Είναι μια λέξη κι αυτή. Οχι, βέβαια, και τόσο απλή. Πολλές φορές, τα λεξικά αφιερώνουν σελίδες ολόκληρες, για να αναλύσουν το περιεχόμενό της, παρ' όλ' αυτά, πολλοί από μας δεν μπορούν να καταλάβουν το βαθύ της νόημα, καταφεύγουν, μάλιστα, ακόμα και στην υποτιμητική χρήση της λέξης. Στη χρήση εκείνη, δηλαδή, που αποδίδει στη λέξη κακό περιεχόμενο. "Είναι ένα χαμένο υποκείμενο αυτός", λένε πολλοί, και κουνάνε το κεφάλι τους με σημασία. Αλλοι πάλι πιστεύουν πως η λέξη "υποκείμενο" παίρνει το νόημά της μόνο από τη συντακτική της λειτουργία, όπου το υποκείμενο είναι ο φορέας της πράξης που εκδηλώνει το ρήμα. Εγώ γράφω, π. χ..., και στη φράση αυτή το "εγώ" είναι το υποκείμενο. Βέβαια, όταν αντιλαμβανόμαστε μ' αυτόν τον τρόπο τη λειτουργία της λέξης "υποκείμενο", δεν πέφτουμε και πολύ έξω, γιατί από εδώ ξεκινάει και η σημασία της. Υποκείμενο, λέει ένα λεξικό (1) είναι "...άτομο ή κοινωνική ομάδα που είναι φορέας της υλικής πρακτικής δράσης και της γνώσης, πηγή της δραστηριότητας που κατευθύνεται προς το αντικείμενο". Οσο, λοιπόν, και αν θέλουμε, να περιορίσουμε το νόημα του "υποκειμένου" στο πλαίσιο μιας υποτιμητικής λέξης ή ακόμα στην περιοχή της συντακτικής του λειτουργίας, αυτό δεν παύει να αποκτάει ουσιαστικές δυνατότητες μέσα στην κοινωνία και να αναδείχνει με τη συμπεριφορά του το επίπεδο ανάπτυξης της κοινωνίας, στα πλαίσια της οποίας γεννιέται και μεγαλώνει. Δρα, λοιπόν, το υποκείμενο πρακτικά με συγκεκριμένες πράξεις. Και δρα με βάση τις γνώσεις που αποκτάει. Δρα, επηρεάζοντας με τη δράση του τα άλλα υποκείμενα, που την ίδια στιγμή δραστηριοποιούνται κι αυτά με βάση τις δικές τους γνώσεις και ενδεχομένως μέσα στις ίδιες συνθήκες.
Δε θα ήταν υπερβολή, λοιπόν, αν λέγαμε ότι για να υπολογίσουμε τις δυνατότητες που έχει μια κοινωνία να ξεπεράσει τις εσωτερικές της κρίσεις και να μεταβεί σε ένα άλλο στάδιο μιας άλλης ιστορικής και πολιτισμικής πραγματικότητας, πρέπει απαραίτητα να είμαστε σε θέση να υπολογίσουμε με άμεσο και ακριβή τρόπο τις δυνατότητες του υποκειμένου. Χωρίς αυτούς τους υπολογισμούς, το επαναστατικό όνειρο για τη ρήξη και την ανατροπή μετατρέπεται σε ουτοπία. Το ερώτημα, λοιπόν, που γεννιέται είναι πολύ απλό: πώς αντιμετωπίζονται οι αδυναμίες του υποκειμένου; Με ποιον τρόπο είναι δυνατό να μετατραπεί ένα ουδέτερο υποκείμενο σε φορέα γνώσης και πρακτικής δράσης; Με ποιον τρόπο είναι δυνατό να μετατραπεί ένα προσαρμοσμένο υποκείμενο σε φορέα αντίστασης; Και με πιο περιγραφικά λόγια: πώς είναι δυνατό να μετατραπεί η θεωρητική "επαναστατικότητα" της εργατικής τάξης σε ιστορική διαδικασία, άρα σε καθημερινή πράξη, με αποκλειστική κατεύθυνση την ανατροπή μιας αυταρχικής εξουσίας; Νομίζω πως ο απλός ορισμός του λεξικού που ανέφερα στην αρχή δίνει έμμεσα μια απάντηση, χωρίς, βέβαια, να φαίνεται καθαρά ο πολιτικός χαρακτήρας του ορισμού. Μας λέει ο ορισμός πως το υποκείμενο είναι και φορέας "γνώσης". Οχι, φυσικά, μιας γνώσης ουδέτερης. Μιας γνώσης, με άλλα λόγια "εγκύκλιας", που τη συνιστούν επιμέρους "δομές", αχρονικές και αϊστορικές. "Δομές" που προκύπτουν εδώ και κει, τυχαία και πολλές φορές αυθαίρετα. Το υποκείμενο, θέλω να πω, δεν αναδείχνεται ως φορέας πρακτικής δράσης και επαναστατικής συμπεριφοράς, γιατί έδωσε η τύχη και η ζωή να αποκτήσει τις γνώσεις εκείνες που η εξουσία τού επιβάλλει μέσα από προγράμματα συμβατικά και πλήρως αντίστοιχα μιας κοινωνίας, που δεν το επιδιώκει, ως ιστορικό υποκείμενο, και προπαντός δεν το επιθυμεί να αυτοανατραπεί.
Γνώση, λοιπόν! Και, μέσα από αυτή, η συνειδητοποίηση και τότε μόνο η εκδήλωση της δραστηριότητας, ο επηρεασμός του "αντικειμένου" και η τελική ανατροπή. Η τελική αλλαγή. Ετσι τα φαντάζομαι, εγώ τουλάχιστον, τα υποκείμενα του δικού μας κόσμου. Τα φαντάζομαι να ξέρουν καλά, απ' έξω, που λέμε, κι ανακατωτά, το βαθύ νόημα του συνθήματος που είναι γραμμένο στο πανό που κρατούν στην πορεία. Να ξέρουν καλά τι γίνεται και γιατί γίνεται στη Ρουάντα. Να ξέρουν καλά γιατί το μεροκάματο πάει προς τα κάτω και οι τιμές προς τα πάνω. Να ξέρουν καλά πως η φτώχεια δεν είναι μόνο στέρηση, αλλά και κραυγή έναρξης ενός αγώνα. Ετσι πάνω - κάτω τα φαντάζομαι τα υποκείμενα του δικού μας κόσμου. Υποκείμενα, που δεν είναι σε θέση να σου εξηγήσουν τι "λένε" αυτά που "ακούς" δε θα μπορέσουν ποτέ να ανταλλάξουν τον προσωπικό τους πόνο με τον πόνο της ομάδας. Δε θα μπορέσουν ποτέ να συνειδητοποιήσουν πως ο ιδρώτας του άλλου είναι και δικός τους ιδρώτας.
Διαφορετικά δε γίνεται τίποτε! Τα "υποκείμενα" θα μείνουν εκεί. Εκεί, που τα εγκαθιστά μια νέα παραπολιτική αντίληψη που επιμένει στην περιγραφή "πολίτης". Σε μια περιγραφή, δηλαδή, που δεν αντιλαμβάνεται το "υποκείμενο" δυναμικά, ως στοιχείο της κίνησης προς τα μπρος, αλλά στατικά, ως στοιχείο μιας νόμιμης σχέσης, που μπορεί να δικαιούται την κίνηση και την αλλαγή, αλλά δεν τη βιώνει ως προοπτική. Ο "πολίτης" έχει συνείδηση των νόμων, της σχέσης του με αυτούς. Εχει επίσης συνείδηση της εξουσίας και των αυταρχισμών της. Ο "πολίτης" αντιλαμβάνεται το καθήκον ως εκδήλωση νομιμότητας, θεωρεί ως προσωπική έκταση το πολιτικό "τοπίο" που τον απασχολεί, γι' αυτό και δεν αποφασίζει να το ανατρέψει. Γιατί συλλογιέται μήπως με τον τρόπο αυτό ανατρέψει το νομικό του δικαίωμα να διαμαρτύρεται και όχι να αντιστέκεται. Οσο και να φαίνεται αυθαίρετος ο συλλογισμός μου, εγώ δεν μπορώ να φανταστώ τον "πολίτη" να δρα ως "φορέας", να δρα, δηλαδή, για λογαριασμό των άλλων και με τον τρόπο αυτό να δρα ως "υποκείμενο".
Αρα ο κόπος είναι διπλός. Μια φορά για να μετατρέψεις το αργό φυσικό άτομο σε "πολίτη", νομική οντότητα, δηλαδή. Και μια τον "πολίτη" σε "υποκείμενο". Σε ένα άτομο, δηλαδή, που δεν αποκτάει αυτοσυνείδηση μέσα από τη νομική περιγραφή των δυνατοτήτων του, αλλά μέσα από τη συμμετοχή του στη γνώση και στη διαδικασία της ανατροπής.
Συνεχίζοντας με τον τρόπο αυτό τους συλλογισμούς μου, καταλήγω στο συμπέρασμα πως το "υποκείμενο" μπορεί να δρα και μέσα από τον Πολιτισμό, ενώ ο "πολίτης" μόνο μέσα από το Σύνταγμα. Και μην ξεχνάτε πως ο Πολιτισμός έχει προοπτική, ενώ το Σύνταγμα όχι!
(1). Κριαράς, ΕΜ, 1995, Νέο Ελληνικό Λεξικό ("Εκδοτική Αθηνών").
Συνεχίζοντας με τον τρόπο αυτό τους συλλογισμούς μου, καταλήγω στο συμπέρασμα πως το "υποκείμενο" μπορεί να δρα και μέσα από τον Πολιτισμό, ενώ ο "πολίτης" μόνο μέσα από το Σύνταγμα. Και μην ξεχνάτε πως ο Πολιτισμός έχει προοπτική, ενώ το Σύνταγμα όχι!
Αγαπητέ "φίλε", αν σου πω πως η ενέργειά σου να "μπουκάρεις" στο σπίτι μου τα ξημερώματα ήταν πράξη παράνομη, θα σου φανεί ανοησία, ε; Αν σου πω, επίσης, πως αυτό δεν είναι δα και καμιά παλικαριά, θα σου φανεί και αυτό ανοησία, έτσι δεν είναι; Εσύ γνώριζες και τον Ποινικό Κώδικα και τις συνέπειες όταν άνοιγες την μπαλκονόπορτα και τη "χωνόσουνα". Γνώριζες, ακόμα, και την τρέχουσα ηθική, που δεν επιτρέπει τέτοιες πράξεις και παρ' όλα αυτά εσύ "μπούκαρες". Υποθέτω, λοιπόν, πως θα έχεις πολύ σοβαρούς λόγους για να το κάνεις!
Θα ήμουν, λοιπόν, ο τελευταίος που θα σου έλεγα πως δεν πρέπει να κλέβεις. Εδώ γίνεται χαλασμός, εγώ θα τα βάλω μαζί σου; Εδώ χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα, εγώ θα τα βάλω με έναν δυστυχισμένο "διαρρηκτάκο" που αγωνίζεται να "επιβιώσει"... Τι μπορώ να σου πω; Ποιο παράδειγμα να σου φέρω σαν... παράδειγμα, για να σε κάνω να ντραπείς για την πράξη σου; Θα μου απαντήσεις για τα καζίνο, για τις χοντρές αναθέσεις, για τις μίζες, για τις απειλές, για τους εκβιασμούς, για τους τόκους, για τα "Ξυστά" και τα "Λόττο"... Στο τέλος θα με αναγκάσεις να σου ζητήσω και συγνώμη!
Πράγματι, μέσα σε αυτό το σφαγείο εσύ είσαι μια μικρή βδέλλα. Ενα μικρό παράσιτο που περισσότερο ταλαιπωρείται παρά ταλαιπωρεί. Που αναγκάζεται να μένει μέσα στο κρύο, να καιροφυλακτεί σαν το ερπετό, μέχρι να πέσουνε οι άνθρωποι στο βαθύ ύπνο για να πιάσεις, επιτέλους, δουλιά. Και ποτέ δεν ξέρεις τι "ψαριά" θα φέρεις. Σε μένα, για παράδειγμα, τίποτα απ' αυτά που πήρες δε σου χρειάζεται. Ολα μαζί δε σου φτάνουν να αγοράσεις ούτε ένα πακέτο τσιγάρα. Χαμένος, λοιπόν, ο κόπος σου, δυστυχισμένε! Τζάμπα πήγε όλη αυτή η ταλαιπωρία!
Θέλω, όμως, να σου τραβήξω την προσοχή σε ένα ζήτημα που φαίνεται να το παραβλέπεις. Στην απελπισία σου δε λαβαίνεις υπόψη σου πως θα μπορούσα να είχα ξυπνήσει. Τυχαία έστω. Να πάω στην τουαλέτα ή στην κουζίνα να πιω νερό. Και να βρεθώ απέναντί σου. Και τότε, εγώ από τον ύπνο και εσύ από το φόβο σου, άντε να βρεις άκρη! Μπορείς να σκεφτείς τι θα γινότανε; Πάντως κάποιος απ' τους δυο μας ή και οι δυο μας - το πιο πιθανό - θα παθαίναμε ζημιές! Και ξέρεις, μέσα στο σκοτάδι ούτε ξέρεις πού βαράς, ούτε καταλαβαίνεις πού μαχαιρώνεις. Φρίκη!
Κοίτα, λοιπόν, το ανόητο της υπόθεσης. Κοίτα σε τι δοκιμασία βάζεις τους άλλους και τον εαυτό σου. Ξεκινάς για μια απλή διάρρηξη και μπορεί να σου προκύψει φόνος! Ξεκινάς να πάρεις "ρευστό" και μπορεί να γεμίσεις αίματα. Εγώ, πάντως, όταν ξύπνησα και ανακάλυψα ότι με επισκέφτηκες ενώ κοιμόμουν, ένιωσα τόσο χαρούμενος, ευτυχισμένος, πες, καλύτερα, που δε σε αντάμωσα. Και όταν ανακάλυψα πως πήρες τόσα λίγα, δεν είχα και τίποτα ακριβότερο, άλλωστε, να κλέψεις, είπα "τι κρίμα ο ανόητος"! Ομως, μετά τις πρώτες εντυπώσεις, με έπιασε κρύος ιδρώτας όταν σκέφτηκα, τελικά, πως φτηνά τη γλίτωσα από σένα. Θα μπορούσες να με είχες μαχαιρώσει. Και μένα και τη γυναίκα μου!
Αγαπητέ μου διαρρήκτη θέλω να σε παρακαλέσω, από τα βάθη της καρδιάς μου, να αλλάξεις δουλιά. Κανένας μας, πια, δεν κοιμάται ήσυχα, το ξέρεις. Ολοι μας βλέπουμε εφιάλτες... Μπορεί να τύχεις πάνω στο ταραγμένο μας όνειρο και να σε πάρουμε για κάτι χειρότερο από διαρρήκτη. Να πέσουμε πάνω σου και να πληρώσεις εσύ για όλους αυτούς που μας κλέβουν. Να σε βαράμε για την ακρίβεια, για την ανεργία, για τα ναρκωτικά, για τα ΜΜΕ, για όλες τις "παραβιάσεις" που μας γίνονται. Να ξεσπάσουμε πάνω σου, καημένε. Με μανία. Να σου πω και το χειρότερο. Ολοι πιστεύουν πως είσαι Αλβανός. Και να σου πω την αλήθεια μου αρχίζω να το πιστεύω και γω, πια. Γιατί, λέω, αν ήταν Ελληνας θα γνώριζε πως στο Βύρωνα τι σκατά λεφτά να έχουμε στα σπίτια μας; Και τι χρυσαφικά! Αντε αν είσαι τυχερός να πέσεις σε μέρα πληρωμής και να βρεις διακόσιες, τρακόσιες χιλιάδες. "Φίλε" μου, είσαι πράγματι ανόητος τώρα που το σκέφτομαι! Διακινδύνεψες για το τίποτα! Τράβα παιδί μου παραπέρα να κάνεις την τύχη σου. Εδώ στη γειτονιά μας θα δυστυχήσεις.