ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 27 Μάρτη 2013
Σελ. /40
Το ΑΑΔΜ και η πάλη για το Σοσιαλισμό

Στις Θέσεις του 19ου Συνεδρίου απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στο Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο (ΑΑΔΜ) και δεν αποτιμάται η απόπειρα οικοδόμησής του κατά τα προηγούμενα χρόνια. Πρόκειται για μια σημαντική «παράλειψη», με δεδομένο ότι η συγκρότησή του αποτελούσε άμεσο καθήκον για το Κόμμα μας από το 15ο έως το 18ο Συνέδριο, καθοδηγώντας την καθημερινή μας δράση για χρόνια σε όλα τα πεδία. Η εγκατάλειψη του ΑΑΔΜ και η αντικατάστασή του από τη Λαϊκή Συμμαχία (ΛΣ), εκτός από το γεγονός ότι παρουσιάζεται με μη τεκμηριωμένο τρόπο στο κείμενο των Θέσεων, εγείρει ένα ζήτημα κομβικής σημασίας: αυτή η αλλαγή συνιστά ρήξη με την προγραμματική αντίληψη που χάραξε το 15ο Συνέδριο.

Σύμφωνα με το ισχύον Πρόγραμμα, η συγκέντρωση δυνάμεων για την επαναστατική αλλαγή προωθείται μέσω του ΑΑΔΜ. «Το ΑΑΔΜ πάλης εκφράζει αντικειμενικά μια ευρύτερη κοινωνική βάση, τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, που δέχεται τις συνέπειες από τη δράση των πολυεθνικών και από τη συμμετοχή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς» (σ. 28), «... στην αρχική του φάση ξεκινά σαν συσπείρωση κυρίως κοινωνικών δυνάμεων γύρω από αντιιμπεριαλιστικά αντιμονοπωλιακά αιτήματα και στόχους, από επιμέρους μέτωπα πάλης...» (σ. 29). Τα τελευταία περιγράφονται στο ισχύον Πρόγραμμα στα 11 σημεία που ορίζουν τις βασικές προγραμματικές κατευθύνσεις και στόχους πάλης, χωρίς κάποιο από αυτά να αποτελεί αντικαπιταλιστικό αίτημα. Συνεπώς, το μέτωπο ξεκινάει να οικοδομείται στη βάση ΑΑΔ στόχων και στην πορεία γίνεται αντικαπιταλιστικό, αφού «Στην πορεία της πάλης και στο βαθμό που βαθαίνει ο αντικαπιταλιστικός του χαρακτήρας, αποκτά τα χαρακτηριστικά ενός επαναστατικού λαϊκού μετώπου...» (σ. 30), προτάσσοντας δηλαδή το ζήτημα της διεκδίκησης της εξουσίας. Σε κάθε περίπτωση, η ΑΑΔ γραμμή συσπείρωσης δυνάμεων συνιστά ατραπό περάσματος για το σοσιαλισμό, χωρίς να συνεπάγεται την αναγκαστική συμφωνία με αυτόν, καθώς «Στις γραμμές του Μετώπου εντάσσονται δυνάμεις ανομοιογενείς, από άποψη κοινωνικής θέσης και ιδεολογικοπολιτικής στάσης. Αντανακλώνται διαφορετικές τάσεις, σε ό,τι αφορά την προοπτική και το σκοπό της αντιιμπεριαλιστικής, αντιμονοπωλιακής πάλης» (σ. 38).

Στον αντίποδα στο σχέδιο της ΚΕ το μέτωπο ορίζεται εν τη γενέσει του ως αντικαπιταλιστικό. Η Λαϊκή Συμμαχία «...έχει σαφή αντιμονοπωλιακό αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό...» και προβλέπει τη «...συσπείρωση των αντιμονοπωλιακών αντικαπιταλιστικών κοινωνικών δυνάμεων, με έκβαση του αγώνα προς την εργατική - λαϊκή εξουσία...» (Θ.62). Εν ολίγοις, η συσπείρωση δυνάμεων γίνεται πριν από όλα σε αντικαπιταλιστική βάση, δηλαδή προϋποθέτει συμφωνία με το σοσιαλισμό. Αυτή η γραμμή απεμπολεί τη δυνατότητα συσπείρωσης σε μέτωπα πάλης ΑΑΔ κατεύθυνσης, εφόσον αυτά δε χωράνε σε μια τέτοια αντικαπιταλιστική συμμαχία, και στενεύει το εύρος των υπό συσπείρωση κοινωνικών δυνάμεων. Πρακτικά, ο χαρακτήρας της Λ.Σ. μένει έωλος, καθώς πλανάται το ερώτημα αν μπορεί να υφίσταται μέτωπο με αυτούς τους όρους, πολύ περισσότερο δε από τη στιγμή που μόνο η εργατική τάξη αναγνωρίζεται ως αντικαπιταλιστική δύναμη από τη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία, εκτός και αν η εργατική τάξη καλείται να συμμαχήσει με τον εαυτό της, πράγμα παράδοξο. Επιπλέον, η Λ.Σ. δεν ορίζεται ως κοινωνικοπολιτική (Θ. 67), σε αντίθεση με το ΑΑΔΜ που αποτελούσε κοινωνικοπολιτικό μέτωπο, γεγονός που εκτός των άλλων αναθεωρεί τις προγραμματικές επεξεργασίες για τις δυνατότητες και τους όρους σύμπραξης πολιτικών συμμαχιών (Πρόγραμμα σ. 29-30, 39).

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, διερωτάται κανείς αν επιβεβαιώνουμε το ΝΑΡ και τις ποικίλες τροτσκιστικές ομάδες που χρόνια μας κατηγορούσαν ως ρεφορμιστές, οπορτουνιστές, επειδή παλεύαμε για τη συγκρότηση του ΑΑΔΜ, καθώς αυτό χαρακτηριζόταν ως στάδιο, και ότι μεταθέταμε έτσι το σοσιαλισμό στις καλένδες, αντί να χαράσσουμε σαφή αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.

Συνεπώς, είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι αλλάζει άρδην το πλαίσιο της στρατηγικής αντίληψης του Κόμματος από το 18ο Συνέδριο και μετά, γεγονός που βρίσκεται σε άμεση σύνδεση με την αναθεώρηση θεωρητικών επεξεργασιών μας τα τελευταία χρόνια, που αφορούν στη θέση της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, στη θεώρηση του ελληνικού καπιταλισμού και στις αναλύσεις μας για το ιμπεριαλιστικό σύστημα συνολικά. Δεν πρόκειται για εμπλουτισμό ή τροποποίηση που υπαγορεύεται από τις όποιες συνθήκες, αλλά για ολοκληρωτική ρήξη με το ισχύον Πρόγραμμα, και μάλιστα για μια εκ των υστέρων νομιμοποίηση μιας αντίληψης που ζυμώνεται επί χρόνια και διαπερνά την πολιτική γραμμή του Κόμματος, ιδιαίτερα από το 18ο Συνέδριο και εξής, κατά παράβαση των μέχρι τώρα προγραμματικών ντοκουμέντων και των καταστατικών αρχών λειτουργίας του Κόμματος, αφού δεν έχει μεσολαβήσει σε αυτό το διάστημα «θεσμοθετημένη» αλλαγή του προγράμματος.

Αυτό όμως που πρέπει να απασχολήσει περισσότερο από όλα αναφορικά με την αλλαγή της προγραμματικής μας αντίληψης, είναι το κατά πόσο η «νεότευκτη» γραμμή πάλης που ακολουθούμε προωθεί την υπόθεσή μας, το στρατηγικό μας στόχο, το σοσιαλισμό και κομμουνισμό. Σε αυτό έχει απαντήσει η ίδια η ζωή, καθώς η ορθότητα των υιοθετούμενων πολιτικών πρακτικών κρίνεται κάθε φορά στο πεδίο πάλης. Εν μέσω κρίσης, τα τελευταία χρόνια, σημειώνεται μείωση της επιρροής του Κόμματος, της ιδεολογικοπολιτικής του παρέμβασης και της απήχησης των θέσεων και της δράσης του στην ελληνική κοινωνία, γεγονός που μεταφράζεται σε δείκτες, όπως η άνευ προηγουμένου φθορά της εκλογικής του δύναμης μετά τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, οι απώλειες δυνάμεων σε συνδικάτα, σωματεία - με παράλληλη σοβαρή ενίσχυση των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ και των αριστεριστών - στο φοιτητικό, μαθητικό κίνημα, στην ανάπτυξη της κομματικής και ΚΝίτικης οικοδόμησης, στη διακίνηση του «Ριζοσπάστη», και των άλλων κομματικών εντύπων, συνολικά στη συρρίκνωση των προπαγανδιστικών μέσων του Κόμματος. Τα παραπάνω δεν μπορούν να εκτιμώνται και να αξιολογούνται μόνο στο έδαφος των αρνητικών συσχετισμών για το κίνημα, του αντικομμουνισμού, των όποιων επιμέρους αδυναμιών του Κόμματος, αλλά πρέπει να αποτιμώνται και στη βάση της ορθότητας ή όχι της πολιτικής μας γραμμής, κρίνοντας και εκ του αποτελέσματος. Η πολιτική γραμμή δεν αποτελεί θέσφατο για εμάς. Κρίνεται, αξιολογείται, προσαρμόζεται στις συνθήκες, απαιτεί τακτικούς ελιγμούς, ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καιρών με βασικό στόχο την προετοιμασία της συνείδησης του λαού από το Κόμμα μας, την πρωτοπορία, για την επίτευξη του τελικού στόχου μας, του σοσιαλισμού. Και η πολιτική γραμμή που ακολουθούμε τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές απαιτήσεις των καιρών, αλλά δυστυχώς οδηγεί το Κόμμα μας σε μια άνευ προηγουμένου περιχαράκωση και περιθωριοποίηση.

Το διακύβευμα είναι μεγάλο και η ιστορική ευθύνη που μας βαραίνει ακόμα μεγαλύτερη. Μπροστά στο 19ο Συνέδριο καθήκον μας είναι η υπεράσπιση της φυσιογνωμίας και του ρόλου του Κόμματός μας.


Χαρούλα Μούτσιου
ΚΟΒ Ανθούπολης, Περιστέρι

Κεντρικός στόχος η επαναστατική ανατροπή!

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο, το σχέδιο Προγράμματος, καθώς και το σχέδιο Καταστατικού, με βρίσκουν απόλυτα σύμφωνο ως προς το κύριο, δηλαδή ως προς την κατεύθυνσή τους, παρά τις κάποιες επιμέρους, δευτερεύουσας σημασίας, κατά την άποψή μου ελλείψεις τους.

Στον πρόλογο των Θέσεων αναφέρεται ότι η αναγκαιότητα σύγχρονης επεξεργασίας του Προγράμματος απορρέει από το γεγονός ότι στο μεταξύ κύλησε «αρκετό νερό στο αυλάκι». Η αναγκαιότητα όντως υπάρχει, άλλοι όμως είναι οι λόγοι που την επιβάλλουν. Το ισχύον Πρόγραμμα αποτελεί μια αντιδιαλεκτική συρραφή «ανάμεσα σε κομμουνιστικές, οπορτουνιστικές και σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις, οι οποίες, ελέω κομματικής κρίσης και μεθόδων επίλυσής της, συστεγάζονται στα ανώτατα καθοδηγητικά μας όργανα» όπως σημείωνα στον τότε προσυνεδριακό διάλογο. Η θέση για κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων που θα προέκυπτε με βάση το κοινοβούλιο και η οποία μάλιστα θα συνέβαλε στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας, έμπαζε απ' το παράθυρο τη θεωρία του σκαλοπατιού, ενώ οι στόχοι πάλης του ΑΑΔΜ (περιφερειακό σύστημα ασφάλειας, θεσμοί εργατικού και λαϊκού ελέγχου, υποστήριξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων, εκδημοκρατισμός της δημόσιας διοίκησης, των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας κ.λπ.) ήταν άλλες οπορτουνιστικού και άλλες σοσιαλδημοκρατικού χαρακτήρα, με εξαίρεση την αποδέσμευση απ' την ΕΕ, η οποία ωστόσο ήταν αποσυνδεμένη από την ανατροπή του καπιταλισμού. Αντίθετα, το προτεινόμενο Πρόγραμμα συνδέει την όλη διαδικασία, από τη συγκέντρωση δυνάμεων και τους στόχους πάλης της Λαϊκής Συμμαχίας, μέχρι την αποδέσμευση από την ΕΕ, με την επαναστατική ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, τη σοσιαλιστική επανάσταση δηλαδή, μέσα από μια κυριολεκτικά λενινιστική ανάλυση της σημερινής κατάστασης και όλου του προτσές ως την επίτευξή της, αλλά και μετά απ' αυτήν.

Μέσα από το πρίσμα αυτής της σύνδεσης πρέπει να εξετάζεται και το ζήτημα της φύσης και της μορφής των συμμαχιών. Ετσι, κατά την προεπαναστατική εποχή, κατά το διάστημα δηλαδή της δράσης μας μέσα στους κόλπους του καπιταλιστικού συστήματος με στόχο την ανατροπή του, δεν χωράει καμία πολιτική συμμαχία, αφού τα πολιτικά κόμματα μπορούν να χωριστούν σε δύο μόνο κατηγορίες, με βάση την ταξική τους τοποθέτηση: σ' αυτά που επιδιώκουν τη διαιώνιση του καπιταλισμού (νεοφιλελεύθερα, σοσιαλδημοκρατικά, οπορτουνιστικά κ.λπ.) και σ' αυτά που επιδιώκουν την ανατροπή του. Από δω απορρέει η απόλυτη αδυναμία πολιτικών συμμαχιών του Κομμουνιστικού Κόμματος καθ' όλο το διάστημα προετοιμασίας της επαναστατικής ανατροπής, αφού μόνο αυτό την έχει σαν στόχο. Ηταν, λοιπόν, λαθεμένη η επιδίωξη του ισχύοντος Προγράμματος για συμμαχία με πολιτικές δυνάμεις και λαθεμένη η επισήμανση της εισήγησης της ΚΕ στο 15ο Συνέδριο, στο σημείο Δ΄ του κεφαλαίου «Ορισμένα ζητήματα που τέθηκαν στην προσυνεδριακή συζήτηση», όπου ανέφερε ότι «οι σύντροφοι που εξέφρασαν επιφυλάξεις για την πολιτική συμμαχία έβλεπαν μονόπλευρα προς την κοινωνική συμμαχία, περιορίζοντας τη σημασία των ανακατατάξεων και των διεργασιών που θα ασκούσαν επίδραση και στο πολιτικό επίπεδο». Η ζωή απέδειξε ότι οι σύντροφοι αυτοί είχαν δίκιο και το σχέδιο Προγράμματος σωστά το αποδέχεται, επαναπροσδιορίζοντας τη φύση της συμμαχίας σε κοινωνική.

Το σχέδιο Προγράμματος κάνει μια πράγματι λενινιστική ανάλυση των προϋποθέσεων για την έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας, κύρια στη θέση 76 για την επαναστατική κατάσταση, η οποία, όπως σημειώνει ο Λένιν, αποτελεί τον βασικό νόμο της επανάστασης. Εδώ νομίζω πως πρέπει να λάβουμε υπ' όψη μας τα εξής: στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα, ήδη οι πάνω εν μέρει δεν μπορούν, πράγμα που προκύπτει, μεταξύ άλλων και από τα παρακάτω: Σε πλείστους τομείς η δημόσια διοίκηση δυσλειτουργεί όλο και περισσότερο. Ο εισπρακτικός μηχανισμός βρίσκεται σε κατάσταση παράλυσης, οι υπέρογκες αυξήσεις σε φόρους (π.χ. πετρέλαιο, ΦΠΑ εστίασης, ΕΕΤΗΔΕ κ.λπ.), σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση της κατανάλωσης και τον εκμηδενισμό της φοροδοτικής ικανότητας των λαϊκών μαζών, οδηγούν σε δραματική μείωση των κρατικών εσόδων, κομβικές δυνάμεις του κρατικού μηχανισμού αντιστέκονται, έστω συντεχνιακά (π.χ. δικαστές, αστυνομία κ.λπ.), η σημαντική μείωση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων με αντίστοιχη αύξηση του εργασιακού ωραρίου τους και του εργασιακού τους βίου, τους οδηγούν σε σημαντικά μειωμένη παραγωγικότητα, υποβαθμίζοντας έτσι την αποδοτικότητα του κρατικού μηχανισμού, ο οποίος, με τα λαμβανόμενα σχετικά μέτρα, μειώνεται συνεχώς σημαντικά από αριθμητική άποψη, κ.λπ. Επίσης, ήδη οι κάτω εν μέρει δεν θέλουν, παρά το γεγονός ότι δεν μπορούν ακόμα να διακρίνουν τη διέξοδο ή τη βλέπουν σε λαθεμένη κατεύθυνση. Αυτή η συνοπτικά περιγραφείσα κατάσταση, την οποία εξ άλλου όλοι τη διαπιστώνουμε καθημερινά, σε συνδυασμό με την ωρίμανση των αντικειμενικών συνθηκών, νομίζω πως μπορεί να χαρακτηρισθεί ως προεπαναστατική, αφού η συνεχής όξυνσή της θα οδηγήσει νομοτελειακά σε επαναστατική κατάσταση.

Δεδομένου ότι δεν μπορεί κανείς εκ των προτέρων να προσδιορίσει τη χρονική στιγμή, κατά την οποία «χτες θα ήταν νωρίς, ενώ αύριο θα είναι αργά», το κύριο καθήκον που πρέπει να μπει μπροστά σε ολόκληρο το Κόμμα, είναι η καθημερινή, εντατική και μεθοδευμένη προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα, ώστε να καταστεί ικανός να διεξαγάγει την επαναστατική ανατροπή, όταν αυτή η χρονική στιγμή θα ταυτισθεί με το παρόν. Να δουλεύουμε δηλαδή με ρυθμούς τέτοιους, σαν να πρόκειται η επανάσταση να ξεκινήσει αύριο το πρωί.

Αν δεχτούμε ότι δύο είναι οι αναγκαίες υποκειμενικές συνθήκες για την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, η ύπαρξη δηλαδή επαναστατικής θεωρίας και η ύπαρξη επαναστατικού κόμματος νέου τύπου που να καθοδηγείται απ' αυτήν και να δρα με βάση αυτήν, πρέπει επίσης να δεχθούμε ότι τη μεν πρώτη, η οποία έτσι κι αλλιώς υπάρχει εδώ και πάνω από 150 χρόνια και την οποία οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο δείχνουν ότι σήμερα πλέον, μετά από πολλές δεκαετίες, την προσαρμόζουμε δημιουργικά στην ελληνική πραγματικότητα, όσον αφορά όμως τη δεύτερη, έχουμε μπροστά μας την αναγκαιότητα εφαρμογής συγκεκριμένου σχεδίου μετατροπής των εν πολλοίς χαλαρών κομματικών οργανώσεων σε επαναστατικά κύτταρα συσπείρωσης και επαναστατικοποίησης της εργατικής τάξης. Στην κατεύθυνση αυτή, ένα πρώτο βήμα είναι το προτεινόμενο Καταστατικό. Επειδή, όμως, δεν αρκούν οι γραφές, νομίζω πως το Συνέδριο πρέπει να αποφασίσει άμεση σύγκληση Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης για τη λειτουργία και τη δράση του Κόμματος σε συνδυασμό με την κομματική οικοδόμηση, η οποία θα εκπονήσει συγκεκριμένο πλάνο επαναστατικής ανασυγκρότησης των κομματικών οργανώσεων, στην κατεύθυνση της μετατροπής τους σε επαναστατικά στρατηγεία στο χώρο τους, ικανά να συσπειρώσουν γύρω τους την εργατική τάξη, δημιουργώντας τον επαναστατικό στρατό της σοσιαλιστικής επανάστασης, μέσα από τη δράση τους για τη συγκρότηση της κοινωνικής Λαϊκής Συμμαχίας.


Χρυσόστομος Χρηστίδης
ΚΟΒ Λογιστών της Αχτίδας Βιομηχανικών ζωνών και Κλάδωντης ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας

Για την πολιτική συμμαχιών και τη γραμμή συσπείρωσης

Οπως σωστά αναφέρεται στη Θέση 75, η δράση μας σε μη επαναστατική κατάσταση (δηλαδή σήμερα, στον καπιταλισμό) στοχεύει στη «συσπείρωση της μεγάλης πλειοψηφίας της εργατικής τάξης με το ΚΚΕ, αποφασισμένης για την επανάσταση» και στη «συμμαχία της εργατικής τάξης με τα καταπιεζόμενα στον καπιταλισμό λαϊκά στρώματα».

Σήμερα είναι προφανές ότι απέχουμε πάρα πολύ από κάτι τέτοιο. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς θα καλύψουμε αυτήν την απόσταση, πώς θα συσπειρώσουμε ευρύτερες δυνάμεις που σήμερα δε συμφωνούν (ή δε συμφωνούν απόλυτα) μαζί μας, αλλά που έχουν αντικειμενικά συμφέρον από την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας.

Η απάντηση για ένα ΚΚ βρίσκεται στην πολιτική συμμαχιών που επιδιώκει να οικοδομήσει. Με βάση τις Θέσεις αυτό γίνεται με τη «Λαϊκή Συμμαχία». Ποια είναι η γραμμή συσπείρωσης της «Λαϊκής Συμμαχίας», για τι θα καλέσει τον κόσμο που δεν είναι ΚΚΕ, να παλέψει;

Οπως ξεκάθαρα αναφέρεται στις Θέσεις, η Λαϊκή Συμμαχία μεταξύ άλλων «υιοθετεί την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, όλων των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό, τον εργατικό - κοινωνικό έλεγχο», είναι «κατά της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας» και «η πάλη της κατευθύνεται στην κατάκτηση της εργατικής λαϊκής εξουσίας».

Αυτός είναι ο ορισμός και η ουσία αυτού που εμείς εννοούμε όταν λέμε «δικτατορία του προλεταριάτου» ή «σοσιαλισμό» και αντικειμενικά, μπαίνει σαν προϋπόθεση για να παλέψει κάποιος μέσα από τις γραμμές της «Λαϊκής Συμμαχίας».

Πού είναι το πρόβλημα, θα πει κανείς; Αυτά δε λέμε και σαν ΚΚΕ;

Το πρόβλημα είναι το εξής: Μεγάλες μάζες εργατικών και μικροαστικών στρωμάτων που θίγονται από τον καπιταλισμό (ειδικά λόγω κρίσης και δυσκολιών της αστικής τάξης στο οικονομικό πεδίο και στις συμμαχίες της), μας ακούνε και συμφωνούν μέχρι ένα σημείο με αυτά που τους λέμε, σε ένα βαθμό συνειδητοποιούν ότι τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν, δεν έχουν όμως πειστεί για το ζήτημα της εξουσίας. Η μικροαστική ιδεολογία είναι έντονη σε αυτά τα στρώματα, άρα αντικειμενικά παλαντζάρουν ιδεολογικά μεταξύ εργατικής και αστικής τάξης και είναι βουλησιαρχικό το να προβλέπουμε ότι μικροαστικά στρώματα από μόνα τους θα συμφωνήσουν «στον αντικαπιταλιστικό αγώνα με κατεύθυνση τη λαϊκή εξουσία» (Θέση 66).

Ζητούμενο είναι το πώς θα απομακρύνουμε αυτόν τον κόσμο από τις συμμαχίες της αστικής τάξης, πώς θα τον τραβήξουμε στη συμμαχία της εργατικής τάξης, στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού.

Ο τρόπος κατά τη γνώμη μου για να πειστούν ανώριμες πολιτικά μάζες ότι η λύση για τα προβλήματά τους έγκειται στην αλλαγή στο επίπεδο της εξουσίας, είναι αρχικά η κοινή δράση, να πατήσουμε πάνω σε προβλήματα που τους θίγουν άμεσα, να δείξουμε τον ένοχο και να τους συσπειρώσουμε σε στόχους και αιτήματα που αμφισβητούν την υπάρχουσα κατάσταση και φέρνουν τον τελικό σκοπό πιο κοντά. Να καταλάβουν κάτω από την παρέμβασή μας αλλά και από την ίδια τους την αγωνιστική πείρα στην πορεία της ταξικής πάλης ότι είναι απαραίτητη η αλλαγή κοινωνικοοικονομικού συστήματος.

Το ΑΑΔΜ, για παράδειγμα, συσπείρωνε σε αντιμονοπωλιακούς αντιιμπεριαλιστικούς στόχους. Αυτό φυσικά δεν υπονοούσε ότι υπάρχει ενδιάμεσο στάδιο εξουσίας μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού, που αντιστοιχεί σε αυτή τη γραμμή συσπείρωσης! Εμείς ξέρουμε ότι δεν υπάρχει τέτοιο στάδιο και ότι η ταξική πάλη οδηγεί αναγκαστικά στη δικτατορία του προλεταριάτου. Ο κόσμος που απευθυνόμαστε όμως δεν το έχει λυμένο.

Δηλαδή, θα πει κάποιος, δε θα μιλήσουμε για την εξουσία;

Φυσικά και θα μιλήσουμε. Παράλληλα και ταυτόχρονα, σαν ΚΚΕ θα προσπαθούμε να βαθύνουμε τους δεσμούς μας με τον κόσμο, ζυμώνοντας τις επεξεργασμένες θέσεις μας για το σοσιαλισμό. Κάποιους θα τους κερδίζουμε ακόμα παραπέρα. Αλλά το ζήτημα της εξουσίας δεν μπορεί να μπαίνει σαν προϋπόθεση στη συμμαχία που θέλουμε να οικοδομήσουμε, γιατί ένα μεγάλο κομμάτι εργαζομένων δεν θα έρθει καν κοντά μας για να μας ακούσει.

Τα παραπάνω δεν συνιστούν έκπτωση από τις θέσεις μας ούτε προσπάθεια κοροϊδίας απέναντι στα λαϊκά στρώματα, άλλωστε ο κόσμος ξέρει ποιοι είμαστε και τι πρεσβεύουμε. Συνιστούν προσπάθεια συμμαχίας. Και η συμμαχία εξ ορισμού σημαίνει υποχώρηση, συμβιβασμό. Αλλωστε, για αυτούς που ήδη συμφωνούν, δε χρειάζεται συμμαχία... Το ζητούμενο είναι να βρούμε ποιες είναι αυτές οι υποχωρήσεις, που τελικά θα βοηθήσουν στη συσπείρωση δυνάμεων για τον τελικό σκοπό. Αυτό μπορεί να ακούγεται απλό, αλλά στην πράξη είναι πράγματι πολύ δύσκολο.

Οπως και να 'χει όμως, η τακτική, η γραμμή συσπείρωσης και κατ' επέκταση τα συνθήματα, υπηρετούν το στρατηγικό στόχο, δεν ταυτίζονται με αυτόν. Ούτε θέσφατα είναι, ούτε στατικά. Οφείλουμε να τα μεταβάλλουμε κατά περίπτωση. Πρέπει να είμαστε ευέλικτοι, με πυξίδα πάντα το στρατηγικό μας στόχο. Δεν είναι σωστό να προδικάζουμε μελλοντικές καταστάσεις με βάση τη σημερινή τάξη πραγμάτων.

Ο τρόπος σύνδεσης της καθημερινής πάλης με τη στρατηγική κρίνεται και εκ του αποτελέσματος. Με αυτό το κριτήριο, μέχρι τώρα, οι επιλογές μας δε φαίνεται να δικαιώνονται. Μακάρι να ρίχναμε το σύνθημα για «δικτατορία του προλεταριάτου» και να συσπειρώναμε κοινωνικές δυνάμεις στο δρόμο για την επανάσταση. Δεν γίνεται έτσι όμως...

Κάτι τελευταίο. Το αν το ΚΚΕ πρέπει να παλεύει για τη διαχείριση του καπιταλισμού ή για την ανατροπή του, κρίθηκε το 1991. Σήμερα, 22 χρόνια μετά, το ότι δε θα συμμετέχουμε σε μια αστική κυβέρνηση ή σε μια κυβέρνηση διαχείρισης του καπιταλισμού και της κρίσης του, όπως πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ το Μάη του 2012, είναι δεδομένο. Δεν έχει νόημα να δίνουμε συγχαρητήρια στον εαυτό μας που δεν κατάφεραν να μας ενσωματώσουν! Αντίθετα, πατώντας πάνω στα εδώ και δεκαετίες αυτονόητα, πρέπει να προβληματιστούμε για το πώς θα πείσουμε περισσότερο κόσμο σε αυτήν την κατεύθυνση. Επιτυχία, λοιπόν, για το ΚΚΕ είναι, κρατώντας τις θέσεις του, να φέρει περισσότερους εργαζόμενους πιο κοντά σε αυτές και στον αγώνα, να γίνει πιο μαζικό.

Από τις ανατροπές και μετά, το ΚΚΕ, σε αντίθεση με πολλά ΚΚ, στάθηκε στο ύψος της ιστορικής του αποστολής. Αυτό πράγματι είναι το κύριο, η αναγκαία συνθήκη. Από μόνη της όμως δεν είναι και ικανή. Αντικειμενικά ο πήχης μπαίνει πιο ψηλά. Μπορούμε, όμως, με όπλο το διαλεκτικό υλισμό, με το δίκιο της εργατικής τάξης, κρατώντας τις καλύτερες παραδόσεις της Ιστορίας μας και πάντα σε επαφή με το λαό να καταφέρουμε να πάμε την Ιστορία, ένα βήμα παραπέρα.


Ξενοφώντας Φλώρος
ΚΟΒ Φάρου Νέας Σμύρνης

Αποφασιστικά μπροστά χωρίς ταλαντεύσεις

Γενικά είμαι σύμφωνος με τις Θέσεις της ΚΕ. Ιδιαίτερα με το σχέδιο Προγράμματος. Θεωρώ ότι σήμερα το Κόμμα μας σε συνέχεια των επεξεργασιών του, κύρια με τις εκτιμήσεις και τα συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, αντιστοιχεί το Πρόγραμμά του με το στρατηγικό του σκοπό. Ολοκληρώνει τη διαμόρφωση της επαναστατικής φυσιογνωμίας, που πρέπει να έχει ένα πραγματικά ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ. ΚΟΜΜΑ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΟ - ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΟ, που δε θα κρύβει ότι όλη η δράση του υποτάσσεται σ' έναν και μοναδικό στόχο. Στην ανατροπή του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος, του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του Σοσιαλισμού.

Κατά τη γνώμη μου, η διατύπωση στις Θέσεις για το χτίσιμο της Λαϊκής Συμμαχίας, «η πάλη της οποίας κατευθύνεται στην κατάκτηση της εργατικής λαϊκής εξουσίας», εξαλείφει ασάφειες και περιορίζει επιλεκτικές προσεγγίσεις. Βοηθάει στην αποφυγή παρανοήσεων, που δημιουργούσε το ΑΑΔΜ, το οποίο ορισμένοι, χωρίς να το λένε ανοιχτά, εκλάμβαναν σαν ξεχωριστό στάδιο. Δεν είναι τυχαίο ότι «θρηνούν» κάποιοι για το «χαμό του Κόμματος» επειδή εγκαταλείπει το ΑΑΔΜ, γιατί ήταν «η καρδιά» του Προγράμματος. Αλλος πάλι εγκαλεί την ΚΕ, γιατί «εγκατέλειψε ολοκληρωτικά το πρόγραμμα» (!!!) Γιατί, λέει, «εγκαταλείφθηκε η οικοδόμηση του ΑΑΔΜ». Για να γίνει πιο πειστικός μάλιστα ρίχνει και το «επαναστατικό», ότι στις εκλογές του Ιούνη «αν προβάλλαμε το αίτημα για αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κυβέρνηση... ίσως γινόμασταν ρυθμιστές των εξελίξεων». Δηλαδή, ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Τι άλλο σημαίνει ρυθμιστής των εξελίξεων αν όχι συμμέτοχος στη διαχείριση του συστήματος. Φαίνεται πως με τα σχεδόν πανομοιότυπα γραπτά τους ορισμένοι, επιδιώκουν, να παίξουν το ρόλο της εσωτερικής (δεξιάς) αντιπολίτευσης. Ταμπουρωμένοι πίσω από την κατάργηση του ΑΑΔΜ, εξαπολύουν μια κινδυνολογική επίθεση, σε μια εναγώνια προσπάθεια να πισωγυρίσουν το Κόμμα στη λογική των σταδίων και των μεταρρυθμιστικών λογικών, παρότι δεν το ομολογούν ανοικτά. Επειδή κάποιοι επικαλούνται επιλεκτικά τσιτάτα από τον «Αριστερισμό» του Λένιν πρέπει να ξέρουν ότι ολόκληρο το θεωρητικό έργο του, το διαπερνά η οξύτατη πολεμική του ενάντια στον οπορτουνισμό (κύρια δεξιό), πράγμα που δεν απασχολεί τους «οπαδούς» του ΑΑΔΜ. Επίσης, δεν τους απασχολεί το πώς θα βελτιώσει το Κόμμα τη δράση του για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, για τη συσπείρωση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης με το ΚΚΕ. Το στρατηγικό μας στόχο, μας λένε, ας τον έχουμε. Αλλά όχι και να υποκαθιστά την ταχτική μας (!!!) Ας τον έχουμε λοιπόν στο εικονοστάσι.

Η άποψη που λέει ότι μ' αυτό το Πρόγραμμα το Κόμμα «στενεύει, απομονώνεται από τις πλατιές μάζες, θα αποδυναμωθεί κ.λπ.» κρύβει στην ουσία «τα απομεινάρια» των λεγκαλιστικών αυταπατών, που ταλαιπώρησαν το Κόμμα στο παρελθόν. Εχτιζαν σκαλοπάτια ακόμη και τείχη εμποδίζοντας το Κόμμα να έχει σταθερή πυξίδα στην καθημερινή δράση τη στρατηγική του και τον τελικό του σκοπό. Για να αποκτήσει η Εργατική Τάξη συνείδηση της δύναμης και του ρόλου της. Για να βρει το δρόμο που οδηγεί στην δική της εξουσία, που περνά μέσα από την επαναστατική ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων, των καπιταλιστών.

Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι: Πώς θα κερδίσουμε την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, κύρια τη νέα βάρδιά της;

Φτάνουν οι καλές μας αναλύσεις, οι εύστοχες προβλέψεις μας, η σωστή πολιτική και στρατηγική μας; Αρκεί η συχνά ηρωική δουλειά των μελών και στελεχών του Κόμματος; Σαφέστατα όχι λέει τόσο η πείρα μας, όσο και τα αποτελέσματα.

Τα μέλη και τα στελέχη είναι το κεφάλαιο του Κόμματος. Αξιοποιούμε, αποτελεσματικά αυτό το πανάκριβο κεφάλαιο; Οχι σ. Μιλάμε για δείκτες, για αριθμούς, αδύναμα ασχολούμαστε με τα μέλη και τα στελέχη μας. Χρειάζεται να πλουτίσουμε τη ζωή των Οργανώσεων. Να νιώθει χαρά και υπερηφάνεια ο σ. πηγαίνοντας στη συνεδρίαση. Να μαθαίνει, να εμπνέεται, να ανεβάζει την αυτοπεποίθησή του σαν κομμουνιστής. Ναι σ., το ζητούμενο είναι πώς βοηθάμε τα μέλη και τα στελέχη να δίνουν τη μάχη αποτελεσματικά, πειστικά.

Σήμερα, το Κόμμα χρειάζεται μαχητές, επαναστάτες που να εμπνέουν, να ξεσηκώνουν τους εργάτες. Θέλει κομμουνιστές που να πείθουν με τη συγκρότησή τους, με τη δράση τους, αλλά και την αψεγάδιαστη στάση τους. Αυτοί οι μαχητές δε γεννιούνται ούτε γίνονται από μόνοι τους. Ας γίνει μέλημα όλου του Κόμματος η διαμόρφωση τέτοιων μαχητών - επαναστατών που θα εμπιστεύονται οι εργάτες, οι νέοι, ο εργαζόμενος λαός. Πρέπει να αποκτήσει καινούργιο περιεχόμενο η ιδεολογική δουλειά, κύρια η εσωκομματική.

Αρκεί: α. Να γίνει υπόθεση όλων των οργάνων από το ΠΓ, την ΚΕ ως το Γραφείο και τη ΓΣ της ΚΟΒ.

β. Οι βοηθητικές επιτροπές και τα τμήματα της ΚΕ στην κυριολεξία πρέπει να παράγουν έργο και μάλιστα μετρήσιμο. Ιδιαίτερα η Ιδεολογική Επιτροπή, τα τμήματα Οικονομίας, Παιδείας, Πολιτισμού.

γ. Μέτρο, κριτήριο της δουλειάς τους: Πόσο συγκεκριμένα, βοηθούν στον εξοπλισμό των κομματικών μελών και στελεχών, στην ιδεολογική θωράκιση, στο ατσάλωμα των κομμουνιστών.

Εχουμε όπλα, τα οποία σε μεγάλο βαθμό είναι αναξιοποίητα.

Η επιστημονική - επαναστατική θεωρεία μας, ιδιαίτερα σήμερα η Μαρξιστική Πολιτική Οικονομία.

Για να αντιμετωπίσουμε την επίθεση των αντιπάλων μας αστών και οπορτουνιστών πρέπει να τους αντιπαλέψουμε με τα δικά μας όπλα. Δηλαδή, με τη δική μας θεωρία, της οποίας βασικές πλευρές χρειάζεται να γνωρίζουμε όχι εγκυκλοπαιδικά αλλά για την καθημερινή δουλειά και διαφώτιση των εργαζομένων. Δε χρειάζονται ούτε άρθρα - σεντόνια ούτε πολυσέλιδες αναλύσεις. Χρειάζεται να απαντάμε απλά και ταυτόχρονα επιστημονικά σε ερωτήματα όπως: Γιατί ο εργάτης είναι ο παραγωγός του πλούτου και όχι ο κεφαλαιοκράτης; Ποια η σχέση οικονομίας και πολιτικής στον καπιταλισμό; Ναι σ. χρειαζόμαστε άμεσα μαθήματα πολιτικής οικονομίας. Χωρίς τις πιο βασικές γνώσεις της, σήμερα η δράση μας θα είναι κουτσή, αναποτελεσματική. Αυτή αποκαλύπτει ότι η εξαθλίωση της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων δεν εξαρτάται ούτε από υπερφυσικές αιτίες, ούτε από την αυθαιρεσία μεμονωμένων κεφαλαιοκρατών ή τη μη εντιμότητα του πολιτικού τους προσωπικού, αλλά από το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.

Οι κατακτήσεις του σοσιαλισμού, κύρια στην ΕΣΣΔ.

Νομίζω ότι κάτω από το βάρος της επίθεσης αστών και οπορτουνιστών, ελάχιστα αναδεικνύουμε τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού. Η στάση μας είναι αμυντική, απολογητική και αυτό είναι τεράστιο λάθος. Αντίθετα, επιβάλλεται η ανάδειξη, η προβολή και η αξιοποίηση των κατακτήσεων της Εργατικής Τάξης στο σοσιαλισμό, σε αντίθεση με τα όσα βιώνει σήμερα ο εργαζόμενος και ο νέος της πατρίδας μας.

Την επαναστατική στρατηγική μας, την οποία είμαι βέβαιος θα επιβεβαιώσει το 19ο Συνέδριο. Χρειάζεται, παρότι έχουν γίνει σοβαρά βήματα, πιο αποφασιστικά να δουλέψουμε και να προβάλλουμε την εναλλακτική μας πρόταση για άλλη εξουσία, για άλλη κοινωνία. Οι επεξεργασίες μας πρέπει αφ' ενός να στοχεύουν στην αφομοίωση από τα κομματικά μέλη και τα στελέχη του στρατηγικού μας σκοπού, άρα και του τρόπου και της πορείας για να φτάσουμε σ' αυτόν. Αφ' ετέρου να γίνουν κτήμα της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και της νέας γενιάς.


Παναγιώτης Κριεμπάρδης
Κόρινθος



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ