ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Σεπτέμβρη 2000
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΑΥΣΙΜΑ
Αυτό το λογαριασμό ποιος θα τον πληρώσει;

Στους εργαζόμενους φορτώνει η κυβέρνηση Σημίτη τις αλυσιδωτές επιπτώσεις που προκαλεί στην οικονομία η άνοδος των διεθνών τιμών πετρελαίου  καθώς θεωρεί «αδιαπραγμάτευτα» τα παχυλά κέρδη των μεγαλοεπιχειρηματιών

Οι αλλεπάλληλες ανατιμήσεις στα υγρά καύσιμα, σε συνδυασμό με την υποτίμηση της δραχμής απέναντι στο δολάριο ΗΠΑ και το γιεν Ιαπωνίας, αποτελούν ένα νέο εκρηκτικό μείγμα που απειλεί να τινάξει στον αέρα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς των εργαζομένων, που την τελευταία δεκαετία - ελέω των γαλαζοπράσινων πολιτικών μονόπλευρης λιτότητας - γίνονται χρόνο με το χρόνο όλο και περισσότερο ελλειμματικοί. Εκτός από τις επιπτώσεις που ήδη γεύτηκαν από τις αρχές του 2000, όταν οι τιμές του «μαύρου χρυσού» και του αμερικανικού δολαρίου απογειώθηκαν στα ύψη, οι εργαζόμενοι θα κληθούν άμεσα και μεσοπρόθεσμα να πληρώσουν τις αλυσιδωτές αρνητικές επιπτώσεις που προκαλούν αυτές οι εξελίξεις σε βασικούς δείκτες της ελληνικής οικονομίας, όπως ο πληθωρισμός, τα ελλείμματα στο ισοζύγιο, το δημόσιο χρέος, ισοζύγιο κλπ. Θα μπορούσαμε μάλιστα να ρισκάρουμε την πρόβλεψη, ότι η ανοδική πορεία των διεθνών τιμών πετρελαίου σε συνδυασμό με την παραπέρα εξασθένηση του ευρώ απέναντι στο δολάριο και το γιεν, θα οδηγήσουν σε περικοπές των ενισχύσεων που είχαν προγραμματιστεί να δοθούν από τα ταμεία της ΕΕ στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες - μέλη, μεταξύ των οποίων είναι και η Ελλάδα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Οσο και αν η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ δηλώνει «αισιόδοξη» και διά στόματος του αρμόδιου υπουργού Εθνικής Οικονομίας Γ. Παπαντωνίου αφήνει να εννοηθεί πως οι επιπτώσεις από την ανοδική πορεία του δολαρίου, του πετρελαίου, αλλά και την υποτίμηση του ευρώ, θα είναι ανύπαρκτες ως αμελητέες για την ελληνική οικονομία και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Ηδη, τα πλατιά λαϊκά στρώματα νιώθουν στο πορτοφόλι τους τις πρώτες επιπτώσεις από την ξέφρενη κούρσα ανόδου των διεθνών τιμών πετρελαίου, του δολαρίου ΗΠΑ και του γιεν, καθώς οι αυξήσεις των μισθών και συντάξεων που πήραν με την επίσημη εισοδηματική πολιτική του 2000, εξανεμίστηκαν προ πολλού από τις τσουχτερές ανατιμήσεις στις βενζίνες, τα πετρέλαια, τα κόμιστρα μέσων μαζικής μεταφοράς (εισιτήρια αστικών και υπεραστικών λεωφορείων, πλοίων, αεροπλάνων κλπ) και μια σειρά είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης.

Το «κακό» για τους «μη έχοντες και μη κατέχοντες», τους άνεργους και γενικότερα τα πλατιά λαϊκά στρώματα, από την ξέφρενη κούρσα ανόδου των διεθνών τιμών πετρελαίου και του δολαρίου ΗΠΑ, δε σταματά εδώ. Προβλέπεται ότι θα συνεχιστεί στους επόμενους μήνες, καθώς η κυβέρνηση Σημίτη - θεωρώντας «αδιαπραγμάτευτα» τα «επιτεύγματα» της πολιτικής της (κέρδη και υπερκέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων) που οδήγησε τη χώρα στην ΟΝΕ - θα επιχειρήσει να φορτώσει στις πλάτες των πλατιών λαϊκών στρωμάτων) και τις νέες αρνητικές επιπτώσεις που θα έχουν μεσοπρόθεσμα στην ελληνική οικονομία η ανοδική πορεία των διεθνών τιμών πετρελαίου - δολαρίου, αλλά και του ασθενούς ευρώ. Εμμέσως, πλην σαφώς, το αποκάλυψε ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, μετά τη συνάντηση που είχε την περασμένη Τετάρτη με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Στεφανόπουλο, δηλώνοντας μεταξύ άλλων ότι «η πορεία της οικονομίας είναι καλή, αλλά θα πρέπει να προσέξουμε ορισμένα φαινόμενα, όπως την αύξηση της τιμής του πετρελαίου, την αύξηση της τιμής του δολαρίου». Και προϊδεάζοντας την κοινή γνώμη, για το ποιος θα πληρώσει το φουσκωμένο λογαριασμό από τις ανατιμήσεις στο πετρέλαιο και το δολάριο, πρόσθεσε με νόημα πως πρόθεση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ «είναι η Ελλάδα να συνεχίσει αυτήν τηνπορεία που έχει ξεκινήσει» ... Ούτε λίγο ούτε πολύ, δηλαδή, ο πρωθυπουργός πληροφόρησε τους εργαζόμενους, πως πρόθεση της κυβέρνησής του είναι να φορτώσει φουσκωμένο και αυτό το λογαριασμό στους «μη έχοντες και κατέχοντες».

Αν, βέβαια, θα τα καταφέρει, αυτό θα εξαρτηθεί από τον τρόπο που θα αντιδράσουν τα μεγάλα θύματα των πολιτικών μονόπλευρης λιτότητας. Αν δηλαδή οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι, οι αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι επαγγελματοβιοτέχνες και έμποροι θα ανεχθούν τη συνέχιση αυτής της πολιτικής και θα υποταχθούν μοιρολατρικά στη λογική τού «σφάξε με Αγά μου ν' αγιάσω» ή θα συντονίσουν τη δράση τους για την ανατροπή της συγκεκριμένης πολιτικής από την οποία κερδίζουν μόνο τα μονοπώλια και οι κάθε είδους συνοδοιπόροι και συνεταίροι τους στην Ελλάδα.

Οι ανατιμήσεις «καίνε» τους καταναλωτές

Με τα σημερινά δεδομένα,  τα νοικοκυριά θα ξοδέψουν φέτος το χειμώνα υπερδιπλάσια χρήματα από πέρσι, καθώς η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης έχει αυξηθεί 125%. Το 50% της δαπάνης για βενζίνες και πετρέλαια είναι φόροι, η κυβέρνηση όμως αρνείται μείωση της φορολογίας

Ηευχή για έναν ήπιο - καιρικά - χειμώνα, είναι πιθανά, αυτό που ταιριάζει περισσότερο στα πλατιά λαϊκά στρώματα, που - ελέω της κυβερνητικής πολιτικής - διαπιστώνουν, ώρα με την ώρα να «εξανεμίζεται» το πορτοφόλι τους, λόγω των συνεχών αυξήσεων στα καύσιμα. Βέβαια, μπορεί ήδη η οργή του λαού να είναι καθημερινή, εξαιτίας και της αντίστοιχης ανόδου των τιμών των βενζινών και του πετρελαίου κίνησης, το καίριο όμως πλήγμα θα δοθεί από τις 15 Οκτώβρη, όταν θα ξεκινήσει η χρήση του πετρελαίου θέρμανσης. Σύμφωνα με τις σημερινές τιμές, η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, όταν ξεκινήσει η χρήση του, θα είναι στις 180 περίπου δραχμές, καταγράφοντας ετήσια ποσοστιαία αύξηση κατά 125%. (Την περσινή αντίστοιχη περίοδο κόστιζε 80 δραχμές το λίτρο). Με δεδομένη την οικονομική επιβάρυνση για τα καύσιμα των ΙΧ και των αθρόων αυξήσεων σε προϊόντα, εισιτήρια, μεταφορές κλπ. η χρήση του πετρελαίου θέρμανσης θα προσθέσει ένα... εκρηκτικό μείγμα στις τσέπες των καταναλωτών. (Οι συνέπειες καταγράφονται δίπλα).

Η... ξαφνική «τρελή κούρσα» των τιμών στα υγρά καύσιμα το τελευταίο διάστημα που δικαιολογημένα έχουν προκαλέσει, οργή, σύγχυση και πανικό στους καταναλωτές, δεν είναι ένα καθαρά εξωγενές φαινόμενο - όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ - λόγω της ανόδου, διεθνώς, της τιμής του αργού πετρελαίου και της ισοτιμίας δραχμής - δολαρίου. Οι παραπάνω παράγοντες είναι βέβαια σημαντικοί, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δε δικαιολογούν τέτοιες αυξήσεις, αφού παρόμοια φαινόμενα είχαμε και παλιότερα, χωρίς όμως τις επιπτώσεις του σημερινού μεγέθους. Η τιμή των υγρών καυσίμων καθορίζεται σε κάθε χώρα ξεχωριστά, και η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης εφαρμόζει την κοινοτική οδηγία 92/82, εναρμονισμένη πλήρως στις διατάξεις της «απελευθερωμένης» αγοράς καυσίμων.

Μπορεί, βέβαια, το αργό πετρέλαιο να έχει ανέλθει στα 33 δολάρια το βαρέλι, όπως και το δολάριο να είναι στις 400 περίπου δραχμές... Ωστόσο, είναι παράγοντες που μπορούν να αντιμετωπιστούν, προκειμένου να συγκρατηθούν ή και να αποκλιμακωθούν οι τιμές των υγρών καυσίμων. Το μεγάλο όμως κεφάλαιο, το οποίο και έχει οδηγήσει τις τιμές στα ύψη, δεν προτίθεται να πράξει κάτι τέτοιο, αφού γνωρίζει αρκετά καλά πώς να μετακυλίει το κόστος στους φορολογούμενους και τους καταναλωτές.

Πώς διαμορφώνονται οι τιμές

Από τη στιγμή που το πετρέλαιο φτάνει στην Ελλάδα για διύλιση μέχρι να καταλήξει στη λιανική πώληση μεσολαβούν διαφορετικά στάδια διαμόρφωσης της τιμής... Στην αρχή έχουμε την τιμή του διυλιστηρίου. Στη συνέχεια προστίθενται οι φόροι και οι δασμοί. Ακολουθεί το μεικτό περιθώριο κέρδους της εταιρίας, μετά η χονδρική τιμή (χωρίς ΦΠΑ) και το μεικτό περιθώριο κέρδους του βενζινοπώλη. Στο άθροισμα που προκύπτει από αυτά τα στάδια, προστίθεται ο ΦΠΑ 18% και τελικά διαμορφώνεται η λιανική τιμή.

Το ύψος της τιμής των καυσίμων στη λιανική (πρατήριο) εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και όχι από τη διεθνή και τη διυλιστηριακή τιμή. Σήμερα, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλει η κυβέρνηση για κάθε λίτρο ανέρχεται:

  • για τη βενζίνη σούπερ στις 114 δραχμές
  • για την αμόλυβδη βενζίνη 98 δραχμές
  • για τη σούπερ αμόλυβδη 108 δραχμές
  • για το πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης 83 δραχμές.

Εκτός από τον ειδικό φόρο, προστίθεται και Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), ενώ αξιόλογη είναι η επιβάρυνση στην τιμή από τις Εταιρίες Εμπορίας και Διακίνησης Πετρελαιοειδών των οποίων το κέρδος μπορεί να ανέρχεται ακόμα και στις 30 δραχμές το λίτρο.

Από τα παραπάνω είναι ολοφάνερο, ότι τη μερίδα του λέοντος (δηλαδή περίπου το 50%) από την τιμή που πληρώνουν οι γιωταχήδες για να «φουλάρουν» τα ρεζερβουάρ των οχημάτων τους πηγαίνει στα ταμεία του κράτους με τη μορφή φόρων και δασμών. Να σημειωθεί ότι το ποσοστό των φόρων (εκτός ΦΠΑ) και των δασμών ορίζεται από την ΕΕ.

Το ποσά που αναφέρονται παραπάνω έχουν υπολογιστεί με βάση τις νόμιμες διαδικασίες, δηλαδή με το πόσο πρέπει να κερδίζει ο κάθε εμπλεκόμενος στο κύκλωμα διακίνισης των καυσίμων. Από εκεί και πέρα, όμως, στο κύκλωμα εισέρχεται και η ασυδοσία των εταιριών εμπορίας, που παραβιάζουν τα νόμιμα περιθώρια κέρδους. Σε ό,τι αφορά τους βενζινοπώλες, αυτοί μπορούν να πουλάνε σε όποια τιμή θέλουν, αφού οι τιμές είναι απελευθερωμένες. Το τι λέει η κυβέρνηση για τη συγκράτηση των τιμών από τα πρατήρια, για αυξημένες τιμές κλπ, είναι για... λαϊκή κατανάλωση. Η κυβέρνηση άλλωστε είναι υπέρ των απελευθερωμένων αγορών...

Τα ποσοστά της αύξησης

Οι τιμές των βενζινών σούπερ και αμόλυβδης μέσα σε 12 μήνες, (δεύτερο δεκαήμερο Σεπτέμβρη 1999 - 2000) έχουν αυξηθεί κατά 56,3 και 56 δραχμές το λίτρο αντίστοιχα, ενώ από 1/1/1999 μέχρι σήμερα, οι αυξήσεις ανέρχονται σε 88,3 και 88,8 δραχμές ανά λίτρο. Η αύξηση σε ποσοστό στις βενζίνες μέσα σε 12 μήνες είναι 25% περίπου, δηλαδή 10 φορές μεγαλύτερη από την αύξηση που πήρε για το 2000 ένας μισθωτός.

Οσον αφορά το πετρέλαιο κίνησης που σήμερα έχει φτάσει την τιμή της αμόλυβδης και πωλείται 262 δραχμές, έχει καταγράψει το τελευταίο μόνο δωδεκάμηνο μία αύξηση της τάξης των 82 δραχμών, δηλαδή αύξηση σε ποσοστό 45%! Σε ένα μήνα, που θα ξεκινήσει η χρήση του πετρελαίου θέρμανσης, με βάση τις σημερινές εκτιμήσεις θα πωλείται στις 180 περίπου δραχμές, δηλαδή 100 δραχμές ακριβότερα από πέρσι την ίδια περίοδο, ποσοστό αύξησης 125%! Οι παραπάνω συγκρίσεις βασίζονται στις ενδεικτικές τιμές που ανακοινώνει το υπουργείο Ανάπτυξης και αφορούν το Λεκανοπέδιο Αττικής και το Νομό Θεσσαλονίκης.

Οταν η κυβέρνηση παραπλανά

Τη στιγμή που σε πολλές χώρες έχουν αρχίσει κινητοποιήσεις με αίτημα τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης, η εδώ κυβέρνηση, με επικεφαλής την ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης αντί να εξετάσει το ζήτημα και να προκρίνει λύσεις, μπήκε στη διαδικασία να παραπλανήσει τον ελληνικό λαό. «Κακολογώντας» πρωτίστως τον ΟΠΕΚ που «αύξησε» τις τιμές του αργού πετρελαίου, τα 'βαλε στη συνέχεια με τους βενζινοπώλες ότι τάχα αυτοί φέρουν τις ευθύνες για τις αυξήσεις στα καύσιμα! Ετσι, υπό το πρίσμα αυτό, καλούσε τους καταναλωτές να ψάχνουν για φθηνά πρατήρια, ενώ επιστράτευσε και τις κατά τόπους Ενώσεις Καταναλωτών να ενημερώνουν το υπουργείο Ανάπτυξης και τους καταναλωτές ποια πρατήρια έχουν φθηνά καύσιμα!

Η άμεση κίνηση, την οποία επιβάλλεται να κάνει η κυβέρνηση, είναι να μειώσει αισθητά τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα. Με αυτόν μόνο τον τρόπο θα συγκρατηθούν οι τεχνητές αυξήσεις των υγρών καυσίμων, που, σημειωτέον, δεν προκύπτουν ευθέως από τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, αλλά από τις μεγάλες πολυεθνικές πετρελαϊκές επιχειρήσεις και από τις ενδοκαπιταλιστικές συγκρούσεις. Επίσης, μπορεί να μειώσει το ΦΠΑ από το υψηλότατο συντελεστή (18%) στον κανονικό (8%) ή ακόμα και να καταργήσει το ΦΠΑ στο πετρέλαιο θέρμανσης. Επίσης οι πρόσφατες πρωτοβουλίες (κατόπιν πιέσεως βέβαια) των Ελληνικών Πετρελαίων (ΕΛΠΕ) να απορροφήσουν κάποιο ποσοστό των αυξήσεων, έστω και προσωρινά, καταδεικνύει την αναγκαιότητα διατήρησης υπό δημόσιο έλεγχο των διυλιστηρίων των ΕΛΠΕ. Οταν ο έλεγχος των ΕΛΠΕ παραδοθεί πλήρως στο ιδιωτικό κεφάλαιο, θα είναι αδιανόητη οποιαδήποτε παρέμβαση για συγκράτηση - έστω και προσωρινά - των τιμών στα καύσιμα.

Τα «κροκοδείλια δάκρυα» του μεγάλου κεφαλαίου και των κυβερνήσεων που το υπηρετούν, ότι για τις πρωτοφανείς αυξήσεις ευθύνεται ο ΟΠΕΚ (το λεγόμενο καρτέλ του πετρελαίου) είναι ένα ψέμα, προκειμένου να παραμυθιαστούν οι λαοί και να «κακοδαιμονίζουν» τον ΟΠΕΚ και την ίδια στιγμή να αποκομίζουν τεράστια κέρδη. Οι χώρες του «καρτέλ» χαρακτηρίζονται «τριτοκοσμικές» και είναι άμεσα εξαρτημένες από ιμπεριαλιστικά κέντρα. Το πετρέλαιο των χωρών αυτών εξορύσσεται από τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρίες, κυρίως από τις αμερικανικές. Αυτές αποκλειστικά διαμορφώνουν τις τιμές του πετρελαίου, και στα πλαίσια του ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού, επιχειρούν να πλήξουν το ευρωπαϊκό κατά κύριο λόγο κεφάλαιο, το οποίο έχει τρόπους να διασφαλίσει ή και ακόμα να αυξήσει τα κέρδη του.

Οι επιπτώσεις στην οικονομία και τα λαϊκά στρώματα

Μόνο από τις ανατιμήσεις στα υγρά καύσιμα, οι γιωταχήδες ξοδεύουν περίπου 10.000 δραχμές το μήνα για βενζίνη, ενώ με τα πρώτα κρύα η δαπάνη για το φουλάρισμα της δεξαμενής πετρελαίου - άρα και τα κοινόχρηστα - θα διπλασιαστεί

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προσπαθεί με κάθε τρόπο να υποβαθμίσει τις αρνητικές συνέπειες που έχει και θα συνεχίσει να έχει στην ελληνική οικονομία η ξέφρενη κούρσα ανόδου των τιμών στα πετρέλαια και τις βενζίνες και η εξασθένηση του ευρώ (και της προσδεμένης σ' αυτό δραχμής) απέναντι στο δολάριο και το γιέν. Μέχρι στιγμής, έχουν γίνει αισθητές κυρίως οι ανατιμήσεις στις βενζίνες (σούπερ και αμόλυβδη) και το πετρέλαιο κίνησης από τους γιωταχήδες και τους οδηγούς ταξί, που - προς το παρόν - τις πληρώνουν περίπου ακριβότερα κατά 30% και 50% αντίστοιχα συγκριτικά με πέρσι το Σεπτέμβρη. Στις επόμενες μέρες, θα αρχίσουν να νιώθουν τη δεύτερη δόση των αρνητικών επιπτώσεων το σύνολο του ελληνικού λαού - και κυρίως τα πλατιά λαϊκά στρώματα με τα ισχνά εισοδήματα - όταν αρχίσουν τα πρώτα κρύα και ανάψουν τα καλοριφέρ. Και οι επιπτώσεις θα φανούν, όταν κληθούν να πληρώσουν για να φουλάρουν τη δεξαμενή με πετρέλαιο θέρμανσης στις μονοκατοικίες ή τα κοινόχρηστα στο διαχειριστή της πολυκατοικίας, που θα είναι φουσκωμένα, καθώς η τιμή του πετρελαίου εκτινάχτηκε στις 170 δραχμές το λίτρο από 80 δραχμές πέρσι!

Ανεξάρτητα λοιπόν από το τι λέει η κυβέρνηση και οι καθ' ύλην αρμόδιοι οικονομικοί υπουργοί, η αλήθεια είναι πως η εκρηκτική άνοδος των διεθνών τιμών πετρελαίου(η τιμή του ξεπέρασε τα 35 δολάρια το βαρέλι την περασμένη βδομάδα και οι ειδικοί εκτιμούν πως η τιμή του θα κινηθεί στην καλύτερη περίπτωση 30 δολάρια το βαρέλι και στη χειρότερη των περιπτώσεων θα εκτιναχτεί στα 40 δολάρια το βαρέλι) θα επηρεάσει αρνητικά και την ελληνική οικονομία και το βιοτικό επίπεδο των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Οι αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία γίνονται δυσμενέστερες από την υποτίμηση του ευρώ απέναντι στο δολάριο και το γιέν, καθώς η δραχμή ακολουθεί αναγκαστικά την πτωτική πορεία του ευρώ.

Οι σημαντικότερες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία, από τις τιμές των καυσίμων και την εξασθένηση ευρώ και δραχμής, θα εκδηλωθούν με:

  • Την αναζωπύρωση του πληθωρισμού, που ήδη είναι ορατή και έχει αρχίσει να γίνεται αισθητή με τις τσουχτερές ανατιμήσεις στα υγρά καύσιμα (βενζίνες και πετρέλαια) και σε διάφορα άλλα - κυρίως εισαγόμενα - εμπορεύματα και πρώτες ύλες από ΗΠΑ και Ιαπωνία. Αποτελεί δε κοινό μυστικό ότι έπεται και συνέχεια στο κύμα ακρίβειας, καθώς ελάχιστες μόνο από τις ανατιμήσεις που ήδη έχουν εμφανιστεί στο χονδρεμπόριο έχουν φτάσει στους καταναλωτές.
  • Τη διόγκωση σταελλείμματα του προϋπολογισμού και την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Με δεδομένο ότι περίπου το 50% του δημόσιου χρέους είναι σε δολάρια και γιέν, παράγοντες του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης υπολογίζουν ότι η ανατίμηση αυτών των δύο νομισμάτων κατά περίπου 20% από τις αρχές του έτους 2000, θα επιβαρύνει την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους (τόκοι και χρεολύσια) με πάνω από 100 δισ. δραχμές. Και επειδή η κυβέρνηση έχει αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις να διατηρήσει τα κρατικά ελλείμματα σε χαμηλά επίπεδα και παράλληλα να μειώνει σταθερά το δημόσιο χρέος, είναι βέβαιο πως θα επιχειρήσει να αντισταθμίσει τις αρνητικές επιπτώσεις από την υποτίμηση της δραχμής σε βάρος των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Και αυτό θα επιδιώξει να το κάνει είτε με την παραπέρα περικοπή των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, είτε ξεπουλώντας μεγαλύτερα πακέτα μετοχών δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών (ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΕΛΤΑ κλπ.) σε ιδιώτες, είτε σε συνδυασμό και των δύο.
  • Την κατακόρυφη άνοδο στα ελλείμματα του ισοζυγίου. Αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι η αυξημένη δαπάνη για εισαγωγές πετρελαιοειδών, καταναλωτικών αγαθών (που εισάγονται κυρίως από ΗΠΑ και Ιαπωνία), καθώς και οι ανατιμήσεις που προκάλεσε η άνοδος του «μαύρου χρυσού» σε ορισμένες εισαγόμενες πρώτες ύλες, θα έχουν ως συνέπεια τη διόγκωση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου γύρω στο 1 δισ. δολάρια. Το οφέλη για την Ελλάδα από την εξασθένηση της δραχμής (ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και άρα αύξηση των εξαγωγών) θα είναι μηδαμινά, καθώς η αξία των ελληνικών καλύπτει ποσοστό μικρότερο του 20% της δαπάνης για εισαγωγές.
Οι επιπτώσεις στα λαϊκά στρώματα

Οι πρώτες αρνητικές επιπτώσεις έγιναν ιδιαίτερα αισθητές από τους γιωταχήδες (που κάθε βδομάδα αγόραζαν ακριβότερα τις βενζίνες), τους κατόχους άλλων μέσων μεταφοράς (ταξί, φορτηγά, λεωφορεία, πλοία, αεροπλάνα), που επίσης δαπανούσαν και δαπανούν όλο και μεγαλύτερα ποσά για να προμηθευτούν υγρά καύσιμα για την κίνηση των οχημάτων τους και φυσικά από τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν στην παραγωγή πετρέλαιο. Με δεδομένο ότι από πέρσι το Σεπτέμβρη μέχρι σήμερα οι βενζίνες ακρίβυναν περίπου 30% ή περίπου 60 δραχμές το λίτρο, ένας γιωταχής (με μέση κυκλοφορία 2.000 χιλιόμετρα το μήνα και μέση κατανάλωση 8 λίτρα βενζίνη στα 100 χιλιόμετρα) πληρώνει επιπλέον τουλάχιστον ένα δεκαχίλιαρο το μήνα για βενζίνη.

Εκτός από τις άμεσες επιπτώσεις που είχε ή θα έχει στο πορτοφόλι των εργαζόμενων νοικοκυριών η ανοδική πορεία των διεθνών τιμών πετρελαίου, υπάρχουν και οι έμμεσες επιπτώσεις, μερικές από τις οποίες ήδη έχουν γίνει αισθητές, ενώ υπάρχουν και άλλες που έρχονται. Στις έμμεσες επιπτώσεις, που αναμένεται να κλιμακωθούν το επόμενο διάστημα και θα τις βιώσουν οι εργαζόμενοι με νέο κύμα ακρίβειας στην αγορά, περιλαμβάνονται:

  • Οι αυξήσεις στα κοινόχρηστα πολυκατοικιών και μονοκατοικιών , λόγω του ότι θα προμηθεύονται το πετρέλαιο θέρμανσης 90 δραχμές ακριβότερα το λίτρο (από 80 δραχμές που ήταν πέρσι το Σεπτέμβρη φέτος η τιμή του αγγίζει τις 170 δραχμές το λίτρο). Για παράδειγμα, αν πέρσι τους χειμερινούς μήνες ένα νοικοκυριό δαπανούσε για κοινόχρηστα (κάτοικοι πολυκατοικιών) 15.000 δραχμές το μήνα, φέτος το χειμώνα ίσως φτάσει στις 30.000 δραχμές, ενώ μεγαλύτερη θα είναι η δαπάνη που θα πληρώσουν για να ζεσταθούν οι κάτοικοι μονοκατοικιών.
  • Οι νέες αυξήσεις στις μεταφορές(κόμιστρα ταξί, φορτηγών λεωφορείων) που ήδη ζητούν οι εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών τους φορέων για να αντισταθμίσουν τις απώλειες από την άνοδο του πετρελαίου κίνησης, ενώ ακόμη είναι νωπές οι πρόσφατες τσουχτερές ανατιμήσεις στα εισιτήρια των αστικών και υπεραστικών συγκοινωνιών, την «Ολυμπιακή» κλπ.
  • Οι αυξήσεις των τιμών διαφόρων εμπορευμάτων, για την παραγωγή των οποίων στα εργοστάσια και άλλες επιχειρήσεις χρησιμοποιούν πετρέλαιο μαζούτ. Οι μεγαλοεπιχειρηματίες, αξιοποιώντας την ασυδοσία που τους εξασφαλίζει η απελευθερωμένη από ελέγχους αγορά και αρνούμενοι τη συρρίκνωση των κερδών τους, μετακύλησαν και συνεχίζουν να μετακυλίουν τις ανατιμήσεις των υγρών καυσίμων στις τιμές των αγαθών και υπηρεσιών, εν γνώσει τους ότι έτσι ρίχνουν «λάδι στη φωτιά του πληθωρισμού». Τις ανατιμήσεις αυτές που σύντομα θα κληθούν να τις πληρώσουν οι καταναλωτές στο λιανεμπόριο, θα καταγράψει και η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, παράγοντες της οποίας αναμένουν νέα αύξηση του πληθωρισμού το Σεπτέμβρη.
  • Η αύξηση των τιμών εισαγόμενων πρώτων υλών και εμπορευμάτων, λόγω του πετρελαίου, αλλά της υποτίμησης δραχμής και ευρώ, που ακόμη δεν έχουν περάσει στη λαϊκή κατανάλωση, θα εκδηλωθεί σύντομα προκαλώντας παράλληλα με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, πρόσθετες ανοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό.
  • Η αύξηση των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού για την κάλυψη των αυξημένων κονδυλίων που θα απαιτηθούν για τη θέρμανση και την κίνηση των οχημάτων των δημόσιων υπηρεσιών, θα επιχειρηθεί να αντισταθμιστεί με συμπίεση των κονδυλίων του κράτους που θα διατεθούν για μισθούς, συντάξεις και άλλους κοινωνικούς σκοπούς και άλλα αντιλαϊκά μέτρα, δεδομένου ότι η κυβέρνηση Σημίτη έχει δεσμευτεί στις Βρυξέλλες να διατηρήσει τα επιτεύγματα της πολιτικής που οδήγησαν τη χώρα στη λέσχη των πλουσίων της ΟΝΕ.

Η κυβέρνηση Σημίτη - όπως και οι άλλοι κυβερνήτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης που έχουν ταχθεί να υπηρετούν με ευλαβική συνέπεια τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών πολυεθνικών και των συνεταίρων τους - αρνείται το ενδεχόμενο να μειώσει τη φορολογία στα καύσιμα και περιορίστηκε να μοιράσει υποσχέσεις ότι θα επιδιώξει να συγκρατήσει την άνοδο των τιμών στα καύσιμα και τον πληθωρισμό με... ένταση των ελέγχων στην αγορά.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ:
Λάμπρος ΤΟΚΑΣ, Σταμάτης ΖΗΣΙΜΟΥ


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ