Η ενιαία ενίσχυση ισχύει ως επίσημος όρος της ΕΕ από τον Ιούνη του 2003, όταν ψηφίστηκε ο βασικός κανονισμός της νέας ΚΑΠ, που για αρχή αφορούσε ένα μόνο μέρος των αγροτικών προϊόντων. Στη συνέχεια, προστέθηκαν και τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα στον κατάλογο της ενιαίας ενίσχυσης. Ομως, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης έφτασε σε σημείο να συγκρίνει την πληρωμή του όποιου μέρους του ποσού της ενιαίας ενίσχυσης - ή αλλιώς της προκαταβολής - πιστώθηκε στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων, για να βγάλει τις όποιες ψευτοεπικοινωνιακές εντυπώσεις τον βολεύουν. Ετσι, χτες, ανακοίνωσε ότι καταβάλλεται 1,7 δισ. ευρώ σε 820.000 αγροτοκτηνοτρόφους και πως «η πληρωμή της ενιαίας ενίσχυσης του 2007 είναι περίπου 140% μεγαλύτερη εκείνης του 2003». Το 2003, βέβαια, δεν είχε καθιερωθεί η πληρωμή των επιδοτήσεων με τη μορφή της ενιαίας ενίσχυσης...
Αυτό όμως που προφανώς ντρέπεται να ανακοινώσει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης είναι ότι φέτος τα πραγματικά κονδύλια των επιδοτήσεων θα είναι μειωμένα κατά 18% τουλάχιστον σε σχέση με αυτά του μέσου όρου της τριετίας 2000 - 2002. Και σε τελική ανάλυση, ανεξάρτητα από το τι διαλαλεί ο Αλ. Κοντός οι αγροτοκτηνοτρόφοι γνωρίζουν πολύ καλά πόσο ...αυξημένες επιδοτήσεις παίρνουν κάθε χρόνο και τι μένει στην τσέπη τους. Και πιο καλά ξέρουν πως η πολιτική της κυβέρνησης, όπως και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι αυτή που ανεβάζει συνεχώς τις τιμές στις ζωοτροφές και ρίχνει τις τιμές που πουλούν το γάλα στις γαλακτοβιομηχανίες.
Ρωτήθηκε χτες ο Φ. Κουβέλης στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε για να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για την προεδρία του ΣΥΝ, αν συμφωνεί με την άποψη που εκφράζουν στελέχη του κόμματός του ότι «κακώς ο ΣΥΝ ψήφισε τη Συνθήκη του Μάαστριχτ». Και απάντησε: «Τη δεδομένη στιγμή που ο ΣΥΝ επέλεξε να τοποθετηθεί για το Μάαστριχτ, νομίζω ότι, στη βάση της συλλογικής απόφασης που πήρε, διότι μέσα από συλλογική απόφαση πήραμε τη σχετική απόφαση, έπραξε καλά. Ετσι αποφάσισε η πλειοψηφία και αυτό κάναμε». Παλιά τους τέχνη κόσκινο... Αλλοι να λένε «κακώς», άλλοι να λένε «καλώς», άλλοι να λένε και τα δύο. Παιχνίδι να γίνεται, ψήφους να μαζεύουν, και σε δουλιά να βρισκόμαστε...
Σαν δύο σταγόνες νερό - ακόμα και σε επίπεδο φρασεολογίας - μοιάζουν οι πολιτικές ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για το μέλλον του ομίλου της «Ολυμπιακής Αεροπορίας» (ΟΑ).
Αυτό φρόντισε να μας θυμίσει και πάλι χτες ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Γ. Παπανδρέου, κατά τη συνάντηση που είχε με το προεδρείο της Ομοσπονδίας Σωματείων Πολιτικής Αεροπορίας (ΟΣΠΑ). Πρώτα... κατήγγειλε ότι η κυβέρνηση «ξέχασε ακόμα και τα όσα εξήγγειλε πριν από δύο χρόνια, όταν και πάλι είχε τεθεί επί τάπητος το πρόβλημα της βιωσιμότητας της εταιρείας». Κατήγγειλε δηλαδή ότι η ΝΔ δεν προχώρησε στο «λουκέτο» του ομίλου, όπως είχε εξαγγείλει ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής. Στη συνέχεια ο Γ. Παπανδρέου παρουσίασε την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη «διασφάλιση της βιώσιμης προοπτικής» του ομίλου. Ποια είναι αυτή; Είναι κατ' αρχήν «η στρατηγική συνεργασία με διεθνείς αερομεταφορείς». Και κατά δεύτερον είναι «η κατοχύρωση υγιούς ανταγωνισμού στις αερομεταφορές και η αποτροπή δημιουργίας μονοπωλιακών καταστάσεων». Ξεκάθαρη θέση: Ιδιωτικοποίηση μέσω «στρατηγικής συνεργασίας». Διαβεβαιώσεις ότι δε θα υπάρξει «μονοπωλιακή κατάσταση». Το ίδιο ξεκάθαρη, όμως, είναι και η θέση της κυβέρνησης: «Λουκέτο» στον όμιλο και σύσταση νέας εταιρείας με κρατικά και ιδιωτικά κεφάλαια. Διαβεβαιώσεις ότι το επιβατικό κοινό θα έχει εναλλακτικές λύσεις, καθώς η κυβέρνηση θα φροντίσει να μην υπάρχει μονοπώλιο στις αερομεταφορές.
Στο μονόδρομο της «γαλάζιας» ή της «πράσινης» ιδιωτικοποίησης του ομίλου ΟΑ, ήρθε η ώρα οι εργαζόμενοι και σύσσωμος ο ελληνικός λαός να αντιτάξουν το δικό τους μονόδρομο. Αυτόν της αγωνιστικής αποτροπής των «γαλαζοπράσινων» καταστροφικών σχεδίων για την ΟΑ και τη διεκδίκηση ενιαίου και αποκλειστικά δημόσιου φορέα στις αερομεταφορές.
Ο υπουργός Ανάπτυξης Χ. Φώλιας βρήκε το χρόνο, παρά το βαρύ του πρόγραμμα, να παρακολουθήσει στο «Ευγενίδειο» μια ψηφιακή παράσταση που δημιουργήθηκε εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Το γεγονός του έδωσε την ευκαιρία να αναφερθεί στη μετάδοση του ελληνικού πολιτισμού και στο εξωτερικό, αλλά και στο αποτέλεσμα που συνδύασε πρωτογενή έρευνα και υψηλή τεχνολογία.
Μέχρι εδώ καλά. Μόνο που δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον πειρασμό ο υπουργός και συνέδεσε αυτό το πολιτισμικό γεγονός - επίτευγμα με την οικονομία. Μίλησε επιπρόσθετα για «εμπορεύσιμο και εξαγώγιμο προϊόν υψηλής προστιθέμενης αξίας». Για τη δυναμική της «επιστημονικής και επιχειρηματικής κοινότητας».
Τέχνη, τεχνολογία, οικονομία. Πολιτισμός - εμπορεύσιμο είδος. Φτηναίνει η προσπάθεια κάποιων ανθρώπων που βάζουν την ψυχή τους για ένα έργο πολιτισμού, όταν, πριν ακόμη στεγνώσει το χρώμα στο καβαλέτο ή το μελάνι στο χαρτί, πριν ακόμη μπει καλά καλά η τελευταία νότα στο πεντάγραμμο ή πατηθεί το τελικό κουμπί στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, σπεύδουν οι αρμόδιοι να χειροκροτήσουν την εμπορική αξία...
Τι πιο προφανές μετά από όσα έγιναν κατά το συλλαλητήριο για το Ασφαλιστικό! Η κυβέρνηση όχι απλά είχε τις κάμερες σε λειτουργία και παρακολουθούσε τους πάντες και τα πάντα, αλλά είχε και ...όλη την Ασφάλεια στο πόδι, για να παρακολουθεί να χτυπάει και να συλλαμβάνει εργαζόμενους.
Δεν ξέρουμε αν αυτό θεωρείται ...αυτονόητο για τους κάθε λογής υποστηρικτές των «αντιτρομοκρατικών» δογμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όμως για τους εργαζόμενους είναι και απαράδεκτο και προκλητικό.
Αν νομίζουν ότι έτσι πρόκειται να εκφοβίσουν τον κόσμο και να περάσουν τα αντιλαϊκά μέτρα τους κάνουν μεγάλο λάθος. Το ακριβώς αντίθετο τελικά θα καταφέρουν.
ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΒΡΕ ΠΑΙΔΙΑ; Πώς μας προέκυψε ξαφνικά το ΠΑΣΟΚ ...υπερασπιστής του «δημόσιου ελέγχου» στον ΟΤΕ και τη ΔΕΗ; Πώς έγινε και βγάζει πύρινους λόγους επί του θέματος ο πρόεδρός του Γ. Παπανδρέου;
Δυο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν: `Η ο Γ. Παπανδρέου τελικά δεν ήταν μέλος της κυβέρνησης που αποφάσισε τη μετατροπή των Οργανισμών σε ΑΕ και το ξεπούλημα των μετοχών τους, ή προσπαθούν για μια φορά ακόμη να κοροϊδέψουν τους εργαζόμενους.
Οσο κι αν θέλουν να παίζουν με τις λέξεις, η πραγματικότητα είναι απλή: Αν θέλεις, όντως, δημόσιο έλεγχο σε αυτούς τους Οργανισμούς τούς κρατάς ...δημόσιους. Δεν τους ξεπουλάς, δεν τους «μετοχοποιείς», δεν τους ιδιωτικοποιείς, δεν υπονομεύεις τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα του προσωπικού τους.
Γενικώς, δε γίνεται να είσαι και με τα συμφέροντα των εργαζομένων και με τις κατευθύνσεις της ΕΕ για την απελευθέρωση του κεφαλαίου, πώς να το κάνουμε, δηλαδή;