Η διαφωνία με το νομοσχέδιο επί της αρχής ήταν στάχτη στα μάτια για την αποδοχή του συνόλου σχεδόν των άρθρων του
Ωστόσο, ο κοινοβουλευτικός της εκπρόσωπος Μανώλης Κεφαλογιάννης φρόντισε να διευκρινίσει ότι η αξιωματική αντιπολίτευση θα καταψηφίσει μόλις δυο από τα άρθρα (1 και 3) του νομοσχεδίου, δίνοντας το «πράσινο φως» για την ολοσχερή εφαρμογή του.
Ο εισηγητής της ΝΔ Χρήστος Σταϊκούρας υποστήριξε τοποθετούμενος για το νομοσχέδιο ότι η κυβέρνηση «αν τα μέτρα τα είχε πάρει νωρίτερα θα ήταν πιο ήπια και λιγότερο επώδυνα». Παραθέτοντας τις προτάσεις του κόμματός του, σημείωσε πως «προτείνουμε περαιτέρω αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καπνοβιομηχανοποιημένα προϊόντα, στην αλκοόλη και στα αλκοολούχα ποτά, μεγαλύτερη φορολόγηση των ειδών πολυτελείας, των πραγματικών ειδών πολυτελείας, ενίσχυση των μη φορολογικών εσόδων μέσω της αξιοποίησης της περιουσίας του δημοσίου, μεγαλύτερες περικοπές στα λειτουργικά έξοδα του κράτους, με περαιτέρω περικοπή της σπατάλης».
Επίσης ζήτησε νέο «πακέτο» ενισχύσεων προς τις επιχειρήσεις, λέγοντας ότι «προτείνουμε συγκεκριμένη δέσμη μέτρων για την τόνωση της αγοράς και την ανάπτυξη, μέτρα για τον επαναπατρισμό κεφαλαίων από το εξωτερικό», προσθέτοντας πως «τους δύο τομείς, όπου έχουμε εθνικά συγκριτικά πλεονεκτήματα, δηλαδή τον τουρισμό και τη ναυτιλία, η κυβέρνηση τους ξέχασε ή τους υπονόμευσε». Ο Χ. Σταικούρας κατέληξε λέγοντας ότι «οι οικονομίες που προτείνουμε εμείς είναι ίσες περίπου με τις περικοπές που απορρίπτουμε, αλλά οι δικές μας προτάσεις δεν δημιουργούν ασφυξία».
«Τρεισήμισι χιλιάδες άνθρωποι ήρθαν εδώ για να διαδηλώσουν για τα σκληρά, και πράγματι, βάναυσα εν πολλοίς μέτρα και εκατόν πενήντα χιλιάδες πήγαν να αγοράσουνε το DVD της Τζούλιας Αλεξανδράτου!».
Με φράσεις σαν αυτή επιχείρησε να απαξιώσει τους αγώνες του λαϊκού κινήματος, χτες στη Βουλή, ο πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ., Γ. Καρατζαφέρης, ενώ το κόμμα του ψήφισε «παρών» στο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, στηρίζοντας την κυβερνητική επιχειρηματολογία περί «πατριωτικού» χαρακτήρα των αντιλαϊκών μέτρων. Ο λόγος του δεν είναι ενδεικτικός μόνο του λαϊκισμού του κόμματός του, αλλά και του επιπέδου της αστικής δημοκρατίας και των θεσμών της, την οποία υπερασπίζεται το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα.
Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Γ. Καρατζαφέρης, «δύο τρόπους έχεις σήμερα να συμπεριφερθείς. Ο ένας είναι να υπονομεύσεις και να ναρκοθετήσεις την προσπάθεια που κάνει ο Παπανδρέου. Αυτός είναι σήμερα που καλείται να πάει να δώσει μία μάχη. Μάχη πάει να δώσει επάνω. Δεν πάει να παίξει μπιρίμπα με την Μέρκελ. Λοιπόν, τον παίχτη που στέλνω να αντιμετωπίσει τα πράγματα για την Ελλάδα τον θέλω ενδυναμωμένο ή τον θέλω γυμνό; Αυτή είναι η ουσία».
Παράλληλα, ο εισηγητής του κόμματος, Μ. Βορίδης, δήλωσε ότι «θα στηρίξουμε, το λέω σε γενική κατεύθυνση, τα μέτρα περιορισμού του κόστους του δημοσίου πλην της μειώσεως κατά 30% των δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων και του επιδόματος αδείας, γιατί θεωρούμε ότι αυτό είναι εξαιρετικά επαχθές και θα μπορούσε με αναπτυξιακές και άλλες πολιτικές να αποφευχθεί».
Σε αποπροσανατολιστική και άσφαιρη κριτική της ουσίας των αντιλαϊκών κυβερνητικών μέτρων, «εξαγνίζοντας» το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, επιδόθηκε χτες στη Βουλή ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, εγκαλώντας παράλληλα το ΠΑΣΟΚ για αθέτηση των προεκλογικών του υποσχέσεων.
Οπως χαρακτηριστικά σημείωσε για την τακτική του ΠΑΣΟΚ, «ο κόσμος καταλαβαίνει ότι αυτή η Ευρώπη δεν έχει μέλλον και εσείς επιλέγετε να ταυτιστείτε με την Ευρώπη των κερδοσκόπων ενάντια στην Ευρώπη των εργαζομένων. Δεν κάνατε καμία συμμαχία». Υποστήριξε ακόμα ότι «η αριστερά, όμως, δείχνει έναν άλλο δρόμο μιας άλλης ευρωπαϊκής προοπτικής, μιας Ευρώπης που θέλει άλλα θεμέλια, γιατί αυτό το μοντέλο έχει καταρρεύσει παταγωδώς. Και παίρνουμε και πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση».
Ο Α. Τσίπρας, ισχυρίστηκε παράλληλα, «αποδειχθήκατε απολύτως ερασιτέχνες για να διαχειριστείτε τις τύχες της χώρας και να υπερασπιστείτε τα συμφέροντα των Ελλήνων εργαζομένων» σημειώνοντας «πέσατε στην παγίδα που εσείς δημιουργήσατε για μικροκομματικά οφέλη, για να τα χρεώσετε στους προηγούμενους και για να δικαιολογήσετε την αδυναμία σας να εκπληρώσετε τις προεκλογικές σας υποσχέσεις».