Οταν ο Θ. Πάγκαλος, κάνοντας πέρσι εσωκομματική "αντιπολίτευση", μίλαγε για την "ανάγκη πολιτικής λιτότητας μέχρι το 2000" και όταν προκαλούσε το σύνολο του ελληνικού λαού, με ρήσεις του τύπου "στην Ελλάδα ακόμα δεν έχετε δει τι θα πει λιτότητα", ήξερε πολύ καλά τι έλεγε. Γνώριζε πως η ...επιτυχία των "εκσυγχρονιστικών" σχεδίων του ΠΑΣΟΚ προϋπέθετε αυτό που αργότερα, διατείνεται, ως πρωθυπουργός, ο Κ. Σημίτης: "Τόλμη", "αποφασιστικότητα", "ρήξεις".
Τόλμη,για να εκπονηθούν προγράμματα αλλαγής του κοινωνικού χάρτη της χώρας.
Αποφασιστικότητα - και ό,τι αυτό συνεπάγεται - για την απαρέγκλιτη υλοποίησή τους.
Ρήξεις με το σύνολο του ελληνικού λαού, που θα αντιδρούσε και θα αντιστεκόταν στη βίαιη υποβάθμιση των συνθηκών ζωής του. Στοχοπροσήλωση, δηλαδή, στην υπόθεση που στη συνείδηση του λαού έχει καταχωρηθεί - και σωστά - ως "πρόγραμμα σύγκλισης", "Συνθήκη του Μάαστριχτ", "ευρωπαϊκή ενοποίηση".
Οι τρεις δέσμες οικονομικών μέτρων, που ανακοινώθηκαν στο δεύτερο μισό του Νοέμβρη, μετά από αντίστοιχες ομόφωνες αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου,είναι αρκετά σαφείς. Επιτρέπουν με ιδιαίτερη ευκρίνεια να κατανοηθεί το περιεχόμενο και οι στόχοι των προσανατολισμών της κυβέρνησης στον οικονομικό τομέα, όπως επίσης και οι μέθοδοι που σκοπεύουν οι κυβερνώντες να εκμεταλλευτούν για την υλοποίησή τους.
***
Με το ίδιο νομοσχέδιο θεσμοθετείται, παράλληλα, η υποχρέωση όλων των επικεφαλής Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Δημόσιων Οργανισμών και Επιχειρήσεων, να καταρτίσουν προγράμματα συνεργασίας και τοποθέτησης ιδιωτών σε θέσεις - κλειδιά (μάνατζερ), καθώς επίσης και μια πρωτοφανής διαδικασία ξεπουλήματος της δημόσιας - ακίνητης και μη - περιουσίας του δημοσίου και εκχώρησης και άλλων κρατικών λειτουργιών σε ιδιωτικές εταιρίες.
Την ίδια στιγμή, νομοθετείται η αλχημεία που κάνουν οι διάφορες κυβερνήσεις κατά την κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού, δίνοντας την ευχέρεια στον υπουργό Οικονομικών να παρατείνει την εκτέλεση του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού κατά ένα μήνα για την είσπραξη βεβαιωθέντων εσόδων και κατά δύο μήνες για την πληρωμή εξόδων!
***
***
Στην πραγματικότητα, ο κρατικός προϋπολογισμός του 1997 αποτελεί για το κεφάλαιο και την κυβέρνηση ένα αποφασιστικό βήμα για τη με κάθε τρόπο βίαιη ανακατανομή εισοδημάτων υπέρ της οικονομικής ολιγαρχίας, στοχεύει στην επιτάχυνση της μεταφοράς πόρων προς τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου, επιδιώκει τη "σύγκλιση" των οικονομικών δεικτών με τις επιταγές της Συνθήκης του Μάαστριχτ και της ΟΝΕ. Ενας προϋπολογισμός, η εφαρμογή του οποίου σπρώχνει στην απόγνωση το σύνολο σχεδόν του ελληνικού λαού.
***
Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ
Οι τρεις δέσμες οικονομικών μέτρων, που ανακοινώθηκαν φέτος το Νοέμβρη, μετά από αντίστοιχες ομόφωνες αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, δείχνουν με δραματικό τρόπο τις άνομες, σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, επιδιώξεις των "εκσυγχρονιστών" του ΠΑΣΟΚ
Στο ναδίρ οι δαπάνες υγείας, ενώ στην πρόνοια γίνονται δραματικές ανακατανομές, με κύρια θύματα τις πολύτεκνες μητέρες, που παίρνουν την ισόβια σύνταξη
Αυτός ο προϋπολογισμός δεν είχε τις τυπικές ονομαστικές αυξήσεις για τους τομείς της πρόνοιας και τις συντάξεις.
Είχε ακόμα δυο στοιχεία: Τις απροκάλυπτες απ' τη μια μεριά δραματικές περικοπές στους παραπάνω τομείς και απ' την άλλη την περίτεχνη - εκσυγχρονιστικής έμπνευσης - μελετημένη συγκάλυψη αυτής της ανάλγητης πολιτικής, ώστε, σε επίπεδο εντυπώσεων να φαίνεται ότι η κυβέρνηση ακολουθεί, κατά βάση, την τιμαριθμική εξέλιξη.
Αφαιρώντας απ' τις συνολικές δαπάνες πρόνοιας τα κονδύλια για τα πολυτεκνικά επιδόματα, την ισόβια σύνταξη της πολύτεκνης μητέρας και τα ειδικά μέτρα κοινωνικής πολιτικής παρουσίασε μια ονομαστική αύξηση των δαπανών πρόνοιας κατά 15,8% (137,671 δισ. το 1997 έναντι 118,867 δισ. το 1996). Αν, όμως, συνυπολογιστούν τα πολυτεκνικά επιδόματα (58 δισ. για το 1996 και 69 δισ. για το 1997), η ισόβια σύνταξη (61 δισ. για το 1996 και 12 δισ. για το 1997) καθώς και τα ειδικά μέτρα κοινωνικής πολιτικής (119 δισ. το 1995 και 175.000 δισ. για το 1997) τότε προκύπτει μια αύξηση του 10,3%. Δηλαδή μια μονάδα πάνω απ' τον πληθωρισμό (βλέπε και το σχετικό πίνακα).
Στην ουσία η κυβέρνηση απλά επανέφερε το ποσοστό της ονομαστικής αύξησης των δαπανών πρόνοιας περίπου στα επίπεδα του 1995. Οι δαπάνες πρόνοιας το 1995 είχαν αυξηθεί - σε σχέση με το 1994 - κατά 10,8%.
Κάνοντας δραματικές ανακατανομές ανάμεσα στα κονδύλια της πρόνοιας η κυβέρνηση προσπαθεί να επιδείξει δήθεν κοινωνική ευαισθησία. Η πιο αποκρουστική επίδειξη αναισθησίας ήταν οι περικοπές στην ισόβια σύνταξη της πολύτεκνης μητέρας και η χορήγησή της με διάφορα εισοδηματικά κριτήρια - μια μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε και στη χορήγηση των διαβόητων ΕΚΑΣ στους συνταξιούχους. Πέρα απ' την απάνθρωπη και προσβλητική για τις πολύτεκνες μητέρες μεταχείρισή τους η κυβέρνηση με προκλητικό τρόπο εμπαίζει ολόκληρες κατηγορίες πληθυσμού, που ανήκουν στις αδύναμες κοινωνικά ομάδες. Υπόσχεται και νέα προγράμματα πρόνοιας με δέκα δισ. δραχμές. Είναι αποκαλυπτικό το απόσπασμα απ' την εισηγητική έκθεση της σελίδας 155. "Για την κάλυψη, αναφέρεται, της εφαρμογής νέων δραστηριοτήτων στο χώρο της πρόνοιας, όπως η πιλοτική εφαρμογή προγράμματος λειτουργίας όλη την ημέρα βρεφονηπιακών σταθμών, η εφαρμογή νέων πολιτικών σταθμών, η εφαρμογή νέων πιλοτικών για τους Αθιγγάνους και την τρίτη ηλικία, τα σπαστικά παιδιά κλπ. καθώς και για τη σύσταση, επέκταση και τροποποίηση ιδρυμάτων πρόνοιας θα διατεθεί από τον προϋπολογισμό το 1997 ποσό 10 δισ. δραχμών".
Πρόκειται για εξωφρενικές ανακοινώσεις. Να σημειωθεί, μόνο, ότι οι συνταξιούχοι είναι 1,2 εκατομμύρια άτομα και οι Τσιγγάνοι ανέρχονται σε 200.000. Δε συζητάμε, βέβαια, για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς που πνέουν τα λοίσθια και η κυβέρνηση προσπαθεί να τους κοιμίσει με τα παχιά λόγια για λειτουργία τους σε 24ωρη βάση.
Η κυβέρνηση επιχειρεί μια βίαιη ανακατανομή των κονδυλίων της πρόνοιας με κύρια θύματα τις πολύτεκνες μητέρες, που έπαιρναν τις ισόβιες συντάξεις (βλέπε και σχετικό πίνακα). Και δεν αρκείται μόνο στους εκσυγχρονιστικούς αριθμούς, αλλά έχει και το θράσος να υποστηρίζει ότι τη σύνταξη αυτή θα την πάρουν εκείνες οι μητέρες που έχουν ανάγκη και ότι, τάχατες, η γιαγιά που διέθετε αυτή τη σύνταξη για κάποια δώρα δεν το έχει ανάγκη, καθώς η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να επιδοτήσει την τεκνοποιία των Νεοελλήνων πέραν του τρίτου παιδιού.
Τέτοιες απόψεις υποστήριξε ο αρμόδιος υφυπουργός Θ. Κοτσώνης, μιλώντας σε ραδιοσταθμούς τη μέρα της κατάθεσης του προϋπολογισμού...
Η κυβέρνηση ξεπέρασε κάθε ίχνος "ανθυγιεινής πολιτικής" στον τομέα της υγείας. Ο προϋπολογισμός εμφανίζει μια ονομαστική αύξηση της τάξης του 9% (610,936 δισ. το 1997 έναντι 560,378 δισ. το 1996).
Ομως δεν καλύπτει ούτε τις τρέχουσες αυξήσεις δεδομένου ότι ο "υγειονομικός πληθωρισμός" είναι κατά δυο - τρεις μονάδες μεγαλύτερος απ' τον επίσημο πληθωρισμό.
Και δε φτάνει μόνο αυτό: Μηδενίζονται οι δαπάνες - ναι μηδέν -για τον εξοπλισμό των νοσοκομείων και μειώνονται οι δαπάνες λειτουργίας των νοσοκομείων κατά 27% (9,805 δισ. το 1997 έναντι 13,439 δισ. το 1996). Στα πλαίσια αυτά μειώνονται οι επιχορηγήσεις της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης για νοσήλια κατά 5,3% (107 δισ. το 1997 έναντι 113 δισ. το 1996).
Εκτός απ' αυτό υπάρχει στον προϋπολογισμό και το τρικ της φορολογίας των πολιτών στον καπνό που θα αποδώσουν για την υγεία 11 δισ. δραχμές. Το ίδιο κόλπο χρησιμοποιήθηκε το 1995 - με τη ρητή διαβεβαίωση του τότε υπουργού Εθνικής Οικονομίας Γ. Γεννηματά - ότι οι φόροι, ύψους 87 δισ. δραχμές, στον καπνό θα χρησιμοποιηθούν οπωσδήποτε στην υγεία. Τελικά και αυτούς τους φόρους τους "έφαγε" η μαύρη τρύπα.
Υπάρχει και μια ιδιαίτερη πλευρά - πρόκληση προς τη νεολαία - στην υγειονομική πολιτική της κυβέρνησης. Μειώνονται οι επιχορηγήσεις προς το ΚΕΘΕΑ κατά 4,4%, την ίδια στιγμή που αυξάνονται κατά 187,8% οι δαπάνες προς τον ΟΚΑΝΑ.
Το στοιχείο αυτό αποκαλύπτει την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην επέκταση των προγραμμάτων με υποκατάστατα και όχι στα προγράμματα απεξάρτησης.
Παρ' όλα αυτά η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι τα έσοδα της κοινωνικής ασφάλισης θα αυξηθούν λόγω της τριμερούς χρηματοδότησης. Η περιορισμένη τριμερής χρηματοδότηση ισχύει για τους λεγόμενους "νεοασφαλισμένους", δηλαδή για όσους ασφαλίστηκαν μετά την 1.1.1993 και δεν αποτελεί καινοτομία της κυβέρνησης.
Απλώς είναι εφαρμογή των αντιασφαλιστικών νόμων της ΝΔ που εφαρμόζει με ευλάβεια το ΠΑΣΟΚ...
Η αύξηση των δαπανών κατά 7,7% για μισθούς και συντάξεις, που έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 1997, υπεραντισταθμίζεται από το διορθωτικό και τις υπόλοιπες "ουρές" της εισοδηματικής πολιτικής '96, με συνέπεια για όλους τους μισθωτούς και συνταξιούχους του δημοσίου, να προκύπτει πραγματική μείωση των μισθών - συντάξεων
Οι δαπάνες του κράτους, για μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και για συντάξεις, μειώνονται χρόνο με το χρόνο, σκιαγραφώντας έτσι την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, η οποία γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν συνυπολογιστεί και η αφαίμαξη των λαϊκών εισοδημάτων με τη φορομπηχτική πολιτική, που εφαρμόζει με ευλαβική συνέπεια και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Αν μέχρι πριν 3 - 4 χρόνια, ηγετικά στελέχη της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης ομολογούσαν δημόσια πως η μόνη δαπάνη του προϋπολογισμού που είναι "ανελαστική", είναι οι μισθοί και οι συντάξεις,τώρα όχι μόνο θεωρούν τους μισθούς και συντάξεις "ελαστική" δαπάνη, αλλά και έμπρακτα επιδίδονται στην κατακρεούργησή της, προβάλλοντας μάλιστα προκλητικά επιχειρήματα.
Ιδού ένα τέτοιο επιχείρημα, που προβάλλει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, για να δικαιολογήσει την ανάλγητη περικοπή των δαπανών για μισθούς και συντάξεις του δημοσίου, όπως έχει καταχωρηθεί στη σελίδα 24 του κρατικού προϋπολογισμού 1997. "Η ελληνική, αλλά και διεθνής εμπειρία - υποστηρίζουν οι συντάκτες της έκθεσης, που υπογράφεται από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου - έχει δείξει ότι μια ανεξέλεγκτη συμπεριφορά των μισθών και των αποδοχών των εργαζομένων μπορεί να έχει ισχυρά αρνητικά αποτελέσματα στο σύνολο της οικονομίας".
Προδιαγράφοντας το πλαίσιο της εισοδηματικής πολιτικής που επέλεξε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για το 1997, ο Γ. Παπαντωνίου, ομολογεί στην έκθεσή του, ότι με το νέο κρατικό προϋπολογισμό "η συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών θα διασφαλιστεί με τις μισθολογικές δαπάνες που θα κυμαίνονται περίπου στο 8%πάνω από το 1996 και τις αυξήσεις συντάξεων που θα κυμανθούν στο 6%.Στον πίνακα που παραθέτουμε, φαίνεται η εξέλιξη των δαπανών για μισθούς και συντάξεις στην περίοδο 1994 - 1996. Τα ποσά του πίνακα είναι αυξημένα με τα διάφορα επιδόματα που έπαιρναν μέχρι τώρα - εκτός προϋπολογισμού - διάφορες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, τα οποία ήταν 50 δισ. για το 1994 και το 1995 αντίστοιχα, 74 δισ. για το 1996 και περίπου 80 δισ. δραχμές για το 1997.
Αυτή η αύξηση των κρατικών δαπανών κατά 7,7% στις συνολικές αποδοχές για μισθούς και συντάξεις (που αναλύονται σε 6% για τις συντάξεις και 8% για μισθούς δημοσίων υπαλλήλων), σε καμιά περίπτωση δε σημαίνει αντίστοιχη ονομαστική αύξηση των μισθών. Κι αυτό, γιατί αν από αυτό το 7,7% αφαιρέσουμε περίπου 8 μονάδες πρόσθετη δαπάνη που προκαλούν στον προϋπολογισμό του 1997 το διορθωτικό ποσό, η "ωρίμανση", η πρόσθετη δαπάνη από τις νέες ρουσφετολογικές προσλήψεις που έγιναν το 1996, τα νέα επιδόματα που δόθηκαν για ψηφοθηρικούς λόγους, τα αναδρομικά των δικαστικών υπαλλήλων λόγω εφαρμογής του νέου μισθολογίου μαζί με τα αναδρομικά των 18.000 που δικαιούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι που δεν τα είχαν πάρει, τότε προκύπτει και ονομαστική μείωση των μισθών και συντάξεων.
Με βάση τα παραπάνω και την επιλογή της κυβέρνησης να εφαρμόσει το νέο μισθολόγιο, χωρίς να δώσει καμιά ονομαστική μείωση στους μισθούς το 1997, για πολλούς δημοσίους υπάλληλους θα προκύψει όχι μόνο πραγματική, αλλά και ονομαστική μείωση των αποδοχών τους, λόγω μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας και τα άλλα φορολογικά μέτρα. Και με δεδομένο ότι στην καλύτερη περίπτωση ο πληθωρισμός το 1997 θα τρέχει με ρυθμό 6,5% - αν πιστέψουμε τις αισιόδοξες προβλέψεις της κυβέρνησης - ΟΛΟΙ σχεδόν οι δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι θα έχουν πραγματική μείωση των μισθών τους τουλάχιστον κατά 6,5%. Ολα αυτά, προς απάντηση της κυβέρνησης - που διά στόματος του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών - υποστηρίζει, χωρίς να κοκκινίζει από την ντροπή, πως το 1997 θα αυξηθούν τα πραγματικά εισοδήματα των εργαζομένων
Οσον αφορά, την ευκολία με την οποία η κυβέρνηση κόβει πιαμισθούς και συντάξεις - και προσπαθεί να εμφανίσει αντίθετη εικόνα με τεχνάσματα και αλχημείες - αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι το μερίδιο των δαπανών του προϋπολογισμού για μισθούς, συντάξεις και επιδόματα, σαν ποσοστό του ΑΕΠ, μειώνεται το 1997 στο 10,1% από 10,3% που ήταν φέτος.
Μπορεί η κρατική δαπάνη για τις συντάξεις σε ανασφάλιστους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης να μειώθηκε από τη ..."σοσιαλιστική" κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ κατά 75,5%, όμως, βεβαίως, δε θα μπορούσε να συμβεί το ίδιο για τον κύριο Λαμπράκη και την παρέα του.
Ετσι λοιπόν, πέραν όλων των άλλων, που ήδη "έχει" και "κατέχει", έχει λαμβάνειν και από τον προϋπολογισμό του ελληνικού κράτους, που δεν αντέχει κοινωνικές δαπάνες, μισθούς και συντάξεις, κάπου 800 ψωροεκατομμύρια για τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Οχι, παίζουμε...
ΡΕΠΟΡΤΑΖ - ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ - ΑΝΑΛΥΣΗ:
Λάμπρος ΤΟΚΑΣ, Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ, Γιώργος ΜΠΟΥΣΓΑΣ, Βάσω ΜΠΑΡΜΠΑ, Αριστούλα ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ, Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ, Βασίλης ΡΑΓΙΑΣ