ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 28 Μάη 2000
Σελ. /36
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Κόντρα στη νέα (α)ταξία
Μονότονα τραπέζια ψυχεδελικών τηλε-συζητήσεων

Οι κονταρομαχίες και οι έριδες γύρω από τις νέες ταυτότητες η περιοδική ...ανακάλυψη της τρομοκρατίας στην Ελλάδα από την κατ' εξοχήν τρομοκρατική δύναμη της «νέας τάξης», η δημόσια αντιπαράθεση εξουσιαστικών κέντρων και συμφερόντων γύρω από την ...ανεπάρκεια του ήλιου να πυροδοτήσει τη δάδα από το κοίλο κάτοπτρο, στην άλτη της Ολυμπίας, τροφοδότησαν και πάλι αυτές τις μέρες τα τηλεοπτικά τραπέζια συζητήσεων (πάνελ τα λένε τώρα ...ελληνικά) και άφησαν πίσω, όλα τα μεγάλα θέματα που απασχολούν το λαό μας.

Οι ίδιοι περίπου άνθρωποι, γραφικές φιγούρες οι περισσότεροι, μετακινούνται από το ένα κανάλι στο άλλο και αποφαίνονται, βαρύγδουπα, επί παντός του επιστητού. Για τα εθνικά θέματα, τα οικονομικά προβλήματα, τα οικογενειακά δράματα, που κατ' εξοχήν προσφέρονται για άγρια εκμετάλλευση. Για χρηματιστηριακές αναλύσεις, ανύπαρκτων αναλυτών, για σεξουαλικές συμπεριφορές, για τα νέα θαύματα, που ουδέποτε αναφέρονται στα υπαρκτά προβλήματα. Για χαρτορίχτρες, καφετζούδες και τσαρλατάνους.

Αυτά τα μονότονα τραπέζια των τηλε-συζητήσεων, άλλοτε ημικυκλικά, άλλοτε ρομβοειδή, άλλοτε διαφανή με τη βοήθεια του πλεξιγκλάς, σ' έναν ψυχεδελικό διάκοσμο, αποτυπώνουν τη φτώχεια των καιρών.

Καλούνται σοβαροί άνθρωποι, ανάκατα με «γλάστρες», μαϊντανούς και άλλα ζαρζαβατικά, σε ισομετρικές, υποτίθεται, δόσεις απόψεων, ως αυθεντικοί εκφραστές της δημόσιας γνώμης. Σ' ένα φουτουριστικό «συμπίλημα» κάνουν προεκτιμήσεις, αποφαίνονται πριν από τα γεγονότα, διατυπώνουν κρίσεις, λοιδορούν και λοιδορούνται, φιλοσοφούν μετ' ευτελείας και επιφυλάσσουν για τον εαυτό τους το ρόλο του υπέρτατου κριτή.

Βολικό το σχήμα για ορισμένους συντονιστές καναλιών, που πιστεύουν ότι δίνουν έτσι την πλασματική εικόνα παρέμβασης της κοινωνίας στα συζητούμενα.

Ακόμη και για θέματα που απαιτούν εξειδίκευση, η σύνθεση των μετεχόντων ελάχιστα μεταβάλλεται, αφού πρέπει να αποτυπωθεί στους τηλεθεατές η εικόνα αυτής της μόνιμης ομάδας των «Τι-που-κειτων» αυθεντιών. Κανείς, βέβαια, ψόγος για τους μετέχοντες, στους οποίους συγκαταλέγονται συχνά εκπρόσωποι κομμάτων - οι ίδιοι σχεδόν πάντοτε - που εξασφαλίζουν ακροαματικότητα, θεαματικότητα και προσθέτουν στη γραφικότητα των συζητήσεων, αναπαράγοντας τον τύπο των «διασκεδαστών» των κοινωνικών συναθροίσεων.


Του
Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ

Πολιτικό σύστημα και συναίνεση

Το προηγούμενο Σάββατο ο Κ. Σημίτης μιλώντας στην ΚΕ του ΠΑΣΟΚ, αισθάνθηκε την ανάγκη να δηλώσει δημόσια ότι ο «παραγωγικός χρόνος της κυβέρνησης» είναι μόλις δύο χρόνια, μέχρι τις δημοτικές εκλογές τον Οκτώβρη του 2002. Ετσι υποδηλώνει τη σπουδή του να τελειώνει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα με το «δεύτερο κύμα του εκσυγχρονισμού». Ο Κ. Σημίτης θέλει να έχει στη διάθεσή του, μετά τη λαίλαπα των νεοφιλελεύθερων μέτρων που έχουν προγραμματιστεί, κάποιο ικανό χρονικό διάστημα ώστε να χειραγωγήσει και εκτονώσει τη λαϊκή αγανάκτηση.

Την Τρίτη στο ΥΠΕΘΟ, ο Κ. Σημίτης προσδιόρισε ακόμα πιο συγκεκριμένα το χρονοδιάγραμμα της παραγωγής κυβερνητικού έργου. Ο φετινός χρόνος, είπε, είναι χρονιά εφαρμογής του Γ΄ ΚΠΣ, το «δεύτερο μεγάλο σημείο» είναι οι διαρθρωτικές αλλαγές, μετοχοποιήσεις και ιδιωτικοποιήσεις (μόνο για τη ΔΕΗ είπε ότι το δημόσιο θα διατηρήσει τον έλεγχο, οι υπόλοιπες θα παραδοθούν στους ιδιώτες με ποσοστό πάνω από 51%) και η απελευθέρωση των αγορών. Παράλληλα «ανοίγει» το ασφαλιστικό και η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ενώ σε πλήρη εξέλιξη θα βρίσκονται τα έργα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το κόστος των οποίων οι «αναθεωρημένες» εκτιμήσεις ανεβάζουν πάνω από τα 2 τρισ. δρχ.(!). Στα θέματα της οικονομίας θα πρέπει να προστεθούν και αυτά της εξωτερικής πολιτικής με αιχμή τα ελληνοτουρκικά και Κυπριακό και τον πρωταγωνιστικό ρόλο στα Βαλκάνια, τα οποία επείγονται να «τακτοποιηθούν» πάντα στο πλαίσιο της νέας τάξης.

Η πραγματική τους έγνοια λοιπόν είναι πώς θα προλάβουν, ελαχιστοποιήσουν και εξουδετερώσουν τις αναμενόμενες κοινωνικές αντιδράσεις και τις λαϊκές κινητοποιήσεις. Αυτός είναι ο λόγος που σε όλες τις ομιλίες του το τελευταίο διάστημα φροντίζει να αναφέρει ότι όλα αυτά θα γίνουν «χωρίς να υπάρξουν κοινωνικά προβλήματα», ακριβώς για να παραπλανήσει, εφησυχάσει και αποπροσανατολίσει τους εργαζόμενους. Ως κυβέρνηση, διαβεβαίωσε παράλληλα ο Κ. Σημίτης τους βιομηχάνους στη συνέλευση του ΣΕΒ: «φροντίζουμε για την κοινωνική σταθερότητα».

Ιδεολογική υποδούλωση

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι σύσσωμο το καθεστώς θα αξιοποιήσει στο έπακρο το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών, επιχειρώντας να επιβάλει την άποψη ότι η αντιλαϊκή τους επέλαση έχει την έγκριση και συναίνεση του 90% του ελληνικού λαού! Είναι αυτονόητο ότι οι σκληρές νεοφιλελεύθερες επιλογές θα συνεχίσουν να παρουσιάζονται ως μονόδρομος, ως οι μόνες ρεαλιστικές, που εξυπηρετούν μάλιστα τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων. Στόχος είναι η πολιτική συναίνεση που έχει επιτευχθεί απέναντι στη νεοφιλελεύθερη πολιτική από τις δυνάμεις του δικομματισμού, να μετατραπεί σε κοινωνική συναίνεση, σε αποδοχή και συγκατάθεση από τα λαϊκά στρώματα. Τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους είναι βέβαια πάρα πολλά. Πρώτα απ' όλα όμως επιχειρούν να εγκλωβίσουν και υποδουλώσουν τα λαϊκά στρώματα ιδεολογικοπολιτικά. Για το σκοπό αυτό γίνεται προσπάθεια να «αποχρωματιστεί» η πολιτική που εφαρμόζεται, στο πλαίσιο μιας «αποϊδεολογικοποίησής» της. Επιχειρούν, δηλαδή, να περάσουν την πολιτική τους ως μια δήθεν δέσμη αναγκαίων μέτρων για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων που επιβάλλονται από τις επιταγές της εποχής. Αυτός είναι και ο πολιτικός λόγος των κομμάτων του δικομματισμού, χρησιμοποιεί κατά κόρο την τεχνοκρατική ορολογία, αποφεύγοντας να φορτίζει τις επιλογές του με πολιτικές διαστάσεις. Στόχος είναι, η ισοπέδωση των συνειδήσεων. Ο όρος διαρθρωτικές αλλαγές, για παράδειγμα, χρησιμοποιείται ευρύτατα, αλλά δήθεν άχρωμα και άοσμα, σαν κάτι συνηθισμένο και επιβαλλόμενο από την εξέλιξη των πραγμάτων, άρα ωφέλιμο για όλους. Η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων (κατάργηση 8ωρου, συλλογικών συμβάσεων, μερική απασχόληση, κλπ.) δεν είναι παρά «παρέμβαση στην αγορά εργασίας με στόχο την προσαρμογή στα νέα δεδομένα της κοινωνίας της πληροφορίας και τις νέες παραγωγικές σχέσεις» (Κ. Σημίτης). «Είμαστε στην εποχή της "λιγότερης πολιτικής"» αποφαίνεται ο θεωρητικός του μεσαίου χώρου και της συναίνεσης Γ. Λούλης, θέλοντας να υπογραμμίσει ότι η δουλιά πρέπει να γίνεται αθόρυβα και παστρικά χωρίς τυμπανοκρουσίες και περιττές πολιτικές αντιπαραθέσεις. Ακόμα καλύτερα. Οι δυνάμεις του γαλαζοπράσινου δικομματισμού πρέπει να υμνούν καθημερινά τη «μοναδική πολιτική» και η μεταξύ τους διαμάχη να αφορά ποιος μπορεί να την εφαρμόσει ταχύτερα και αποτελεσματικότερα. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πρέπει διαρκώς να «φωνάζει» ότι η κυβέρνηση καθυστερεί. Αυτό κάνει διαρκώς η ηγεσία της ΝΔ. Ο Κ. Καραμανλής στη συνέλευση του ΣΕΒ είπε: «Οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές, οι αποκρατικοποιήσεις, οι απελευθερώσεις αγορών έχουν καθυστερήσει πάρα πολύ»!

Αυτή η τακτική τους υπαγορεύεται από το ότι θεωρούν δεδομένο πως «σχεδόν όλοι οι Ελληνες υιοθετούν σήμερα τις πολιτικές για την οικονομία της αγοράς, την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, τη συμμετοχή του σε διεθνείς οργανισμούς και ενώσεις. Οι θέσεις και οι κατευθύνσεις του φιλελευθερισμού υιοθετούνται τώρα ακόμη και από τους πιο σκληρούς πολέμιούς του» (Κ. Καραμανλής).

Η συναίνεση ως αξία και ο «μεσαίος χώρος»

Παράλληλα τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν αποδυθεί σε ένα διαγκωνισμό για το ποιο θα καταξιωθεί ως το κατ' εξοχήν κόμμα της συναίνεσης, της συνεννόησης και της σύνθεσης. Οποιος δε βρίσκεται μέσα στο κλίμα της συναίνεσης, είναι οπισθοδρομικός και παρωχημένος.

Στο ίδιο πλαίσιο και τους ίδιους στόχους εξυπηρετεί και η διαμάχη για το ποιος εκφράζει τον περιβόητο «μεσαίο χώρο». Ενας χώρος που αποφεύγεται επίμονα να προσδιοριστεί ιδεολογικοπολιτικά, ακριβώς γιατί θεωρείται δεδομένο το νεοφιλελεύθερο στίγμα του, και πλασάρεται ως ο χώρος στον οποίο ανήκει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, αφού «σχεδόν όλοι» συμφωνούν με τις ιδέες του φιλελευθερισμού, σύμφωνα με την κυρίαρχη προπαγάνδα. Ο μεσαίος χώρος είναι ο χώρος των εγκλωβισμένων, συμβιβασμένων και ενσωματωμένων κοινωνικών στρωμάτων. Μέσα στην πολτοποίηση και ομοιομορφία του μεσαίου χώρου, το μόνο που έχει σημασία είναι οι ιδέες και οι μέθοδοι μιας καλύτερης και αποτελεσματικότερης διαχείρισης. Ταυτόχρονα προωθείται η ιδέα ότι πρέπει να απομονωθούν «τα άκρα». Φυσικά δεν τους ενδιαφέρει η απομόνωση των ακροδεξιών της ΝΔ, όσο και αν «παίζουν μ' αυτούς», αλλά του ΚΚΕ και γι' αυτό φροντίζουν συνεχώς να το παρουσιάζουν ως κόμμα «ακραίο» και «εθνικιστικό»!

Το εφεύρημα του μεσαίου χώρου χρησιμοποιείται και για τη μετεξέλιξη των κομματικών μηχανισμών κυρίως των δύο μεγάλων κομμάτων, εννοείται στην κατεύθυνση να στηρίζουν πιο αποτελεσματικά στη «βάση» την εφαρμοζόμενη πολιτική. Αυτός είναι ο χαρακτήρας των υπό εξέλιξη εσωκομματικών διαδικασιών τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και κυρίως στη ΝΔ.

Είναι προφανές ότι απέναντι σε αυτή την κατάσταση οι κομμουνιστές επωμίζονται μεγάλα καθήκοντα, τόσο για να ταρακουνήσουν και αλλάξουν συνειδήσεις όσο και για να οργανωθούν σε γερά θεμέλια οι μεγάλοι λαϊκοί αγώνες που έρχονται. Η ανάγκη του Λαϊκού Μετώπου προβάλλει όσο ποτέ άλλοτε επιτακτική.


Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ - ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΘΕΣΕΩΝ
Μια «πυξίδα» για λαϊκό αποπροσανατολισμό

Ο ΣΥΝ έδωσε στη δημοσιότητα το κείμενο θέσεων για το συνέδριό του.

Στις θέσεις διακηρύσσεται ως στρατηγικός στόχος του κόμματος «ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της ελληνικής κοινωνίας». Αλλά για ποιο σοσιαλισμό κάνουν λόγο; Αυτόν που θα επιτευχθεί μέσω του «προοδευτικού εκσυγχρονισμού», δηλαδή μεταρρυθμίσεις και όχι σύγκρουση, ρήξη με τα μονοπώλια και την εξουσία τους. Μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση μιας «εναλλακτικής πορείας για το νέο κοινωνικό κράτος, για πολυπολιτισμικές κοινωνίες της αλληλεγγύης, την ισόρροπη και αξιοβίωτη ανάπτυξη, τη διευρυμένη δημοκρατία της συμμετοχής και των ελέγχων».

Το κείμενο βεβαίως, διατυπώνοντας αυτή τη στρατηγική δεν κάνει λόγο για κατάργηση της εκμετάλλευσης. Είναι γεγονός ότι προβάλλει την «εναλλακτική στρατηγική ρύθμισης, ελέγχου και δημοκρατικής οργάνωσης των οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών δεδομένων», δηλαδή την ψευδαίσθηση της αρμονικής συνύπαρξης της άρχουσας τάξης με αυτούς που εκμεταλλεύεται.

Αποδοχή της «παγκοσμιοποίησης»

«Στις αρχές του 21ου αιώνα το πλαίσιο στο οποίο καλείται να δράσει η αριστερά και να διατυπώσει τις στρατηγικές της προτάσεις είναι το πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Απορρίπτουμε την άποψη ότι η παγκοσμιοποίηση ταυτίζεται νομοτελειακά με το νεοφιλελευθερισμό. Η ταύτιση αυτή, που σήμερα υπάρχει, είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών και κοινωνικών επιλογών», υπογραμμίζεται στο προσχέδιο θέσεων.

Εμμέσως πλην σαφώς, η «παγκοσμιοποίηση» των μονοπωλίων εμφανίζεται ως μονόδρομος. Aυτόματα εξοβελίζεται στο πυρ το εξώτερον κάθε σκέψη να αναζητηθεί από τους λαούς και τα κινήματά τους o δρόμος της πάλης ενάντια στην πολιτική της «παγκοσμιοποίησης» των πολυεθνικών σε κάθε χώρα και της κοινής δράσης των λαών ενάντιά της, αλλά και η αναζήτηση δρόμων συνεργασίας τους, στη βάση των δικών τους αμοιβαίων συμφερόντων. Κατά τον ΣΥΝ η παγκοσμιοποίηση είναι δεδομένη, άρα δεν την αντιστρατεύεται, αλλά προσπαθεί να προβάλει φιλολαϊκή διέξοδο στα πλαίσιά της.

Ποια είναι όμως η πραγματικότητα; «Οι σύγχρονες τάσεις της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας επιβεβαιώνουν με έμφαση την εκμεταλλευτική και βάρβαρη φύση του καπιταλιστικού συστήματος στο ιμπεριαλιστικό στάδιο, με πολύ χαρακτηριστικά γνωρίσματα τα παρακάτω: Η ανεργία, η φτώχεια, η πείνα και η εξαθλίωση παίρνουν γιγαντιαίες διαστάσεις. Τώρα πια δεν είναι εύκολο στον καπιταλισμό να αμβλύνει ή να τιθασεύσει προσωρινά την εκδήλωσή τους, με τις κλασικές ρυθμίσεις που κάποτε χρησιμοποιούσε. Στενεύουν απελπιστικά τα όρια του καπιταλιστικού συστήματος να ελίσσεται». (Παρέμβαση του ΚΚΕ στη Διεθνή Συνάντηση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων στην Αθήνα για την «Παγκοσμιοποίηση»).

Οι θέσεις αναφέρονται στη «νέα αναπτυξιακή προοπτική» που ανοίγεται για τη χώρα μας από τη «θετική εξέλιξη» της ένταξης στην ΟΝΕ, στο «ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Ελλάδα στην ανασυγκρότηση των Βαλκανίων», ενώ δίνουν «ψήφο εμπιστοσύνης» στη Συμφωνία του Ελσίνκι. Αυτές οι θέσεις, αποδεικνύουν ότι ο Συνασπισμός ούτε θέλει ούτε μπορεί να συγκρουστεί με τη «μήτρα» των λαϊκών συμφορών, έχοντας υιοθετήσει όλες τις βασικές επιλογές της άρχουσας τάξης.

Στόχος η ανταγωνιστικότητα

Στο προσχέδιο θέσεων ο ΣΥΝ - αν και επιχειρεί να εμφανιστεί ως πολέμιος του νεοφιλελευθερισμού - υιοθετεί ένα νεοφιλελεύθερο αξίωμα και στόχο. Διατυμπανίζει λοιπόν ότι η «ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αναμφισβήτητα πρέπει να είναι κεντρική επιδίωξη όλων των εφαρμοζόμενων πολιτικών»! Και λέμε «νεοφιλελεύθερο», γιατί αντικειμενικά ο ανταγωνισμός συνεπάγεται μείωση του κόστους παραγωγής. Και με δεδομένη την υποχρεωτική για τον ΣΥΝ συνύπαρξη «κεφαλαίου - εργασίας», η πολιτική και η εξουσία ασκείται από τους ισχυρούς επιχειρηματίες. Επομένως, ανταγωνισμός σημαίνει μέτρα ενάντια στην εργατική τάξη και το λαό, για να αυξάνουν τα κέρδη.

Αντικειμενικά η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας δε συμβιβάζεται με «κοινωνική συνοχή, αξιόπιστους ρυθμιστικούς κανόνες, βελτίωση του επιπέδου της συλλογικής ευημερίας, αναβάθμιση της θέσης των εργαζομένων στην οικονομία και στην κοινωνία, αναδιανομή του πλούτου και δίκαιη κατανομή βαρών και ωφελημάτων, αντιμετώπιση της ανεργίας». Γιατί η θέσπιση ρυθμιστικών κανόνων σε συνθήκες κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού, σημαίνει «θεσμικά όργανα» που συγκροτούνται και χρησιμοποιούνται για να παρέχουν νομιμότητα στις επιλογές του μεγάλου κεφαλαίου και να τις ενισχύουν.

Δίνει επίσης έμφαση στις νέες επενδύσεις, στην έρευνα, στη γνώση, στην καινοτομία, στην οργανωτική και λειτουργική εξέλιξη, στην αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης και στην αναδιοργάνωση του κράτους.

Ομως, οι νέες επενδύσεις, η έρευνα, η γνώση υποτάσσονται στο κυνήγι του κέρδους, στην αύξηση της παραγόμενης υπεραξίας, του κέρδους που είναι απόλυτος νόμος του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού θα είναι τέτοια που να υπηρετεί αυτόν ακριβώς το νόμο. Η αντιμετώπιση της ανεργίας είναι απλώς αδύνατη στα πλαίσια αυτού του συστήματος, όντας συνοδοιπόρος του. «Οσο μεγαλύτερος είναι ο κοινωνικός πλούτος, το κεφάλαιο που λειτουργεί, οι διαστάσεις και η ένταση της αύξησής του, και επομένως, το απόλυτο μέγεθος του προλεταριάτου και η παραγωγική δύναμη της εργασίας του, τόσο μεγαλύτερος είναι ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός. Αυτός είναι ο απόλυτος, γενικός νόμος της καπιταλιστικής συσσώρευσης» (Κ. Μαρξ, Κεφάλαιο, τ.1, σελ. 659).

Αντικειμενικά, το προσχέδιο θέσεων άρα και η πολιτική του ΣΥΝ, σπέρνει αυταπάτες, εξασθενίζει επικίνδυνα τις λαϊκές αντιστάσεις, αποκρύπτει ότι σήμερα αυτό που απαιτείται δεν είναι διορθώσεις και μεταρρυθμίσεις αλλά ένταση της αντιμονοπωλιακής αντιιμπεριαλιστικής πάλης. Αυτός είναι ο μονόδρομος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, ο δρόμος της αντίστασης, της ρήξης και της ανατροπής.


Βάσω ΝΙΕΡΗ

Το «Ευαγγέλιο» του ηλεκτρονικού φακελώματος

Από τη μετεμφυλιακή περίοδο, όταν στις νέου τύπου ταυτότητες εκείνης της εποχής αποφασίστηκε να ελέγχεται το κοινωνικο-πολιτικό φρόνημα των πολιτών διά μέσω και του ελέγχου του θρησκευτικού φρονήματος, φτάσαμε πλέον στην εποχή της Σένγκεν.

Για το κράτος που συγκροτήθηκε από τη δεκαετία του '50 και εντεύθεν, θεωρήθηκε αναγκαία η ένδειξη του θρησκεύματος στις ταυτότητες ώστε:

  • Αν, κάποιος διανοούνταν να αποκηρύξει τα θεία, εγγραφόταν αυτομάτως στους υπό... αναμόρφωση «κομμουνιστο-συμμορίτες».
  • Παράλληλα, και εξίσου σημαντικό, το Ορθόδοξο ιερατείο αποκτούσε μέσω της ταυτότητας ένα επιπλέον «ένσημο» για το ρόλο του ως στυλοβάτη της εθνικοφροσύνης.

Σήμερα, όμως, αυτό το ίδιο κράτος, δε χρειάζεται ούτε τέτοιου είδους, αλλά ούτε και τόσο εμφανείς «κοριούς», για να φακελώνει τους πολίτες. Διανύουμε, βλέπετε, την περίοδο που η πρόοδος της πληροφορικής τα κάνει όλα... αόρατα. Τους χαφιεδο-μηχανισμούς, δε, τους κάνει εντελώς αόρατους.

Διά να συμμορφωθώμεν με την ΕΕ

Ο πρωθυπουργός στη Βουλή, ήταν σαφής. Αφού για προφανείς λόγους περιηγήθηκε επί μακρόν στο φαρισαϊκό περιτύλιγμα της δήθεν προστασίας των προσωπικών δεδομένων, εξέθεσε και τους πραγματικούς λόγους που υπαγορεύουν στην κυβέρνηση να προβεί στη ρύθμιση για απάλειψη του θρησκεύματος από τις νέες ταυτότητες. Και οι λόγοι αυτοί δεν είναι άλλοι από το γεγονός ότι η Ελλάδα πρέπει να ενσωματωθεί στη γενικότερη ευρωενωσιακή «βιτρίνα» της επίδειξης μιας δήθεν «ανοχής» απέναντι στους πολίτες. Βιτρίνα, πίσω από την οποία θα διεξάγεται με... θρησκευτική ευλάβεια το ηλεκτρονικό φακέλωμα.

«Πρέπει παράλληλα - όπως έλεγε ο Κ.Σημίτης την Τετάρτη στη Βουλή - να συνεκτιμήσουμε ότι στην ΕΕ βρίσκεται σε εξέλιξη η συζήτηση για τα ελάχιστα πρότυπα - προϋποθέσεις ασφαλείας των ταξιδιωτικών εγγράφων των κρατών - μελών (...) Πριν οριστικοποιηθεί η απόφαση για το θέμα αυτό, δεν είναι σκόπιμο να προχωρήσουμε στην καθιέρωση νέου τύπου ταυτότητας. Η αντικατάσταση του τύπου της ταυτότητας - κατέληξε ο κ. Σημίτης - θα γίνει όταν καθοριστεί το κοινό ευρωπαϊκό πρότυπο».

Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να συμμορφωθεί με τα κρατούντα στην ΕΕ. Η τελευταία, στο πλαίσιο της Σένγκεν, εξετάζει την ομογενοποίηση των εγγράφων που πρέπει να κατέχουν οι πολίτες και τα οποία θα επιδεικνύουν για να προβούν στις μετακινήσεις τους, αλλά και για να αποδεικνύεται η ταυτότητά τους. Μάλιστα, σε επερχόμενη συνεδρίαση των υπουργών Εσωτερικών της ΕΕ θα κατατεθεί εισήγηση με θέμα ακριβώς τον ενιαίο αυτό τύπο εγγραφών που θα πρέπει να έχει τεθεί σε κυκλοφορία το 2003. Το σημαντικό έγκειται στο εξής: Η ομοιομορφία αυτών των εγγράφων υπαγορεύεται από τον ελεγκτικό μηχανισμό της Σένγκεν και αποσκοπεί στη... διευκόλυνση των «καλών ελεγκτών μας» ώστε να επιτελούν ακώλυτα το έργο τους.

Η Σένγκεν διατάζει

Στο άρθρο 6, παράγραφος 2 της Συνθήκης του Σένγκεν (που αποτελεί πλέον ενιαίο τμήμα της Συνθήκης του Αμστερνταμ) και στο θέμα σχετικά με τη διέλευση των συνόρων της ΕΕ, τονίζεται:

«Ολα τα πρόσωπα πρέπει να αποτελέσουν το αντικείμενο ενός τουλάχιστον ελέγχου, ο οποίος θα επιτρέπει την επιβεβαίωση της ταυτότητάς τους διά της προσκομίσεως ή της επιδείξεως των ταξιδιωτικών τους εγγράφων».

Προηγουμένως, στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου, μεταξύ άλλων σημειώνεται ότι «ο έλεγχος διεξάγεται σύμφωνα με ομοιόμορφες αρχές, από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και μέσα στα πλαίσια της εθνικής νομοθεσίας».

Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ξεκάθαρα αν ανατρέξει κανείς στις διατάξεις της Σένγκεν, σχετικά με το ομώνυμο σύστημα πληροφοριών. Στο άρθρο 92 της Συνθήκης αναφέρεται:

«(...) Το σύστημα πληροφοριών "Σένγκεν" παρέχει τη δυνατότητα στις αρχές (...) χάρη σε μια αυτόματη διαδικασία υποβολής ερωτήσεων, να έχουν στη διάθεσή τους τους πίνακες καταχωρίσεως προσώπων και αντικειμένων, κατά τη διενέργεια συνοριακών ελέγχων και διαπιστώσεων, καθώς και άλλων αστυνομικών και τελωνειακών ελέγχων πραγματοποιούμενων στο εσωτερικό της χώρας...».

Οσο για τα στοιχεία που θεωρούνται αρκετά στους μηχανισμούς της Σένγκεν ώστε να προβούν στον... περαιτέρω έλεγχο του «υπόπτου», είναι - μεταξύ άλλων - το ονοματεπώνυμο, τα φυσικά χαρακτηριστικά, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης, το φύλο, η ιθαγένεια κλπ. Σε κάθε περίπτωση το «θρήσκευμα» δεν τους χρειάζεται στα στοιχεία, που ζητούνται από τον «Μεγάλο Αδερφό» για να προβεί, κατόπιν, στα... δέοντα. Ως εκ τούτου, δεν περιλαμβάνεται στα επισήμως καταχωρηθέντα δεδομένα.

Ας σημειωθεί κάτι ακόμα. Στο άρθρο 92 της Σένγκεν ορίζεται ρητά ότι οι υπαγόμενες στη Συνθήκη χώρες που αποκαλούνται συμβαλλόμενα μέρη , «δημιουργούν και συντηρούν... την υπηρεσία τεχνικής υποστηρίξεως του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν (...) Η υπηρεσία τεχνικής υποστηρίξεως (σ.σ.: εδρεύει στο Στρασβούργο) περιλαμβάνει ένα αρχείο δεδομένων με τη βοήθεια του οποίου εξασφαλίζεται η ομοιότητα των αρχείων δεδομένων των εθνικών μερών μέσω της άμεσης διαβιβάσεως πληροφοριών».

Φιλισταϊσμός

Συνεπώς, η ανακίνηση του θέματος των ταυτοτήτων από την κυβέρνηση δεν υπαγορεύεται από καμία ευαισθησία έναντι της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των πολιτών. Οι τελευταίοι, είναι με την υπογραφή της κυβέρνησης εκτεθειμένοι, τελικά, στο μικροσκόπιο της Σένγκεν. Και εδώ εντοπίζεται το φλέγον ζήτημα. Στο ηλεκτρονικό φακέλωμα.

Από εκεί και πέρα, η κυβέρνηση υποδύεται το ρόλο του «ανανεωτή» και του «εκσυγχρονιστή». Υποδύεται τον «κυματοθραύστη» της δεσποτείας που εκπροσωπεί το ελληνορθόδοξο ιερατείο. Ο φιλισταϊσμός της είναι έκδηλος. Αρκεί να τονίσουμε ότι πρόκειται για την κυβέρνηση που κατοχύρωσε, και στο αναθεωρημένο Σύνταγμα, την αναπαραγωγή της σύμφυσης μεταξύ Κράτους - Εκκλησίας.

Σε αυτή ακριβώς τη σύμφυση πατάει και ο κ. Χριστόδουλος και οι υφιστάμενοί του, που έφτασαν στα πρόθυρα κήρυξης «ιερού πολέμου», που μιλούν για «ανένδοτο» και για ίδρυση κόμματος της... Εκκλησίας. Και είναι προφανές ότι αυτός ο «χριστιανικός» εκτροχιασμός, αποδεικτικός του σκοταδισμού που πρεσβεύει το εκκλησιαστικό κατεστημένο, θα συνεχιστεί. Αλλωστε το παιχνίδι είναι «σικέ» και παίζεται μεταξύ εκείνων που ζητούν περισσότερο μερίδιο, ο καθένας για τον εαυτό του, από την εξουσία που παρακολουθεί τους ανθρώπους «ψυχή τε και σώματι».


Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ