Ποιήματα, Αθήνα 1995
Το να παρουσιάζεις μια ποιητική συλλογή και μάλιστα όταν δε σου το ζητάνε, δεν είναι μόνο χαρά, που κάμει κοινωνούς κι άλλους ανθρώπους, είναι και υποχρέωση στον ποιητή, που δεν έχασε το κουράγιο του σ' αυτούς τους χαλεπούς καιρούς του αφηνιασμένου καπιταλισμού. Ετσι, θα γράψω δυο λόγια γι' αυτή τη συλλογή ποιημάτων που έπεσε στα χέρια μου απρόσμενα.
Μου είναι δύσκολο (δεν το θεωρώ άλλωστε υποχρέωσή μου) να προσπαθήσω να εξηγήσω την αισθητική του ποιητή, που μου είναι άγνωστος. Ο ίδιος, στο πρώτο του ποίημα λέει: "Δε γράφω ποίηση/ δεν είμαι ποιητής/ δεν μπορώ να 'μαι ποιητής./ Σε στίχους θέλω ν' αραδιάσω του μυαλού μου το φούντωμα...". Εγώ αντίθετα, όταν έκλεισα το βιβλίο, είπα μέσα μου, και ποιητής είναι και ποίηση κάνει. Δεν ξέρω τι είναι ποίηση, εκείνο που ξέρω είναι ότι είναι ξέσπασμα μιας υπόγειας φλέβας, ενός υπόγειου ποταμού συναισθημάτων, εικόνων και ιδεών, που κυλάει ασταμάτητα στον ψυχισμό του ανθρώπου.
Ετσι λοιπόν, χωρίς περιστροφές, μου άρεσε η θεματολογία του. Η αρχέγονη πέτρα. Ο ομηρικός "λάας", που μέσα στην ποίηση του Π. Πετράτου παίρνει τις διαστάσεις της ζωής. Εν αρχή ην η πέτρα που "... Συνοδοιπόροι γίνανε μάχιμοι/ (που) στις φλέβες της το σφυγμό μάθαινε/ της ζωής... /... (και) με τις πέτρες της Παλαιστίνης/ με τ' αγκωνάρια της Αντίστασης/ με τα θρύψαλα των λευκών μαρμάρων/ με τα ριζώματα της Κεφαλονιάς/ με τα συντρίμμια του σεισμού,/ με τα βότσαλα του γιαλού/ με τα χαλίκια των ποταμιών, με τα πετράδια του κήπου (θα στολίσουμε τον Επιτάφιο)...", "Πέτρα μύριες φωνές απ' της Ιστορίας; τα βάθη... Πέτρα σπηλιά ολόζεστη για το βρεγμένο βοσκό... Πέτρα του αιμάτου και του θανάτου, της γέννας και της χαράς". "Και στου Αιγαίου τα πετρονήσια τα σύρματα γίνανε χορδές/ και τ' αγκάθια στεφάνια του Μαγιού...". Επειτα είναι θεματολογικά το χέρι και η γλώσσα δεμένα με τον αγώνα του ανθρώπου για να καταχτήσει τη ζωή. Μαζί με την πέτρα, το χέρι και τη γλώσσα, σημειώνουμε και την αισιοδοξία του. Σκληρή η πέτρα και η ζωή το ίδιο σκληρή. Αλλά και η αισιοδοξία μένει. Πόση αισιοδοξία υπάρχει στο "... Στα ξόβεργα του γκρεμού/ όρθιοι/ βλέπω ξανά/ εσένα λαέ, της πέτρας βαφτισιμιέ/ να ορίζεις/ το διάβα του χρόνου".
Και στο "Εν αρχή ην πέτρα", ο λόγος σφαιρώνεται στο "... Μεγαλουργός τώρα ο άνθρωπος/ πάνω στο κορμί της συντρόφισσας πέτρας/ χάραζε το νιο ευαγγέλιο της πλάσης" και το "Πέτρες και παιδιά/ σύμβολα έγιναν του καιρού μας".
Δε μας αφήνει ασυγκίνητους το ξώφυλλο, της Ντίνας Αντωνακάτου. Εμπνευση θαυμάσια. Το κοχύλι απολίθωμα, πέτρα που τη σηκώνει άτλαντας ο άνθρωπος.
Μια ακροτελεύτια σκέψη: Αν για τον ποιητή ευτυχία είναι η δημιουργία, τότε του ευχόμαστε να ευτυχεί.
Γ. Κ. ΜΩΡΑΪΤΗΣ
Λίγο σπάνιο, στις μέρες μας, να κρατεί κάποιος ημερολόγιο. Και σπανιότερο όταν το ημερολόγιο αυτό - γραμμένο από νεαρή γυναίκα - δίνει με ζωντανό, γλαφυρότατο τρόπο, εύστροφο, θερμό και ραφινάτο - μέσ' από προσωπικά βιώματα - σελίδες ιστορίας. Θα ήταν σωστότερος ο χαρακτηρισμός "ιστορίας όπως δεν έχει γραφτεί".
Το ημερολόγιο αρχίζει με σημειώσεις από την αποφράδα ημέρα της 21ης Απρίλη 1967. Οι σημειώσεις κλείνουν στις δύο τελευταίες μέρες του ίδιου χρόνου. Εικόνες ζωής κι αγώνα, εικόνες αντίστασης, περηφάνιας, αξιοπρέπειας, αγάπης, ανθρωπιάς... Ενας λαός και μια χώρα σ' ώρες - από κείνες τις πολλές - που κάποιοι γυρεύουν να τους γονατίσουν, χωρίς να το κατορθώνουν.
Ακολουθούν σελίδες με ωραία ποιήματα του συζύγου της συγφραφέα Χαρούλας Χωραφάκη - Κεπέση, αγωνιστή και συγγραφέα Νίκανδρου Κεπέση.Στο τελευταίο μέρος του βιβλίου, είναι κάποιες άλλες σελίδες ημερολογίου, του 1961, κάτω απ' τον τίτλο "Πώς εγνώρισα τον άντρα μου".
Παραθέτουμε λόγια απ' το προλόγισμα του βιβλίου, που κάνει η ίδια η συγγραφέας: "... Μια ελαχιστότατη παρακαταθήκη πείρας για τους νεότερους, απ' την οποία μπορούν ενδεχόμενα να αντλούν κάποια διδάγματα για ανάλογες περιπτώσεις νέων δοκιμασιών, που δεν αποκλείεται να περάσει ξανά ο λαός, στην πορεία της δράσης του για την Ελευθερία, τη Δημοκρατία, για να βγει από τα πυρακτωμένα δεσμά της κοινωνικής, πολιτικής και πνευματικής αντίδρασης του τόπου. Δεσμά που χαλκεύουν οι ξένοι και ντόπιοι εχθροί του λαού μας".
Συγχαίροντας τη συγγραφέα, σημειώνουμε ότι οι νέοι πρέπει να σκύψουν πάνω απ' τις καυτές αλήθειές της. Η ιστορία επαναλαμβάνεται κι ο λαός που δε γνωρίζει καλά κάθε πτυχή της ιστορίας του, αναμφίβολα δυσάρεστες εκπλήξεις θα του παρουσιάσει το μέλλον. (εκδόσεις "Arcadia", Εμμ. Μπενάκη 24, τηλ. 3846.270).
Ρίτα ΤΣΙΝΤΙΛΗ - ΒΛΗΣΜΑ
Θέατρο
Μετά την "Ξεριζωμένη γενιά", αφηγηματικό βιβλίο για την προσφυγιά, η Ιφιγένεια Χρυσοχόου,πνίγοντας κατάβαθα την απόγνωση του χαλασμού για τον επαναπατρισμό, που είχε ξεχυθεί χωρίς όρια σαν "Πυρπολημένη γη", τη "Μαρτυρική πορεία" και το "Εδώ Σμύρνη... εδώ Σμύρνη", προχωράει μπροστά, με αισιοδοξία, με ελπίδα, με χαμόγελο, με ακλόνητη πίστη στις ακατάβλητες δυνάμεις του ανθρώπου και δημιουργεί κάτι καινούργιο. Ενα θεατρικό έργο, το "Ρίζωμα", την εγκατάσταση των Μικρασιατών στη Θεσσαλονίκη, τον τρομερό εκείνο Σεπτέμβρη του 1922.
Με αδρές σκηνές και λιτό λόγο, στήνει το σκηνικό της πρώτης εγκατάστασης, όπου λάχει κι όπως λάχει, σε παράγκες, ερειπωμένα χτίρια, μισογκρεμισμένα κελιά. Η δυστυχία παρούσα κάθε στιγμή, όχι μόνο από τους αλληλοδιάδοχους αγγελιοφόρους με τα τραγικά νέα των σκοτωμένων, εξαφανισμένων, αφανισμένων, αλλά και με τη χειρότερη πανωλεθρία των προσφύγων από τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης, τις μύριες όσες αρρώστιες και κυρίως το χτικιό.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της φυλής, η πάστρα, η εργατικότητα, η τιμιότητα, η αρχοντιά σε κάθε έργο ή πράξη, η ανθρωπιά, ξεπερνούν αργά, αλλά σταθερά, τα ανυπέρβλητα εμπόδια για να υπάρξει ύστερα από 60 χρόνια ο απολογισμός με τα οφέλη, τα κέρδη, τη συγκομιδή. Ανθούσες βιομηχανίες, άριστες κι αποδοτικότατες αγροτικές καλλιέργειες και παράλληλα ένα πλήθος επιστήμονες κι άνθρωποι του Πνεύματος εκλεκτοί, όλοι προοδευτικοί, χάρισαν στις μητροπόλεις, όπου επέστρεψαν ύστερα από χιλιάδες χρόνια, μια σπάνια ακμή. Κύριος όμως πρωταγωνιστής και βασικός στυλοβάτης σ' όλες τις γιγάντιες προσπάθειες, η γυναίκα, της οποίας πλέκεται κι ο ύμνος, και της προσφέρεται κι η τιμή που της αξίζει.
Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι μέσα από τις 90 σελίδες αυτού του θεατρικού έργου, οι ακατάβλητες δυνάμεις της γερής εκείνης ρίζας βρίσκουν το καταλληλότερο έδαφος ν' αναπτυχθούν. Παρόλο που η συγγραφέας αναφέρεται στον πρόλογο για τις τεράστιες δυσκολίες του εγχειρήματός της: "Πώς να δώσεις σ' ένα τρίπρακτο θεατρικό έργο την ανεπανάληπτη συμφορά που έπληξε την Ελλάδα; Με τι λόγια να μιλήσεις για το δράμα του ξεριζωμού και της προσφυγιάς; Και πόσοι θα υποδυθούν το ρόλο των εκατοντάδων χιλιάδων, κυρίως γυναικών, αυτών των πρώτων αγωνιστριών της βιοπάλης; Μια βιοπάλης σκληρής και απάνθρωπης όλων των ξεριζωμένων;", κι όμως, κατάφερε να καλύψει όλα τα χάσματα και να πληρώσει επάξια όλα τα κενά. ("Ιωλκός", 1995).
Ευγενία ΖΩΓΡΑΦΟΥ