Με φόντο την ολόπλευρη όξυνση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού ΗΠΑ - Κίνας, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Αντ. Μπλίνκεν, έκανε λόγο για μια Κίνα «πιο επιθετική στο εξωτερικό» και «πιο καταπιεστική στο εσωτερικό».
Μιλώντας σε εκδήλωση του Πανεπιστημίου Στάνφορντ που συντόνιζε η προκάτοχός του Κοντολίζα Ράις, ο Μπλίνκεν περιέλαβε τη σχέση των δύο πλευρών στις «πιο προκλητικές» και «πιο σύνθετες», αναγνωρίζοντας βέβαια ότι τα τελευταία χρόνια «στο προσκήνιο και το επίκεντρό» της έχει βρεθεί ο ανταγωνισμός τους, αλλά και ισχυριζόμενος ότι η αμερικανική κυβέρνηση δεν πρέπει να παραιτηθεί από τη συνεργασία, αναφέροντας ως παράδειγμα τα ζητήματα της «κλιματικής αλλαγής» (γύρω από τα οποία βέβαια εκτυλίσσονται εντονότατοι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί).
Επιπλέον, ο Μπλίνκεν εστίασε στις εξελίξεις γύρω από την Ταϊβάν. Την ώρα που η Ουάσιγκτον κλιμακώνει τη στρατιωτική, οικονομική και πολιτική στήριξη της Ταϊβάν απέναντι στο Πεκίνο, όπως και τη δική της στρατιωτική παρουσία στην περιοχή, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ υποστήριξε ότι η Κίνα άλλαξε την προσέγγισή της στο θέμα και «αντί να επιμείνει στο "status quo" που δημιουργήθηκε με θετικό τρόπο, (έχει λάβει) μια θεμελιώδη απόφαση ότι το "status quo" δεν είναι πλέον αποδεκτό και το Πεκίνο είναι αποφασισμένο να επιδιώξει την επανένωση σε ένα πολύ πιο γρήγορο χρονοδιάγραμμα».
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «εάν δεν λειτουργήσουν τα ειρηνικά μέσα, τότε (οι Κινέζοι) θα χρησιμοποιήσουν καταναγκαστικά μέσα, και πιθανώς εάν τα μέσα καταναγκασμού δεν λειτουργήσουν, τότε ίσως εφαρμοστούν τα ισχυρά μέσα για την επίτευξη του στόχου τους. Αυτό είναι που διαταράσσει βαθιά το "status quo" και δημιουργεί τεράστιες εντάσεις».
Στο μεταξύ, ο Βρετανός ΥΠΕΞ, Τζ. Κλέβερλι, έκανε λόγο για «απολύτως απαράδεκτη» μεταχείριση, καταγγέλλοντας την αντίδραση από το προσωπικό του κινεζικού προξενείου στο Μάντσεστερ απέναντι σε διαδήλωση υπέρ της «δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ». Ο Κλέβερλι μίλησε για «ειρηνικές και νόμιμες» διαδηλώσεις και τόνισε ότι αυτές «διεξήχθησαν σε βρετανικό έδαφος».
Η βρετανική αστυνομία ανέφερε σε ανακοίνωσή της ότι «μια μικρή ομάδα ανδρών βγήκε από κτίριο και ένας άνδρας σύρθηκε στον χώρο του προξενείου και δέχθηκε επίθεση». Αναφέρεται ότι ο άνδρας χρειάστηκε να διακομιστεί στο νοσοκομείο. «Οταν δω τις λεπτομέρειες αυτής της έρευνας, θα αποφασίσω τι περισσότερο μπορεί να χρειαστεί να κάνουμε», ανέφερε ο Κλέβερλι.
Από την πλευρά της, η Κίνα υπέβαλε επίσημη διαμαρτυρία στη βρετανική κυβέρνηση, αφού πρώτα το βρετανικό ΥΠΕΞ είχε καλέσει τον Κινέζο επιτετραμμένο στο Λονδίνο για να διαμαρτυρηθεί. Το Πεκίνο υποστήριξε ότι «ανησυχητικά στοιχεία» μπήκαν παράνομα στην περιοχή του προξενείου και έθεσαν σε κίνδυνο την ασφάλειά του, προσθέτοντας ότι «οι διπλωματικοί θεσμοί οποιασδήποτε χώρας έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν την ειρήνη και τον σεβασμό των χώρων τους». Υποστήριξε μάλιστα πως ορισμένοι υπάλληλοι του προξενείου «τραυματίστηκαν».
Την ίδια στιγμή, ο εκπρόσωπος της ιαπωνικής κυβέρνησης, Χιροκάζου Ματσούνο, ανακοίνωσε ότι η χώρα του προχωρά σε νέες κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας, δεσμεύοντας πόρους που ανήκουν στη δικαιοδοσία της, οργανισμών ή/και προσώπων που ενέχονται στην ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων, επειδή «δεν μπορούμε να ανεχόμαστε τις επανειλημμένες προκλητικές ενέργειες της Βόρειας Κορέας, οι οποίες απειλούν την ειρήνη και την ασφάλεια στην Ιαπωνία και σε διεθνές επίπεδο».
Προχτές βράδυ (ώρα Ελλάδας), η Πιονγιάνγκ προχώρησε σε βολές πυροβολικού προς τα ανοιχτά των ακτών της χώρας. Σύμφωνα με το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμυνας της Νότιας Κορέας, έπεσαν περίπου 100 οβίδες προς τα ανοιχτά των δυτικών ακτών και άλλες 150 προς τα ανοιχτά των ανατολικών ακτών.
Η δε Νότια Κορέα τη Δευτέρα ξεκίνησε την ετήσια στρατιωτική άσκηση «Hoguk». Η άσκηση θα ολοκληρωθεί το Σάββατο και πραγματοποιείται λίγες μέρες μετά τα πρόσφατα, αναβαθμισμένα γυμνάσια με ΗΠΑ και Ιαπωνία.
Η «Χαμάς», που κυβερνά τη Λωρίδα της Γάζας, είχε στο παρελθόν στενές σχέσεις με τη συριακή κυβέρνηση, ωστόσο αυτές επιδεινώθηκαν μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Συρία το 2011, με τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στη χώρα να προκαλούν «ανακατατάξεις» στην περιοχή. Ο τότε επικεφαλής της «Χαμάς», Χάλεντ Μεσάλ, έφυγε από τη Δαμασκό το 2012 και εγκαταστάθηκε στο Κατάρ.
Στη χτεσινή συνάντηση, επικεφαλής της αντιπροσωπείας της «Χαμάς» ήταν ο υπεύθυνος αραβικών σχέσεων της οργάνωσης, Χαλίλ αλ Χάγια, ο οποίος μετά τις επαφές δήλωσε: «Θεωρούμε ότι αυτή η συνάντηση είναι ιστορική και αποτελεί μια νέα αφετηρία για κοινή παλαιστινιακή - συριακή δράση».
Πάντως, μέλη της παλαιστινιακής αντιπροσωπείας, που ολοκληρώνει την επίσκεψή της σήμερα, δήλωσαν ότι είναι ακόμη νωρίς να ανακοινωθεί πότε θα έχει ξανά μόνιμη έδρα εκπροσώπησης η «Χαμάς» στη Δαμασκό.
Σε κάθε περίπτωση, η εν λόγω συνάντηση «εξομάλυνσης» σχέσεων μετά από 10 χρόνια έρχεται μετά την υπογραφή της ενδοπαλαιστινιακής διακήρυξης συμφιλίωσης μεταξύ «Χαμάς», «Φατάχ» και άλλων παλαιστινιακών οργανώσεων, που υπογράφηκε στις 13 Οκτώβρη στο Αλγέρι.
Στο μεταξύ, συνεχίζονται οι συγκρούσεις που έχουν ξεσπάσει από τις 8/10 στη βόρεια Συρία, στα σύνορα με την Τουρκία, με αποτέλεσμα τον θάνατο αρκετών δεκάδων τζιχαντιστών και Σύρων φιλότουρκων μισθοφόρων του λεγόμενου «Ελεύθερου Συριακού Στρατού», αλλά και αμάχων.
Πληροφορίες του «Συριακού Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα», που εδρεύει στο Λονδίνο, αναφέρουν ότι στο διάστημα αυτό σκοτώθηκαν 48 τζιχαντιστές οργάνωσης - παρακλαδιού της «Αλ Κάιντα» (Hayat Tahrir al-Sham, HTS), μισθοφόροι του «Ελεύθερου Συριακού Στρατού» και περίπου 10 άμαχοι.
Οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται ότι παρέβησαν τους όρους της συμφωνίας που είχε πετύχει η Τουρκία, προβλέποντας την αποχώρηση των τζιχαντιστών από το Αφρίν και άλλες πόλεις προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για συγκρότηση μιας «ενιαίας» διοίκησης.
Σε κάθε περίπτωση, η ανάφλεξη των συγκρούσεων έδωσε αφορμή στον τουρκικό στρατό για ενίσχυση των θέσεών του και κλιμάκωση της «κινητικότητάς» του στην περιοχή. Αυτόπτες μάρτυρες είπαν χτες σε δημοσιογράφους ότι αναπτύχθηκαν τουρκικά τεθωρακισμένα γύρω από το Καφρ Τζάνα, μια δύσβατη περιοχή, την οποία κατέλαβε τη Δευτέρα η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), εκτοπίζοντας δύο αντίπαλες ομάδες αντικαθεστωτικών ενόπλων οι οποίες ωστόσο ανήκουν στον ίδιο συνασπισμό δυνάμεων που στηρίζεται από την Αγκυρα.
Η έκθεση για τον αντίκτυπο του βάρβαρου αποκλεισμού των ΗΠΑ κατά της Κούβας παρουσιάστηκε χθες στο διπλωματικό σώμα και στον Τύπο, από τον υπουργό Εξωτερικών της χώρας Μπρούνο Ροντρίγκες Παρίγια. Το ντοκουμέντο αυτό κάθε χρόνο, στα 60 χρόνια που διαρκεί το πλέγμα ποικιλόμορφων κυρώσεων, καταγράφει τη ζημιά για την κουβανική οικονομία και τον λαό της, που επιχειρείται να στραγγαλιστεί.
Η συγκεκριμένη έκθεση καταγράφει τη ζημιά που υπέστη η Κούβα από τον αποκλεισμό, που είναι εμπορικός, χρηματοπιστωτικός και εξωεδαφικός, δηλαδή επιβάλλει κυρώσεις και σε τρίτες χώρες, καθώς αν επιχειρήσουν να έχουν συναλλαγές με την Κούβα αποκλείονται από τις ΗΠΑ. Ο Κουβανός ΥΠΕΞ ανέφερε ότι το διάστημα της διακυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν διατηρήθηκαν και οι 240 επιπρόσθετες κυρώσεις που επιβλήθηκαν επί Τραμπ, παρότι υποσχόταν ότι θα τις έπαιρνε πίσω. Οπως τόνισε, πρόκειται για τη μεγαλύτερη ζημιά, 3,8 δισ. δολαρίων σε διάστημα 7 μηνών, και την πιο επιθετική πολιτική που έχει εφαρμοστεί ποτέ.
Ο αποκλεισμός, συνέχισε, είναι «μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα και κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί σοβαρά ότι δεν υπάρχει ή ότι είναι απλή πρόφαση. Είναι απτός, αγγίζει και βλάπτει κάθε κουβανική οικογένεια». Επεσήμανε ακόμα ότι η «πολιορκία» αυτή έχει προκαλέσει, μεταξύ άλλων δυσκολιών, παραβιάσεις συμβάσεων, απώλεια σχέσεων με χρηματοοικονομικές οντότητες που συνήθως συνεργάζονταν με κουβανικές οντότητες, χρέη, καθυστερήσεις στην αποστολή και λήψη κεφαλαίων και εμπορευμάτων. Γι' αυτό, κατέληξε, «λόγω του δηλωθέντος σκοπού του και του πολιτικού, νομικού και διοικητικού πλαισίου στο οποίο βασίζεται, μπορεί να χαρακτηριστεί πράξη γενοκτονίας, σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1948 για την Πρόληψη του Εγκλήματος της Γενοκτονίας».
Την ίδια ώρα, τη Δευτέρα έγινε γνωστή η πληροφορία ότι η αμερικανική υπηρεσία - παραμάγαζο της CIA, USAID, προτίθεται να προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια ύψους 2 εκατ. δολαρίων για την αποκατάσταση των πρόσφατων καταστροφών από τον κυκλώνα «Ιαν», για την οποία λέει ότι δεν θα πάει στο κράτος αλλά σε «ανεξάρτητες οργανώσεις». Απαντώντας, η κουβανική κυβέρνηση έκανε αποδεκτή και ευχαρίστησε για την υλική βοήθεια που μπορεί να διοχετευτεί στον Ερυθρό Σταυρό και στην Ερυθρά Ημισέληνο.
«Δέσμευση» για «τριπλό κλείδωμα» της αύξησης των συντάξεων τουλάχιστον στο ύψος του πληθωρισμού πήρε χτες το μεσημέρι στη Βουλή των Κοινοτήτων η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Λιζ Τρας. Ωστόσο, η ίδια αρνήθηκε να επαναλάβει την ίδια διαβεβαίωση για τα προνοιακά επιδόματα και την «εξωτερική» βοήθεια σε αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς φάνηκε να στρέφεται στη «λύση» της περικοπής των κρατικών δαπανών, μετά την ανατροπή του προηγούμενου σχεδίου οικονομικής πολιτικής που ανακοινώθηκε στις 23 Σεπτέμβρη, καταρρακώνοντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών προς την κυβέρνησή της.
Ενα ζήτημα ωστόσο προκύπτει από το γεγονός πως ο νέος υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Τρας, Τζέρεμι Χαντ, ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή πως δεν είναι σε θέση να δεσμευθεί για αύξηση των συντάξεων ανάλογα με το επίπεδο του πληθωρισμού τον Απρίλη όπως αναμενόταν.
Πάντως, χτες, μερικές ώρες πριν την ψηφοφορία στη Βουλή των Κοινοτήτων για τη χορήγηση αδειών γεωτρήσεων με τη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης, που είναι ιδιαιτέρως επιβλαβής στο περιβάλλον (fracking), η Τρας υποστήριξε πως η ψήφος σε αυτό το νομοσχέδιο συνιστά ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνησή της.
Τελικά χτες βράδυ το νομοσχέδιο για το fracking υπερψηφίστηκε, αφού εγκρίθηκε με 326 ψήφους υπέρ και 230 κατά.
Αργότερα χτες βράδυ ανακοινώθηκε και η «παραίτηση» της υπουργού Εσωτερικών Σουέλα Μπρέιβερμαν, μέσω μίας ιδιαιτέρως δηκτικής επιστολής, και η αντικατάστασή της από τον πρώην υπουργό Μεταφορών Γκραντ Σαπς. Το πρόσχημα για την «παραίτηση» της Μπρέιβερμαν ήταν η αποστολή μηνύματος αλληλογραφίας από προσωπικό της λογαριασμό και όχι τον υπουργικό. Αίσθηση προκάλεσε και μία τρίτη παραίτηση: Πρόκειται για την βουλευτή των Συντηρητικών, Γουέντι Μόρτον, που ήταν η αρμόδια για την τήρηση της κομματικής πειθαρχίας.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενεργήθηκε το Σαββατοκύριακο, το 53% των ερωτηθέντων δήλωσε στο ινστιτούτο Ipsos ότι η Τρας θα πρέπει να παραιτηθεί, με μόλις το 20% να εκφράζει αντίθετη άποψη.