ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Μάρτη 2013
Σελ. /40
Με την επανάσταση ή με τη συντριβή της;

Η Θέση 2, θεμελιώνει τη συνολική επεξεργασμένη πολιτική του Κόμματος εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες. Δεν πρωτοδιατυπώθηκε τώρα η εκτίμηση ότι η εμμονή των αστικών κυβερνήσεων και επιτελείων σ' όλο τον κόσμο στις αναδιαρθρώσεις (πολιτικές συνολικής υποτίμησης της τιμής της εργατικής δύναμης, ανοίγματος νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο μέσα από τις αποκρατικοποιήσεις - δηλ. το ξήλωμα του συμβατικά καλούμενου «κράτους πρόνοιας»), συνιστούν τη μόνη αστική διαχείριση για την περίοδο ανάπτυξης του καπιταλισμού που διανύουμε και δεν είναι «απλώς» μία εκδοχή της. Αναμφίβολα, ο στρατηγικός χαρακτήρας αυτής της πολιτικής επιβεβαιώνεται εμπειρικά, καθώς εφαρμόζεται από «δεξιές», «σοσιαλιστικές», «αριστερές» ή «φασιστικές» κυβερνήσεις σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, μονοκομματικές ή όχι, με μόνες παραλλαγές τον τρόπο αντιμετώπισης του εργατικού κινήματος (για την ακρίβεια μιλάμε για την κάθε φορά αναλογία του μείγματος καταστολής και ενσωμάτωσης). Ούτε τυχόν ακαδημαϊκές διαφοροποιήσεις των αστών οικονομολόγων καταλήγουν να αμφισβητούν αυτό το μονόδρομο. Συνακόλουθα, και καθώς αυτή η πολιτική δεν μπορεί παρά να αντανακλάται και σ' ένα πιο αυταρχικό, πιο ανοιχτά κατασταλτικό απέναντι στις λαϊκές διεκδικήσεις εποικοδόμημα, διαπιστώνουμε, πέρα από τη θεσμική και πραχτική θωράκισή του και την έξαρση του αντικομμουνισμού σαν κατεύθυνση πλέον της ΕΕ.

Το αστικό κράτος - όπως όλα - είναι μέρος της ταξικής πάλης, η λειτουργία του βρίσκεται εντός αυτής και όχι υπεράνω ή παραδίπλα, με βασικό σκοπό να θωρακίζει τον καπιταλισμό ενάντια στο εργατικό λαϊκό κίνημα. Καμία από τις κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν τον καπιταλισμό τα τελευταία χρόνια δεν απέδειξε κάτι διαφορετικό ούτε κανένα από τα «αριστερά» κόμματα που τις στήριξαν: και απεργίες ματοκύλισαν, και λαούς βομβάρδισαν, και στη φτώχεια βύθισαν τους λαούς τους δικούς τους, και κομμουνιστικά κόμματα απαγόρευσαν. Είτε «αριστερή» είτε «δεξιά», μια αστική κυβέρνηση θα δουλεύει για να εξασφαλίζεται η κερδοφορία του κεφαλαίου, δε θα διστάζει να συντρίψει το επίπεδο ζωής της εργατικής τάξης και του λαού, ούτε θα διστάζει να προσφεύγει σε καταστολή των λαϊκών αγώνων (δεν ίδρωσε δα και το αυτί κανενός στη ΔΗΜΑΡ όταν μπήκαν τα ΜΑΤ στη «Χαλυβουργία»...) Είναι υποχρεωμένη να κάνει αυτή την επιλογή εφόσον μιλάμε για κυβερνήσεις σε καπιταλιστικά κράτη στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Δεν «παίρνεις τα κλειδιά» επομένως, μόνο το τσακίζεις.

Και κάθε αστική κυβέρνηση σε εποχές κρίσης του καπιταλισμού κρατά ψηλά τη σημαία του αντικομμουνισμού. Η ιστορική πείρα δε, από κυβερνήσεις με τη συμμετοχή ΚΚ σε περιόδους κρίσης δείχνει ότι ούτε «σκαλοπάτι» προς την επανάσταση έχτισαν ούτε μπόρεσαν να αποτρέψουν τα χειρότερα για το λαό τους, ούτε και μακροημέρευσαν εν τέλει - ήταν επαναστατικά τότε εκείνα τα ΚΚ - στις κυβερνήσεις αυτές; Το 1939 ο Γάλλος «δεξιός σοσιαλδημοκράτης» Daladier καθώς και ο Ισπανός «αριστερός σοσιαλδημοκράτης» Besteiro - αυτός μάλιστα μαζί με τους αναρχικούς, στην ακόμα πολιορκούμενη από τους φασίστες Μαδρίτη - έβγαλαν εκτός νόμου τα ΚΚ, που συμμετείχαν στις κυβερνήσεις των Λαϊκών Μετώπων. Οπως λίγα χρόνια πριν τα απαγόρευσαν οι Γερμανοί, Ιταλοί, Ελληνες φασίστες. Με δυο λόγια, η επιλογή της στήριξης μιας κυβέρνησης, μέσα στον καπιταλισμό, που θα πάρει «αντικαπιταλιστικά» μέτρα και θα παίξει μεταβατικό ρόλο για το σοσιαλισμό δεν επιβεβαιώθηκε στην ιστορική εμπειρία. Ακόμα χειρότερα, όταν παγιώνεται ως αντίληψη καταλήγει να έχει καταστροφικό αποτέλεσμα, την πολιτική συντριβή της εργατικής τάξης: αυτό σημαίνει ο «εκφυλισμός» πολλών ΚΚ.

Η συγκυρία που διεξάγεται στο 19ο Συνέδριο δεν είναι πολύ διαφορετική από τα αμέσως προηγούμενα Συνέδρια, εκτός από μία πλευρά: το ότι μεσολάβησε χρονικά η καπιταλιστική οικονομική κρίση, που απόδειξε το άτοπο της αστικής προπαγάνδας περί αιωνιότητας της καπιταλιστικής ανάπτυξης και χρεοκόπησε μέσα σε μια νύχτα την από δεκαετίες καλλιεργημένη σε πλατιά λαϊκά στρώματα πίστη ότι διαρκώς τα πράγματα θα βελτιώνονται, διαρκώς οι νέες γενιές θα ζούνε καλύτερα από τις προηγούμενες. Τις συνέπειες μιας τέτοιας διάψευσης ακόμα δεν τις έχουμε δει. Παράλληλα, υπογράμμισε την αλήθεια συμπερασμάτων που είχαμε μεν έγκαιρα εξαγάγει , αλλά τα αντιμετωπίζαμε με λιγότερη ευθύνη. Οπως την ανοχή της εργατικής αριστοκρατίας από την πλειοψηφία της εργατικής τάξης και τη μικρή συμμετοχή των εργαζόμενων στο κίνημα, σαν συνέπεια της σχετικά μακρόχρονης πολιτικής ενσωμάτωσης μέσω παροχών των ελληνικών αστικών κυβερνήσεων. Τον εγκλωβισμό λαϊκών στρωμάτων σε δίχτυα ΜΚΟ - Δήμων - Εκκλησίας, την μέσα από αυτούς τους φορείς ολομέτωπη πλέον επέλαση της αστικής λογικής της «φιλανθρωπίας». Την αδιάκοπη, πολυποίκιλη, φανερή είτε «κρυφή» πάντως αποτελεσματική δουλειά του αντίπαλου σ' όλους τους μηχανισμούς διαμόρφωσης κουλτούρας (πανεπιστήμια, ΜΜΕ, διαδίκτυο κ.λπ.) .

Παράγοντες σαν και αυτούς συντέλεσαν στο να πολιτικοποιείται αργά ο λαϊκός αγώνας, αναντίστοιχα από την επίθεση που δέχεται η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, να μένουν στον αφρό οι βασικοί ιμάντες της πλουτοκρατίας και να πετυχαίνουν την ενσωμάτωση του λαού στην αστική στρατηγική. Είναι και ο λόγος που η συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης και του λαού δεν βλέπει ως «αλλαγή» τίποτε άλλο από μια «άλλη» κυβέρνηση. Κι έτσι εξηγείται γιατί η πλουτοκρατία αγκαλιάζει λαϊκά και νεανικά ξεσπάσματα τα τελευταία χρόνια. Οχι μόνο δεν κινδυνεύει αλλά αναζωογονείται η «δημοκρατία» της, όταν ο λαός κινείται σ' οποιαδήποτε κατεύθυνση εκτός από την ανατροπή της.

Η «αλλαγή» όμως μπορεί να προκύψει μόνο με τη συνολική, εφ' όλης της ύλης αντιπαράθεση με την αστική εξουσία, με την ανατροπή της. Ο,τι εμποδίζει αυτόν το δρόμο, ό,τι εχθρεύεται την ανάγκη να κατανοήσει η εργατική τάξη το λόγο που ζει έτσι, γιατί τα πράγματα θα χειροτερεύσουν περισσότερο, και γιατί μόνο ο παραγωγός του πλούτου πρέπει και να τον καρπώνεται, πρέπει να παραμεριστεί από την ίδια την εργατική τάξη. Πολύ δε περισσότερο όταν σε τελική ανάλυση η χιλιοειπωμένη «εναλλακτική πρότασή» του, δεν έχει καν το έρεισμα στην πραγματικότητα που είχαν παλιότερες φάσεις ανάπτυξης του καπιταλισμού, όταν όμως έβγαινε από τα ερείπια παγκοσμίων πολέμων. Η «κεϋνσιανή», επεκτατική αστική πολιτική - την οποία μας αντιτάσσουν τίμια ορισμένοι αλλά ύπουλα πολλοί - συνιστά προωθητικό ελιγμό της πλουτοκρατίας (και όχι της εργατικής τάξης), ο οποίος μάλιστα δεν ξεκινά τόσο από το φόβο του επαναστατικού λαϊκού κινήματος: ξεκινά από τον ψυχρό υπολογισμό των προσδοκώμενων κερδών. Δεν «επιβάλλεται» από το λαό, όσο κι αν αυτός κάποιες φορές μπορεί να είναι ο πρωταγωνιστής, γιατί πρόκειται για πάλη κάτω από ξένη σημαία. Και πλέον υπάρχει μεγάλη πείρα στο κομμουνιστικό κίνημα για ν' αποφεύγονται τέτοιες ξέρες...


Μιχάλης Κωνσταντινίδης
ΝΕ Κεντρικού Ανατολικού Τομέα Θεσσαλονίκης

Συμπεράσματα από τη στρατηγική μας στο σήμερα

Στις Θέσεις του 19ου Συνεδρίου του Κόμματος αποτυπώνονται, ο εμπλουτισμός της αντίληψής μας για το σοσιαλισμό, καθώς και τα συμπεράσματα από τη στρατηγική του Κόμματος την περίοδο 1949 - 1968. Αυτά τα συμπεράσματα έρχονται μελετώντας συλλογικά την κοινωνία στην κίνησή της, όχι στατικά, αλλά επιστημονικά, μαρξιστικά.

Ανατρέχοντας στο Δοκίμιο Ιστορίας του Κόμματος (τόμος Β'), υπάρχει πλούσια πείρα που σήμερα είναι ανάγκη να κατανοηθεί για την ημερήσια διάταξη της επαναστατικής πάλης, για τη στρατηγική ενός κομμουνιστικού κόμματος, τις συμμαχίες και τη σχέση μεταξύ αυτών των δύο.

Η οργανωμένη μελέτη του Δοκιμίου από το Κόμμα και την ΚΝΕ αποτελεί ένα σοβαρό βήμα αφομοίωσης της στρατηγικής του Κόμματος σε μια περίοδο που, οπωσδήποτε τα συμπεράσματα θα μας χρειαστούν στην καθημερινή δράση.

Μια λογική σκέψη είναι η εξής. Οταν βάζουμε ένα στόχο, τι σκεφτόμαστε. Πώς, με ποιο τρόπο, φυσικά όσο πιο σίγουρα, αν είναι δυνατόν και γρήγορα αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί, ποιες θα είναι οι απαιτήσεις, τι προβλήματα θα προκύψουν κλπ. Οταν τώρα μιλάμε σε επίπεδο κοινωνίας και τάξεων ο στόχος πηγάζει από τα υλικά συμφέροντα της πλευράς που εξετάζουμε και από τίποτα άλλο.

Συμφέρον υλικό, ανάγκη για την εργατική τάξη είναι το πώς μια για πάντα θα αποτινάξει την εκμετάλλευση και θα φέρει νέες σχέσεις στην παραγωγή, το νέο σύστημα, το σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Η εργατική τάξη λοιπόν δεν μπορεί να έχει πολλές, αλλά μια στρατηγική. Βάσει αυτής διαμορφώνεται και ο καθημερινός στόχος, αλλά και η συμμαχία. Δηλαδή το εξής απλό «Σαν τάξη χρειάζεται ή όχι να συμμαχήσω με άλλους και γιατί; Αν ναι με ποιους».

Από τη μια οι σημερινοί ιδιοκτήτες του πλούτου δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να φτάσει η κατάσταση έτσι που να απειληθεί η εξουσία τους και έχουν και αυτοί μελετήσει την ιστορία. Από την άλλη η εργατική τάξη πρέπει να υιοθετήσει και να κατακτήσει με οργάνωση αυτό το στόχο. Αυτή η διαδικασία δεν είναι ευθύγραμμη, ούτε ένα μείγμα που ανακατεύεται και πετυχαίνει. Υπάρχουν πολλές κοινωνικές παράμετροι μελετημένες από τους κλασικούς και αποδεδειγμένες ακόμα και από την πολύ πρόσφατη ιστορία.

Καθοριστικό παράγοντα σε όλα αυτά παίζει η ύπαρξη ενός επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Τι εννοούμε με αυτό; Ενα κόμμα, που σε οποιεσδήποτε συνθήκες θα υπηρετεί ένα σκοπό, αυτόν για τον οποίο ιδρύθηκε ιστορικά. Να οδηγήσει την εργατική τάξη στην εξουσία της.

Τη χρονική περίοδο που μελετά το Δοκίμιο Ιστορίας, παρ' όλες τις προσπάθειες, ώστε να διαμορφώσουμε πρόγραμμα για την εξουσία, υπήρχε η αντίληψη ότι ο σοσιαλισμός δεν είναι ώριμος για τη χώρα μας ακόμα. (Αντίστοιχο με τη λογική του «υπό κατοχή» και του ότι «δεν παράγει τίποτα η Ελλάδα» που σήμερα συναντάμε).

Με αυτή τη βάση, σα συνέχεια ήρθε και ότι «Ο σοσιαλισμός αποτελεί το maximum πρόγραμμα. Σήμερα θέλουμε δημοκρατικά δικαιώματα, αμνηστία, απλή αναλογική και ψηλά ποσοστά στις εκλογές, ομαλό εκδημοκρατισμό της χώρας, ένα πρόγραμμα minimum».

Ο στόχος μετά το 1950 ήταν ένα «σκαλοπάτι» πριν το σοσιαλισμό. Ηταν ουσιαστικά συμβιβασμός με την παρανομία, παρόλο που το κύρος του Κόμματος ήταν μεγάλο.

Με βάση αυτό το στόχο, φτιάχτηκε και η αντίστοιχη συμμαχία. Τέτοια ήταν η ΕΔΑ. Εκείνη την περίοδο η αιτιολόγηση της ΕΔΑ ήταν ότι έπρεπε να υπάρχει νόμιμη έκφραση του Κόμματος. Λόγω δηλαδή της παρανομίας.

Το Κόμμα μας όμως, ήδη από την περίοδο του Μεταξά (1936 και έπειτα) βρισκόταν στην παρανομία. Σε δύσκολες συνθήκες, μέχρι που από την Ακροναυπλία οι κομμουνιστές έφτασαν στο σημείο της απόδρασης για να πολεμήσουν στην Αλβανία.

Τα χρόνια πριν το 1942, η γραμμή του ΚΚΕ δε φαινόταν να «πείθει» την πλειοψηφία του λαού. Ξαφνικά όμως η δουλειά και οι αγώνες χρόνων εκφράστηκαν έως τον ηρωικό Δεκέμβρη του '44, άσχετα από την έκβασή του.

Αργότερα και με το τέλος του ηρωικού αγώνα του ΔΣΕ (1949) συνεχίστηκε η περίοδος παρανομίας του Κόμματος.

Οπως αναφέρεται στο Δοκίμιο Ιστορίας, η ΕΔΑ ήταν εξαρχής λανθασμένη επιλογή, καθώς αποτελούσε σχήμα συμμαχίας πολιτικών δυνάμεων και όχι κοινωνικό - πολιτικό μέτωπο πάλης. Αργότερα είδαμε πως στο όνομα μιας τυπικά νόμιμης δράσης, διαλύσαμε τις κομματικές οργανώσεις. Υπήρξε σημείο (8ο Συνέδριο) στο οποίο γινόταν αναφορά ακόμα και για εθνικά σκεπτόμενη αστική τάξη, για ιδιωτική πρωτοβουλία κ.ά.

Τα συμπεράσματα του Δοκιμίου είναι πολύ σημαντικά:

-- Στην κατανόηση του τι είδους συμμαχία έχει ανάγκη σήμερα η εργατική τάξη. Ποια κοινωνικά στρώματα.

-- Να σπάσουν σε μεγαλύτερο βαθμό οι εκλογικές αυταπάτες.

-- Στην κατανόηση ότι η στρατηγική είναι αυτή που καθορίζει τη συμμαχία. Δε γίνεται να «αλλάξουν» οι σύμμαχοι αν πρώτα δεν έχει ήδη αλλάξει η στρατηγική.

-- Στην πάλη με τον οπορτουνισμό και τη λογική της άρνησης της επανάστασης με διάφορες αφορμές και λόγους.

Εχει αξία να αναφερθεί ένα απόσπασμα από την εισαγωγή του Δοκιμίου Ιστορίας (σ.20, Γ): «Αποδείχθηκε στην πράξη ότι ήταν λάθος η υιοθέτηση από το ΚΚΕ και το Διεθνές ΚΚ "ενδιάμεσου" στόχου εξουσίας που χαρακτηριζόταν είτε ως "επαναστατική εξουσία αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα" (...), είτε ως αντιιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή εξουσία, ή ως "αντιμονοπωλιακή διακυβέρνηση"». «Είναι ζήτημα προς ιστορική μελέτη σε ποιες συνθήκες και γιατί δεν κυριάρχησε σε όλη τη διάρκεια της ΚΔ η θετική πείρα της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, αλλά αντίθετα γενικεύτηκε προγενέστερη στρατηγική πείρα του Κόμματος των μπολσεβίκων και του Λένιν που αφορούσε την περίοδο 1905 έως το Φλεβάρη του '17, που υπήρχε ακόμα στη Ρωσία φεουδαρχική πολιτική εξουσία (...) Σε αυτές τις συνθήκες ο Λένιν είχε προσδιορίσει έναν ενδιάμεσο στόχο ανάμεσα στη φεουδαρχική και την εργατική και όχι ανάμεσα στην αστική και την εργατική εξουσία».

Κατά τη γνώμη μου, το Σχέδιο Προγράμματος αποτυπώνει σε διεθνές επίπεδο τη συλλογική ωρίμανση της σκέψης και στρατηγικής του επαναστατικού κινήματος και είναι ανάγκη να αποτελέσει βάση προγράμματος ΚΚ και σε άλλες χώρες.


Βιβή Σιώρα
Μέλος ΝΓ Κεντρικού Τομέα της ΚΝΕ

Επιστολή για τον προσυνεδριακό διάλογο

Γίνεται συζήτηση και μέσα από τον προσυνεδριακό διάλογο για το πώς θα φτάσουμε στο στρατηγικό στόχο του Κόμματος, την κατάληψη της εξουσίας, την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Ορισμένα ζητήματα:

1. Η συγκέντρωση δυνάμεων είναι ένα ζήτημα κρίσιμο κατά τη γνώμη μου. Ενα βασικό που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι το πού απευθυνόμαστε. Απευθυνόμαστε σε λαϊκό κόσμο που βιώνει, απ' τη μια, τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης και, απ' την άλλη, αναζητά μια λύση χωρίς απαραίτητα να θεωρεί ο ίδιος τον εαυτό του μέρος της λύσης. Η Λαϊκή Συμμαχία απαντά σε αυτά τα πιεστικά ερωτήματα: Πώς θα οργανωθεί ο αγώνας απόκρουσης των βάρβαρων ταξικών αντιλαϊκών μέτρων, αγώνας αντεπίθεσης, ποιος είναι ο δρόμος πάλης και ρήξης για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων.

Οι πλατιές, ανώριμες, λαϊκές μάζες θα προσέρχονται στη Λαϊκή Συμμαχία αναζητώντας απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήματα που τα ακούμε καθημερινά, όχι απαραίτητα συμφωνώντας εξαρχής στο σύνολο του πλαισίου πάλης. Η δράση των κομμουνιστών μέσα σ' αυτή είναι που θα εξασφαλίζει σταθερή πορεία στο ζήτημα της εξουσίας.

Οσοι «ξιφουλκούν» για το ΑΑΔΜ, πιθανά θα περίμεναν να συγκροτηθεί μια ομοιογενής κινηματική και πολιτική δομή που θα παλεύει τους στόχους του Μετώπου. Αρα θα έπρεπε να υιοθετήσει στο κίνημα το Κόμμα μια λογική που να χωράει όσο το δυνατόν περισσότερους, ακόμα και τμήματα του λαού που έχουν επηρεαστεί από τις αντιλήψεις της αστικής τάξης και σ' αυτή τη βάση ο καθένας μπορεί, πλέον, να κάνει ό,τι υποχώρηση νομίζει. Πόσο μάλλον τώρα στον καιρό της κρίσης που οι απαιτήσεις του λαού στο πεδίο της οικονομικής πάλης είναι μειωμένες. Τότε όμως, μαθηματικά, καταλήγουμε στη διαχείριση του καπιταλισμού, στη σταδιοποίηση της επαναστατικής διαδικασίας, όλα αυτά τα βαρίδια που ταλανίζουν το κομμουνιστικό κίνημα εδώ και πολλά χρόνια. Επομένως, η κατάληξη θα ήταν το ΚΚΕ να γίνει «χυλός» και ουσιαστικά να διαλυθεί στα πλαίσια του «μετώπου».

Εδώ μπαίνει και η συζήτηση για την πλειοψηφία, της εργατικής τάξης και των συμμάχων, που πρέπει να κερδηθεί. Το ζήτημα της πλειοψηφίας είναι ζήτημα πολιτικό. Για την κατάληψη της εξουσίας δεν έχει σχέση με το εκλογικό ποσοστό του ΚΚΕ και θα παλέψει γι' αυτή, ή έστω της Λαϊκής Συμμαχίας. Την αριθμητική πλειοψηφία η εργατική τάξη θα την κερδίσει όταν πάρει στα χέρια της την κρατική εξουσία. Οπως άλλωστε κάνουν και οι αστοί σήμερα. Καταφέρνουν να χειραγωγούν τη μεγάλη μάζα του λαού έχοντας στα χέρια τους την εξουσία και δεν αναφέρομαι μόνο στην κυβέρνηση και την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, αλλά κυρίως στους μηχανισμούς καταστολής και τους άλλους μηχανισμούς του κράτους. Πολύ περισσότερο μπερδεύει το ζήτημα της πλειοψηφίας στα εργατικά συνδικάτα σε σχέση με τη συγκρότηση της Λαϊκής Συμμαχίας.

2. Προσπαθώντας να τεκμηριωθεί το ζήτημα ότι η συμμετοχή του ΚΚΕ σε μια κυβέρνηση μπορεί να ωθήσει τα πράγματα μπροστά, χρησιμοποιούνται παλιότερα ντοκουμέντα του ΔΚΚ. Γίνεται, επιπλέον, μια λαθροχειρία: απομονώνουν συγκεκριμένα κομμάτια από τα κείμενα του Λένιν, χωρίς να παίρνεται υπόψη ούτε το πότε γράφτηκαν ούτε τις συγκεκριμένες συνθήκες για να τεκμηριώσουν την ανάγκη ενός ξεχωριστού σταδίου ή τη λογική των συνεργασιών με άλλα πολιτικά κόμματα. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται για το 4ο Συνέδριο της ΚΔ και τον προσδιορισμό των 5 ειδών «εργατικών» κυβερνήσεων που πιθανά θα μπορούσαν να εμφανιστούν χωρίς να είναι δικτατορία του προλεταριάτου. Φυσικά πάνω σε αυτό το ζήτημα αποφεύγουν να το αναφέρουν ολοκληρωμένα και να αναφερθούν στις αποφάσεις του 5ου και του 6ου Συνεδρίου της ΚΔ. Μόνο και μόνο γιατί θα εκτεθούν.

Η ιστορία δεν επιβεβαίωσε τη συμβολή τέτοιων κυβερνήσεων στην πρόοδο της επανάστασης. Αντίθετα, έκαναν ζημιά στα ΚΚ που συμμετείχαν. Ενδεικτικότερο παράδειγμα το ΚΚΕ και η συμμετοχή του στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» το 1944 που, αν μη τι άλλο, άμβλυνε τις αντιστάσεις απέναντι στο αστικό κράτος. Εκτός αυτού αντανακλάται και η δυσκολία στα πλαίσια της ΚΔ να δημιουργηθεί ενιαία αντίληψη για την επαναστατική διαδικασία αφού από το 3ο Συνέδριο και μετά συμμετείχαν και ΚΚ από χώρες καθυστερημένες όπως τότε όριζε ο Λένιν. Ανάλογα, σε άλλη βάση βέβαια, αντιμετωπίζουμε τέτοια προβλήματα και σήμερα στην προσπάθεια να δημιουργήσουμε το «συνεπή» πόλο στο ΔΚΚ. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ενιαία αντίληψη για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε, για ορισμένα άλλα, στρατηγικού χαρακτήρα, ζητήματα ανάμεσα στα ΚΚ με ανομοιομορφία στο βαθμό αφομοίωσης της επαναστατικής στρατηγικής.

3. Δεν μπορείς να απομονώσεις την πάλη για έξοδο από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς έστω και σαν σύνθημα που θα συσπειρώσει το λαό, γιατί γίνεσαι ένα με τμήμα της αστικής τάξης που θα είχε συμφέρον από μια αναδιάταξη συμμαχιών που, βέβαια, αυτή τη στιγμή δεν επικρατεί. Η ελληνική αστική τάξη επιλέγει τη συνεργασία, την ενεργή συμμετοχή σε ενώσεις και σχηματισμούς, με άλλα ιμπεριαλιστικά κράτη για το μοίρασμα της λείας από τα κέρδη που αποσπούν από τους λαούς, είτε σε περιοχές που αυτό γίνεται ειρηνικά (με επενδύσεις και «ανάπτυξη»), είτε εκεί που γίνεται με ένοπλες συγκρούσεις (π.χ. για τα πετρέλαια).

Στη βάση των σχέσεων της Ελλάδας με τα άλλα αστικά κράτη στο σύστημα του ιμπεριαλισμού γίνεται η συζήτηση για το αν η Ελλάδα είναι εξαρτημένη καπιταλιστική - μη ιμπεριαλιστική χώρα με τις ανάλογες προσαρμογές στη στρατηγική του ΚΚΕ. Εδω θα συμφωνήσω ότι, πραγματικά, η Ελλάδα βρίσκεται σε πλέγμα «ανισότιμων αλληλεξαρτήσεων» με ενεργό ρόλο στη διεκδίκηση του δικού της κομματιού στη λεία από τα κλεμμένα των λαών. Φυσικά τη μερίδα του λέοντος την έχουν τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.

4. Χρειάζεται, στη βάση των παραπάνω, κατά τη γνώμη μου προσοχή στο πώς αναδεικνύονται ορισμένες φορές μέσα από στήλες του «Ρ» (π.χ. «Ημεροδρόμος Ρίζος») οι σχέσεις της Ελλάδας και άλλων κρατών, μέσα στο σύστημα του ιμπεριαλισμού. Εμφανίζονται με έναν έντονο βολονταριστικό, μεταφυσικό χαρακτήρα. Εμφανίζονται με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε τα μέτρα (ΔΝΤ, τρόικα κλπ.), ή η συμμετοχή μας στην ΕΕ ή στην Ευρωζώνη μας επιβάλλονται απ' έξω και όχι ότι είναι συνειδητή επιλογή της αστικής τάξης της Ελλάδας.

Δουλεύοντας σταθερά, με πυξίδα τη στρατηγική του ΚΚΕ, μπορούμε να αντεπεξέλθουμε στις απαιτήσεις της ταξικής πάλης, να δράσουμε σε οποιεσδήποτε συνθήκες για την υπόθεση της εργατικής τάξης.


Βαγγέλης Βερροιώτης
ΚΟΒ Νότιου Τομέα - Πάτρα

Για τις Θέσεις της ΚΕ

1. Οι Θέσεις της ΚΕ αντανακλούν τη θεωρητική και πολιτική ωρίμανση του ΚΚΕ στα 95 χρόνια του, ενσωματώνουν την πείρα από τη δράση του Κόμματος, τις επεξεργασίες σε ζητήματα στρατηγικής.

Η μελέτη του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε, τα συμπεράσματα για τα αίτια των ανατροπών στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και ο Β' τόμος του Δοκιμίου Ιστορίας του Κόμματος, είναι κείμενα που ξεπερνάνε σε σημασία την αποτίμηση της δράσης του ΚΚΕ και τη χάραξη σωστής στρατηγικής από το Κόμμα.

Είναι επεξεργασίες με μεγάλη αξία για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, ιδιαίτερα σε συνθήκες υποχώρησης, όπου δεν έχουν ολοκληρωθεί οι συνέπειες της αντεπανάστασης. Είναι ντοκουμέντα που αντικειμενικά βοηθούν άλλα ΚΚ να διαμορφώσουν επαναστατική στρατηγική, να εξοπλιστούν και να αναμετρηθούν καλύτερα με τον οπορτουνισμό, τις δυνάμεις της διαχείρισης και τα αστικά κόμματα στις χώρες τους.

Οι θέσεις ενσωματώνουν τα συμπεράσματα από τα δύο αυτά κείμενα και σε συνδυασμό με τη σωστή ανάλυση για την εποχή μας, εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, εξοπλίζουν το Κόμμα και το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα με σύγχρονες επεξεργασίες για το πώς πρέπει να δρα ένα ΚΚ για να καθοδηγήσει νικηφόρα την πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της ως την εξουσία.

Το ΚΚΕ έχει μελετήσει την Ιστορία του και την Ιστορία της πρώτης απόπειρας να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός, βάζοντας στη ζωή τα συμπεράσματα από αυτή τη μελέτη, όπως γίνεται τώρα με το σχέδιο Προγράμματος του Κόμματος.

Είναι και αυτό μια επιπλέον βεβαίωση ότι η στρατηγική του ΚΚΕ έχει γερά ποδάρια, «πατάει» στην ανάλυση της πραγματικότητας με τα εργαλεία του Μαρξισμού - Λενινισμού, ανοίγει δρόμους συνολικά για το παγκόσμιο εργατικό κίνημα, πάει ένα βήμα παραπέρα τις θεωρητικές επεξεργασίες για τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη και οι παρεκκλίσεις του παρελθόντος.

2. Οι Θέσεις της ΚΕ απαντάνε με σαφήνεια στο ερώτημα «επανάσταση ή μεταρρύθμιση», που διαπερνά όλο το κείμενο, από τον απολογισμό δράσης της ΚΕ, μέχρι τα καθήκοντα του Κόμματος ως το 20ό Συνέδριο.

Είμαστε Κόμμα επαναστατικό και αυτό είναι που πρέπει να χαρακτηρίζει τη δράση μας σε κάθε φάση του αγώνα, σε άνοδο του κινήματος και σε ύφεση, στους ελιγμούς που επιχειρεί η αστική τάξη για να ενσωματώσει και να νικήσει το κίνημα, να φρενάρει τη ριζοσπαστικοποίησή του.

Οι Θέσεις λένε, και η ιστορική πείρα το δείχνει, ότι αν ένα ΚΚ δεν έχει λυμένο το ζήτημα της εξουσίας και αν σε κάθε φάση δεν έχει στον προσανατολισμό του να προετοιμάσει την εργατική τάξη και τα σύμμαχα στρώματα να την κατακτήσουν, ακόμα κι όταν η επανάσταση φαντάζει μακρινή υπόθεση, τότε αργά ή γρήγορα, αυτό το κόμμα, είτε θα ενσωματωθεί και θα παρασύρει μαζί του το κίνημα, είτε σε επαναστατικές συνθήκες ο λαός θα εξοκείλει στα βράχια.

Είναι λάθος η αντίληψη που λέει ότι σε μη επαναστατικές συνθήκες, ένα ΚΚ δικαιούται έως επιβάλλεται να βάλει νερό στο κρασί του και όταν με το καλό δημιουργηθεί επαναστατική κατάσταση, να ανακτήσει τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά και ο λαός να κερδίσει την αναμέτρηση.

Ούτε στέκει η άποψη που λέει ότι βάζοντας στοιχεία της διαχείρισης στη στρατηγική ενός ΚΚ σε μη επαναστατικές συνθήκες, βοηθάει να ανέβει η πολιτική συνείδηση και η συσπείρωση της εργατικής τάξης και ότι έτσι εκπληρώνεται καλύτερα ο επαναστατικός ρόλος του Κόμματος. Πολύ περισσότερο, όταν τέτοια επικίνδυνα ιδεολογήματα πλασάρονται με το επιχείρημα ότι έτσι η ταχτική υπηρετεί καλύτερα τη στρατηγική.

Επαναστατική στρατηγική «αλά καρτ» δεν υπάρχει και αυτό είναι ένα από τα ζητήματα που ταλαιπώρησαν για δεκαετίες το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, μπάζοντας άλλοτε από την πόρτα και άλλοτε από το παράθυρο τη λογική των σταδίων, τις «εθνικές ιδιαιτερότητες» στην πάλη για το σοσιαλισμό, τη συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία και τελικά την απώλεια των επαναστατικών χαρακτηριστικών για την πλειοψηφία των Κομμουνιστικών Κομμάτων.

Κάθε βήμα πίσω από το να απαντάμε κάθε φορά, σε κάθε φάση, στα δύσκολα και στα λιγότερο δύσκολα, «επανάσταση και όχι μεταρρύθμιση», είναι όρος αναγκαίος για να διαμορφώνει το Κόμμα σωστή ταχτική, σύμφωνη με το αντικειμενικό συμφέρον των λαϊκών στρωμάτων, ακόμα κι αν τη δεδομένη στιγμή δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί σαν τέτοια από το λαό και το κίνημα.

3. Οι Θέσεις, σε συνέχεια των επεξεργασιών που ενσωμάτωσαν οι αποφάσεις του 15ου Συνεδρίου, δίνουν σαφέστατη απάντηση στο ερώτημα: «Συμμαχία από τα πάνω, ή συμμαχία από τα κάτω;».

Το Κόμμα μας έχει απαντήσει «συμμαχία από το κάτω», κοινωνική συμμαχία. Πάνω σ' αυτό το θεμελιώδες ζήτημα βαθαίνει τώρα τις επεξεργασίες του, κάτω από το φως των εξελίξεων που μεσολάβησαν από το Πρόγραμμα του 15ου συνεδρίου, στα 17 χρόνια που πέρασαν από τότε.

Η υπεράσπιση της συμμαχίας «από τα πάνω», σαν αναγκαία τάχα συνθήκη για να προχωρήσει η συμμαχία «από τα κάτω», δύο πράγματα μπορεί να σημαίνει:

Είτε είναι υποχώρηση μπροστά στις αντικειμενικές δυσκολίες που έχει η συνειδητοποίηση από την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα ότι έχουν κοινά συμφέροντα απέναντι στα μονοπώλια, άρα και αντικειμενικό συμφέρον να οικοδομήσουν συμμαχία μεταξύ τους.

Είτε συνειδητή προσπάθεια να αλλοιωθεί η επαναστατική στρατηγική του Κόμματος με στοιχεία διαχείρισης, να συρθεί το ΚΚΕ σε συνέργεια με αστικές πολιτικές δυνάμεις ή δυνάμεις που αναμασούν αντικαπιταλιστικά συνθήματα, αλλά δεν έχουν στρατηγική ρήξης με τα μονοπώλια, βλέπουν κυβερνητικές λύσεις στα οξυμένα λαϊκά προβλήματα και στη βασική κοινωνική αντίθεση που μεγαλώνει.

Η συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτεί υπομονή και επιμονή στο κίνημα, σε κάθε καμπή του. Προϋποθέτει στέριωμα και δυνάμωμα του ΚΚΕ σε χώρους δουλειάς και κλάδους στρατηγικής σημασίας. Χρειάζεται πλατιά διαφωτιστική δουλειά στην εργατική τάξη και τα σύμμαχα στρώματα, που θα αποκαλύπτει πειστικά τον κοινό αντίπαλο.

Θα εξηγεί την αναγκαιότητα της αντικαπιταλιστικής αντιμονοπωλιακής συμμαχίας και πάλης σαν αναγκαία συνθήκη όχι μόνο για να λυθεί οριστικά υπέρ των εργαζομένων και του λαού το πολιτικό ζήτημα στην Ελλάδα, αλλά και για να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για αποτελεσματική άμυνα, για την απόσπαση ορισμένων κατακτήσεων στον καπιταλισμό, χωρίς το κίνημα να χάνει το στόχο του.

Τα καθήκοντα που βάζει το Κόμμα με τις Θέσεις και τις Αποφάσεις του 19ου Συνεδρίου που θα ακολουθήσουν, μεγαλώνουν την απαιτητικότητα και για τον «Ριζοσπάστη». Η καλύτερη αφομοίωση της στρατηγικής μας, η ενίσχυση της ενιαίας αντίληψης για το τι παλεύει το Κόμμα και πώς θα δοθεί διέξοδος υπέρ του λαού, η εκλαΐκευση και στήριξη των Αποφάσεων του Κόμματος με ζωντανά παραδείγματα από τη δράση των Οργανώσεων και αρθρογραφία, πρέπει να απασχολήσουν ακόμα πιο δημιουργικά τη δουλειά μας.


Περικλής Κουρμούλης
ΚΟΒ «Ριζοσπάστη»



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ