ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 14 Αυγούστου 1997
Σελ. /20
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Το τέλος της διακυβέρνησης του Λουίς Αδόλφο Σίλες Σαλίνας (α)

46ο ΜΕΡΟΣ

Στις 19 Σεπτέμβρη του 1969, μέσα στη Βουλή της Βολιβίας, ο βουλευτής Αμπρόσιο Γκαρσία διατύπωσε μια σοβαρή κατηγορία: είπε ότι ο στρατηγός Αλφρέδο Οβάντο είχε πάρει 600.000 δολάρια από τις βορειοαμερικανικές εταιρίες "Μπολίβιαν Γκαλφ Οϊλ Κόμπανι" και "Ουίλιαμς Μπράδερς", για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας για την προεδρία της δημοκρατίας, με αντάλλαγμα σημαντικές παραχωρήσεις σε εταιρίες πετρελαίου και σιδηρουργίας των ΗΠΑ.

Οι βουλευτές που πρόσκεινταν στον Οβάντο αντέδρασαν βίαια. Χαρακτήρισαν την καταγγελία σαν δυσφημιστικό λίβελο, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στην αίθουσα συνεδριάσεων της Βουλής.

Μπροστά σε μια τέτοια καταγγελία, ο Οβάντο διακήρυξε ότι αυτό έδειχνε μέχρι πού έφταναν τα μεγάλα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα και εξέφρασε το φόβο του ότι θα χαθούν όλα με την επανεμφάνιση της πολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού στη Βολιβία. Στην ερώτηση των δημοσιογράφων σε ποιον ιμπεριαλισμό αναφερόταν, απάντησε: "Στον ιμπεριαλισμό των γιάνκηδων" και πρόσθεσε ότι αυτός ο ιμπεριαλισμός ήταν ο υποκινητής ενός τερατώδη εκβιασμού, που πρόθεσή του ήταν να εξουδετερωθεί οτιδήποτε θα μπορούσε να οδηγήσει τη Βολιβία στην ανεξαρτησία και την πρόοδο.

Ο Τύπος επέμεινε ότι σε βορειοαμερικανικούς κύκλους υπήρχε ο φόβος ότι τα λόγια του Οβάντο ήταν κάτι παραπάνω από τη γλώσσα που πολλοί Βολιβιανοί πολιτικοί χρησιμοποιούσαν για προεκλογικούς λόγους, και ότι τα λόγια του θα μπορούσαν να αποτελούν έκφραση εθνικιστικών θέσεων.

Οταν ο Οβάντο κατηγόρησε το βορειοαμερικάνικο ιμπεριαλισμό για εκβιασμό, ήξερε πολύ καλά τι έλεγε. Λίγες μέρες πριν, σε μια συνάντηση που είχε με τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Λα Πας, αυτός του είχε πει ότι υποστήριζε ανεπιφύλακτα το δόκτορα Λουίς Αδόλφο Σίλες Σαλίνας κι ότι δε θα έδινε βοήθεια, ούτε θα αναγνώριζε καμιά κυβέρνηση στη Βολιβία, που θα έπαιρνε την εξουσία με στρατιωτικό πραξικόπημα. Αυτό το διευκρίνιζε, όπως είπε, για να μην υπάρχουν αμφιβολίες ούτε παρανοήσεις.

Ο Οβάντο του αντέτεινε ότι δεν είχε δικαίωμα να αναμειγνύεται στις εσωτερικές υποθέσεις της Βολιβίας. Παρ' όλα αυτά, ο πρέσβης του απάντησε πως είχε στοιχεία που έδειχναν ότι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί του βολιβιανού στρατού δέχονταν οικονομική βοήθεια από ιδιωτικές εταιρίες για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας τους. Ο Οβάντο έφυγε εξοργισμένος. Γι' αυτό το λόγο, όταν ο βουλευτής Αμπρόσιο Γκαρσία εξαπέλυσε την κατηγορία στη Βουλή, κατάλαβε ότι πίσω του βρισκόταν το χέρι του πρέσβη.

Λίγο αργότερα έγινε δημόσια γνωστό ότι ο βουλευτής Αμπρόσιο Γκαρσία ήταν πράκτορας της CIA.

Ραγδαίες εξελίξεις ακολούθησαν την καταγγελία. Οι εθνικιστές στρατιωτικοί δήλωσαν ότι ήταν καιρός να μπει τέρμα στις αναμείξεις της CIA και του πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών στις εσωτερικές υποθέσεις της Βολιβίας, κι ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ άλλαζε πρέσβεις, αν και όλοι ήταν ίδιοι. Στις 26 του Σεπτέμβρη του 1969, μια ομάδα στρατιωτικών από τις ένοπλες δυνάμεις της Βολιβίας προχώρησε σε πραξικόπημα. Αμέσως, έδωσαν στη δημοσιότητα ένα έγγραφο με τίτλο "Επαναστατικό Διάταγμα των Ενόπλων Δυνάμεων". Σ' αυτό ανέφεραν ότι αποφάσισαν να αναλάβουν την ευθύνη να οικοδομήσουν μια εθνική και επαναστατική εξουσία, που θα υπερασπιζόταν την κοινωνική δικαιοσύνη, το μεγαλείο της πατρίδας και μια γνήσια εθνική ανεξαρτησία, με κίνδυνο να ανατραπούν από τις εξωτερικές πιέσεις.

Το Επαναστατικό Διάταγμα επισήμαινε την αναγκαιότητα να πραγματοποιηθεί ένας γρήγορος και βαθύς μετασχηματισμός των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και πολιτιστικών δομών για την αντιμετώπιση της φτώχειας, να οργανωθεί μια επαναστατική κυβέρνηση που ν' αποτελείται από πολίτες και στρατιωτικούς με στόχο την εθνική ενότητα, να απαιτηθεί ανάκτηση του εθνικού πλούτου, να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανεργίας, να χτιστούν σπίτια και εφαρμοστεί στη διοίκηση η πιο αυστηρή ηθική.

Σε διεθνές επίπεδο, έλεγαν ότι ήταν αναγκαίο να υιοθετηθεί μια ανεξάρτητη διεθνής πολιτική, που να βασίζεται στο αναφαίρετο δικαίωμα του βολιβιανού κράτους να καθορίζει κυρίαρχα και ελεύθερα την εξωτερική του πολιτική, να συνάψει διπλωματικές και οικονομικές σχέσεις με τα σοσιαλιστικά κράτη, να συμβάλει στην πολιτική και οικονομική ενότητα της Λατινικής Αμερικής, να υποστηρίζει το ιερό δικαίωμα στην επανασύνδεση με τη θάλασσα.

Το διάταγμα καλούσε να κινητοποιηθεί η χώρα στην πάλη κατά του αναλφαβητισμού, για την υπεράσπιση του λαϊκού πολιτισμού, των παραδόσεων των Ινδιάνων και των μιγάδων.

Το επαναστατικό συμβούλιο διόρισε τον Οβάντο πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Χουάν Χοσέ Τόρες επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων.

Ο κόσμος έδειξε δυσπιστία απέναντι σ' αυτό το επαναστατικό διάταγμα, ήταν το 185ο πραξικόπημα σε 144 χρόνια ταραγμένης δημοκρατίας.

Το επαναστατικό συμβούλιο σχημάτισε πολιτικοστρατιωτική κυβέρνηση από προσωπικότητες γνωστές για τις εθνικιστικές, προοδευτικές, δεξιές και φασιστικές τους θέσεις.

ΑΥΡΙΟ ΤΟ 47ο ΜΕΡΟΣ

Καταδίκη του υπουργού Δικαιοσύνης

Βαριά καμπάνα από το δικαστήριο στον υπουργό Δικαιοσύνης. Αυτή τη φορά οΕ. Γιαννόπουλος,υπουργός Δικαιοσύνης και πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας (ΔΣΑ) την πλήρωσε και μάλιστα ακριβά. Το ποσό των 10 εκατομμυρίων δραχμών επιδίκασε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών στον αρμόδιο για τα ζητήματα της Θέμιδας, υπουργό Δικαιοσύνης Ε. Γιαννόπουλο, ως αποζημίωση για ηθική βλάβη που προξένησε στον πρώην πρόεδρο του ΔΣΑ Τ. Παππά.

Το δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς του Ε. Γιαννόπουλου ότι δεν μπορεί να έχει αστική ευθύνη, καθώς δεν έχει ποινική ευθύνη ως υπουργός της κυβέρνησης, χαρακτήρισε βαρύτατα προσβλητικά τα όσα είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης για τον Τ. Παππά και ότι τον έβλαψαν σε μεγάλο κύκλο τηλεθεατών. Τέλος, το γεγονός ότι ανασκεύασε την επομένη "δεν αίρει την υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος".

Ο Τ. Παππάς είχε καταθέσει αγωγή κατά του Ε. Γιαννόπουλο στο Πολυμελές Πρωτοδικείο για "συκοφαντική δυσφήμιση" μέσω τηλεοπτικής εκπομπής και ζητούσε 300 εκατομμύρια δραχμές ως ηθική αποζημίωση, τα οποία, όπως ισχυρίστηκε στο δικαστήριο, θα διέθετε στο Νοσοκομείο "Αγιος Σάββας".

Ο Ε. Γιαννόπουλος σε τηλεοπτική εκπομπή λίγες ημέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές του περασμένου Σεπτέμβρη, αποκάλεσε τον Τ. Παππά έμπορο ναρκωτικών, ενώ την επόμενη ημέρα κάτω από τη γενική κατακραυγή αναδιπλώθηκε και ανακάλεσε όσα είχε πει ενώπιον εκατομμυρίων θεατών.

Στο δικαστήριο τότε ο Τ. Παππάς είχε αποδώσει τη συμπεριφορά του υπουργού σε εμπάθεια στο πρόσωπό του που ξεκινούσε από πολλά χρόνια πριν. Επίσης, οι συνήγοροι του Τ. Παππά υποστήριξαν ότι ο Ε. Γιαννόπουλος ήθελε να τον συκοφαντήσει ενόψει των εκλογών, καθώς ήταν υποψήφιος του ΠΑΣΟΚ.

Οι συνήγοροι του υπουργού Δικαιοσύνης είχαν υποστηρίξει ότι επρόκειτο περί γλωσσικού λάθους και ότι ο Ε. Γιαννόπουλος πάνω στην ένταση της κουβέντας μπέρδεψε τη γλώσσα του και αντί να πει ότι ο κ. Παππάς είναι δικηγόρος των εμπόρων ναρκωτικών είπε ότι είναι έμπορος ναρκωτικών. Πρόσθεσαν επίσης ότι την επομένη της εκπομπής, όταν κατάλαβε ο υπουργός Δικαιοσύνης τι είχε πει, το διόρθωσε.

Με "διπλωματία σούπερ μάρκετ" στα Βαλκάνια

Το ρόλο του "μικρού ιμπεριαλιστή" θέλει να παίξει η ελληνική κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη την άσχημη κατάσταση στις γειτονικές βαλκανικές χώρες. Ονομάζει μάλιστα αυτή την πολιτική "οικονομική διπλωματία". Οι κυβερνητικές προθέσεις επιβεβαιώθηκαν και κατά την προχθεσινή συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών, Θ. Πάγκαλου, με τον ομόλογό του της Γιουγκοσλαβίας Μ. Μιλουτίνοβιτς. Αν εξαιρέσουμε τη γενική υπόσχεση για την υποστήριξη της πλήρους επανένταξης της Γιουγκοσλαβίας στους διεθνείς οργανισμούς όλα τα υπόλοιπα αφορούν σε έργα που γίνονται ή πρόκειται να γίνουν στη γειτονική χώρα και για τα οποία εκδηλώνουν έντονο ενδιαφέρον Ελληνες μεγαλοεπιχειρηματίες. Οπως και κατά την πρόσφατη επίσκεψη του πολυμελούς υπουργικού κλιμακίου στην Αλβανία, έτσι και στη συνάντηση Πάγκαλου - Μιλουτίνοβιτς, η κυβέρνηση εμφανίζεται σαν "γραφείο εξυπηρέτησης" των επίδοξων "επενδυτών", διεκδικώντας για τον εαυτό της το ρόλο της "ηγέτιδας δύναμης" στη Βαλκανική.

Στην προχτεσινή συνάντηση συζητήθηκε η δυνατότητα συμμετοχής ελληνικών εταιριών σε μεγάλα έργα υποδομής στη Γιουγκοσλαβία. Ειδικότερα ο υπουργός Εξωτερικών εκδήλωσε το ενδιαφέρον της ελληνικής κυβέρνησης για τη συμμετοχή ελληνικών τεχνικών εταιριών στην κατασκευή του οδικού άξονα Βελιγραδίου - Σκοπίων. Χαρακτηριστικό είναι ότι η ελληνική υπόσχεση, για παροχή δανείου ύψους 100 εκατομμυρίων δολαρίων, συνδέεται απ' ευθείας με τη συμμετοχή των ελληνικών εταιριών στην κατασκευή των έργων. Δηλαδή, για να πάρει η κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας αυτό το δάνειο πρέπει να αναθέσει τα συγκεκριμένα έργα στις προτεινόμενες από την ελληνική κυβέρνηση εταιρίες.

Είναι, λοιπόν, χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η συνάντηση και οι κατ' αρχήν συμφωνία από μεγάλη μερίδα των μέσων ενημέρωσης. Σαν "τάση της ελληνικής πλευράς να απογυμνώσει την εξωτερική πολιτική της χώρας από ρητορικά σχήματα και να την ενισχύσει με την ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων", εκτιμά τη συμφωνία η "Καθημερινή". Για "Οικονομική εισβολή στη Σερβία" κάνει λόγο στον τίτλο της η "Εξουσία".

Σημειώνεται ότι το τελευταίο διάστημα η μισή περίπου κυβέρνηση ασχολείται με την καλύτερη εξυπηρέτηση των Ελλήνων μεγαλοεπιχειρηματιών, που επιδιώκουν τη "διείσδυση" στις γειτονικές χώρες. Ας θυμηθούμε τις αλλεπάλληλες συναντήσεις που είχαν υπουργοί της κυβέρνησης, όπως η υπουργός Ανάπτυξης, Β. Παπανδρέου, και ο υπουργός Εξωτερικών, Θ. Πάγκαλος, με τους κυρίους Κόκκαλη, Βαρδινογιάννη, Κοπελούζο και εκπρόσωπο του ομίλου Λάτση για το μοίρασμα της "πίτας" και τη διευθέτηση των μεταξύ τους διαφορών, που εκδηλώθηκαν κατά τη δραστηριοποίησή τους στα Βαλκάνια. Για λογαριασμό τους η κυβέρνηση αναλαμβάνει να κλείσει συμφωνίες με τις κυβερνήσεις των γειτονικών χωρών και να αποσπάσει τις εγγυήσεις για την ασφάλεια των "επενδύσεων".

Μια τέτοια πολιτική συμπληρώνει την πλήρησυμφωνία της κυβέρνησης με όλες τις αποφάσεις του ΝΑΤΟ, της Ευρωπαϊκής Ενωσης, των Ηνωμένων Πολιτειών, αποφάσεις που έριξαν τα Βαλκάνια στον πόλεμο και τους λαούς στην εξαθλίωση. Εκμεταλλευόμενη τώρα την κατάσταση που δημιουργήθηκε και με τη δική της συμφωνία θέλει να γίνει "χωροφύλακας" των συμφερόντων αυτών δυνάμεων στα Βαλκάνια. Οι πιο κυνικοί θιασώτες αυτής της πολιτικής την ονομάζουν "διπλωματία των σούπερ-μάρκετ", μια άποψη που θέλει να υπογραμμίσει την εκμετάλλευση της άσχημης οικονομικής κατάστασης και υποβαθμίζει τους γειτονικούς λαούς σε "πεινασμένους", που σαν αντάλλαγμα για τα "ψίχουλα" θα αναγνωρίσουν στην Ελλάδα το ρόλο της "ηγέτιδας δύναμης".



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ