ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 26 Απρίλη 2012
Σελ. /40
Δέκα και μία. Να μη χαθεί καμία!

Ο άνθρωπος με την κινηματογραφική μηχανή
Ο άνθρωπος με την κινηματογραφική μηχανή
Ενα δεκαήμερο πριν τις εκλογές και η κινηματογραφική μετριότητα, πολύ κατώτερη των καιρών και των περιστάσεων, δεν παύει να επιμένει με θεματικές αναζητήσεις που παλαντζάρουν προς πάσα κατεύθυνση ομφαλο - ενδοσκόπησης. Βέβαια το κακό δεν είναι καθόλου μεγάλο μια που τις μέρες που υπολείπονται των εκλογών επιβάλλεται να αναλώνει κανείς, τις αποδοτικές κύρια απογευματινές και βραδινές ώρες, σε πολύ πιο σημαντικές δραστηριότητες, σε συζητήσεις λόγου χάριν και συσκέψεις για την αναγκαιότητα της ψήφου στο ΚΚΕ. Το κακό δε, μειώνεται στο ελάχιστο έως που εκμηδενίζεται παντελώς, αν σκεφθεί κανείς ότι την βδομάδα συνήθως κοσμούν και επανεκδόσεις παλαιότερων ταινιών, πραγματικών και όχι «γιαλαντζί» έργων τέχνης τις οποίες το κοινό κάθε ηλικίας καλά θα κάνει να βλέπει και να ξαναβλέπει στην μεγάλη οθόνη όποτε του παρουσιάζεται η ευκαιρία, όπως πρέπει να κάνει κανείς με όλα τα έργα τέχνης. Στον κινηματογράφο λοιπόνΖέφυροσυνεχίζεται για δεύτερη βδομάδα το αριστούργημα του βωβού σοβιετικού κινηματογράφου «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ» (1929) σε σκηνοθεσία Τζίγκα Βερτόφ ενώ στοΑστυπροβάλλεται σε επανέκδοση με νέες κόπιες η κλασική πια ταινία του ιταλικού σύγχρονου κινηματογράφου «ΠΑΤΕΡΑΣ ΑΦΕΝΤΗΣ» (1977) των αδελφών Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι. Οι υπόλοιπες πρεμιέρες της βδομάδας έχουν ως εξής:

«ΟΙ ΕΚΔΙΚΗΤΕΣ». Δυόμισι ωρών τρισδιάστατη μπλοκμπάστερ περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας. Εξυπακούεται αμερικάνικης παραγωγής 2012, σε σκηνοθεσία Τζος Γουέντον και με εκκωφαντικά χολιγουντιανά ονόματα όπως: Ρόμπερτ Ντάουνι Τζ, Κρις Ιβανς, Σκάρλετ Γιόχανσον, Στέλαν Σκάρσγκορντ, Μαρκ Ράφαλο, Φελίσια Ντέι και πολλοί, πολλοί άλλοι σούπερ ήρωες που ανταποκρίνονται στο κάλεσμα για δράση συστήνοντας μια ομάδα Εκδικητών που θα αντιμετωπίσει τον εχθρό που απειλεί την ασφάλεια ολόκληρου του πλανήτη...

Βορειοευρωπαϊκής αντίθετα συμπαραγωγής 2011, το αισθηματικό δράμα επιστημονικής φαντασίας του Ντέιβιντ Μακένζι «Η ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ» με την Εύα Γκριν και τον Γιούαν ΜακΓκρέγκορ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, ενός ερωτευμένου ζευγαριού που ζει σε μια περίεργη συγκυρία όπου ο κόσμος γύρω τους καταρρέει δεδομένου ότι σε ολάκερη τη γη οι άνθρωποι αρχίζουν να αισθάνονται περίεργα γιατί, κάτι, επηρεάζει τις αισθήσεις τους...


ΚΡΙΤΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΠΑΟΛΟ ΚΑΙ ΒΙΤΟΡΙΟ ΤΑΒΙΑΝΙ
«Πατέρας αφέντης»

Αριστουργηματική ταινία, υπόδειγμα αισθητικής αποστασιοποίησης, με αναγνωρίσιμη την υπογραφή των Ταβιάνι. Με αυστηρές δεσμεύσεις και εκπληκτικά στέρεη και ξεκάθαρα μπρεχτική στιλιστική μορφή όπου το παγκανιστικό στοιχείο εναλλάσσεται με το ξηρό και άνυδρο. Εδώ το παιδικό βλέμμα γίνεται η οπτική της σκηνοθεσίας, για την υπέρβαση της πραγματικότητας προς το χώρο της φαντασίας. Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο αυτοβιογραφίας (1975), γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, κάποιου αναλφάβητου - έως την έναρξη της στρατιωτικής του θητείας - βοσκού ονόματι Γκαβίνο Λέντα. Ο πρώην αναλφάβητος και κατοπινός γλωσσολόγος, καθηγητής Πανεπιστημίου και συγγραφέας, αφηγείται την μοναδική εμπειρία ζωής του από τη θέση του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα στην ταινία των αδελφών Ταβιάνι, που ο ίδιος ο Ρομπέρτο Ροσελίνι, ως πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών το 1977, βράβευσε με τον «Χρυσό Φοίνικα» καλύτερου φιλμ. Ενα αληθινό επίτευγμα «κινηματογράφου του δημιουργού» και παρακαταθήκη στην κινηματογραφική τέχνη.

Ταινία με υποδειγματική γραμμικότητα στις εικόνες, με διεξοδική αφήγηση, με μουσική δομή και μεγάλο πλούτο και εφευρετικότητα στην ηχητική και μουσική μπάντα. Παθιασμένοι μπρεχτικοί οι Ταβιάνι αποκαλύπτουν έναν κόσμο αρχαϊκό και ωμό, ακολουθώντας το μικρό ήρωα της ταινίας - βοσκό στο χωριό Σιλίγκο έξω από το Σάσαρι της Σαρδηνίας να αναπαράγει, μέσα από το παιδικό του βλέμμα τη γύρω του πραγματικότητα - από μια απόσταση ασφαλείας, συναισθηματικής τάξης. Ο εξάχρονος Γκαβίνο υποχρεώνεται από τον πατέρα του να εγκαταλείψει το σχολείο γιατί πρέπει να δουλέψει για να στηρίξει οικονομικά την οικογένεια. Θα ζήσει μέχρι τα είκοσί του στις βουνοκορφές με τις κατσίκες του, τις μέρες και τις νύχτες του μέσα στο βουητό της μοναξιάς και το θρόισμα από τις φυλλωσιές. Αποσπασμένος βίαια από το σχολείο, διαχωρισμένος από τη γλώσσα - μιλά μόνο την τοπική διάλεκτο - και αποκλεισμένος από τη συλλογικότητα, εκστασιάζεται στη θέα και τον ήχο ενός ακορντεόν που μιμείται την μελωδία της φύσης και την οργανώνει σε μια άλλη γλώσσα. Παρά τη διδαχτική σκληρότητα και τις νοησιαρχικές ιστορίες η ταινία είναι ορθολογική και διαυγής με πολλές μορφολογικές ομοιότητες με το τοπίο της Σαρδηνίας: ανεμοδαρμένο και τραχύ, άγονο και βίαιο, φωτισμένο με μια ποιότητα φωτός που δωρίζει στο νησί εκείνη τη μεγαλόπρεπη ευγένεια, ιδιότητα που διαθέτουν οι παλαιοί πίνακες ζωγραφικής. Οι Ταβιάνι, εμπνέονται από το λογοτεχνικό κείμενο. Γνωρίζουν όμως καλά τον τρόπο υπέρβασης των βιωμάτων του συγγραφέα από την Σαρδηνία και κατασκευάζουν μια ταινία κατάδική τους, πάνω στα ζητήματα της πραγμάτωσης της ουτοπίας, θεματική που οι δυο σκηνοθέτες ποτέ δεν έπαψαν να αντιμετωπίζουν στο σύνολο του έργου τους. Στον «ΠΑΤΕΡΑ ΑΦΕΝΤΗ» εμπόδιο στην ουτοπική πρακτική δεν είναι μόνο ο πατέρας αλλά η συμβίωση του πατέρα με την ερημωμένη και αφιλόξενη γη ενός δυστοπικού χώρου (όχι υποχρεωτικά της Σαρδηνίας αλλά ενός φαντασιακού χώρου) .

Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας ο Γκαβίνο, πεισματάρης κι επίμονος, σπουδάζει. Παίρνει απολυτήριο λυκείου και πανεπιστημιακό πτυχίο. Η γλώσσα - η γλωσσολογία - που σπουδάζει ο Γκαβίνο δεν είναι απλά μέσο επικοινωνίας αλλά και το γνωσιολογικό όπλο σε ένα στάτους που ο ίδιος διδάχθηκε να υπακούει. Επιστρέφει στην γη του και εξεγείρεται κατά του πατέρα, σε μια δραματική «φυσική» σύγκρουση, σε μια παραβολή ως προς την άρνηση της σιωπής, ως προς την αναγκαιότητα ρήξης με την αυταρχική δύναμη ενός εξουσιαστικού πατέρα, που η ανάγκη και μόνο μετέτρεψε σε εργαλείο αυτού του διαχωρισμού που με βιαιότητα ενέταξε το μικρό Γκαβίνο στο νομοτελειακό αυτό χώρο, σαν αναγκαίο παράρτημά του. Η παραβολή στην ταινία έρχεται από πολύ μακριά και αγκαλιάζει πολλές δεκαετίες ζωής του νησιού, για να μπορέσει δε, να γίνει κατανοητή θα πρέπει να εξετάζεται παίρνοντας υπόψη τις σωστές ιστορικές και πολιτισμικές συντεταγμένες.

Παίζουν: Ομέρο Αντονούτι, Σαβέριο Μαρκόνι, Στάνκο Μολνάρ, Νάννι Μορέτι, κ.α.

Παραγωγή: Ιταλία 1977, ( Διάρκεια 113΄).

ΜΑΛΓΚΟΣΚΑ ΣΟΥΜΟΒΣΚΑ
«Elles»

Δεν αρκεί η εύθραυστη ψυχολογική ερμηνεία της Ζιλιέτ Μπινός στο ρόλο της Αν, της δημοσιογράφου του περιοδικού «ELLE», που δουλεύει με την έρευνα ενός ρεπορτάζ για την πορνεία των νεαρών φοιτητριών στο Παρίσι. Η προερχόμενη από το χώρο του ντοκιμαντέρ Πολωνέζα σκηνοθέτις Μαλγκόσκα Σουμόβσκα φαίνεται ότι προσπαθεί να ταρακουνήσει τη μυθοπλασία. Φαίνεται ακόμα ότι μάλλον αντιμετωπίζει μεγάλη δυσκολία στο να βρει μια ξεκάθαρη έκφραση στη σχέση της με το θέμα που αφηγείται. Με αποτέλεσμα οτιδήποτε είναι αυτό που θέλει να αφηγηθεί να γίνεται εξαιρετικά ομιχλώδες. Επίσης αφήνει ξεκρέμαστα ένα σωρό «νήματα», με κορυφαίο τον αδιαμφισβήτητο συμβολισμό του τέλους, όπου όλοι οι άνδρες, καθισμένοι γύρω από το τραπέζι, να γίνονται «πελάτες»... Αυτή δεν είναι παρά μια εύκολη απάντηση στις τυχόν δύσκολες ερωτήσεις που ίσως επιθυμούσε να θέσει ...δυστυχώς!

Είναι εμφανής η ύπαρξη φιλοδοξίας για δυνητικές ερωτήσεις σε μια ευρύτερη έννοια. Η Αν κάθεται απέναντι και δίπλα στην καθεμιά από τις δυο φοιτήτριες-αντικείμενα της έρευνάς της. Ρωτάει, ακούει και καταγράφει όσα της λένε. Η Γαλλίδα Λόλα θέλει να ξεφύγει από τη βρώμα των υποβαθμισμένων προαστίων και δεν έχει κανέναν ενδοιασμό που να άπτεται των ερωτικών υπηρεσιών που προσφέρει, εκτός από τα ψέματα. «Είναι ακριβά τα παπούτσια σου;», ρωτά την αστή Αν και συνεχίζει: «Δεν ξέρεις εσύ τι είναι η μπόχα των εργατικών διαμερισμάτων και των συνθετικών πουλόβερ». Η άλλη, μια νεαρή Πολωνέζα, που δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα σαν ξένη φοιτήτρια χωρίς υποτροφία και χωρίς λεφτά, χωρίς να μπορεί να μένει σε ακριβά ξενοδοχεία και να πίνει βότκα. Οι φοιτήτριες εκπορνεύονται για τα λεφτά. Σεξ που συνδέεται με ένα ματεριαλιστικό αξιακό σύστημα και καταναλωτισμό. Οι αφηγήσεις των δύο νέων γυναικών ανοίγουν νέες προοπτικές στη θλιβερή ερωτική ζωή της Αν και την οδηγούν σε ερωτήματα για τον μπουρζουά γάμο της και τη χλιαρή της σχέση, για το καθημερινό μαγείρεμα και πλύσιμο, για το ότι ο άνδρας της - όπως όλοι οι άνδρες - κοιτά πορνό στο διαδίκτυο και ουδόλως ενδιαφέρεται για τα γυναικεία ζητήματα που εκείνη συχνά «ανοίγει». Ο έφηβος γιος της την αντιμετωπίζει με έναν πιο έντιμο τρόπο.

Τα νεαρά κορίτσια ωστόσο παραμένουν άδεια σχήματα. Ισως στη διαμόρφωση της αίσθησης αυτής συμβάλλει το γεγονός ότι οι ερωτικές περιγραφές των συναντήσεων των δύο φοιτητριών με τους πελάτες δεν υπόκεινται σε διήγηση, αλλά σε αναπαράσταση. Οι σκηνές των συνευρέσεων με τους ανιαρούς, παντρεμένους πελάτες υποθάλπουν ελαφρές έως γερές δόσεις ηδονοβλεψίας. Το θέμα πορνεία εξαντλείται στην τόση ευκολία που οι αφηγήσεις των δύο φοιτητριών υπονοούν; Γιατί όσο κι αν το άρθρο της Αν φιλοδοξεί να το παρουσιάσει με πιο σύνθετο τρόπο, δεν τα καταφέρνει. Παρά το γεγονός ότι η Μπινός συνιστά το μέγα παράγοντα εξισορρόπησης στην ταινία, συνθέτοντας μάλιστα ένα ιδιαίτερα προσωπικό πορτρέτο της Αν, η ταινία της Σουμόβσκα δεν εμβαθύνει με τρόπο και επιχειρήματα ενδιαφέροντα σε πλευρές και αιτιάσεις αναφορικά με ζητήματα εξουσίας, τάξης και φύλου που συνδέονται και απορρέουν από το θέμα.

Παίζουν: Ζιλιέτ Μπινός, Λουί-Ντο ντε Λενκεσένγκ, Αναΐς Ντεμουστιέ, Γιοάνα Κούλιγκ, Κριστίνα Γιάντα κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία, Πολωνία, Γερμανία 2011 (διάρκεια 96΄).

ΠΙΕΡ ΣΕΛΕΡ
«Ο υπουργός»

PRODUCTION / ARCHIPEL 35

Με καλό τεχνικά σενάριο, ενισχυμένη και διαυγή μυθοπλασία, μοναδική μορφή πυρετώδους ρεαλισμού, πειστικές ερμηνείες, αδιάκοπο ρυθμό, νεύρο που πιέζει και γοητευτική αφήγηση που ξενίζει με τον τόνο και το σατιρικό της πνεύμα η δεύτερη ταινία του Πιέρ Σελέρ «Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ». Βίαια και παθιασμένα διεισδύει στην καθημερινότητα των ανώτερων πολιτικών υπαλλήλων του αστικού κράτους, κρατώντας αποστάσεις από ένα όραμα για την πολιτική, ιδανικοποιημένο ή καρικατουρίστικο και πάλλεται από τις διαμάχες ανάμεσα σε υπουργεία και συμφέροντα. Η ταινία βγάζει στην επιφάνεια όλες αυτές τις αντιφάσεις, αλλά και η ίδια - στο σύνολό της - δε διαφέρει από πλήθος συγγενών προγενέστερων, ενώ ούτε κατά διάνοια πρόκειται για άσκηση κριτικής στην εξουσία, αλλά έχει φτιαχτεί από την προοπτική και οπτική της εξουσίας.

Γι' αυτήν την ταινία ισχύει η παρατήρηση που αναφέρεται παραπάνω και αφορά την ταινία «ELLES». Δηλαδή, δεν έχει καταλήξει στο τι ακριβώς θέλει (και έχει) να πει. Χάνεται κάπου μέσα στις αντιφάσεις του ρόλου του υπουργού μεταφορών, αφενός ως πολιτικού προσώπου και αφετέρου ως «ανθρώπου». Είναι η δεύτερη ταινία μεγάλου μήκους του Πιέρ Σελέρ - η πρώτη είχε τον τίτλο «VERSAILLES» και κυκλοφόρησε το 2008. Στην ταινία «Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ», με θεματολογία σύγχρονη κι επίκαιρη - επιβεβαιώνεται και από τηλεοπτικά ντοκουμέντα πρόσφατων διαδηλώσεων στην Αθήνα - ο σκηνοθέτης, ο οποίος υπογράφει το σενάριο και τη μουσική της ταινίας, δούλευε πάνω στο υλικό του για περισσότερα από οκτώ χρόνια. Με αναποδογυρισμένη οπτική, η ταινία επικεντρώνεται στην καθημερινή ζωή αυτών που μας κυβερνούν, εστιάζοντας στον υπουργό Μεταφορών και τους δύο βασικούς ακόλουθους και στυλοβάτες του. Τον διευθυντή του υπουργικού του γραφείου και την υπεύθυνη επικοινωνίας του, που δεν έχει ίχνος ιδιωτικής ζωής. Η προσέγγιση στο θέμα μοιάζει να λέει: Πω πω τι δύσκολο πράγμα να είναι κανείς υπουργός! Να πρέπει να σηκώνεται μες στην άγρια νύχτα, μετά από ένα σουρεαλιστικό ερωτικό όνειρο - εισαγωγή της ταινίας - λόγω ενός πολύνεκρου αυτοκινητιστικού δυστυχήματος με εφήβους που γύριζαν από σχολική εκδρομή, ώστε να διαβεβαιώσει το έθνος για την αλληλεγγύη της κυβέρνησης στα θύματα και τους οικείους τους. Και φαίνεται ότι ο μπαχτσές της πολιτικής εξουσίας έχει απ' όλα: ζογκλέρ που κάνουν κωλοτούμπες, ανθρώπους που καταπίνουν φίδια, καριερίστες και απλά «καλούς». Η οπτική της ταινίας δείχνει την εξουσία έτσι όπως την ενσαρκώνουν οι άνθρωποι σε συνδυασμό με διεργασίες δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος. Βλέπουμε από την κλειδαρότρυπα την οξύτητα, την υπερβολή, τη λάσπη και την παραδοξότητα στην άσκηση εξουσίας των μηχανισμών της. Με σταδιακή μείωση της ζωτικότητάς της, η ταινία που αποτυγχάνει να ορθώσει ανάστημα από την οπτική του πρωταγωνιστή/υπουργού, ξεδιπλώνει τη βεντάλια των ευκαιριών εργασίας για τους ανέργους - με το μοναδικό ερασιτέχνη ηθοποιό να γράφει έξοχα στν ρόλο του άνεργου/ σοφέρ - τα παρασκήνια του πώς και γιατί των ιδιωτικοποιήσεων, των μονοδρόμων και των διλημμάτων που μόνο τέτοια δεν είναι στην πραγματικότητα. Μήπως θα πρέπει να λυπόμαστε για τις ατυχίες που δέρνουν και τους κακόμοιρους τους ισχυρούς και πλούσιους;

Παίζουν: Ολιβιέ Γκουρμέ, Μισέλ Μπλαν, Ζαμπού Μπρετμάν, Λοράν Στοκέρ, Σιλβάν Ντεμπλέ, κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία 2011, (Διάρκεια 115΄).

ΚΑΜΕΡΟΝ ΚΡΟΟΥ
«Ο ζωολογικός μας κήπος»

«Αυθεντική αμερικανική εμπειρία» χαρακτηρίζει ο πρωταγωνιστής πάτερ φαμίλιας την ειδυλλιακή ζωή που ο ίδιος και τα δυο του παιδιά καλούνται να ζήσουν στην ιστορία της ταινίας. Η ανάγκη μιας καινούριας αρχής πιέζει επιτακτικά μετά το θάνατο της συζύγου και μητέρας, γεγονός που οδηγεί την οικογένεια εκτός πόλης, σε ένα μεγάλο και γοητευτικό σπίτι στην εξοχή που υπήρξε και ... παραμένει ζωολογικός με πάνω από 250 άγρια ζώα. Ουδόλως σημαντική και καινοτόμα η ταινία, περιέχει πλήθος παιδιά και ζώα, πολύχρωμη φύση και ταλαιπωρημένους συναισθηματικά ενήλικες.

Το φιλμ βασίζεται στις αναμνήσεις του υπαρκτού προσώπου Μπέντζαμιν Μι, αγοραστή του ταλαιπωρημένου ζωολογικού κήπου και αναφέρεται στις μεγάλες, καθημερινές του δυσκολίες να τον αναστήσει σαν ατραξιόν της περιοχής, όπως επίσης πασχίζει να αναστήσει και τις διαταραγμένες του σχέσεις με τον έφηβο γιο του. Ο ηθοποιός Ματ Ντάμον, που ερμηνεύει ένα πραγματικό πρόσωπο σε μια πραγματική ιστορία, είναι απείρως καλύτερος από το πενιχρό υλικό που έχει στα χέρια του και με το οποίο καλείται να δουλέψει. Ακόμη το ότι η ταινία είναι προβλέψιμα επιφανειακή και ευκολοχώνευτη δε σημαίνει ότι δεν πρόκειται για μια στέρεη οικογενειακή κωμωδία που μπορεί να διασκεδάσει το κοινό νεότερων ηλικιών.

Παίζουν: Ματ Ντάμον, Σκάρλετ Γιόχανσον, Ελ Φάνινγκ, Πάτρικ Φούγκιτ, Κάρλα Γκάλο κ.ά.

Παραγωγή: HΠΑ 2011 (διάρκεια 124΄).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ