ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Ιούλη 2005
Σελ. /32
Αμερικανοευρωπαϊκός εκβιασμός

Οι συνέπειες από την ανατίμηση του κινέζικου νομίσματος. Το παρασκήνιο των εξελίξεων και οι ανταγωνισμοί

Γρηγοριάδης Κώστας

Η ανακοίνωση της Κεντρικής Τράπεζας της Κίνας, στις 21 Ιούλη, για την ανατίμηση του γουάν έναντι του δολαρίου κατά 2,1%, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Αντιθέτως, όλοι εκτιμούσαν ότι ήταν θέμα χρόνου να «ξεκλειδώσει» το κινέζικο νόμισμα από το δολάριο, μετά από μια δεκαετία σταθερής ισοτιμίας (8,28 γουάν ανά δολάριο). Μετά την ανατίμηση, η ισοτιμία μεταβλήθηκε σε 8,11 γουάν ανά δολάριο.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ ασκούσε αφόρητες πιέσεις στην κυβέρνηση της Κίνας για ανατίμηση της τάξης του 10%. Ο «εμπορικός πόλεμος» ΗΠΑ - Κίνας πήρε μεγάλες διαστάσεις καθώς το φθηνό γουάν ήταν το όχημα για να κατακλυστεί η αμερικανική αγορά από κινέζικα προϊόντα. Το ίδιο φυσικά συνέβη και με τις αγορές της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το αμερικανικό έλλειμμα στο εμπόριο με την Κίνα έφθασε το 2004 στο ύψος ρεκόρ των 162 δισ. δολαρίων! Η προοπτική να αυξηθεί το έλλειμμα στα 200 δισ. δολάρια κινητοποίησε πολλά μέλη του Κογκρέσου των ΗΠΑ να προτείνουν νόμο για επιβολή δασμών ύψους 27,5% (!) στα εισαγόμενα κινέζικα προϊόντα.

Υπό την απειλή ενός διμέτωπου «πολέμου» με τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ενωση, η κυβέρνηση της Κίνας υπέκυψε στον ωμό εκβιασμό και προχώρησε στην ανατίμηση. Ως συνέπεια της ανατίμησης, του ακριβότερου γουάν, τα κινεζικά προϊόντα θα ακριβύνουν και οι κινεζικές εξαγωγές μπορεί να μειωθούν, όπως ζητούσαν Ουάσιγκτον, Βρυξέλλες, αλλά και το Τόκιο.

Η υπόθεση της ισοτιμίας του γουάν αντανακλά κατά ένα μέρος τους εντονότατους διεθνείς ανταγωνισμούς, και ιδιαίτερα την αντιμετώπιση της Κίνας στον τομέα του διεθνούς εμπορίου αφού μόνιμη επιδίωξη των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της ΕΕ ήταν να θέσουν εμπόδια στην εξέλιξη της κινέζικης οικονομίας και να χειραγωγήσουν την ανάπτυξή της, στην οποία έχει συμβολή και το εξαγωγικό εμπόριο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι όσο διαρκούσε η σταθερή ισοτιμία γουάν - δολαρίου η Κίνα αγόραζε διαρκώς δολάρια. Αλλωστε το συνάλλαγμα της χρειάζεται για τις διεθνείς οικονομικές της σχέσεις. Αποτέλεσμα, στο κινέζικο θησαυροφυλάκιο να συγκεντρωθεί ένα απόθεμα 711 δισ. δολαρίων (το δεύτερο μεγαλύτερο μετά από αυτό που έχει η Ιαπωνία). Με τα δολάρια αυτά, η Κίνα αγόραζε αμερικανικά ομόλογα. Τώρα όμως που το δολάριο ανακάμπτει (ανατιμήθηκε κατά 11% από τις αρχές του χρόνου), αυξάνει την ανισοτιμία και σε σχέση με τα ομόλογα και σε σχέση με το εμπόριο, γεγονός που δημιουργεί προβλήματα με τη δυνατότητα αύξησης εισαγωγών κινέζικων προϊόντων στις καπιταλιστικές αγορές, και των ΗΠΑ, επομένως και αύξηση των εμπορικων ελλειμμάτων αυτών των αγορών.

Πάντως, το ύψος της ανατίμησης (μόλις κατά 2,1%) δεν αναμένεται να επηρεάσει άμεσα την οικονομία της Κίνας, η οποία αναμένεται να αναπτυχθεί το 2005 με ρυθμό 9,5%. Βεβαίως όπως σημειώνει σε ανάλυσή του το περιοδικό «Economist», ήδη τα 9/10 της βιομηχανικής παραγωγής θεωρούνται πλεονασματικά. Θα δημιουργηθούν επομένως προβλήματα στην παραπέρα ανάπτυξη της κινέζικης οικονομίας αν είναι πραγματική η ανάλυση του «Economist» ή όχι; Είδωμεν...

Το μεγάλο ψέμα

Συνήθως, όταν μια επιχείρηση ανακοινώνει απολύσεις εργαζομένων, επικαλείται οικονομικά προβλήματα και επιχειρηματικές ζημιές. Μεγάλο ψέμα, αφού οι απολύσεις είναι στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων το μέσο των επιχειρηματιών για μεγιστοποίηση του ποσοστού των κερδών τους.

Η απόδειξη έρχεται από τις μεγάλες αμερικανικές πολυεθνικές, οι οποίες έχουν αποδυθεί σε ένα ιδιότυπο «ράλι», για το ποια θα απολύσει τους περισσότερους. Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο ότι οι περισσότερες απ' αυτές τις εταιρίες επιτυγχάνουν υψηλότατα κέρδη.

Τελευταία σ' αυτή την αλυσίδα είναι η μεγαλύτερη βιομηχανία φωτοτυπικών μηχανημάτων, η «Zerox», η οποία ανακοίνωσε την περασμένη Τρίτη την απόλυση 2.600 εργαζομένων. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι απολύσεις ανακοινώθηκαν τη μέρα που έγινε γνωστό ότι τα έσοδα της «Zerox», το δεύτερο τρίμηνο του 2005, υπερδιπλασιάστηκαν!

Λίγες μέρες πριν, την Παρασκευή, μια άλλη μεγάλη αμερικανική βιομηχανία ειδών ευρείας κατανάλωσης, η «Kimberly - Clark», είχε ανακοινώσει την απόλυση 6.000 εργαζομένων και το κλείσιμο 20 εργοστασίων της στις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο κόσμο.

Ο αντιπρόεδρος της «Kimberly - Clark», Μαρκ Μπίτμαν, αιτιολόγησε το «εκκαθαριστικό» πρόγραμμα, επισημαίνοντας ότι με τις απολύσεις θα «εξοικονομηθούν» (!) 300-350 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο. Δηλαδή, θα προστεθούν στα κέρδη της εταιρίας.

Φυσικά, «πρωταθλήτρια» σ' αυτή την κούρσα είναι η γνωστή εταιρία ηλεκτρονικών υπολογιστών «Hewlett - Packard», το αφεντικό της οποίας, Μαρκ Χαρντ, ανακοίνωσε πριν δεκαπέντε μέρες την απόλυση 15.000 εργαζόμενων, για την «εξοικονόμηση» 1,9 δισ. δολαρίων.

Σε όλες τις περιπτώσεις, οι πολυεθνικές στηρίζουν τις μαζικές απολύσεις των εργαζομένων στην ανάγκη της «προσαρμογής» τους στα δεδομένα που γεννά η «ανταγωνιστικότητα», η οποία φαίνεται να τρέφεται με ανθρώπινες σάρκες.

ΠΟΛΕΜΟΣ ΑΕ O πόλεμος είναι η πιο κερδοφόρα καπιταλιστική επιχείρηση. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τις πολεμικές βιομηχανίες. Το αποδεικνύουν τα κέρδη της «Lockheed Martin», της μεγαλύτερης πολεμικής βιομηχανίας του κόσμου, που αυξήθηκαν το δεύτερο τρίμηνο του 2005 κατά 56%! Οι μεγάλες πωλήσεις ηλεκτρονικών πυραυλικών συστημάτων και υπηρεσιών τεχνολογίας πληροφορικής ώθησαν τα κέρδη της «Lockheed Martin» στα 461 εκατ. δολάρια, έναντι 296 εκατ. δολαρίων την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.

ΓΑΛΛΟΪΣΠΑΝΙΚΟΣ «ΓΑΜΟΣ» Η «France Telecom», η μεγάλη γαλλική τηλεπικοινωνιακή εταιρία (στην οποία συμμετέχει το γαλλικό δημόσιο με 34,9%), ανακοίνωσε την περασμένη βδομάδα την εξαγορά του 80% της ισπανικής εταιρίας κινητής τηλεφωνίας «Amena» προς 6,4 δισ. ευρώ. Μ' αυτή την εξαγορά, η «France Telecom» γίνεται η δεύτερη σε μέγεθος εταιρία παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας στην Ευρώπη με, σχεδόν, 10 εκατομμύρια πελάτες. Πρώτη εταιρία του κλάδου παραμένει η βρετανική «Vodafone».

ΕΜΠΟΡΙΟ «ΜΑΪΜΟΥ» Τα παραποιημένα προϊόντα που διακινούνται σε όλο τον κόσμο αντιπροσωπεύουν το 7% του παγκόσμιου εμπορίου. Η συνολική τους αξία υπολογίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου στα 450 δισ. δολάρια. Στην Ελλάδα, μέσα σε ένα χρόνο, διπλασιάστηκε ο αριθμός των τελωνειακών υποθέσεων για παραποιημένα προϊόντα, και από 11.000 το 2003 ανήλθε σε 22.000 το 2004.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ