ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Ιούνη 1997
Σελ. /49
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Εννοιες ασύμβατες εξάρτηση και ελευθερία

Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μ' εμποδίσει να διαχειρίζομαι όπως θέλω το σώμα μου, ισχυρίζονται οι οπαδοί της αντιαπαγόρευσης.

Σε μια κατ' εξοχήν ανελεύθερη κοινωνία, που σου στερεί κάθε ελευθερία, σε καταπιέζει, σε αστυνομεύει, σε ταπεινώνει, σου στερεί ακόμα και την αξιοπρέπεια, για ποια ελευθερία μιλάμε; Μέσα σε όρους άγριου νεοφιλελευθερισμού, που το κέρδος του καπιταλιστή είναι η μόνη και υπέρτατη αξία, τι μπορείς να διαθέσεις ελεύθερα; Ακόμα και την εργατική σου δύναμη σ' αυτή την περίοδο της τεράστιας ανεργίας δεν μπορείς να διαθέσεις. Ακόμα και την ψυχή σου χρειάζεται πολύ κουράγιο για να την κρατήσεις ζωντανή μέσα σε όρους που τείνουν να τη συνθλίψουν. Και μήπως η βαρύγδουπη χρήση του όρου "ελευθερία" είναι το φύλλο συκής όσων θέλουν να δραπετεύσουν μέσα απ' τις ουσίες, από την ιστορία, που τη βιώνουν σαν εφιάλτη;

Και για ποια ελευθερία του εξαρτημένου μπορεί να μιλά κανείς, όταν εξάρτηση και ελευθερία είναι έννοιες εντελώς ασύμβατες; Η εξάρτηση από ουσίες νόμιμες και παράνομες ισοδυναμεί με έναν τρόπο ζωής που χαρακτηρίζεται από την πλήρη απώλεια κάθε ελευθερίας απέναντι στην ουσία, την πλήρη υποταγή σ' αυτήν, σε βάρος όλων των άλλων παραμέτρων που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη υπόσταση, σχέσεων, ενδιαφερόντων δραστηριοτήτων, ατομικών και συλλογικών, αξιών, στόχων.

Μ' αυτούς τους όρους, τι πραγματικά σημαίνει το δικαίωμα στην ουσία; Σημαίνει απλά το δικαίωμα στη μέθη, τη σιωπή, την απουσία.

Ο εξαρτημένος από ουσίες, επηρεάζοντας τη συνείδηση και τις αισθήσεις του μέσα από τη δράση των ουσιών, έχει χάσει την ικανότητα να σκέφτεται και να λειτουργεί ως κοινωνικό υποκείμενο, να έχει άποψη και να την υποστηρίζει. Είναι απών από το κοινωνικό γίγνεσθαι, χαμένος στον κόσμο του, τον "τεχνητό παράδεισο" και την αληθινή κόλαση των ναρκωτικών, εξαθλιωμένος και δυστυχής.

Το δικαίωμα στην ουσία, σε τελευταία ανάλυση, ανάγεται στο δικαίωμα του συστήματος να εξοντώνει σωματικά, πνευματικά, ηθικά ολόκληρα κοινωνικά στρώματα, ιδιαίτερα της νεολαίας, τα οποία στρέφει σε "τεχνητούς" κόσμους, για να τα αποσπάσει από τον πραγματικό κόσμο της ανεργίας, της φτώχειας, της εξαθλίωσης, του πολέμου, της γενικευμένης ανασφάλειας, της καταστροφής. Το δικαίωμα στην ουσία διεκδικείται από κάποιους σε μια εποχή που το σύστημα στερεί από τους νέους όλα τα δικαιώματα (στην εργασία, τη στέγη, την ουσιαστική ψυχαγωγία, σε μια ζωή ανεξάρτητη, με ποιότητα και αξιοπρέπεια) και αυτό γίνεται ακριβώς σε μια εποχή που το σύστημα έχει ανάγκη όσο ποτέ να επιβάλει την ιδεολογική χειραγώγηση όλων εκείνων που έχουν κάθε λόγο να αντιστέκονται στη βαρβαρότητα των δυναστών τους, που δε συμβιβάζονται με τη "διαχειριστική" λογική των πάσης φύσεως εκσυγχρονιστών της παρακμής. Γιατί για τους ριζοσπάστες το δικαίωμα στην ουσία συνυφαίνεται με το δικαίωμα του εξαρτημένου να εξασφαλίζει τη δόση του χωρίς να κλέβει, να κάνει παρανομίες, να επιβαρύνει τους άλλους, το δικαίωμα του φιλήσυχου μικροαστού να κοιμάται ήσυχος χωρίς να τον ενοχλεί το δράμα του διπλανού του, το δικαίωμα του κράτους να εφαρμόζει τη νεοφιλελεύθερη αρχή της "μείωσης του κόστους" ακόμα και ενός κοινωνικού προβλήματος.

"Να δημιουργηθούν ειδικά τμήματα στα νοσοκομεία όπου με ένα χιλιαρικάκι θα μπορούν οι εξαρτημένοι να βρίσκουν την ψυχοτρόπο ουσία που θέλουν, μαζί με την κατάλληλη ιατρική και ψυχολογική υποστήριξη. Με μηδαμινό κόστος γι' αυτούς και τις οικογένειές τους και την κοινωνία ολόκληρη" (βλέπε εφημερίδα "Εποχή" 8/6/97).

Η θέση αυτή διαπνέεται οπωσδήποτε από το πνεύμα της "εκσυγχρονιστικής εποχής" το πνεύμα της μείωσης - πάση θυσία - του οικονομικού κόστους, βάζοντας σε δεύτερη ή και τελευταία μοίρα το κοινωνικό κόστος. Και το κοινωνικό κόστος δεν έχει να κάνει μόνο με την παρανομία, την κλοπή, την εγκληματικότητα, όπου εμπλέκεται ο χρήστης προκειμένου να εξασφαλίσει τη δόση του, αυτή είναι μια μόνο παράμετρος του προβλήματος.

Το κοινωνικό κόστος έχει να κάνει πρώτα από όλα με τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής στάσης απάθειας και αδιαφορίας απέναντι στο πρόβλημα και το δράμα του άλλου, συμβιβασμού με αυτό και με τις αιτίες που το γεννούν.

"Να μάθουμε να ζούμε με τα ναρκωτικά, όπως με τους σεισμούς", λένε οι ριζοσπάστες, συσκοτίζοντας το γεγονός ότι οι σεισμοί είναι ένα φυσικό φαινόμενο, ενώ τα ναρκωτικά ένα κοινωνικό φαινόμενο. Η επικίνδυνη αναγωγή ενός κοινωνικού σε φυσικό φαινόμενο υποδουλώνει το μέγεθος της ιδεολογικής χειραγώγησης που επιβάλλει το σύστημα όχι μόνο στον εξαρτημένο, ως ακραία αλλοτριωμένο άνθρωπο, αλλά και σε όλους εκείνους που παρουσιάζουν πιστοποιητικά "αριστεροσύνης" για να εκλογικεύσουν την άρνησή τους να βάλουν το μαχαίρι στο κόκαλο, τσακίζοντας ένα σύστημα που συνθλίβει και τους ίδιους.

Βλαβερός και ο "περιορισμός της βλάβης"

Η πολιτική "του περιορισμού της βλάβης" (harm reduction), που εφαρμόζεται πια διεθνώς και προβάλλεται ως η μόνη ρεαλιστική, βασίζεται στη θέση ότι το πρόβλημα των ναρκωτικών είναι μη αντιμετωπίσιμο, μας ξεπερνά, επιτρέποντας μόνο την επωφελέστερη ή τη λιγότερο κακή "διαχείρισή" του, τονίζει η Κ. Μάτσα.

Τα ναρκωτικά παρουσιάζονται ως ένα άλυτο πρόβλημα, που με το οικονομικό του μέγεθος απειλεί της ισορροπίες της παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής αγοράς σε μια περίοδο σοβαρής κρίσης. Σ' αυτά τα πλαίσια οι νόμοι της καπιταλιστικής αγοράς επιβάλλουν μια άλλη πιο ορθολογιστική "διαχείριση", επιβάλλουν την παραγωγή των ναρκωτικών από κρατικά ελεγχόμενες επιχειρήσεις για να φορολογούνται, να μην υπάρχουν διαφυγόντα κέρδη, γιατί αυτό απαιτεί ο δείκτης Dow jones, όπως ομολογούν οι ίδιοι. Γιατί αυτό υπαγορεύουν οι πολιτικές, πρώτα απ' όλα, ανάγκες του συστήματος, που θέλει ν' αποφύγει το κόστος μιας κατά μέτωπο αναμέτρησης με τις μάζες, τις οποίες καταδικάζει στη φτώχεια, την ανεργία, την εξαθλίωση, τον κοινωνικό αποκλεισμό. Είναι τυχαίο ότι ανάμεσα στους επικεφαλής της Διεθνούς Αντιαπαγορευτικής Κίνησης συγκαταλέγεται ο Μίλτον Φρίντμαν, Αμερικανός οικονομολόγος και σύμβουλος του Πινοσέτ, καθώς και άλλα επίλεκτα στελέχη του αμερικανικού Κογκρέσου;

Το μικρότερο κακό για το σύστημα, η νομιμοποίηση των ναρκωτικών για να περιοριστεί η βλάβη από την παράνομη χρήση, ισοδυναμεί με το μεγαλύτερο κακό για το κίνημα, για τα ιστορικά συμφέροντα ολόκληρης της κοινωνίας, της ανθρωπότητας που εξεγείρεται, διεκδικώντας ένα καλύτερο μέλλον. Και αυτά τα ιστορικά συμφέροντα δε συμβιβάζονται με τη λογική "περιορισμού της βλάβης", τη λογική του "μικρότερου κακού", τις λογικές της υποταγής στη δύναμη του ιμπεριαλισμού, που μπορεί με τα ναρκωτικά και την απαγορευτική πολιτική του να καθυποτάσσει τους πάντες και τα πάντα, όπως ευαγγελίζεται ο μέντορας των ριζοσπαστών Κλεάνθης Γρίβας. Δε συμβιβάζονται με τη λογική των τρομοκρατημένων μικροαστών, που βλέπουν μόνο τους πλανητάρχες και όχι αυτούς - και είναι πολλοί - που τολμούν να υψώσουν το ανάστημά τους, να εξεγερθούν και να κατακτήσουν την αξιοπρέπειά τους.

Αυτά τα ιστορικά συμφέροντα ολόκληρης της ανθρωπότητας μπορούν να διασφαλιστούν μόνο με μια στάση αντίστασης στο κατεστημένο και τους εκφραστές του, στην κυρίαρχη ιδεολογία και τα διάφορα ριζοσπαστικού τύπου ιδεολογήματα, μια στάση ρήξης και ανατροπής της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, μέσα από μια στάση ζωής, που εμπνέεται από την ανάγκη της πάλης για την καθολική χειραφέτηση του ανθρώπου, της απελευθέρωσής του από κάθε είδους δεσμά για μια κοινωνία ελεύθερη από καταπίεση και εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και έτσι ελεύθερη από ναρκωτικά και κάθε είδους εξάρτηση.

Κανένας εξαρτημένος δεν είναι ευτυχισμένος

Ο τοξικομανής, υπογραμμίζει η Κ. Μάτσα, που ζει μέσα στη φρίκη της τυραννικής εμπειρίας του διαρκούς καταναγκασμού της δόσης του, με κάθε τίμημα, δεν είναι άρρωστος, χρόνιος και ανίατος, σωματικά και ψυχικά. Δεν είναι καταδικασμένος, από την ίδια φύση του προβλήματος, να ζει εξαρτημένος διά βίου από την ουσία του ή το υποκατάστατό της.

Η τοξικομανία δεν είναι αρρώστια, με την ιατρική έννοια του όρου. Δεν είναι βιολογικό φαινόμενο, έστω κι αν υπάρχουν βιολογικοί συντελεστές. Είναι κατά κύριο λόγο ένα κοινωνικό φαινόμενο, πολυδιάστατο και πολυπαραγοντικό. Η αντιμετώπιση του τοξικομανή ως χρόνιου αρρώστου τον καταδικάζει να ζήσει στο περιθώριο θεσμοποιημένο και με την κάρτα της δόσης του στο νοσοκομείο ή το ειδικό κέντρο. Πίσω από αυτή τη ριζοσπαστική φρασεολογία κρύβεται ο ίδιος μηχανισμός, που μετατρέπει τον τοξικομανή σε αποδιοπομπαίο τράγο όλων των κοινωνικών δεινών, επικίνδυνο εγκληματία, που πρέπει να κλειστεί στη φυλακή, ή χρόνιο άρρωστο, που χρειάζεται την ηρωίνη ή το υποκατάστατό της για να επιβιώσει. Και οι δύο τρόποι αντιμετώπισης του τοξικομανή (που συναρτώνται με τις δύο πολιτικές, της καταστολής ή της νομιμοποίησης) εμπεριέχουν, ανοιχτά ή καλυμμένα, τον ίδιο ρατσισμό που καταδικάζει αυτό το νέο συνήθως άνθρωπο να μείνει στο κοινωνικό περιθώριο, το νόμιμο, το θεσμοθετημένο (βάσει της κάρτας) ή το παράνομο. Το ρατσισμό, που, ανεξάρτητα από τη φρασεολογία που χρησιμοποιεί, είτε το παραδέχεται είτε όχι, μετατρέπει τον τοξικομανή με τη δοσμένη εξαρτητική συμπεριφορά σε αντικείμενο ομαλοποίησης κοινωνικού ελέγχου, χειραγώγησης από το σύστημα και τους κρατούντες.

"Να δώσουμε τη μεθαδόνη ελεύθερα να σωθούν τα παιδιά" φωνάζουν οι ριζοσπάστες. Αναρωτιούνται όμως όλοι αυτοί πώς θα σωθούν αυτά τα παιδιά και τι ακριβώς σημαίνει αυτή η σωτηρία;

Οταν στη θέση της ηρωίνης μπαίνει το υποκατάστατό της, η μεθαδόνη, μια εξίσου ή και περισσότερο εξαρτητική ουσία, δεν εξασφαλίζεται τίποτα περισσότερο από τη συντήρηση της εξάρτησης ως τρόπου ζωής,με τη μόνη διαφορά ότι στη θέση της παράνομης μπαίνει μια νόμιμη ουσία - πράγμα βέβαια που όπως φαίνεται από τη διεθνή εμπειρία, λίγες φορές εφαρμόζεται, αφού στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ο τοξικομανής συνδυάζει νόμιμες και παράνομες ουσίες.

Αυτό λοιπόν εννοούν ως "σωτηρία" των παιδιών οι επίδοξοι σωτήρες τους, εκσυγχρονιστές και τεχνοκράτες; Το πρόβλημα της εξάρτησης βρίσκεται μόνο στην παρανομία και όχι στη φύση και το χαρακτήρα της;

Ξέρουν τι σημαίνει να ζεις μέσα στον εφιάλτη της εξάρτησης από ουσίες, να αφανίζεσαι καθημερινά ως ανθρώπινη υπόσταση, χάνοντας όλα τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά σου,να μη σκέφτεσαι τίποτε άλλο παρά μόνο την ουσία σου, να μην αισθάνεσαι, παρά μόνο υπό την επήρεια της ουσίας, να μην επικοινωνείς, να μην ενδιαφέρεσαι για τίποτα άλλο πέρα απ' την ουσία σου, να μην είσαι ο εαυτός σου, να βουλιάζεις στη μοναξιά και στη μιζέρια της ατέλειωτης επαναληπτικής ρουτίνας της δόσης σου, ακόμα και αν αυτή σου παρέχεται νόμιμα ή και δωρεάν; Ξέρουν ότι δεν υπάρχει ευτυχισμένος τοξικομανής,ακόμα κι αν βρίσκει εύκολα τα ναρκωτικά του;



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ