ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 23 Φλεβάρη 2006
Σελ. /40
Τόσο κοντά και τόσο μακριά από την αλήθεια

Η κινηματογραφική βδομάδα, που ανοίγει σήμερα με έξι νέες ταινίες, χαρακτηρίζεται, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, σαν μικρομεσαία. Σχεδόν όλες οι ταινίες έχουν αρετές, αλλά την ίδια στιγμή όλες τους είναι τόσο «ντροπαλές», που αποφεύγουν να μιλήσουν καθαρά.

Ο «Αγνωστος Κόσμος», του Τέρενς Μάλικ, αναφέρεται σε μια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε έναν αποικιοκράτη - εξερευνητή και μια Ινδιάνα. Η άλωση της Αμερικής και η εξαφάνιση τον ιθαγενών χάνεται στο φόντο. «Ο Τίγρης Και Το Χιόνι», του Ρομπέρτο Μπενίνι, προσπαθεί να εξιδανικεύσει τον έρωτα, αλλά κάνει σοβαρό «φάουλ», όταν ο ήρωάς της φτάνει στη Βαγδάτη. Εξομοιώνει θύτες και θύματα! Το «Τι Στο ...Μπιπππ... Ξέρουμε», των Μαρκ Βινσέντε, Μπέτσι Τσάσε και Γουίλιαμ Αρντζ, ασχολείται, με «χαριτωμένο» αλλά και πονηρό τρόπο, με τη «θεοποιημένη» - από αρκετούς - θεωρία των κβάντα!

Στη συνέχεια, έχουμε δυο αξιοπρόσεχτες, η καθεμιά για διαφορετικό λόγο, ταινίες. Πρώτη, δικαιωματικά, η «Transamerica», του Ντάνκαν Τάακερ, που ασχολείται με τρυφερό τρόπο με μια τρανσέξουαλ και το φίλιωμα με το παιδί της, το οποίο έκανε όταν ήταν άντρας! Μια ιστορία που ακούγεται ροζ, αλλά, κάτω από προϋποθέσεις, είναι ένα ανθρώπινο δράμα. Η δεύτερη, «Μια Ξένη Ανάμεσά μας», του Φιλ Μόρισον, είναι μια ενδιαφέρουσα ματιά για την Αμερική της επαρχίας. Της επαρχίας που σκοτώνει!

Η βδομάδα κλείνει με το πολύ ενδιαφέρον και πολύ τρυφερό καρτούν, «Μπάμπι: Ο Πρίγκιπας Του Δάσους», του Μπράιαν Πίμενταλ.

ΤΕΡΕΝΣ ΜΑΛΙΚ
Ο άγνωστος κόσμος

Κουριάνκα Κίλτσερ και Κόλιν Φάρελ
Κουριάνκα Κίλτσερ και Κόλιν Φάρελ
Ο Τέρενς Μάλικ περιστρέφεται γύρω από την αλήθεια, αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να μη συγκρουστεί μαζί της! Πιάνεται από ένα μύθο, μια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε έναν «εξερευνητή» και μια Ινδιάνα, η οποία ιστορία μεταφέρθηκε, για 400 περίπου χρόνια, από στόμα σε στόμα (ή από αντιφατικές γραπτές διηγήσεις που βρέθηκαν), και εξευμενίζει, με όπλο τον έρωτα, την εισβολή των Εγγλέζων στην Αμερική (1607), την εξόντωση των ιθαγενών Ινδιάνων, και τη δημιουργία της Νέας Αγγλίας.

Ο αρκετά καλός κατασκευαστής - σκηνοθέτης δεν κρύβει σχεδόν τίποτα! Στηρίζει την ταινία πάνω σε ιστορικά γεγονότα, ιστορικές αφηγήσεις και επιστημονικές έρευνες, όμως, οι ερμηνείες που δίνει στην ιστορική πραγματικότητα είναι, το λιγότερο, απλοϊκά ηθογραφικές! Βλέπει την όλη «επιχείρηση», της άλωσης της Αμερικής από τους Ευρωπαίους, σαν μια «αναπόφευκτη» ανθρώπινη περιπέτεια. Μια περιπέτεια που έχει να κάνει με τη «φύση» του ανθρώπου, να «αναζητεί» πάντοτε και με όποιο κόστος - και με όποια μέσα! - το καινούριο.

Ομως, πίσω από τη «φύση» των Εγγλέζων, που έφτασαν στη σημερινή Βιρτζίνια της Αμερικής, εκατό χρόνια μετά την «ανακάλυψη» της «νέας γης» από τον Κολόμβο, και δημιούργησαν την πρώτη αποικία τους (Τζέιμσταουν), βρισκόταν η London Virginia Company, η οποία είχε ναυλώσει τα τρία καράβια που μετέφεραν τους πρώτους αποίκους στην καρποφόρα περιοχή. Φυσικά, πιο πίσω από την London Virginia Company, βρίσκονταν ο βασιλικός οίκος της Αγγλίας, που έκανε αγώνες ταχύτητας με το βασιλικό οίκο της Ισπανίας, για την κατάκτηση της «Νέας Γης»!

Και αυτά τα δείχνει και τα λέει ο Μάλικ. Οπως δείχνει και την εξόντωση ή τη βίαιη απώθηση των Ινδιάνων από τους αποίκους στο εσωτερικό της χώρας. Δείχνει, επίσης, και τη δίψα των αποίκων για χρυσάφι. Δείχνει την «ανακάλυψη» του καπνού. Χρυσάφι πραγματικό και αυτός. (Οι Ινδιάνοι τον χρησιμοποιούσαν μόνον για τις τελετές τους). Δείχνει, ακόμα, και την ανθρωποφαγία, που σημειώθηκε ανάμεσα στους πεινασμένους αποίκους! Τίποτα δεν κρύβει! Ομως, ο φακός του δεν είναι διεισδυτικός! Αρκείται, το μεγαλύτερο διάστημα της ταινίας, σε «τουριστική» καταγραφή. Ακόμα και όταν πλησιάζει τα πρόσωπα, δεν τα πλησιάζει για να γνωρίσει το «βάθος» τους, αλλά για να τα χρησιμοποιήσει σαν μεταφορείς των δικών του επιδιώξεων. Που είναι ο άκριτος ύμνος στους προγόνους, στους πρώτους «σκαπανείς», που έβαλαν τα θεμέλια, για το σημερινό αμερικάνικο «θαύμα». Υμνος σε αυτούς που έκαναν την καρδιά τους «κομμάτια» για να αντέξουν.

Αν κάποιος ξεπεράσει τις παραπάνω παρατηρήσεις, μπει στην αίθουσα αθώος και αδιαφορήσει για την αλήθεια ή υποκύψει άκριτα στο συναίσθημα, θα «χορτάσει» από το θέαμα. Η ταινία παρότι κυλάει κάπως αργά, είναι και 151΄, έχει εξαιρετική φωτογραφία, καταπληκτικά τοπία, πολύ καλή ηχητική επένδυση («φυσικοί» ήχοι, «ανακουφιστική» μουσική), αρκετά «αυθεντικά» κοστούμια και ντεκόρ. Πάνω απ' όλα, όμως, έχει μια θαυμάσια νέα ηθοποιό (Κουριάνκα Κίλτσερ) η οποία απογειώνει την ταινία κάθε φορά που εμφανίζεται. Με πολύ λιτά μέσα, σχεδόν χωρίς να κάνει τίποτα, καταφέρνει να μεταδώσει, μέσα στο ίδιο πλάνο μάλιστα, όλα τα συναισθήματα της τραγικής ηρωίδας που υποδύεται. Από τη χαρά περνάει στη λύπη και από εκεί στο φόβο και στην αγωνία. Και μετά στην ελπίδα ή βυθίζεται στο κενό!

Παίζουν: Κόλιν Φάρελ, Κουριάνκα Κίλτσερ, Κρίστοφερ Πλάμερ, Κρίστιαν Μπέιλ, Ογκαστ Σέλενμπεργκ.

ΡΟΜΠΕΡΤΟ ΜΠΕΝΙΝΙ
Ο τίγρης και το χιόνι

Η ταινία, για να μην πω ο δημιουργός της, είναι διχασμένη. Το πρώτο μέρος της, αυτό της Ιταλίας, είναι ένα ποίημα! Ενας ύμνος στην ομορφιά, στην ποίηση, στην τέχνη και στον έρωτα. Εχει εξαιρετικούς διαλόγους, θαυμάσια αισιόδοξα παραδείγματα και συμπεριφορές. Λες, πράγματι, «η ζωή είναι ωραία» (τίτλος παλιότερης ταινίας του σκηνοθέτη).

Το δεύτερο μέρος της ταινίας μεταφέρεται στη ...Βαγδάτη! Εκεί ο Ιταλός δημιουργός, όπως έκανε και στο «Η Ζωή Είναι Ωραία» άλλωστε, χάνει τον ιδεολογικό προσανατολισμό του. Διστάζει να αποφασίσει ποιους να αφήσει και με ποιους να πάει. Και ο δισταγμός του, για να μην πω η σκοπιμότητα, τον οδηγεί, νομοτελειακά, στην αγκαλιά του εχθρού! Στην προσπάθειά του να σατιρίσει εξίσου και τις δυο «συνιστώσες» (έτσι δε λένε τους Αμερικάνους και το καθεστώς του Σαντάμ οι «αριστεροί» της Δύσης;) αδικεί τα θύματα. Το Ιράκ.

Ο δημιουργός και βέβαια πρέπει να είναι δίκαιος στην κρίση του. Δεν επιτρέπεται να κάνει χατίρια σε κανέναν. Ομως, ο χρόνος που επιλέγεις να κάνεις την κριτική σου, δεν είναι άσχετος με τη στάση σου απέναντι στο πρόβλημα. Οταν οι βόμβες πέφτουν σαν το χαλάζι, όταν το Ιράκ έχει ισοπεδωθεί, όταν η χώρα αυτή θα χρειαστεί δεκάδες χρόνια για να ισορροπήσει, δεν μπορεί να έρχεται κανένας Μπενίνι και να γεμίζει τα κάδρα του με τις φωτογραφίες του Σαντάμ και να σατιρίζει το κακό γούστο του ιρακινού καθεστώτος, δείχνοντας τα κακά αγάλματα και τις ακαλαίσθητες ασπίδες που στόλιζαν την πόλη. Δείχνοντας τους κατοίκους να αρπάζουν την «ευκαιρία» του πολέμου, για να πλιατσικολογήσουν. Και την ίδια ώρα να «ξεπερνάει» τους εισβολείς δολοφόνους με λιγότερη έως ανύπαρκτη κριτική. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι στην ταινία οι εισβολείς είναι πιο πολιτισμένοι. Σε κάποια σκηνή του «επιτρέπουν» να μεταφέρει φάρμακα για την αγαπημένη του και τους άλλους αρρώστους. Ενώ οι Ιρακινοί μόνον να αρπάξουν είναι ικανοί!

Δε θέλω να πιστέψω τους «ψιθύρους» που ακούγονται ότι ο Ρομπέρτο Μπενίνι, στην επιθυμία του να γίνει αποδεκτός από την αμερικάνικη διανομή, είναι ικανός να δώσει χωρίς όρους τα ...διαπιστευτήριά του. Η Βαγδάτη είναι ματωμένη, κύριε Μπενίνι. Οταν, θέλοντας να δώσεις περισσότερη δραματικότητα στο εγχείρημά σου, τη βάζεις σαν φόντο στην ταινία σου που, δήθεν, υμνεί τον έρωτα και την τέχνη, πρέπει να το κάνεις με σεβασμό απέναντι στην ιστορία της, αλλά και τη σημερινή της ασφυξία. Τα καλά σου λόγια, για τον άνθρωπο και την αγάπη, που ακούγονται κατά κόρον στην ταινία σου, τα θαυμάσια συναισθήματά σου, χάνονται μέσα στη λάσπη που συνειδητά ή ασυνείδητα ρίχνεις σε ένα λαό που αγωνίζεται. Και ακυρώνεις, φυσικά, το ίδιο σου το έργο.

Παίζουν: Ρομπέρτο Μπενίνι, Νικολέτα Μπράτσι, Ζαν Ρενό, Τομ Γουέιτς.

ΜΑΡΚ ΒΙΝΣΕΝΤΕ - ΜΠΕΤΣΙ ΤΣΑΣΕ - ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΑΡΝΤΖ
Τι στο ... μπιπππ... ξέρουμε;

Ο «παράξενος» τίτλος της ταινίας και το «εξεζητημένο» περιεχόμενό της, θέλουν να μας προβοκάρουν! Θέλουν να μας προκαλέσουν και να αναρωτηθούμε, «τι ξέρουμε», για το εάν αυτά που ξέρουμε είναι σωστά, και, τέλος, να σκεφτούμε μήπως, τελικά, είμαστε όλοι μαστουρωμένοι από τα συναισθήματά μας! Μήπως επιλέγουμε να κάνουμε παρόμοιες δουλιές, παρόμοιες γνωριμίες, ακριβώς, γιατί είμαστε εθισμένοι από τα ...παρόμοια! Γιατί φοβόμαστε το άγνωστο; Γιατί δε γνωρίζουμε τη δύναμή μας;

Η ταινία προπαγανδίζει με ναρκισσισμό ότι επιθυμεί να μας ανοίξει τα μάτια! Οτι θέλει να μας πείσει, για τις αστείρευτες δυνατότητες που έχει ο καθένας μας! Και το κάνει αυτό με αλαζονεία, επικαλούμενη την επιστήμη των ...κβάντα: «Τα στοιχειώδη και διακεκριμένα ποσά ενέργειας, τα οποία μπορούν να εκπέμπονται, να διαδίδονται ή να απορροφώνται», όπως έλεγε ο δημιουργός της συγκεκριμένης θεωρίας, ο Πλανκ.

Πριν περάσουμε στο ζουμί, καλό είναι να ρίξουμε μια ματιά στη γραφή. Οι δημιουργοί της ταινίας (τρεις τον αριθμό, ζωή να έχουν), επέλεξαν μια «απλοϊκή» ιστορία, μια κοπέλα που θέλει να ξεμπλοκάρει από την άσκημη και κουραστική καθημερινότητα που βιώνει, μόνο που δεν ξέρει τον τρόπο. Κάποια στιγμή, της έρχεται κάτι σαν θεία φώτιση και ...ανακαλύπτει την κρυμμένη κβαντική φύση, που έχουν όλα τα πράγματα που θεωρούμε «φυσιολογικά» και αναλλοίωτα, όλα αυτά τα απελπιστικά που βιώνουμε κάθε μέρα. Τώρα, πια, ξέρει πως στο χέρι της είναι να αλλάξει τον κόσμο!

Κανένας δεν έχει αντίρρηση με την ιεραποστολική προτροπή! Ομως, από μόνα τους τα φωτόνια, από μόνος του ο ηλεκτρομαγνητισμός, δεν αλλάζουν ούτε το άτομο ούτε, πολύ περισσότερο, τον κόσμο. Και εκεί μπερδεύεται η ταινία. Είναι απόλυτη. Θεωρεί πως τετραγώνισε τον κύκλο. Και αφήνει, σκόπιμα ή από άγνοια, σκόπιμα κατά τη γνώμη μου, έξω τη μοναδική ιστορικά δικαιωμένη επιστημονική θεωρία, που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο και το άτομο. Αφήνει έξω την πάλη των τάξεων! Την κινητήρια δύναμη της κοινωνικής εξέλιξης. Η οποία εξέλιξη θα δημιουργήσει τον νέο άνθρωπο. Αυτόν που δε θα καταφεύγει στη μεταφυσική και στα ευχολόγια, για να λύνει τα προβλήματά του.

Στην ταινία, που έχει τη μορφή δραματοποιημένου ντοκιμαντέρ, πέρα από την ηρωίδα και μια φίλη της, παίρνουν μέρος, και λένε την άποψή τους, δεκατέσσερις «σχετικοί» επιστήμονες και μυστικιστές. Ολος ετούτος ο κόσμος, ο ένας μετά τον άλλον, μιλάνε για τα πάντα εκτός από το ...ζουμί! Ας θεωρήσουμε πως είναι η επιστημονική αγωνία, που ένωσε όλον αυτόν τον κόσμο και όχι τίποτα χειρότερο! Αν και όλες αυτές οι επιστημονικοφανείς θεωρίες, που ξεπηδάνε κάθε τόσο, δεν είναι καθόλου τυχαίες. Ο αποπροσανατολισμός είναι το ζητούμενο. Το «Τι Στο ...Μπιππ... Ξέρουμε», με τους βερμπαλισμούς του και την απύθμενη θολούρα του προς τα εκεί τραβάει. Μοιάζει με επιστημονικοφανή Ιεχωβισμό!

ΝΤΑΝΚΑΝ ΤΑΑΚΕΡ
Transamerica

Ο κεντρικός κορμός της ταινίας, η προσπάθεια και οι δυσκολίες για επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους, κρύβει, το δίχως άλλο, μια σοβαρή ανθρώπινη αγωνία. Οταν αυτή η προσπάθεια, αυτή η ανάγκη, έχει να κάνει με άτομα που ζουν στα «άκρα» της κοινωνίας, όπως η τρανσέξουαλ ηρωίδα του έργου και ο παραβατικός γιος της, για την ακρίβεια γιος του, αφού τον έκανε όταν ήταν ακόμα άντρας, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο τραγικά.

Το παραπάνω θέμα, που ακούγεται αρκετά γαργαλιστικό, δεν ξέπεσε σε φτήνιες. Σε καμιά στιγμή δεν έπαψες να σέβεσαι τους ήρωες, έστω και αν φάνταζαν σαν εξωγήινα πλάσματα. Ακόμα και στις σκηνές στις οποίες μάνα και γιος ή πατέρας και γιος καλύτερα επισκέπτονται τον παππού και τη γιαγιά, που είναι οι πιο αδύνατες και οι πιο συμβατικές της ταινίας, ακόμα και τότε δεν ένιωθες άβολα.

Τα διάφορα «κωμικά» στιγμιότυπα που συμβαίνουν στο έργο, και συμβαίνουν πολλά, δε σου προκαλούν γέλιο. Αντίθετα, σε γεμίζουν μελαγχολία. Γιατί, πέρα από την εξωτερική εμφάνιση της ηρωίδας, που δείχνει μια θλιβερή καρικατούρα ανθρώπου, δεν παύει να είναι ένα ανθρώπινο πλάσμα, που γυρεύει αξιοπρέπεια. Και αγωνίζεται με αξιοπρέπεια, για να την αποκτήσει. Το ίδιο και ο γιος της, που από νωρίς, λόγω των συνθηκών, έχει βυθιστεί στην ανυποληψία.

Η ταινία δεν είναι μια μεγάλη ταινία. Μια συμφωνία. Είναι μια μικρή σονάτα. Ενα βουβό τραγούδι. Και σίγουρα θα είχε άλλη τύχη στη σκέψη μου, και στη σκέψη σας υποθέτω, αν δεν έπεφτε πάνω στη μόδα που κοντεύει να γίνει επιδημία. Στον μεγάλο αριθμό, σε σχέση με το πρόβλημα, ταινιών για ομοφυλόφιλους ή με θέμα την ομοφυλοφιλία.

Η ταινία και οι δημιουργοί της έχουν αποσπάσει σημαντικά διεθνή βραβεία. Η πρωταγωνίστρια (Φελίσιτι Χόφμαν - είναι και υποψήφια για Οσκαρ), δεν είναι απλώς εξαιρετική. Είναι θαυμάσια! Ο ρόλος της απαιτεί τρομερή ισορροπία. Από στιγμή σε στιγμή ο ηθοποιός που ερμηνεύει έναν τέτοιο ρόλο κινδυνεύει να πέσει και να τσακιστεί. Η Χόφμαν δίδαξε ήθος. Πίστεψε σε αυτό που έκανε και κατόρθωσε να αποσπάσει το θαυμασμό. Χαίρεσαι την ερμηνεία της. Από κοντά της, έστω με κάποια απόσταση, και ο γιος της (Κέβιν Ζέγκερς).

Παίζουν: Φελίσιτι Χόφμαν, Κέβιν Ζέγκερς, Φιονούλα Φλάναγκαν, Ελίζαμπεθ Πένα, Γκράχαμ Γκριν, Μπαρτ Γιάνγκ, Κάρι Πρέστον κ.ά.

ΦΙΛ ΜΟΡΙΣΟΝ
Μια ξένη ανάμεσά μας

Δεν ξέρω αν πρέπει να τρέξετε στην αίθουσα αν, όμως, βρεθεί μπροστά σας, μην την ξεπεράσετε! Η ταινία του Φιλ Μόρισον, «Μια Ξένη Ανάμεσά Μας», είναι μια ικανοποιητική τοιχογραφία της αμερικάνικης επαρχίας. Μας γνωρίζει έναν κόσμο, τη μεγάλη σιωπηρή πλειοψηφία της αμερικάνικης κοινωνίας, της κοινωνίας που απέχει από τις εκλογές ή όταν ψηφίζει, ψηφίζει επιδρομές στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και αλλού.

Η άφιξη της Βρετανίδας νύφης στο επαρχιακό σπίτι του γαμπρού στέκεται η αφορμή να ξεδιπλωθεί μπροστά μας η σιωπηλή απελπισία της παγιδευμένης αμερικανικής επαρχίας. Μια απελπισία νεκρική. Ομοια με αυτή που έστειλε στο θάνατο τον Καρυωτάκη! Η Αμερική, φαίνεται, είναι γεμάτη με Πρέβεζες! Πρέβεζες, που οι κάτοικοί τους, μη γνωρίζοντας άλλες διεξόδους, φέρνουν σιγά - σιγά το πιστόλι στο κρόταφο και ...μπαμ!

Η παγιδευμένη από τη θρησκοληψία, από την κοινωνική απραξία, από την έλλειψη πολιτικών και ιδεολογικών αγώνων και προσανατολισμών, οικογένεια του γαμπρού (μάνα, πατέρας, αδερφός, νύφη), αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον, η μικρή επαρχιακή πόλη τους, μπορεί και να πέθαιναν, ένας - ένας ή και όλοι μαζί, χωρίς να σήμαινε «κάτι» ο θάνατός τους. Η άφιξη της «Ξένης» στέκεται η αφορμή να ταραχτούν τα λιμνάζοντα! Να έρθει στην επιφάνεια ο πόνος.

Μια καλογυρισμένη ταινία. Με χαμηλούς τόνους. Με καλές ερμηνείες. Με σημασία στη λεπτομέρεια.

Παίζουν: Εϊμε Ανταμς, Εμπεθ Ντέιβιτζ, Μπεν Μακ Κένζι, Αλεσάντρο Νιβόλα

ΜΠΡΑΪΑΝ ΠΙΜΕΝΤΑΛ
Μπάμπι: Ο άρχοντας του δάσους

Ακούγεται, ίσως, παράξενα, αλλά είναι αλήθεια. Γυρίζονται ακόμα και σήμερα καρτούν χωρίς βία και χυδαία υπονοούμενα! Ενα απ' αυτά είναι και ο «Μπάμπι...».

Βέβαια, δεν πρόκειται για κάποιο αριστούργημα. Μια μικρή γνωστή ιστορία διηγείται. Την προσπάθεια ενός ελαφιού - πατέρα, του πρίγκιπα του δάσους, να διδάξει το μικρό του παιδί - ελαφάκι, πώς να μεγαλώσει σαν άντρας.

Η σχέση πατέρα και γιου θα περάσει από πολλές διακυμάνσεις. Οσο, όμως, ο νεαρός Μπάμπι... θα μεγαλώνει, τόσο και αυτή η σχέση θα αποχτάει ρίζες.

Ωραία σχέδια, καλή οργάνωση του υλικού, σωστός ρυθμός.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ