Πράγματι, το δικαίωμα στη σταθερή δουλιά (περί αυτού πρόκειται και όχι για τη μονιμότητα) και, ακόμη περισσότερο, το δικαίωμα στο σταθερό ημερήσιο χρόνο εργασίας (8ωρο), αποτέλεσαν τα βασικά αιτήματα του παγκόσμιου εργατικού κινήματος, στη διάρκεια, κυρίως, του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Και σημειώθηκαν μια σειρά κατακτήσεις, μέσα από σκληρούς, αιματηρούς αγώνες και κάτω από τη σοβαρή επίδραση του υπάρχοντος τότε σοσιαλιστικού συστήματος. Σήμερα, οι κυρίαρχες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις, όχι μόνον επιδιώκουν την πλήρη ανατροπή αυτών των κατακτήσεων, αλλά τη διαγραφή ακόμη και της αντίληψης του δικαιώματος, δήθεν ως αναχρονιστικής. Και αυτό, παρότι ο πολλαπλασιασμός του παραγόμενου κοινωνικού πλούτου, όπως και οι ραγδαίες εξελίξεις της επιστήμης και της τεχνικής, όχι μόνον επιτρέπουν την πλήρη καθιέρωσή τους, αλλά και τη σοβαρή μείωση του ημερήσιου και βδομαδιάτικου χρόνου εργασίας.
Ισως, κάποιοι σκεφτούν ότι αυτός είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Λάθος. Αυτός είναι ο σύγχρονος καπιταλισμός. Αυτές είναι οι απάνθρωπες ανάγκες της ανταγωνιστικότητας, των νόμων της αγοράς και του κυνηγητού των καπιταλιστικών κερδών. Θέλουν να γυρίσουν τον τροχό της Ιστορίας στον 19ο αιώνα κι ακόμη παραπίσω. Κι άλλη λύση από την ενωμένη πάλη των εργαζομένων και του λαού, για την ανατροπή της πολιτικής αυτής, δεν υπάρχει.
Βέβαια, δεν είπε μόνο τα παραπάνω ο υπουργός Απασχόλησης. Εξαντλώντας τα μπόλικα αποθέματα θράσους και πρόκλησης που διαθέτει, συμπλήρωσε ότι όποιος σήμερα συζητά περί μονιμότητας «προσβάλλει τα εκατομμύρια των Ελλήνων και Ελληνίδων, που εδώ και πολλά χρόνια βγάζουν το ψωμί τους στον ιδιωτικό τομέα». Λες και το όνειρο των εκατομμυρίων εργαζομένων, των νέων και όλων όσοι ψάχνουν εναγωνίως για δουλιά είναι μια ζωή σ' ένα καθεστώς πλήρους ανασφάλειας και αβεβαιότητας. Λες και το όραμά τους είναι μια ζωή σύγχρονων δούλων, δουλεύοντας όποτε και όπως θέλουν οι επιχειρηματίες και παίρνοντας μισθούς πείνας.
Στην πραγματικότητα, ο υπουργός Απασχόλησης και συνολικά η κυβέρνηση προσβάλλουν κατάφωρα τα εκατομμύρια Ελλήνων και Ελληνίδων. Πρώτον, γιατί τους πετούν κατάμουτρα, ότι γράφουν στα παλιά τους παπούτσια το στοιχειώδες και υπ' αριθμόν ένα ανθρώπινο δικαίωμα, το δικαίωμα στη δουλιά. Και, δεύτερον, γιατί επιχειρούν ωμά και ξεδιάντροπα να διαιρέσουν τους εργαζόμενους και να τους βάλουν να τσακώνονται για το μοίρασμα της φτώχειας τους, ώστε να μείνουν απερίσπαστοι οι κεφαλαιοκράτες στη συσσώρευση των όλο και περισσότερων κερδών τους.
Μπορεί οι ισχυρισμοί τους να είναι εντελώς ανυπόστατοι και να μην αντέχουν ούτε καν στην κοινή λογική, αλλά αυτοί τους επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους. Για τους κυβερνώντες μιλάμε και τα όσα λένε, για να υποστηρίξουν το νομοσχέδιο για τις πρώην ΔΕΚΟ. Υποτίθεται, ότι θα μειωθούν τα ελλείμματα του δημοσίου, όπως και οι τιμές των παρεχομένων υπηρεσιών, ενώ θα κυριαρχήσει η εξυγίανση και η διαφάνεια.
Ακόμη κι αν αφήσουμε κατά μέρος το γεγονός πως η βασική αιτία των όποιων ελλειμμάτων έχουν σήμερα ορισμένες εκ των λεγομένων ΔΕΚΟ βρίσκεται στην πολιτική εξυπηρέτησης του μεγάλου κεφαλαίου, το σίγουρο είναι πως αυτά τα πλήρωνε ο λαός. Και αύριο, όμως, ο λαός θα πληρώνει και πάλι τις ιδιωτικοποιημένες ΔΕΚΟ και, μάλιστα, ακόμη περισσότερο. Χαρακτηριστική απόδειξη αποτελεί η μέχρι σήμερα επιχείρηση ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ και γενικότερα του τομέα των τηλεπικοινωνιών. Από τα 0,03 ευρώ (10,2 δραχμές) το τρίλεπτο, που κόστιζε η αστική τηλεφωνική μονάδα (1997), έχουμε φτάσει στα 0,026 ευρώ το λεπτό, με το τρίλεπτο να κοστίζει πλέον 0,078 ευρώ (αύξηση κατά 160%). Χώρια τις ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις στα πάγια τέλη ή τα τεράστια κέρδη των εταιριών κινητής τηλεφωνίας.
Οσο για τους ισχυρισμούς, περί εξυγίανσης και διαφάνειας, αρκούμαστε στη σημείωση δυο μόνο πλευρών της όλης υπόθεσης:
Πρώτον, το κυβερνητικό νομοσχέδιο αποχαρακτηρίζει και θέτει εντελώς εκτός Δημοσίου, όσες πρώην ΔΕΚΟ είναι κερδοφόρες και έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο, κάνοντας άλλο ένα σημαντικό βήμα στην πορεία της ολοκληρωτικής ιδιωτικοποίησής τους. Από την άλλη, διατηρεί το δημόσιο χαρακτήρα σε όσες δεν έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο και παρουσιάζουν ελλείμματα. Γιατί; Μα, για να «εξυγιανθούν», με τα χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού - δηλαδή, των εργαζομένων - και, αφού γίνουν κερδοφόρες, να πάρουν κι αυτές το δρόμο του ξεπουλήματος.
Και, δεύτερον, όσοι θέλουν να μάθουν για τις συνθήκες ...διαφάνειας των ιδιωτικοποιημένων τομέων, ας ρωτήσουν τους εργαζόμενους στις ιδιωτικές εταιρίες τηλεφωνίας, όπου κυριαρχούν μεσαιωνικές εργασιακές σχέσεις και ακόμη και η λέξη σωματείο θεωρείται ανεπίτρεπτη και είναι αυστηρώς απαγορευμένη...