνουν την παιδεία από το βραχνά των εισαγωγικών εξετάσεων, συντελούν στη δημιουργία μιας αναβαθμισμένης και αυτοτελούς λυκειακής βαθμίδας, που θα είναι απαλλαγμένη από το μονοσήμαντο προσανατολισμό προς τις εξετάσεις για τα ΑΕΙ, και αντίθετα, θα κατευθυνθεί προς την ουσιαστική παροχή γνώσης. Το Λύκειο θα καταλήγει στο Εθνικό Απολυτήριο, που θα επιτρέπει "ελευθέρως" την εισαγωγή στα ΑΕΙ.

Πρέπει να πούμε πως και ο νέος υπουργός Παιδείας ακολούθησε την "πεπατημένη". Αρχισε από το εξεταστικό σύστημα. Ενώ ανάγγειλε την κατάργηση των εξετάσεων, τετραπλασίασε τις εξετάσεις. Τρεις, μέσα στο Λύκειο και μία, μέσω του συστήματος επιλογής, από τα ΑΕΙ. Οι εξετάσεις μέσα στο Λύκειο είναι σαφώς προσανατολισμένες για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, με μεγαλύτερη εξάρτηση και ένταση απ' ό,τι πριν. Γι' αυτό και θα δουλεύουν αποκλειστικά και μόνο ως "κρησάρα". Στόχος, να φτάνουν όσο το δυνατόν λιγότεροι στο Εθνικό Απολυτήριο. Γιατί, είναι βέβαιο ότι εάν κάποιος μαθητής σημειώσει μια αποτυχία στις τρεις εξετάσεις είναι αδύνατον να βρίσκεται μέσα στους επιλεγμένους από τα ΑΕΙ.

Πρακτικά αχρηστεύεται το Εθνικό Απολυτήριο για την είσοδο στα ΑΕΙ. Με την έννοια αυτή είναι βέβαιο ότι θα ενταθούν κατακόρυφα οι τάσεις εγκατάλειψης του Λυκείου από τους μαθητές. Το αποτέλεσμα αυτό το γνωρίζουμε ήδη από άλλες χώρες, όπου εφαρμόζονται ανάλογα μέτρα. Το μέλλον όσων εγκαταλείπουν το Λύκειο... αόρατο. Τα νέα μέτρα τούς παραδίδουν στην ευελιξία της αγοράς εργασίας, όπως ήδη τονίσαμε. Δηλαδή στην ανεργία.

Οι μαθητές, που θα έχουν ως στόχο το Εθνικό Απολυτήριο με απαίτηση εισαγωγής στα ΑΕΙ, εκ των πραγμάτων, θα παραδοθούν στα δίχτυα της παραπαιδείας, την οποία βέβαια ο υπουργός Παιδείας υπόσχεται, όπως και οι προηγούμενοι υπουργοί, ότι θα καταργήσει μέσα από τη νέα (αντι)μεταρρύθμιση. Με την ευκαιρία θα ήταν ευχής έργον να μας πει ο υπουργός Παιδείας τι θα κάνει τους εκατό χιλιάδες εργαζόμενους, που απασχολούνται στην παραπαιδεία; Θα τους προσλάβει στην αναβαθμισμένη Μέση Εκπαίδευση;

Οσοι, λοιπόν, από τους μαθητές έχουν ως στόχο το πανεπιστήμιο θα πρέπει να έχουν ισχυρή οικονομική άνεση, για να ανταποκριθούν στα έξοδα της παραπαιδείας, φυσική και ψυχική αντοχή, για να αντεπεξέλθουν στις προδιαγραφές ενός εξοντωτικού συστήματος λυκειακής εκπαίδευσης, όχι κατ' ανάγκη αναβαθμισμένης.

Αλλά και όσοι από τους μαθητές πάρουν το Εθνικό Απολυτήριο, δεν είναι βέβαιο ότι θα εισέλθουν στο Πανεπιστήμιο, γιατί παραμονεύει ο κλειστός αριθμός των υποψηφίων, που θα καθορίζεται από τα διάφορα τμήματα των ΑΕΙ, ανάλογα με το δόγμα της "προσφοράς και της ζήτησης".

Απάτη, λοιπόν, η ελεύθερη πρόσβαση.

***

Υπάρχουν, όμως, και εκείνοι, που με το φωτοστέφανο των φωστήρων της ανανέωσης και του εκσυγχρονισμού ισχυρίζονται ότι "καμιά επαναστατική θεωρία δεν εδίδαξε ποτέ ότι γνώσεις και γνώση αποκτώνται ακόπως, δεν υπάρχει "βασιλική οδός" και ασφαλώς ούτε μονόδρομος προς τα εκεί" (Μ. Παπαγιαννάκης 30.1.97 "Αυγή"), υπονοώντας βέβαια ότι τα μέτρα αυτά οδηγούν στην απόκτηση γνώσης και στην ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ, αλλά με κόπο, και στην ανάδειξη των καλύτερων μέσα από τις συνεχείς εξετάσεις.

Και ποιος ισχυρίστηκε ότι οι γνώσεις αποκτώνται "ακόπως"; Εδώ όμως πρόκειται για την ταξική "υπερκόπωση". Το να μπερδεύει κανείς το "ακόπως" με τα συνειδητά εμπόδια, που παρεμβάλλονται για να επιτυγχάνεται ο ταξικός διαχωρισμός των μαθητών και να εναρμονίζεται η απόκτηση γνώσης με την ταξική διάρθρωση της κοινωνίας, είναι τουλάχιστον στρουθοκαμηλισμός.Αγνοεί τη σημερινή κατάσταση στα ΑΕΙ, που αναδεικνύει το αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι έχει αλλάξει η ταξική προέλευση και σύνθεση των φοιτητών, σε βάρος των προερχομένων από την εργατική τάξη και υπέρ αυτών που προέρχονταιι από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.

Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν φανερά και απροκάλυπτα στη δημιουργία μιας επιστημονικής ελίτ, υποταγμένης στην υπεράσπιση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης, από τη μια, και ενός γενικώς καταρτισμένου εργατικού δυναμικού, από την άλλη, που μέσα από τους Κύκλους Ελευθέρων Σπουδών, το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, τα ΙΕΚ και ΚΕΚ, θα λαμβάνει ταχύρυθμη κατάρτιση, προκειμένου να καλύπτει τις σημερινές ανάγκες στην αγορά εργασίας του μεγάλου κεφαλαίου.Ούτε, λοιπόν, η παροχή γνώσης εξασφαλίζεται.

Είναι πλέον προφανές: Τα μέτρα αυτά δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο παρά την υλοποίηση των κατευθύνσεων της ΕΕ, έτσι όπως είναι διατυπωμένες στη "Λευκή Βίβλο" και αφορούν τη διαμόρφωση των όρων της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης στα πλαίσια των νέων εργασιακών σχέσεων, που προωθούνται από το μεγάλο κεφάλαιο.

Παναγιώτης ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ