ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Φλεβάρη 1996
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ
Πεδίο αγγλογερμανικής αναμέτρησης

Η 10ετία του '20 είναι ακόμη η περίοδος όπου ο ιμπεριαλισμός "χωνεύει" τα αποτελέσματα των προσωρινών ρυθμίσεων του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Επικρατεί ακόμη η κατάσταση της "σχετικής σταθεροποίησης". Ολο και μεγαλύτερο ρόλο παίζει στη σκέψη του ιμπεριαλισμού, προεξαρχόντων των Αγγλων, η φροντίδα προετοιμασίας ενός αντεπαναστατικού μετώπου, δηλαδή ενός συνασπισμού ενάντια στην ΕΣΣΔ. Τα σχέδια αυτά δεν είναι άσχετα με τη στερέωση του μουσολινικού καθεστώτος.

Μέσα στο γενικό αυτό πλαίσιο, οι σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας δεν παρουσιάζουν όξυνση, αντίθετα παρουσιάζουν προσέγγιση. Σ' αυτό συντελεί και ο "ιταλικός παράγων". Η Ιταλία, της οποίας η επιρροή είναι όλο και πιο φανερή, π. χ. στον Ελ. Βενιζέλο, προσπαθεί να διεισδύσει και αυτή η προσπάθεια δεν είναι καθόλου άσχετη με τις τρεις ελληνοτουρκικές συμφωνίες που υπογράφονται στις 30 Οκτώβρη 1930. Μια άλλη διάσταση αυτής της διείσδυσης είναι και η επιβολή τρομοκρατικών - κατασταλτικών νόμων ιταλικής μουσολινικής έμπνευσης τόσο στην Ελλάδα ("Ιδιώνυμο") όσο και στην Τουρκία αυτή ακριβώς την περίοδο.

Στη 10ετία του '30, η κατάσταση αλλάζει από πολλές απόψεις. Κατ' αρχάς επιδεινώνεται απότομα η οικονομική κατάσταση, λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Η τελευταία φαίνεται να μονιμοποιείται. Αυτά έχουν ως αποτέλεσμα δύο κύρια φαινόμενα:

α) Ανακατατάξεις στο στρατόπεδο των κορυφών του ιμπεριαλισμού. Εμφανίζεται η Ναζιστική Γερμανία, της οποίας η προσπάθεια διείσδυσης γίνεται όλο και πιο επιθετική.

β) Ματαίωση και, ταυτόχρονα, επιτάχυνση των σχεδίων επίθεσης ενάντια στην ΕΣΣΔ, σε νέα, τώρα, βάση.

Η γενική κατάσταση είναι τέτοια, ώστε, παρά τη γενική όξυνση της κατάστασης, δεν υπάρχει όξυνση των σχέσεων των δύο χωρών. Γίνονται, όμως, και οι δύο χώροι αναμέτρησης των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Αυτό φαίνεται σε όλους τους τομείς:

α) Στον οικονομικό τομέα, οι δύο χώρες γίνονται χώροι αγγλογερμανικής αναμέτρησης. Οι από πολύ καιρό ισχυρές βρετανικές θέσεις προσβάλλονται από τη νέα πολιτική clearing του Βερολίνου, που προσπαθεί να καταλάβει τις βαλκανικές αγορές. Το 1938, η Γερμανία αγοράζει το 39% των ελληνικών εξαγωγών (1928 13%) και το 43% των τουρκικών (26%). Η Τουρκία γίνεται χώρος αναμέτρησης Βρετανίας - Γερμανίας στον τομέα και των στρατιωτικών εισαγωγών. Το 1938, πολύ θόρυβο έκανε η ανακοίνωση της Τουρκίας ότι θα ζητήσει τη ναυπήγηση πολεμικών πλοίων από τη Βρετανία, γιατί αυτά που της έδωσε η Γερμανία ήταν κακής ποιότητας.

β) Στον πολιτικοστρατιωτικό τομέα, η κίνηση είναι επίσης σοβαρή. Στην Ελλάδα, η πάλη μεταξύ Βρετανίας και αξονικών δυνάμεων θα καταλήξει, ύστερα από ένα περίπλοκο δρόμο, με κύριο χαρακτηριστικό αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε "αποσταθεροποίηση", στο καθεστώς της 4ης Αυγούστου, όπου οι δύο πλευρές, όσο καιρό θα τους είναι δυνατό, θα συνεργάζονται. Στην Τουρκία, ο ανταγωνισμός των δύο δυνάμεων είναι επίσης φανερός, με ένα επιπλέον στοιχείο: Την απομόνωση της ΕΣΣΔ, με την οποία η Τουρκία έχει φιλικές σχέσεις.

Ενδειξη των ισχυρών βρετανογαλλικών επιρροών, αλλά και της απουσίας σοβαρών διαφορών μεταξύ των δύο χωρών είναι και το γεγονός ότι και οι δύο συμμετέχουν στη διάσκεψη της Νυόν (9-13 Σεπτέμβρη 1937), που οργανώνουν η Βρετανία και η Γαλλία, με θέμα την ελεύθερη από υποβρυχιακές επιθέσεις θαλασσοπλοϊα στη Μεσόγειο. Η διάσκεψη γίνεται με αφορμή επιθέσεις γερμανικών και, κυρίως, ιταλικών υποβρυχίων εναντίον πλοίων επιφανείας με αφορμή τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και έχει σαφή αντιαξονική αιχμή.

Η έκρηξη του πολέμου δυσκολεύει και τις δύο χώρες, περιορίζοντας τα περιθώρια ελιγμών τους. Η Τουρκία είχε ήδη κάνει μια πρώτη παραχώρηση και έχει υπογράψει συνθήκες συμμαχίας με τη Βρετανία (12.5.39) και με τη Γαλλία (23.6.39). Ωστόσο, όπως παρατηρεί η "Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια", "ποτέ κανείς δεν επικαλέστηκε αυτές τις δύο συνθήκες".

Τον Οκτώβρη του 1940, ο πόλεμος έρχεται πρώτα στην Ελλάδα, όπου η πολιτική εξάρτηση είναι στενότερη, αλλά και για γεωστρατηγικούς λόγους. Η έκρηξη του πολέμου κάνει τη θέση των φιλογερμανικών στοιχείων της 4ης Αυγούστου πιο δύσκολη, δυναμώνει την ήδη φανερή πρωτοκαθεδρία των φιλοβρετανικών, αλλά δυναμώνει και τους κινδύνους διεύρυνσης της εμπλοκής με γερμανική επέμβαση. Με την έναρξη του 1941, με τη νικηφόρα (αλλά επικίνδυνα διαρκή) εμπλοκή στην Αλβανία και την ένταση των κινδύνων γερμανικής επίθεσης, χωρίς αντίστοιχα καθησυχαστική βρετανική βοήθεια, δημιουργείται βαθμιαία η σκέψη ελληνοτουρκικής συμμαχίας. Γιατί όχι; Δεν απειλείται και η Τουρκία από την επέκταση του πολέμου;

Στο τεταμένο διάστημα όπου η γερμανική επίθεση επίκειται, αλλά και όταν, τελικά, γίνεται (Απρίλης 1941), στην Τουρκία στηρίζονται πολλές ελπίδες. Μπροστά στην πρεσβεία της Τουρκίας στην Αθήνα γίνονται διαδηλώσεις υπέρ της συνεργασίας Ελλάδας και Τουρκίας, στις οποίες ο πρέσβης εμφανίζεται πολύ ευμενής. Ωστόσο, αυτό το όντως ενδιαφέρον παράδειγμα ελληνοτουρκικής συμμαχίας δε θα μεταφερθεί στο βασίλειο της πραγματικότητας. Η Τουρκία δε θα κινηθεί, καθώς τα ναζιστικά στρατεύματα συνεχίζουν την προέλασή τους από τη Γιουγκοσλαβία στην Ελλάδα. Στις 18.6.41, ενώ η Ελλάδα έχει κιόλας πλημμυρίσει από τις δυνάμεις κατοχής, αναγγέλλεται αιφνιδιαστικά η υπογραφή συνθήκης φιλίας και μη επίθεσης μεταξύ Τουρκίας και Γερμανίας.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ
Βαραίνουν οι ξένες "συμβουλές"

Ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος ξεσπά τον Αύγουστο του 1914. Και μόνο η χρονολογία, δείχνει ότι οι πρώτες του βολές είχαν ριχτεί στα Βαλκάνια λίγο νωρίτερα.

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρίσκεται από τις πρώτες ώρες στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών. Συμφωνία πλήρους στρατιωτικής συμμαχίας υπογράφθηκε με τη Γερμανία στις 2.8.1914, αλλά δε θα γίνει γνωστή παρά μόνο πολύ αργότερα. Το περίφημο επεισόδιο των θωρηκτών "Γκούμπεν" και "Μπρέσλαου", αποτελεί συμβολική απεικόνιση της κατάστασης.

Για την Ελλάδα, η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη. Αν στη χώρα η υπεροχή δυνάμεων των Αγγλων και των Γάλλων είναι σαφής, υπάρχει και ισχυρή φιλογερμανική μερίδα που συγκεντρώνεται γύρω από τον (από τον Μάρτη του 1913) βασιλιά Κωνσταντίνο. Η τελευταία επιζητεί και κάποιο μαζικό στήριγμα αξιοποιώντας το σύνθημα της εθνικής ανεξαρτησίας και τις αντιπολεμικές διαθέσεις. Οι αντιθέσεις στο στρατόπεδο της μεγαλοαστικής τάξης παίρνουν εκρηκτική μορφή και φθάνουν ως τη δημιουργία δύο μερίδων που ρίχνονται με λύσσα η μία ενάντια στην άλλη.

Η χώρα δεν μπαίνει αμέσως στον πόλεμο, αλλά, στο τέλος, δεν τη γλιτώνει. Η απόβαση της Αντάντ στη Θεσ/νίκη (φθινόπωρο 1915), οι ναυτικοί αποκλεισμοί, το κίνημα της Αμυνας στη Θεσσαλονίκη (Οκτώβρης 1916) κλπ. είχαν σαν αποτέλεσμα την επιστροφή του Ελ. Βενιζέλου στην κυβέρνηση (14.6.1917) και την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ αλλά και ενάντια στην Τουρκία, για δεύτερη φορά από το φθινόπωρο του 1912.Το τέλος του πολέμου βρίσκει την Ελλάδα στο στρατόπεδο των νικητών. Η Τουρκία βρίσκεται στο στρατόπεδο των ηττημένων. Ακόμη περισσότερο: Εχει πια τελείως εγκαταλειφθεί από εκείνους που, ως πρόσφατα ακόμη, ήταν αδιάλλακτοι υποστηρικτές της περίφημης "ακεραιότητάς" της, ιδιαίτερα την Αγγλία. Στην Ελλάδα, η κατάσταση είναι διαφορετική. Η ευφορία από τις στρατιωτικές νίκες, η πολεμική ευημερία που συντηρείται με τις στρατιωτικές παραγγελίες του κράτους αλλά και ξένων στρατών, μια εξαιρετικά πολύπλοκη και, συχνά, αντιφατική εθνική πραγματικότητα, σπρώχνουν στο μεγάλο τόλμημα: Την προσάρτηση της Μικράς Ασίας.

Ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες, οι ξένες "συμβουλές" βαραίνουν ιδιαίτερα: Οι ξένες δυνάμεις, μη έχοντας ακόμη καταλήξει για το τι θα κάνουν με την Τουρκία, έχοντας, όπως σήμερα ξέρουμε, σοβαρές αντιθέσεις και διαφωνίες και μεταξύ τους, εξάγουν άλλη μια φορά τις αντιθέσεις τους "στην Ανατολή"! Ας τα τακτοποιήσουν πρώτα αυτοί, σκέπτονται, και μετά επεμβαίνουμε. Εδώ, εμφανίζεται, για πρώτη φορά, και ένας παράγων που θα μας ακολουθεί για πολύ καιρό: Η εκστρατεία αντεπαναστατικού πολέμου, που καταλαμβάνει όλο και πιο πολύ το προσκήνιο της πολιτικής του ιμπεριαλισμού, εξαιρετικά και μόνιμα θορυβημένου από τα γεγονότα της Ρωσίας. Ο Βενιζέλος, εξαιρετικά ανήσυχος και αυτός από τα ίδια γεγονότα, ακούει τους Γάλλους να του κάνουν την εξής πρόταση: Συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία της Ουκρανίας, με αντάλλαγμα τη γαλλική υποστήριξη στη Μ. Ασία. Υποσχέσεις, όπως θα αποδειχθεί, χωρίς αντίκρισμα...

Η εκστρατεία αρχίζει δυσοίωνα. Η αποβίβαση των ελληνικών αγημάτων στο λιμάνι της Σμύρνης (19.5.1919) θα καταλήξει σε εκτεταμένη ελληνοτουρκική σύγκρουση μέσα στο λιμάνι και μπροστά στα μάτια των πληρωμάτων. Η προώθηση στο εσωτερικό, θα φανεί να στέφεται με επιτυχία.

Ωστόσο, η κατάσταση έχει πραγματικά γίνει "αυγό του φιδιού". Στην Τουρκία, παρουσιάζονται σημαντικές εξελίξεις. Από καθαρά ιστορική - ερευνητική πλευρά, πρόκειται για παραπέρα βήματα προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της δημιουργίας του τουρκικού έθνους. Από την άποψη της συγκεκριμένης συγκυρίας, αυτό εκφράζεται με την εμφάνιση και την ενίσχυση δυνάμεων αποφασισμένων για αγώνα μέχρις εσχάτων ενάντια στην προοπτική της πλήρους καταστροφής.

Οι δυνάμεις αυτές έχουν κιόλας βρει έναν ικανό εκφραστή και αρχηγό: Τον Μουσταφά Κεμάλ (1881 - 1938), ήδη ανώτερο αξιωματικό του Αυτοκρατορικού Στρατού, γνωστό στέλεχος του νεοτουρκικού Κομιτάτου "Ενωση και Πρόοδος", που είχε δείξει μεγάλες ηγετικές ικανότητες στις μάχες της Καλλίπολης (Μάρτης - Δεκέμβρης 1915). Ο Κεμάλ αποσύρεται στην Ανατολία και, εκεί, συγκεντρώνει τους οπαδούς του, στην αρχή στη Σεβάστεια και, σε συνέχεια, δυτικότερα, στην Αγκυρα. Σχίζει δημόσια τη Συνθήκη των Σεβρών (10.8.1920), που κατοχυρώνει τα κεκτημένα, και διακηρύσσει: Νίκη ή θάνατος.

Η κατάσταση δείχνει τα δόντια της. Η Ελλάδα και η, ακόμη υπό διαμόρφωση, Τουρκία, βαδίζουν προς μια αμείλικτη αναμέτρηση περί πάντων, όπου όλα παίζονται σε ένα χαρτί.

Ο Ελ. Βενιζέλος δείχνει άλλη μια φορά τη μεγαλοφυία του. Εχει πλήρη συναίσθηση ότι η χώρα έχει χάσει όλα τα στηρίγματα που ως τώρα είχε. Οι ξένες δυνάμεις δεν έχουν κανένα λόγο να δεχθούν μια εξάλειψη της Τουρκίας άνευ όρων, ούτε μια υπερβολική ελληνική ενίσχυση. Παίζουν και στα δύο ταμπλό. Παράλληλα, η ίδια η δύναμη της χώρας μόλις αντέχει ύστερα από 8 χρόνια συνεχούς πολεμικής κινητοποίησης. Γι' αυτό, ο πιο, ιστορικός, ως τώρα, Ελληνας πρωθυπουργός παίρνει σοβαρές αποφάσεις: Προκαλεί, κυριολεκτικά, εκλογές (τις οποίες, όπως φαίνεται, και καταλλήλως προετοιμάζει) ώστε να τις χάσει και να αποφύγει ευθύνες.

Η νέα κυβέρνηση κάνει μια εντυπωσιακή στροφή 180 μοιρών και αποφασίζει τον επιθετικό πόλεμο μέχρι τελικής νίκης. Ο ελληνικός στρατός καταδιώκει τους Κεμαλιστές στα βάθη της Μικράς Ασίας. Οι δυνάμεις του εξαντλούνται στις πύλες της Αγκυρας. Αρχίζει μια υποχώρηση που καταλήγει στη Σμύρνη και που οι περιγραφές της θυμίζουν τις περιγραφές του Θουκυδίδη από τον ολέθρια υποχώρηση των Αθηναίων στη Σικελία, 2.500 χρόνια πριν. Η χώρα, ύστερα από 10 συνεχή χρόνια πολεμικής κινητοποίησης, δεν έχει πια άλλες δυνάμεις. Η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση της ελληνικής ιστορίας, καταλήγει σε μια φοβερή καταστροφή.

Η κατάληξη του ελληνοτουρκικού πολέμου διαμόρφωσε το σημερινό ελληνοτουρκικό εδαφικό καθεστώς (βασισμένο, μεταξύ άλλων, σε μια εκτεταμένη ανταλλαγή πληθυσμών), το οποίο κατοχυρώνει η Συνθήκη της Λωζάνης (23.7.1923). Από τώρα και στο εξής, στη διάρκεια των 10ετιών '20 και '30,επικρατεί μια νέα κατάσταση, της οποίας κύριο χαρακτηριστικό είναι η πλήρης εξάλειψη της Τουρκίας σαν μεγάλης ή οιωνεί μεγάλης δύναμης.

ΣΤΗΝ ΑΥΓΗ ΤΟΥ 20ΟΥ ΑΙΩΝΑ
Παιχνίδι στα χέρια του "νεαρού" ιμπεριαλισμού

Οι εξελίξεις στις δύο χώρες βρίσκονται κάτω από τη στενή παρακολούθηση και εξάρτηση των μεγάλων κέντρων του ιμπεριαλισμού

Η αυγή του 20ού αιώνα βρίσκει τη δημιουργία ιμπεριαλιστικών συνασπισμών σε γοργό βηματισμό. Ηδη από την 7η δεκαετία του 19ου αιώνα, έχει αρχίσει μια έντονη γαλλορωσική προσέγγιση. Στα 1904, γίνεται, με ξεχωριστή μεγαλοπρέπεια, η γαλλοβρετανική συνεννόηση (η περιβόητη Entent Cardiale). Στα 1907, η προσέγγιση Βρετανίας - Ρωσίας ολοκληρώνει την εικόνα. Αλλά και η Γερμανία δε μένει αδρανής. Προσεγγίζει την Αυστρία δημιουργώντας, έτσι, το συνασπισμό των "Κεντρικών Αυτοκρατοριών". Βαθμιαία, προσεγγίζει και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπου ο παράδοξος (και, ουσιαστικά, τελευταίος) σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ (1842 -1918) κάνει μια φανατική και ύστατη προσπάθεια διατήρησης στη ζωή του παρελθόντος. Ενα από τα πιο τρανταχτά γεγονότα της εποχής είναι η επίσκεψη του Κάιζερ Γουλιέλμου του Β - στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, το 1898. Εκεί, δηλώνει ανοιχτά και δημόσια ότι "ο Σουλτάνος και τα 300.000.000 μουσουλμάνων σε όλο τον κόσμο που τον θεωρούν πνευματικό ηγέτη τους μπορούν να είναι βέβαιοι για τη φιλία του Γερμανού Αυτοκράτορα. Εστι, ταυτόχρονα, με τη συγκρότηση των ιμπεριαλιστικών σχηματισμών έχουμε και ένταση της μεταξύ τους πάλης.

Ενα από τα πιο φανερά επίκεντρά της είναι ο εφοδιασμός και η εκπαίδευση των βαλκανικών στρατών. Οι Γερμανοί κινούνται πολύ δραστήρια, όπως δείχνει γνωστή έκθεση επιτελών τους που παρακολουθούν γυμνάσια του βουλγαρικού στρατού, το 1903, όπου οι Βούλγαροι χαρακτηρίζονται"Πρώσοι της Ανατολής". Ο διάδοχος του θρόνου Κωνσταντίνος ζητά, την ίδια χρονιά, από τον Κάιζερ Γουλιέλμο τον Β να αναλάβει η Γερμανία την εκπαίδευση του ελληνικού στρατού. Ο Κάιζερ αρνείται, γιατί, όπως λέει, θα δυσαρεστηθεί η Τουρκία. Στα 1908, την ίδια πρόταση κάνει ο ίδιος ο Κάιζερ Γουλιέλμος ο Β στον βασιλιά Γεώργιο τον Α, συμπληρώνοντας ότι αυτός θα αναλάβει και το συμβιβασμό Ελλάδας - Τουρκίας.

Το βέβαιο είναι ότι οι εξελίξεις των κρατών της περιοχής βρίσκονται κάτω από τη στενή παρακολούθηση και εξάρτηση των μεγάλων κέντρων του ιμπεριαλισμού. Αυτό φαίνεται πολύ καθαρά και από έναν παράγοντα που, ίσως, δεν έχει αρκετά προσεχτεί: Την έντονη τάση της χρονικής σύμπτωσης.

Στην περίοδο αυτή, έχουμε και στην Ελλάδα και στην Τουρκία σοβαρότατα γεγονότα με σοβαρότατα επακόλουθα.

Τον Ιούλη του 1980, έχουμε την περιβόητη επανάσταση των Νεοτούρκων, που ξεσπά στο Μοναστήρι και τη Θεσσαλονίκη και επικρατεί αστραπιαία σε όλη την Αυτοκρατορία. Χωρίς να εξετάσουμε με λεπτομέρειες στο τεράστιο αυτό θέμα, στεκόμαστε στο ότι οι πρωταγωνίστριες δυνάμεις είναι εδρασμένες στην τουρκική διανόηση και τη στρατιωτική, κατά κύριο λόγο, αλλά και πολιτική διοικητική αριστοκρατία. Στόχος τους είναι η διατήρηση της Αυτοκρατορίας. Πάντως, οι Νεότουρκοι οδηγούνται στην ακόμη στενότερη σύνδεση με τη γερμανική πολιτική. Από τη μια μεριά, παραλαμβάνουν μια χώρα ήδη πλατιά υποθηκευμένη στον γερμανικό ιμπεριαλισμό και, από την άλλη, φαίνεται ότι υπολογίζουν ότι ο γερμανικός ιμπεριαλισμός, ο νεότερος και πιο αδύνατος, είναι, ακριβώς γι' αυτό, ο πιο κατάλληλος σαν σύμμαχος.

Τον Αύγουστο του 1909, έχουμε, στην Ελλάδα, ένα γεγονός όχι λιγότερο γνωστό: Το Γουδί. Οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές των γεγονότων δεν προσπάθησαν καν να κρύψουν ότι αυτά συνδέονται με τα συμβαίνοντα πέραν του Ολύμπου. Συνδέονταν, όμως, και με κάτι άλλο: Με την απόφαση της Αγγλίας και της Γαλλίας, να μην αφήσουν να πέσει σε γερμανικά χέρια άλλο ένα εκλεκτό κομμάτι. Οι ανησυχίες τους δεν είναι αβάσιμες. Ηδη, το 1908, έχει υπογραφεί, με την υποστήριξη και του πρωθυπουργού Γ. Θεοτόκη, περίεργη συνθήκη, που υπογράφουν επίσημοι, ημιεπίσημοι και ανεπίσημοι, μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας - Ρουμανίας. Προβλέπει τελωνειακή ένωση και ανατολική ομοσπονδία. Γερμανική παρασκηνιακή κίνηση; Πάντως, το Γουδί οδηγεί στη στερέωση των αγγλογαλλικών θέσεων. Αυτό δείχνει, κατ' αρχήν, περίτρανα η θεαματική επικράτηση του Ελ. Βενιζέλου, αλλά και κάτι άλλο: Ηδη τον Γενάρη του 1910, έρχονται δύο στρατιωτικές αποστολές, μια γαλλική, υπό τον στρατηγό Εντού, που θα αναλάβει την εκπαίδευση του στρατού, και μια αγγλική, υπό τον ναύαρχο Τόφελ, που θα αναλάβει την εκπαίδευση του στόλου. Η βίαιη αντίδραση του διαδόχου Κωνσταντίνου δείχνει, για πρώτη φορά τόσο καθαρά, πόσο στενά συνδέονται οι εσωτερικές αντιθέσεις με τις παγκόσμιες.

Μέσα από μια πολύπλοκη διαδικασία, η κατάσταση καταλήγει στον 1ο Βαλκανικό Πόλεμο (5.10 - 20.11.1912). Ο πόλεμος αυτός είχε ως αποτέλεσμα το τελειωτικό ξεκαθάρισμα των Βαλκανίων από τον οθωμανικό ζυγό και, σε κάποια του στιγμή, ξέφυγε από τον έλεγχο του ιμπεριαλισμού. Δεν ξέφυγε, όμως, ούτε μπορούσε να ξεφύγει τελείως. Τα τελικά αποτελέσματα επανήλθαν στη δεδομένη κοίτη.

Κατ' αρχήν, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι "ο πόλεμος γίνεται με γαλλικά χρήματα" (Γ. Κορδάτος), αλλά και ούτε ότι έρχεται στο γενικό κλίμα, που δημιούργησε η περίφημη "κρίση του Αγκαντίρ" (Ιούλης - Νοέμβρης 1911), που έφερε την Αντάντ και τη Γερμανία στα πρόθυρα πολέμου. Η νέα διάταξη των δυνάμεων βελτιώνει ακόμη περισσότερο τη θέση της Αντάντ στα Βαλκάνια: Μεγάλη ενίσχυση της Ελλάδας και της Σερβίας, μεγάλη εξασθένηση της Τουρκίας, μικρή ενίσχυση της Βουλγαρίας, ενίσχυση της επιρροής της Αντάντ στη Ρουμανία. Το γνωστό και πολύκροτο επεισόδιο Βενιζέλου - Κωνσταντίνου για τις επιχειρήσεις στη Θεσσαλονίκη έδειξε άλλη μια φορά, σε κρίσιμες συνθήκες, πόσο στενά συνδέονταν οι εσωτερικές και εξωτερικές αντιθέσεις. Λιγότερο γνωστή είναι η συστηματική προώθηση από τον Ζιλ Καμπόν, πρεσβευτή της Γαλλίας στο Βερολίνο του ζωτικού κρίκου των γαλλο - γερμανικών επαφών, της, ας την πούμε έτσι,"βενιζελικής κατεύθυνσης".

Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (10.8.1913) διαμορφώνει το νέο εδαφικό καθεστώς, της Βαλκανικής ύστερα από δύο βαλκανικούς πολέμους, αλλά και ενόψει ενός τρίτου: Η συμφωνία δεν είχε καλά καλά υπογραφεί και ξέσπασε ένα νέο, ακόμη πιο σοβαρό, διεθνές επεισόδιο. Τον Δεκέμβρη του 1913, έρχεται στην Κωνσταντινούπολη η γερμανική στρατιωτική αποστολή με επικεφαλής τον Λίμαν φον Ζάντερς. Η Ρωσία και η Γαλλία αντέδρασαν έντονα. Πήραν μόνο μια τυπική ικανοποίηση, που έδειχνε ότι η κατάσταση βάδιζε τον δρόμο της.

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις στιγματίστηκαν, για μια ακόμα φορά, με ένα παρ' ολίγον "θερμό" επεισόδιο στην Ιμια. Ενα επεισόδιο, που έφερε με ίσως πιο εύληπτο τρόπο από κάθε άλλη φορά στην επιφάνεια το πραγματικό πρόβλημα, που βρίσκεται πίσω από την ένταση μεταξύ των δυο πλευρών του Αιγαίου. Πρόβλημα, που δεν είναι άλλο από τη συμμετοχή των δύο χωρών στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και στο ρόλο που κάθε φορά καλούνται να παίξουν στα πλαίσια των σχεδιασμών των ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Ο "Ρ" με το σημερινό του αφιέρωμα επιχειρεί να φωτίσει τις ουσιαστικές διαστάσεις του ελληνοτουρκικού προβλήματος. Ενα πρόβλημα που έχει τις ρίζες του σε όλη την πορεία εξέλιξης του 20ού αιώνα και στις μέρες μας εκδηλώνεται μέσα σε νέες συνθήκες. Συνθήκες, όπως η ανατροπή του παγκόσμιου συσχετισμού δύναμης μετά το 1990, που αφενός καθιστούν την Τουρκία πιο αναβαθμισμένη στην περιοχή, λόγω των σχεδιασμών της Νέας Τάξης, αφετέρου συνιστούν την αντικειμενική βάση για την εντονότερη παρουσία της ελληνικής ολιγαρχίας στον ενδοβαλκανικό ανταγωνισμό.

Αυτή η διαπάλη των δύο ολιγαρχιών εκδηλώνεται πάντα στα αυστηρά ελεγχόμενα πλαίσια που θέτει η εξάρτηση στις δυο χώρες. Το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ και η ΕΕ συντηρούν, αναπαράγουν και υποθάλπουν την ένταση, επιχειρώντας να διευρύνουν τον επιδιαιτητικό ρόλο τους στην περιοχή, ενώ στην τελευταία όξυνση δεν άφησαν περιθώρια παρερμηνειών για το ποιος ενθαρρύνει την προκλητική αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Τουρκία. Την ίδια ώρα, οι κυβερνώντες στην Ελλάδα αρνούνται για μια ακόμα φορά, να θέσουν τα συμφέροντα της χώρας πάνω από τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Εμφανίζουν ως αντίδοτο της πολιτικής της εξάρτησης το δόγμα της ακόμα μεγαλύτερης εξάρτησης και των "ευχαριστήριων" - με λόγια και έργα - απέναντι στα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Το ΚΚΕ, από την πρώτη στιγμή της κρίσης, απέρριψε την πολεμοκαπηλία, την πατριδοκαπηλία και την καλλιέργεια κλίματος "εθνικής ταπείνωσης" που προσπάθησαν να εμφυσήσουν τα αστικά πολιτικά κόμματα. Απέδειξε ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν παρά μόνο μέσα από μια άλλη πολιτική. Μια πολιτική που δε θα ψεύδεται, εμφανίζοντας ότι τα συμφέροντα των δύο λαών ταυτίζονται με τα συμφέροντα των ολιγαρχιών των δύο χωρών και, κυρίως, δε θα θέτει στο απυρόβλητο τη γενεσιουργό αιτία του προβλήματος, δηλαδή την ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Τα κείμενα έγραψαν:

Τα κείμενα έγραψαν οι:

Κυριάκος ΖΗΛΑΚΟΣ, Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ, Δημήτρης ΜΗΛΑΚΑΣ, Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ, Θανάσης ΠΑΠΑΡΗΓΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ