Σε όσους έχουν μία στοιχειώδη σχέση με την πραγματικότητα που βιώνουν καθημερινά Ελληνες και μετανάστες εργαζόμενοι, στην όποια περιστασιακή σχέση τους με την αστυνομία, οι αποκαλύψεις για τους βασανισμούς κρατουμένων στο ΑΤ Ομόνοιας δεν προκάλεσαν καμία έκπληξη. Απλώς επιβεβαίωσαν και με όρους «έξωθεν καλής μαρτυρίας» αυτό που ήταν ήδη βιωμένο.
Με αφορμή το βασανισμό των δύο αλλοδαπών στο ΑΤ Ομονοίας, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σε σχόλιο του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Το θέμα είναι βαθύτερο και βαθιά πολιτικό και δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Δείχνει το καθεστώς που επικρατεί στα Σώματα Ασφαλείας και τη διαπαιδαγώγηση των μελών τους, άρα αναδείχνει τις ευθύνες των κυβερνήσεων όλων των προηγούμενων χρόνων και της σημερινής της ΝΔ».
Είναι χαρακτηριστικό ότι την τελευταία δεκαετία παρατηρείται όξυνση των φαινομένων κρατικής βίας και καταστολής, κακομεταχείρισης και βασανισμών σε βάρος διαδηλωτών, αγωνιστών, αλλά και ανθρώπων που είτε θεωρούνται ύποπτοι, είτε έχουν ποινική ευθύνη. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Οι ντιρεκτίβες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η μετουσίωσή τους σε εθνικά - κρατικά διατάγματα, η «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία, η απαξίωση των αγωνιστικών ιδεών και αξιών και η συκοφάντηση αγωνιστών, το σύρσιμό τους σε δίκες για την πολιτική και αντιιμπεριαλιστική τους δράση, η ατιμωρησία της πιο βάρβαρης συμπεριφοράς από μεριάς κρατικού λειτουργού, όλα μαζί καλλιεργούν το έδαφος για τέτοια φαινόμενα.
Η αστυνομία δεν ήταν ποτέ απαλλαγμένη από τέτοια γεγονότα και επεισόδια, αντίθετα πάντα τέτοια ήταν ως μηχανισμός κρατικής καταστολής. Το κρίσιμο, κατά συνέπεια, δεν είναι η καταγγελία μόνο της όποιας - μίας - περίπτωσης, αλλά η διαπίστωση που προκύπτει από την ποσοτική συσσώρευση ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε ενίσχυση των κρατικών και μη κρατικών δυνάμεων καταστολής. Η καταστολή εντείνεται και ως προς αυτό δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο το γεγονός ότι η καταστολή δεν αφορά μόνο το αστυνομικό μέρος, αλλά και την πλέον ισχυρή έκφραση του αστικού κράτους, το στρατό του. Ο λεγόμενος εθελοντικός, δηλαδή ο μισθοφορικός στρατός που συγκροτείται, ανεξάρτητα από το ότι σ' αυτόν καταφεύγουν και παιδιά του λαού, έχει ως κύρια αποστολή το τσάκισμα του λαϊκού κινήματος. Για όποιον θέλει να βλέπει το δάσος και όχι μόνο το δέντρο, όλα αυτά μαζί είναι ένα φαινόμενο που ανταποκρίνεται σε μια πραγματικότητα που έχει χτες, σήμερα και αύριο.
Οταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε φέρει στη Βουλή το νομοσχέδιο για την ίδρυση του αρχηγείου της Αστυνομίας, το ΚΚΕ καταψήφισε, σημειώνοντας ότι δε στοχεύει στην αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος και την προστασία των δημοκρατικών και πολιτικών ελευθεριών, αλλά αντίθετα στοχεύει στην ενίσχυση του κατασταλτικού μηχανισμού.
Το 1984, η ενοποίηση χωροφυλακής - αστυνομίας απέδωσε 44.000 αστυνομικούς. Ανά 227 κατοίκους αντιστοιχούσε κι ένας αστυνόμος. Ποσοστό εξαιρετικά υψηλό ακόμα και για τα ήδη ανεπτυγμένα αστυνομικά κράτη της τότε Ευρώπης.
Το 2000, μέσα από αλλεπάλληλες προσλήψεις και συγκρότηση διαφόρων νέων υπηρεσιών αστυνόμευσης, οι αστυνομικοί είχαν ξεπεράσει τους 56.000! Και η αύξησή τους συνεχίζεται.
Κι όμως, όλο αυτό, δεν παύει να είναι μόνο η κορφή του παγόβουνου.
Γιατί η βία και η καταστολή εκφράζονται πριν απ' όλα στη βάση της οικονομίας, στις σχέσεις παραγωγής. Το κράτος, αυτό το κράτος, έρχεται - υπάρχει για να εκφράσει αυτές τις σχέσεις, να τις υπερασπίσει. Αλλωστε, το μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης την οποία έχουν επιβάλει κατά περίπτωση και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, είναι και αυτή μια ακραία μορφή βίας, που στερεί το δικαίωμα από τον εργάτη να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του. Ή μήπως δε νιώθουν τη βία στο πετσί τους, οι εργάτες, όταν έχουν μόνιμα πάνω από τα κεφάλια τους την απειλή της απόλυσης στο χώρο που εργάζονται;
Κατά συνέπεια, η αγανάκτηση για τα φαινόμενα βίας και αυθαιρεσίας, ενώ έχει ηθική βάση, κινδυνεύει να καταπέσει στο αίτημα για μια επιχείρηση «καθαρά χέρια», όπου το αστικό κράτος θα βγαίνει λάδι και θα τιμωρούνται οι «επίορκοι», αν βεβαίως τιμωρούνται γιατί ούτε αυτό γίνεται. Την ώρα που κανείς δε μιλά για τον ίδιο τον όρκο. Οχι τον τυπικό, αλλά την ουσία του: που είναι η διαφύλαξη του νόμου και της τάξης, δηλαδή τις αδιατάρακτης ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Να θυμηθούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπου ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, με τη σειρά εναλλαγής του δικομματισμού στην εξουσία, διέπρεψαν στην επιβολή κρατικής βίας και καταστολής, εφαρμόζοντας ακόμα και χουντικούς νόμους.
ICON |
Είναι μέτρα που και το ΠΑΣΟΚ είχε προσπαθήσει να περάσει. Στις 9/3/2001 ο «Ρ» αποκάλυψε το περιεχόμενο προσχεδίου νόμου για απαγόρευση και καταστολή των διαδηλώσεων. Π.χ., άρθρο 4: «Οι συναθροίσεις και οι διαδηλώσεις - πορείες πρέπει να διεξάγονται με τρόπο που να μη διαταράσσεται ή να διαταράσσεται μόνο στο μέτρο του απολύτως αναγκαίου, η κυκλοφορία. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται η κατάληψη ολόκληρου του οδοστρώματος και η πλήρης διακοπή της κυκλοφορίας των οχημάτων». Καθόριζαν λεπτομερώς ακόμα και τα στάδια της χρήσης βίας κατά των διαδηλωτών (από «χρήση αστυνομικής ράβδου» και «χημικών μέσων», μέχρι τη χρήση όπλων «δι' εκφοβιστικών βολών εις τον αέρα» ή και «τη χρήση κάθε πρόσφορου μέσου»).
Τα δυο κόμματα, στην πράξη, έχουν κάνει τα αδύνατα δυνατά για να αποθαρρύνουν τα λαϊκά στρώματα από το να παλεύουν για το δίκιο τους. Π.χ.:
Στις 2 Μάη 2006 η «Δημοκρατική Συσπείρωση για τις λαϊκές ελευθερίες και την αλληλεγγύη», ομοσπονδίες και σωματεία εργαζομένων, δημοσιοποιούν υπόμνημα όπου τονίζουν ότι «η κατάσταση στους εργασιακούς χώρους από την άποψη της εγκατάστασης κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης έχει γίνει ανεξέλεγκτη. Το φαινόμενο έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις».
«Οι διάφορες επιχειρήσεις εγκαθιστούν τέτοια κυκλώματα συνήθως χωρίς καμία άδεια και τήρηση των προϋποθέσεων. Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι διστάζουν να καταγγείλουν και να αντιταχθούν σε τέτοια φαινόμενα υπό την απειλή της απόλυσης και των διώξεων εκ μέρους της εργοδοσίας». Υπογράμμιζαν ότι οι κάμερες παρακολούθησης στους χώρους εργασίας «χρησιμοποιούνται ακριβώς για να λειτουργούν ως μηχανισμός εκφοβισμού των εργαζομένων, φαλκίδευσης των συνδικαλιστικών ελευθεριών, καταρράκωσης της προσωπικότητάς τους».
Επιπλέον, ΝΔ - ΠΑΣΟΚ κατάρτισαν και υπερψήφισαν τους «τρομονόμους». Ο πρώτος (ν. 2928/2001) ψηφίστηκε επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ με τις ψήφους και της ΝΔ. Η ΝΔ κατέθεσε στη Βουλή τον τρομονόμο νο. 2 (ψηφίστηκε ως ν. 3251/2004), το νομοσχέδιο του οποίου πρώτη είχε επεξεργαστεί η προηγούμενη κυβέρνηση, αυτή του ΠΑΣΟΚ. Αλλωστε στις συζητήσεις στη Βουλή, Ιούνη 2004, επί του νομοσχεδίου, το ΠΑΣΟΚ δήλωσε κατ' αρχήν σύμφωνο.
Δηλαδή συμφώνησαν ώστε συμβολικές καταλήψεις κτιρίων, οδών, ή απεργίες στην Κοινή Ωφέλεια να χαρακτηρίζονται «τρομοκρατικές». Να τιμωρούνται με εξοντωτικές ποινές. Να οδηγούν ακόμη και στη διάλυση των συνδικαλιστικών ή και πολιτικών φορέων που θα θεωρηθούν «υπεύθυνοι» για τις πράξεις αυτές.
Στην επιχείρηση τρομοκράτησης του λαϊκού κινήματος εντάσσεται και η δραστηριότητα των ασφαλιτών. 17 Μάη 2002, στη Βουλή η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλ. Παπαρήγα, καταθέτει Επίκαιρη Ερώτηση καλώντας τον τότε πρωθυπουργό, να απολογηθεί για τα κρούσματα παρακολούθησης διαδηλώσεων. Ο Κ. Σημίτης απαντά ότι «η αστυνομία χρησιμοποιεί τόσο ένστολους όσο και πρόσωπα με πολιτική περιβολή. Αυτό γίνεται εδώ και πολύ καιρό και γίνεται και τώρα και εξασφαλίζει τη σωστή πληροφόρηση για την ειρηνική εξέλιξη μιας πορείας». Πράγματι, η δράση του συνδικαλιστικού της Ασφάλειας είναι «πλούσια». Σταχυολογούμε τρεις «κραχτές» περιπτώσεις:
Οταν τα ρόπαλα και τα χημικά δεν πτοούν τους εργαζομένους, τότε χρησιμοποιούνται και άλλα μέσα. Για παράδειγμα, το Φλεβάρη του 2006 ναυτεργάτες προχωρούν σε απεργία. Η ΝΔ απαντά με το ν.δ. 17/1974 περί πολιτικής επιστράτευσης. Το αντίστοιχο είχε κάνει το ΠΑΣΟΚ στην απεργία του Ιούνη 2002. Το ΠΑΣΟΚ είχε ακολουθήσει την ίδια τακτική στις 7 Ιούλη του 2000, όταν με απόφαση του υπουργείου Εσωτερικών, κηρύσσονται σε κατάσταση πολιτικής επιστράτευσης οι εργαζόμενοι στη χωματερή των Ανω Λιοσίων. Ενώ το 1998, αποφασίζεται πολιτική επιστράτευση, για τους απεργούς τελωνειακούς.
Το ΚΚΕ, στις 5 Απρίλη 2006, κατέθεσε στη Βουλή πρόταση νόμου για τη λήψη άμεσων μέτρων που θα διασφαλίζουν το δικαίωμα στην απεργία, την οποία συνυπέγραψε σύσσωμη η Κοινοβουλευτική Ομάδα του Κόμματος. Στην Αιτιολογική Εκθεση επί των άρθρων, το ΚΚΕ, σημειώνει ότι με το άρθρο 1 της πρότασης νόμου «αποκλείεται η χρήση της πολιτικής επιστράτευσης ενάντια σε απεργούς ή γενικότερα ενάντια σε εργαζόμενους που βρίσκονται σε αγωνιστική κινητοποίηση ανεξάρτητα μάλιστα από την τυχόν κρίση περί της νομιμότητάς τους από τα δικαστήρια».
Υπενθυμίζεται ότι μια άλλη τακτική τρομοκράτησης ήταν η «πράξη νομοθετικού περιεχομένου» κατά των μαθητικών κινητοποιήσεων ως μέσο καταστολής τους, τα εκατοντάδες «μαθητοδικεία» και «αγροτοδικεία» που στήθηκαν, για να τρομοκρατήσουν αγωνιστές που ήταν πρωτοπόροι στις κινητοποιήσεις, αλλά και δίκες ενάντια σε αγωνιστές του αντιιμπεριαλιστικού - φιλειρηνικού κινήματος, όπως το στέλεχος του ΠΑΜΕ, Δ. Αγκαβανάκης. Οδηγήθηκε στο δικαστήριο κατηγορούμενος, για το πανό στην Ακρόπολη ενάντια στο αιματοκύλισμα του λαού του Ιράκ. Στα δικαστήρια έχει οδηγηθεί και ο αγωνιστής δήμαρχος της Νίκαιας, Στ. Μπενετάτος, επειδή μαζί με φορείς και κατοίκους του Δήμου, στάθηκαν εμπόδιο στην περαιτέρω εγκατάσταση και λειτουργία των καμερών παρακολούθησης στην περιοχή τους.
Αν αυτά ισχύουν για ιθαγενείς, τι να πρωτογράψουμε για τους αλλοδαπούς; Μεγάλη ταλαιπωρία υπέστη ο πρόεδρος της Πακιστανικής Κοινότητας στην Ελλάδα, Τζαβέντ Ασλάμ. Κύριος μάρτυρας κατηγορίας στην υπόθεση των απαγωγών 28 Πακιστανών στη χώρα μας, από τις μυστικές Υπηρεσίες Αγγλίας και Ελλάδας. Συνελήφθη και φυλακίστηκε ύστερα από ένταλμα της Ιντερπόλ που εκδόθηκε κατόπιν αιτήματος της χούντας του Πακιστάν.
Επιπρόσθετα, 25/4/2007 εξελίχθηκε στην Αθήνα ωμή τρομοκρατική επιχείρηση, με εντολή της αμερικάνικης πρεσβείας. Με βάση «πληροφορίες» της περί «χτυπήματος», η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. επέδραμε σε σπίτια «ύποπτων» οικονομικών μεταναστών, παραβιάζοντας κάθε δημοκρατικό δικαίωμα.
Υπάρχουν κι άλλες τρανταχτές, δημοσιοποιημένες περιπτώσεις με «νταήδες» αστυνομικούς:
(Τα προικιά της εφημερίδας)
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ στη βρωμερή πρόκληση, που ξεστόμισε ο Θ. Πάγκαλος εναντίον του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» και του ΚΚΕ, ήταν άμεση. Η εφημερίδα μας δέχεται ασταμάτητα τα μηνύματα συμπαράστασης. Είμαστε δίπλα σου. Οπως πάντα σ' όλη τη διαδρομή σου. Μηνύματα από εργαζόμενους, από αγρότες, αλλά και διανοούμενους, καλλιτέχνες, πολιτικούς. Μηνύματα από παντού.
ΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ καταδικαστικές. Και κάθε μια από την πλευρά της προσθέτει το δικό της στοιχείο για την ουσία του σχεδιασμού, που παίζεται σε βάρος του ΚΚΕ.
ΤΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ πολλά κι ανάμεσά τους και συνάδελφοι δημοσιογράφοι, που τιμούν τον «Ρ», την ιστορία του και επίσης και τους συναδέλφους, που δουλεύουν στον «Ρ».
ΑΝΑΜΕΣΑ στα ονόματα κι ο Στάθης Σταυρόπουλος που κι αυτός με την παρουσία και τη συμβολή του γράφει: «10 χρόνια θήτευσα στο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ, τα οποία, όπως τα χρόνια με τους δασκάλους μας και νωρίτερα με τους γονείς μας, με έκαναν άνθρωπο...».
Η ΘΗΤΕΙΑ στον «Ρ» κρατιέται για το δημοσιογράφο, που έτυχε να την έχει προικιό επαγγελματικό κι όσοι την έχουν στα πρώτα τους βήματα, στις θύμησες και τις αναδρομές, δεν το ξεχνούν.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ με 90χρονη κοντά ιστορία. Μέσα στις σελίδες του πέρασε όλη η νεότερη ιστορία μας. Ωρες δόξας, αλλά και τραγωδίες που πλήρωσε και πληρώνει ο λαός μας.
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ δημοσιογραφική σχολή του «Ρ» χωρίς ταμπέλες. Και δίχως διαφήμιση για εγγραφές, για βιβλία. Σχολή που λειτουργούσε με την καθημερινή δουλιά. Ο δάσκαλος, που κοντά του δούλευε ο νέος δημοσιογράφος και μάθαινε όχι μόνο τα τεχνικά, τη διαδικασία του ρεπορτάζ και του γραψίματος, αλλά κι άλλα θεμελιακά για το δημοσιογράφο. Ηταν συμπεριφορά ήθους, ήταν γραφή απλή, καθαρή, για να την καταλαβαίνει ο απλός άνθρωπος.
ΕΙΝΑΙ του «Ρ» δικό του προικιό, της ευθύνης και της ακρίβειας της δημοσιογραφικής έρευνας, η φράση που έχει μείνει στους δημοσιογραφικούς κύκλους και γενικότερα στα ρεπορτάζ: Το 'γραψε ο «Ριζοσπάστης».
Είναι η ευθύνη στο γραφτό. Η ευθύνη κι ο έλεγχος στις πληροφορίες. Ενας παλιός σύντροφος στα ρεπορτάζ έλεγε σχετικά με τις ειδήσεις και την ακρίβειά τους: «Να τριπλοπατάμε, κύριοι συνάδελφοι».