ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Φλεβάρη 2001
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Χαμένες προσδοκίες

Η χρηματιστηριακή κατρακύλα φέρνει, σαν γιατροσόφι, τις απολύσεις...

Associated Press

Η χρηματιστηριακή κατρακύλα φέρνει, σαν γιατροσόφι, τις απολύσεις...
Οι οικονομικές υφέσεις κάνουν καλό... εκτός εάν είσαι εργαζόμενος, ένας απλός άνθρωπος!

Η θεωρία της «νέας οικονομίας» υποστήριζε ότι οι κλάδοι των υπολογιστών και του Ιντερνετ έχουν τόσο ενισχύσει τις προοπτικές για υψηλότερους μισθούς και κέρδη, ώστε ο κόσμος μπορεί να δαπανά αφειδώς. Οι πρώτοι, εννοείται, που το έπραξαν ήταν οι Αμερικανοί, αφού ήταν τα «πειραματόζωα» της «υπερδύναμης». Και καταχρεώθηκαν... Τώρα οι αναλυτές ανησυχούν ότι οι απώλειες στη Γουόλ Στριτ και κυρίως η κατακρήμνιση του δείκτη της τεχνολογίας NASDAQ, θα έχει ως συνέπεια να μειωθούν οι επενδύσεις και οι καταναλωτικές δαπάνες, δηλαδή ο κίνδυνος είναι να πληγούν οι δύο παράγοντες που έδωσαν τον τόνο στην έκρηξη της αμερικανικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια.

Τώρα, οι Αμερικανοί πολίτες αρχίζουν να περνούν από τη φάση του «ονείρου» στη φάση του «εφιάλτη». Τα στοιχεία που δίνουν μία ολοκληρωτική εικόνα της πορείας της οικονομίας, είναι άκρως αποκαλυπτικά και αρκούντως φρικιαστικά, αν και ακόμη οι οικονομολόγοι αν και το σιγοψιθυρίζουν δεν τολμούν να τον εκστομίσουν: «Εισήλθαμε σε μία περίοδο ύφεσης». Την ίδια στιγμή, ο δείκτης της εμπιστοσύνης του καταναλωτικού κοινού, μειώθηκε περίπου 14 μονάδες για τον πρώτο μήνα του 2001, φτάνοντας τις 114,4 μονάδες και σημειώνοντας το χαμηλότερο ρεκόρ από την εποχή της ύφεσης, στα πρώτα έτη της δεκαετίας του '90. Και η εμπιστοσύνη του καταναλωτικού κοινού είναι σχεδόν... τα πάντα. Αν οι μετοχές που κατρακυλούν, τα υψηλά χρέη και οι φόβοι για την αγορά εργασίας αναστατώσουν τους καταναλωτές, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι καταστροφικά. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα μείωσε κατά μισή μονάδα, την περασμένη εβδομάδα, τα επιτόκια προκειμένου να ανακόψει αυτή την τραγική πορεία. Το Κογκρέσο πιθανώς να ψηφίσει τις φορολογικές περικοπές του Τζορτζ Ουόκερ Μπους. Αλλά πόσο μπορούν αυτές οι κινήσεις να βοηθήσουν, πριν τη μεγάλη και ολέθρια πρόσκρουση με το έδαφος;

Το έχουμε ξαναδεί...

Αστεγος προσπαθεί να κοιμηθεί σε πεζοδρόμιο. Το αμερικανικό οικονομικό «θαύμα» διαψεύδει όλο και περισσότερες προσδοκίες

Associated Press

Αστεγος προσπαθεί να κοιμηθεί σε πεζοδρόμιο. Το αμερικανικό οικονομικό «θαύμα» διαψεύδει όλο και περισσότερες προσδοκίες
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ζουν αυτή τη στιγμή το τέλος ενός κερδοσκοπικού ξεφαντώματος. Η αντίληψη για τον πλούτο ήταν μια χίμαιρα, αφού ακριβώς οι ίδιες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες οδήγησαν την οικονομία σε αυτά τα «δυσθεώρητα ύψη», είναι αυτές που την έθεσαν σε κίνδυνο για μία αναμενόμενη μεγάλη πτώση, η οποία βρίσκεται προ των πυλών. Πολύ πιο σύντομα, από ό,τι προβλεπόταν, η «έκρηξη της Νέας Οικονομίας», θεωρείται μαθηματικώς βέβαιο ότι θα ακολουθηθεί από μια «χρεοκοπία της Νέας Οικονομίας», δηλαδή ύφεση και μια ραγδαία πτώση της κίνησης των κεφαλαιαγορών, με πολύ πιο οδυνηρές διαστάσεις και επιπτώσεις από ό,τι οι περισσότεροι -ακόμη και αναλυτές- προσμένουν.

Ο λόγος είναι απλός: Αυτού του είδους η ανάπτυξη που επιτεύχτηκε, που δεν προσομοιάζει μέχρι στιγμής με καμία ανάλογη του παρελθόντος, είχε ως κινητήρια δύναμη τον τεχνολογικό τομέα, δηλαδή την ανάπτυξη της βιομηχανίας παραγωγής λογισμικού, ημιαγωγών, τηλεπικοινωνιών και του Διαδικτύου. Είναι οι τομείς, που οι οικονομολόγοι τολυς έχουν ονομάσει «αυξανόμενων μακροπρόθεσμων ανταποδοτικών κερδών» βιομηχανίες. Αυτό σε απλά ελληνικά, σημαίνει ότι είχαν πολύ μεγάλο αρχικό κόστος: προγραμματισμός, στησίματα ιστοσελίδων, υποδομή. Αλλά από τη στιγμή που η αρχική επένδυση έχει ολοκληρωθεί, το κόστος παροχής υπηρεσιών προς τον καταναλωτή είναι από μικρό έως μηδαμινό. Τέτοιου είδους εταιρίες λειτουργούν άψογα και έχουν εξαιρετικά ανταποδοτικά οφέλη, με τον όρο ότι η οικονομία βρίσκεται σε συνεχή ανάπτυξη. Αντίθετα, όταν η οικονομία βρίσκεται σε πτώση κατά την κυκλική του πορεία, οι επιχειρήσεις του είδους, πλήττονται από ένα δυσανάλογο «διπλό» μεικτό κόστος και ελλιπείς ανταποδόσεις, γεγονός που τις κάνεις εξαιρετικά επιρρεπείς από ό,τι η «παραδοσιακή βιομηχανία» σε χρηματιστηριακή κατρακύλα, πτώση κερδών που οδηγεί με γεωμετρική πρόοδο, για λόγους επιβίωσης, σε μείωση του απασχολούμενου ειδικευμένου προσωπικού άρα και πτώση της ποιότητας και της ποσότητας των υπηρεσιών της, δηλαδή τις οδηγεί σε συρρίκνωση.

Αυτή η διάσταση είναι και η πιο επικίνδυνη, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι και το 1929, με το μεγάλο κραχ, η κερδοσκοπία είχε αλλάξει αντικείμενο, αφού είχε προσανατολιστεί στον τζόγο επί των νέων επιχειρήσεων που κατασκεύαζαν τα νέα επιτεύγματα: αυτοκίνητα, ραδιόφωνα, ηλεκτρικές συσκευές και αεροναυτική. Εως το 1932, η πλειοψηφία αυτών των επιχειρήσεων είχαν χάσει περίπου το 90% της αξίας, που είχαν το 1929. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και κατά την περίοδο του «νίφτι-φίφτι», δηλαδή τη μεγάλη κρίση του '73-'74.

Βέβαια, μπροστά σε αυτή την προοπτική, οι πολιτικοί και οικονομολόγοι αναφωνούν, ότι οι υφέσεις και οι κρίσεις βρίσκονται σε απόλυτη συνάφεια με τους κύκλους της οικονομίας και επιπροσθέτως, «ηθικώς μας κάνουν καλό, αφού μπορεί να γιατρέψουν την παρανοϊκή υπεραφθονία και την αλαζονεία».

Εκτός αν δεν έχεις να χάσεις πια τίποτα άλλο εκτός από την ίδια σου τη ζωή, που ισχύει για πολύ μεγάλο τμήμα των Αμερικανών που ποτέ δεν μπόρεσαν να επωφεληθούν από τα οφέλη της περασμένης δεκαετίας και πια έχουν περιθωριοποιηθεί.


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Πρώτα θύματα οι εργαζόμενοι

Αλαν Γκρίνσπαν. Ο διοικητής της FED «επιστράτευσε»τη μείωση επιτοκίων σε μια απέλπιδα προσπάθεια αποφυγής της ύφεσης

Associated Press

Αλαν Γκρίνσπαν. Ο διοικητής της FED «επιστράτευσε»τη μείωση επιτοκίων σε μια απέλπιδα προσπάθεια αποφυγής της ύφεσης
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ (του ανταποκριτή μας ΧΡ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ).-

Καθώς συνεχίζεται και διευρύνεται η ύφεση της αμερικανικής οικονομίας, τα πρώτα και κύρια θύματά της είναι οι εργαζόμενοι. Το επιβεβαιώνουν καθημερινά τα άτεγκτα γεγονότα και στοιχεία. Παραθέτουμε εδώ μερικά, για να δώσουμε μια γενικότερη εικόνα αυτού του δυσοίωνου φαινομένου.

Το νέο συγκρότημα κατασκευής αυτοκινήτων «Ντέμλερ-Κράισλερ», που δημιουργήθηκε πρόσφατα από την εξαγορά του δεύτερου από το πρώτο, το οποίο είναι γερμανικό, ανακοίνωσε στις 29/1, ότι θα μειώσει το εργατικό προσωπικό του κατά 26.000. Οι μειώσεις θα περιλαμβάνουν το κλείσιμο έξι εργοστασίων της «Κράισλερ»: Πέντε στο Μεξικό και στη Νότια Αμερική και ένα εργοστάσιο μηχανών στο Ντιτρόιτ. Επίσης, η «Κράισλερ» θα δώσει «άδεια» σε χιλιάδες άλλους εργαζόμενούς της, μετακινώντας έξι εργοστάσιά της στις ΗΠΑ και στον Καναδά.

Αλλά αυτό, όπως επισημάνθηκε ήδη, ήταν η κορυφή του παγόβουνου. Μέσα στους τελευταίους δυο μήνες έγιναν και τα εξής:

  • Η σιδηροδρομική εταιρία «Γιούνιον Πασίφικ» ανακοίνωσε, ότι θα απολύσει 2.000 εργαζόμενούς της.
  • Η «Μοντγκόμερι Ουάρντ», που χρεοκόπησε, έκλεισε και τα 250 γενικά καταστήματά της, ρίχνοντας στο δρόμο 37.000 υπαλλήλους της.
  • Η «Τζένεραλ Μότορς» σταματάει την παραγωγή του αυτοκινήτου Ολντσμομπιλ, με αποτέλεσμα να χάσουν τη δουλιά τους 15.000 άτομα.
  • Η «Ουίρλπουλ», εταιρία κατασκευής πλυντηρίων, στεγνωτηρίων, ψυγείων και διαφόρων άλλων οικιακών συσκευών, απέλυσε 6.300 εργαζόμενους.
  • Η υγειονομική ασφαλιστική εταιρία «Erva» απέλυσε 5.000 υπαλλήλους της.
  • Η τεχνολογική επιχείρηση «Λουσέτ» έχει ανακοινώσει, ότι πρόκειται να μειώσει το προσωπικό της κατά 16.000 άτομα.

Ολα αυτά, ωστόσο, ήταν απλά ένα δείγμα για το τι συμβαίνει ευρύτερα. Στους πρώτους 11 μήνες του 2000 έγιναν συνολικά 480.000 απολύσεις εργατοϋπαλλήλων. Πάνω από 36.000 υπάλληλοι εταιριών dot-com απολύθηκαν στο δεύτερο μισό του 2000. Και ο ρυθμός αυτός επιταχύνθηκε αφότου ο Τζορτζ Μπους τζούνιορ ορκίστηκε Πρόεδρος. Η συνταγή του τώρα, όπως παρατηρούσε σε πρωτοσέλιδο άρθρο του (3/2) ο διευθυντής της εφημερίδας του ΚΚ ΗΠΑ «Πιπλς Ουίκλι Ουόρλντ» (PWW), Τιμ Ουίλερ, είναι η τάχιστη έγκριση της μείωσης της φορολογίας κατά 1,7 τρισεκατομμύριο δολάρια, που κύρια θα ωφελήσει τους πλούσιους, με μια επιδρομή της Ουόλ Στριτ στο αποθεματικό κεφάλαιο της κοινωνικής ασφάλισης, ισχυριζόμενος ότι αυτό είναι αναγκαίο για να κινηθεί παραπέρα η οικονομία.

Και πρόσθεσε: «Ο Μπους, ένας ακόμη πιο φανατικός υποστηρικτής της ελεύθερης αγοράς απ' ό,τι ο Πρόεδρος Κλίντον, προτρέπει για μια εμπορική πολιτική τύπου Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου στη Β. Αμερική, που είχε αποτέλεσμα την εξαγωγή 450.000 θέσεων βιομηχανικής παραγωγής».

Η βιομηχανία αυτοκινήτου είναι ο κύριος πελάτης της βιομηχανίας ατσαλιού. Ετσι, η μεγάλη μείωση της πώλησης αυτοκινήτων πλήττει πολύ σκληρά το ατσάλι. Η Ενωση Εργατών Ατσαλιού Αμερικής (USWA) προειδοποίησε πριν λίγες μέρες, ότι 41 εταιρίες ατσαλιού κήρυξαν χρεοκοπία και ότι άμεση ομοσπονδιακή ενέργεια είναι αναγκαία για τη διάσωση των εργασιών και των κοινοτήτων ατσαλιού από μια κατάρρευση της βιομηχανίας αυτής. Η προειδοποίηση αυτή έγινε σε μια πεντασέλιδη δήλωση σε συνεδρίαση της Συνδιάσκεψης Βασικής Βιομηχανίας Ατσαλιού (BSIC) της USWA στις 23/1 στην πόλη Πίτσμπουργκ. Στη BSIC μετέχουν οι πρόεδροι τοπικών οργανώσεων της Ενωσης Ατσαλιού, που αντιπροσωπεύουν τα 130.000 μέλη της USWA.

Ανέφερε η δήλωση αυτή: «Καθώς συνερχόμαστε σήμερα, η αμερικανική βιομηχανία ατσαλιού αντιμετωπίζει μια κρίση εκρηκτικών διαστάσεων. Χωρίς άμεσες και περιεκτικές δράσεις, θα μπορούσαμε αναμφίβολα να δούμε την απώλεια μια για πάντα εκατομμυρίων τόνων στην ικανότητα παραγωγής ατσαλιού, δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας και συνταξιοδοτικών και ασφαλιστικών επιδομάτων για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους και τις χήρες τους».

Η δήλωση υπενθύμιζε την «κτηνώδη» δεκαετία του 1980, όταν δεκάδες εργοστασίων ατσαλιού έκλεισαν και 380.000 εργάτες έχασαν τη δουλιά τους.

Η USWA υπέδειχνε την έγκριση της Πράξης Αναζωογόνησης του Ατσαλιού με την παροχή ενός δανείου 15 δισ. δολαρίων από το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ. Το κεφάλαιο αυτό να επιβλέπεται από μια επιτροπή, που να περιλαμβάνει την USWR, ώστε να είναι σίγουρο πως το ποσόν αυτό θα χρησιμοποιείται για τη διαφύλαξη των θέσεων εργασίας και των κοινοτήτων ατσαλιού και όχι να βάζει πούπουλα στις φωλιές των κεφαλαιούχων της Ουόλ Στριτ.

Παράλληλα, η δήλωση της USWA τόνιζε, ότι μετά την ασιατική οικονομική κρίση στα τέλη του 1997, 14 εταιρίες ατσαλιού υπέβαλαν αίτηση χρεοκοπίας, από τις οποίες έξι μέσα στους τελευταίους τρεις μήνες, ενώ η κρίση όλο χειροτερεύει. Μέσα στην τελευταία βδομάδα του 2000, η βιομηχανία ατσαλιού λειτουργούσε σε ποσοστό κάτω του 65% της αποδοτικότητάς της, που σημαίνει το χαμηλότερο επίπεδό της μέσα σε 14 χρόνια.

Πάνω στο θέμα των συλλογικών συμβάσεων, η δήλωση απέρριπτε τις αξιώσεις για παραχωρήσεις εκ μέρους των εργατών. Εξηγούσε σχετικά: «Από καιρό σε καιρό, τα μέλη μας καλούνται από αυτή τη βιομηχανία να κάνουν θυσίες. Αλλά η πραγματικότητα είναι, ότι μέσα στο σημερινό περιβάλλον παραπέρα πτώση του βιοτικού μας επιπέδου δε θα σώσει τη βιομηχανία ατσαλιού. Οι δικές μας παραχωρήσεις απλά θα γεμίσουν τις τσέπες των κεφαλαιούχων της Ουόλ Στριτ και των γιγαντιαίων εταιριών, που αγοράζουν ατσάλι».

Η ίδια δήλωση κατάγγειλε ως «εγκληματικές» δολοπλοκίες των εταιριών το να χρησιμοποιούν τη χρεοκοπία για να σταματούν τις συντάξεις και άλλα επιδόματα προς τους συνταξιούχους εργάτες ατσαλιού. «Απλά, δεν υπάρχει κανένα θέμα - νομικό, ηθικό, πολιτική ή οτιδήποτε άλλο - για την τοποθέτηση των συμφερόντων των κεφαλαιούχων και κερδοσκόπων πάνω από αυτά των συνταξιούχων. Η ένωσή μας ποτέ δε θα εγκαταλείψει αυτούς που ήρθαν πριν από εμάς».

Η δήλωση καλούσε να παρθούν αυστηρότερα μέτρα στις αναλογίες εισαγωγών, για να ανακοπούν οι εισαγωγές ξένου ατσαλιού, που σήμερα φτάνει το 25% του καταναλωνόμενου ατσαλιού στις ΗΠΑ. Ζητούσε, επίσης, «ρύθμιση των ξένης ιδιοκτησίας» εργοστασίων ατσαλιού στις ΗΠΑ, που δημιουργεί έντονες διαμάχες, όπως η εκστρατεία της, ιαπωνικών συμφερόντων, FK Steel να «εξοντώσει» το εργατικό συνδικάτο στο εργοστάσιό της στο Μάνσφιλντ της Πολιτείας Οχάιο. Αλλη παρόμοια περίπτωση, σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο του «PWW», είναι και η αγορά τον περσινό Νοέμβρη από την εταιρία USX ενός μοντέρνου εργοστασίου στην πρώην σοσιαλιστική Κοζίτσε της Σλοβακίας, που, όπως προβλέπει η ίδια η USX, στη διάρκεια του 2001 θα εξαγάγει 3,6 εκατομμύρια τόνους ατσαλιού. Οι εργάτες σ' αυτό πληρώνονται μόλις 2 δολάρια την ώρα! Μια άλλη αμερικανική εταιρία, η «Μπέθλχεμ», είναι ιδιοκτήτρια ενός εργοστασίου και ναυπηγείου στη Σιγκαπούρη, με παρόμοιες πανάθλιες «αμοιβές».

Το κακό, όμως, δε σταματάει εδώ. Επεκτείνεται και σε άλλους τομείς. Για παράδειγμα, η γνωστή εταιρία «Τζένεραλ Ελέκτρικ» (GE), σύμφωνα με δημοσίευμα στο τεύχος της 12/2 του περιοδικού «Μπίζνες Ουίκ», που κυκλοφόρησε την 1/2, σχεδιάζει να μειώσει κατά 75.000 το προσωπικό της μέσα στα επόμενα 2 χρόνια. Το περιοδικό έλεγε, ότι από τις περικοπές 50.000 περίπου θα γίνουν ως αποτέλεσμα της συγχώνευσής της με την αντίστοιχη εταιρία «Χόνιγουελ Ιντερνάσιοναλ», την οποία εξαγόρασε καταβάλλοντας 45 δισ. δολάρια.

Ανάλογο άρθρο δημοσίευσε στις 2/2 και η εφημερίδα «USA Today». Αναφερόμενη σε αναλυτές της Ουόλ Στριτ, σημείωνε ότι η GE αναμένεται να απολύσει μέχρι 80.000 άτομα μετά την ολοκλήρωση της συγχώνευσής της με τη «Χόνιγουελ», που θα πραγματοποιηθεί στο τέλος του Μάρτη. Ας σημειωθεί, ότι η «Χόνιγουελ Ιντερνάσιοναλ», που συγκροτήθηκε το 1999, έχει γύρω στους 120.000 υπαλλήλους διεθνώς, ενώ η GE έχει και αυτή κοντά στους 340.000 υπαλλήλους, επίσης διεθνώς.

Οσον αφορά στο γενικό ποσοστό ανεργίας στις ΗΠΑ, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας, έχει φτάσει ήδη τα 4,2%. Παράλληλα, η οικονομία των ΗΠΑ αναπτύχθηκε μέσα στο τελευταίο τέταρτο του 2000 μόνο κατά 1,4%, που ήταν το χαμηλότερο τέτοιο ποσοστό μέσα σε πάνω από πέντε χρόνια, υποσκάπτοντας, έτσι, την εμπιστοσύνη του καταναλωτικού κοινού για το μέλλον. Μέσα σ' αυτό το κλίμα απαισιοδοξίας, ο διευθυντής του Ομοσπονδιακού Αποθεματικού Συμβουλίου, Αλαν Γκρίνσπαν, έσπευσε έκδηλα ταραγμένος να μειώσει στις 31/1 κατά 0,5% τα επιτόκια δανεισμών, για δεύτερη φορά μέσα σε έναν μήνα. Επρόκειτο, όπως χαρακτηρίστηκε, για μια απεγνωσμένη προσπάθεια αντιμετώπισης της ύφεσης, που ολοένα βαθαίνει.


«Αποκαλυπτικά» τα στοιχεία

Ανεργία: Ο αριθμός των Αμερικανών που ζήτησε να εγγραφεί για πρώτη φορά στους καταλόγους για επιδόματα ανεργίας αυξήθηκε δραστικά την περασμένη βδομάδα, υποδηλώνοντας ότι είναι όλο και πιο δύσκολο για ορισμένες τουλάχιστον κατηγορίες πολιτών να βρουν θέσεις εργασίας σε ένα περιβάλλον εξασθενούσας οικονομίας. Το υπουργείο Εργασίας ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι οι νέες αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας αυξήθηκαν περισσότερο του αναμενόμενου στον εποχικά διορθωμένο αριθμό των 361.000, την βδομάδα που έληξε στις 3 Φλεβάρη. Μόλις μία εβδομάδα πριν το υπουργείο Εργασίας είχε ανακοινώσει ότι η ανεργία αυξήθηκε για πρώτη φορά, μετά από χρόνια, φτάνοντας το 4,2% για το μήνα Γενάρη.

Βιομηχανική δραστηριότητα: Η αμερικανική βιομηχανία έχει εισέλθει σε πεδίο ύφεσης, συμπαρασύροντας και την οικονομία, η οποία απέτυχε να σημειώσει κάποια δείγματα ανάπτυξης, για πρώτη φορά εδώ και 117 μήνες! Πιο συγκεκριμένα, ο δείκτης βιομηχανικής δραστηριότητας της «National Association of Purchasing Managers» (NAPM) έπεσε στο 41,2%, το χαμηλότερο σημείο από το Μάρτη του 1991, όταν η χώρα έβγαινε από την τελευταία ύφεση. Ο βιομηχανικός δείκτης βρισκόταν στο 44,3% το Δεκέμβρη, ενώ οι προβλέψεις για το Γενάρη ήταν στο 43,6%. Η βιομηχανία προσπαθεί να ανταποκριθεί μάλλον ανεπιτυχώς στα τεράστια αποθέματα που σωρεύτηκαν κατά το πρώτο μισό του 2000, όταν γινόταν το οικονομικό «μπουμ», στις μειωμένες εξαγωγικές πωλήσεις και στην ασθενική καταναλωτική ζήτηση για τα διαρκή αγαθά, ενώ οι «πληγές» του βιομηχανικού κλάδου απειλούν τώρα να επεκταθούν ως «θανατηφόρος ιός» και στην ευρύτερη οικονομία των ΗΠΑ.

ΑΕΠ: Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της χώρας βρέθηκε κατά τον πρώτο μήνα του διανυόμενου έτους στο χαμηλότερο σημείο της πενταετίας, με τις επιχειρηματικές δαπάνες σε καθαρή πτώση, για πρώτη φορά από το 1991. Αυτό σημαίνει ότι η αμερικανική οικονομία πάτησε απότομα «φρένο» για το τέταρτο τρίμηνο του 2000, κατά το οποίο η αύξηση του ΑΕΠ περιορίστηκε στο 1,4%, το χαμηλότερο ποσοστό εδώ και πέντε χρόνια. Οι χαρακτηριζόμενοι ως «δυναμικοί ρυθμοί ανάπτυξης» για το 2000 εξανεμίστηκαν στο δεύτερο μισό του έτους, όπου η ανάπτυξη επιβραδύνθηκε σημαντικά. Μετά από το 4,8% και το 5,6% που καταγράφηκαν το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο αντίστοιχα, η αύξηση του ΑΕΠ έπεσε μόλις στο 2,2% το τρίτο τρίμηνο.

Επενδύσεις: Οι επιχειρηματικές επενδύσεις έπεσαν για πρώτη φορά από το 1991, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Εμπορίου και διαψεύδοντας τις εκτιμήσεις των οικονομικών αναλυτών που είχαν γίνει για λογαριασμό της «Thomson Global Markets» και προέβλεπαν αύξηση 2,2%. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις έπεσαν 1,5% το τέταρτο τρίμηνο, σημειώνοντας τη χειρότερη επίδοση από την πτώση κατά 2% το τελευταίο τρίμηνο του 1991. Ειδικότερα, οι επενδύσεις σε εξοπλισμό και λογισμικό έπεσαν 4,7%, αλλά οι επενδύσεις σε υποδομή αυξήθηκαν 9,3%.

Παραγωγικότητα: Η αύξηση της παραγωγικότητας, που ορίζεται ως η αύξηση της παραγωγής ανά εργατοώρα και αποτελεί μέτρο για την ευημερία μιας χώρας, επιβράδυνε τους ρυθμούς της κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2000, αλλά όχι τόσο όσο περίμεναν οι αναλυτές. Η αύξηση της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ ήταν 2,4%, έναντι του 1,5% που προέβλεπαν οι αναλυτές, ωστόσο είναι ο χαμηλότερος ρυθμός από το πρώτο τρίμηνο του 2000, όταν η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 2,1%. Σε ετήσια βάση, η παραγωγικότητα αυξήθηκε με ρυθμό 3,4%. Παράλληλα, το κόστος ανά μονάδα εργασίας, που αποτελεί δείκτη μέτρησης των πληθωριστικών πιέσεων, αυξήθηκε 4,1% έναντι του 3,2% κατά το προηγούμενο τρίμηνο. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση από το δεύτερο τρίμηνο του 1999, όταν καταγράφηκε αύξηση 4,3%. Οι οικονομολόγοι περίμεναν τώρα αύξηση μέχρι 3,5%.

Λιανική πώληση: Οι πωλήσεις λιανικής στις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή δείχνουν σημαντική αύξηση το Γενάρη, αλλά αυτό δε σημαίνει κατ' ανάγκη και αύξηση των κερδών, καθώς οι αυξημένες πωλήσεις έγιναν με σημαντικές εκπτώσεις για να αδειάσουν τα ράφια από τα εμπορεύματα που έμειναν από τις γιορτές.


Χρ.Μ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ