ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Νοέμβρη 2002
Σελ. /32
Μεθοδεύσεις και (ψευδο)διλήμματα

Ούτε δύο ώρες δεν είχαν περάσει από τη στιγμή που ο Κ. Ανάν παρέδωσε την περασμένη Δευτέρα στα «ενδιαφερόμενα μέρη» το αμερικανοβρετανικό σχέδιο για τη λύση του Κυπριακού, και ο Κ. Σημίτης, «σαν έτοιμος από καιρό», βγήκε σε «ζωντανή σύνδεση» για να το ...αποδεχτεί, αν και λίγο νωρίτερα ο Κύπριος Πρόεδρος δεν είχε ταχθεί ανοιχτά υπέρ!

Το «σινιάλο» για την έναρξη μιας καλοστημένης, μέχρι λεπτομέρειας, επιχείρησης, με στόχο τον καθησυχασμό, την παραπλάνηση και το μεγάλο εκβιασμό του ελληνικού λαού, είχε δοθεί. Ηταν ολοφάνερο ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός δεν περίμενε να ενημερωθεί για το σχέδιο. Η δική του αποστολή ήταν άλλη: Να «τελειώνουμε τώρα» με το Κυπριακό. Αυτό ακριβώς ήταν το μήνυμα, που έβγαινε από το διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό το βράδυ της περασμένης Δευτέρας.

Η εκστρατεία για την επιβολή της νεοταξικής λύσης περιλάμβανε και άθλιες μεθόδους, όπως η εσκεμμένη καθυστέρηση παράδοσης του «σχεδίου Ανάν» στα κόμματα, ώστε να κερδηθούν, τα πρώτα κρίσιμα εικοσιτετράωρα, οι εντυπώσεις και να περάσει το μήνυμα ότι το σχέδιο μπορεί να έχει «θετικές και αρνητικές» πλευρές, αλλά δεν μπορεί παρά να γίνει αποδεκτό ως «βάση διαπραγμάτευσης».

Οι άθλιες μεθοδεύσεις στο προπαγανδιστικό πεδίο δε σταμάτησαν εκεί. Η κυβέρνηση απέκρυψε για τρία 24ωρα το «συνοδευτικό σημείωμα» του Κ. Ανάν, με το οποίο τίθεται το γνωστό, πλέον, τελεσίγραφο για λύση πριν τη Σύνοδο Κορυφής της Κοπεγχάγης, στις 12 Δεκέμβρη, ενώ συναρτάται με ωμό και εκβιαστικό τρόπο η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ από την αποδοχή του διχοτομικού σχεδίου.

Αυτές και μόνον οι μεθοδεύσεις φθάνουν για να καταδείξουν ότι η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δε στέκεται απέναντι στο «σχέδιο Ανάν» από τη σκοπιά της μάχης για «απάλειψη», έστω, των απαράδεκτων διατάξεών του, αλλά έχει πάρει θέση αποφασισμένη να μη χάσει την «ιστορική ευκαιρία» της απαλλαγής από το βαρίδι μιας «χαμένης υπόθεσης», όπως θεωρεί χωρίς να το ομολογεί η αστική τάξη, το Κυπριακό.


Η επιχείρηση, όμως, πειθαναγκασμού του ελληνικού λαού περιλάμβανε και την εκτόξευση τερατωδών ψεμάτων και αμείλικτων, πλην πλαστών, διλημμάτων. Αξίζει μια σύντομη παράθεσή των κυριοτέρων από αυτά.

Πρώτον, η κυβέρνηση, όπως και στο διάγγελμά του επανέλαβε ο Κ. Σημίτης, εμφανίζεται ένθερμος υποστηρικτής της «δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, που βασίζεται στις αποφάσεις του ΟΗΕ». Στην πραγματικότητα, έχει αποδεχτεί το πέταμα των αποφάσεων του ΟΗΕ - η εφαρμογή των οποίων εγγυάται δίκαιη λύση - στο καλάθι των σκουπιδιών της ιστορίας, όπως αποδεικνύεται από το «σχέδιο Ανάν», αλλά στα λόγια υπερασπίζεται τη δίκαιη λύση, ακριβώς για να είναι πιο πιστευτή όταν ζητάει την αποδοχή του, στο όνομα του «ρεαλισμού» (της υποταγής).

Δεύτερον, διαβεβαίωσε, ψευδόμενη ενσυνείδητα, ότι η απόφαση του Συνόδου Κορυφής στο Ελσίνκι διασφαλίζει την απρόσκοπτη ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, ανεξάρτητα από την επίλυση του πολιτικού προβλήματος. Γνώριζε, όμως, πολύ καλά ότι η απόφαση του Ελσίνκι αποτελούσε στην πραγματικότητα έναν εκβιαστικό μοχλό, ένα πιστόλι στον κρόταφο, για την επιβολή μιας διχοτομικής λύσης, ως απαραίτητης προϋπόθεσης, για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Οσο περνάει ο καιρός, αποδεικνύεται περίτρανα ότι η κυβέρνηση συνειδητά είχε αποδεχτεί την «πακετοποίηση» της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ με τη λύση του Κυπριακού, ακριβώς για να εκβιάσει τον ελληνικό (και τον κυπριακό) λαό.


Τρίτον, από την πρώτη στιγμή, επιχείρησε να εμπαίξει τον ελληνικό λαό, λέγοντας ότι αρχίζει μια «πολύ σημαντική περίοδος σκληρών και επίπονων διαπραγματεύσεων», ενώ ήξερε ότι το «σχέδιο Ανάν» δεν παζαρεύεται και «ή το παίρνεις όπως είναι ή το αφήνεις». Ακριβώς επειδή δεν έχει καμία διάθεση διαπραγμάτευσης, έριξε εξαρχής το ...μπαλάκι στον κυπριακό λαό, με το δημοκρατικοφανές επιχείρημα ότι αυτός αποφασίζει.

Τέταρτον, καθησύχαζε το λαό με φραστικούς λεονταρισμούς, όπως ότι «δεν πρόκειται να δεχτούμε οποιαδήποτε λύση μόνο και μόνο για να μπει η Κύπρος στην ΕΕ», ενώ στην πράξη αποδεικνύεται το αντίθετο.

Πέμπτον, διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχουν χρονοδιαγράμματα και «χρονικά διλήμματα», ενώ, εκτός των άλλων (σημείωμα Ανάν, τελεσίγραφα ΗΠΑ και ΕΕ), ήταν ο ίδιος ο Κ. Σημίτης που άφηνε ήδη από τις αρχές να εννοηθεί σαφώς ότι η Σύνοδος της Κοπεγχάγης ήταν καταληκτική ημερομηνία και για λύση του Κυπριακού.

Εκτον, διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι «η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα λειτουργήσει ως αποτελεσματικότερη εγγύηση για τη λειτουργικότητα» του «σχεδίου Ανάν» και ότι αυτή τάχα θα απαλείψει τα αρνητικά σημεία του, ενώ γνωρίζει ότι το «σχέδιο Ανάν» «αποκλίνει» από το λεγόμενο κοινοτικό κεκτημένο, με τον τουρκικό στρατό κατοχής να παραμένει στο νησί...

Εβδομον, επισείει τις, ανύπαρκτες, διαφωνίες του κατεστημένου της Αγκυρας και του Ντενκτάς στο «σχέδιο Ανάν», προκειμένου να πείσει ότι τάχα δε συμφέρει ούτε τους Τούρκους και, άρα, γίνεται ένας συμβιβασμός.

Ταυτόχρονα με τα τερατώδη ψέματα, δουλεύουν και τα εκβιαστικά (ψευδο) διλήμματα: «Αποδοχή του "σχεδίου Ανάν" ή οριστική διχοτόμηση», «συμβιβασμός έστω και επώδυνος ή να τα χάσουμε όλα», «λύση του Κυπριακού ή μη λύση» και άλλα παρεμφερή.

Η κυβέρνηση Σημίτη πρωταγωνιστεί βέβαια, λόγω θέσης στο πολιτικό σύστημα, στην εκστρατεία για την αποδοχή του «σχεδίου Ανάν», αλλά δεν μπορεί να παραγνωριστεί και η συμβολή της ηγεσίας της ΝΔ, η οποία, συνεπής στη γραμμή της «εθνικής ομοψυχίας», προσπαθεί να πείσει ότι μπορεί να αλλάξουν οι άσχημες πλευρές του «σχεδίου Ανάν», αν απευθυνθούμε στους ...«ισχυρούς συμμάχους μας», σε αυτούς δηλαδή που το έφτιαξαν.

Από το μέτωπο του «ρεαλισμού» δε θα μπορούσε να λείπει η ηγεσία του ΣΥΝ, η οποία εθελοτυφλώντας επαναλάμβανε τα γνωστά «πρέπει» για τη λύση του Κυπριακού, αλλά αποφεύγοντας να πάρει σαφή και ξεκάθαρη θέση απέναντι στο «σχέδιο Ανάν», αφήνοντας την κυβέρνηση να καλύψει το «κενό».


Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ


Οι αποφάσεις του Ελσίνκι και το Κυπριακό

Το Δεκέμβρη του 1999 η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε με πανηγυρικούς τόνους μια διπλή «εθνική επιτυχία» στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης στο Ελσίνκι. Η πρώτη επιτυχία αφορούσε στην απόφαση για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ χωρίς να θεωρείται απαραίτητη η προηγούμενη λύση του πολιτικού προβλήματος. Η δεύτερη αφορούσε στην απόφαση της Συνόδου με την οποία η Τουρκία πήρε τον τίτλο της «υποψήφιας χώρας - μέλους» με την ταυτόχρονη δέσμευση για την παραπομπή όλων των εκκρεμών ελληνοτουρκικών διαφορών στο Δικαστήριο της Χάγης.

Τόσο ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, όσο και ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου παρουσίασαν εκείνη την απόφαση για την ένταξη της Κύπρου περίπου ως ισοδύναμη της λύσης του Κυπριακού. «Πρώτα από όλα, το Κυπριακό έχει γίνει ευρωπαϊκή υπόθεση και αυτό νομίζω είναι καθοριστικής σημασίας. Η Ευρώπη αναλαμβάνει έως ένα βαθμό την αντιμετώπιση του Κυπριακού», δήλωσε από το Ελσίνκι ο κ. Παπανδρέου. Ας δούμε λοιπόν πόσο ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα η αισιοδοξία της κυβέρνησης.

Στην παράγραφο 9 της απόφασης της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι αναφέρεται: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τονίζει ότι η επίλυση του πολιτικού προβλήματος θα διευκολύνει την προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εάν μέχρι την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προσχώρησης δεν έχει επιτευχθεί λύση, η απόφαση του Συμβουλίου όσον αφορά την προσχώρηση θα ληφθεί χωρίς η ανωτέρω να αποτελέσει προϋπόθεση. Εν προκειμένω, το Συμβούλιο θα λάβει υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία».

Η κυβέρνηση με τη βοήθεια μεγάλης μερίδας των μέσων ενημέρωσης προσπάθησε να κερδίσει τις εντυπώσεις, προβάλλοντας τη συγκεκριμένη απόφαση εκτός της τελικής πρότασης. Ισχυριζόταν δηλαδή ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ δε θα εξαρτηθεί από την πορεία του Κυπριακού. Δηλαδή, κυβέρνηση και μέσα αποσιωπούσαν την ύπαρξη της τελευταίας πρότασης, από την οποία προέκυπτε ότι οι «δεκαπέντε» θα καταλήξουν σε απόφαση για την ένταξη ή μη της Κύπρου, λαμβάνοντας «υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία», επομένως και την πορεία του Κυπριακού.

Αξίζει στο σημείο αυτό να σημειώσουμε το πώς υποδέχτηκαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης τις αποφάσεις της Συνόδου του Ελσίνκι. Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κ. Καραμανλής σε δήλωσή του τόνισε πως «σε ό,τι αφορά την Κύπρο οι αποφάσεις του Ελσίνκι βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση». Το ΚΚΕ σε ανακοίνωσή του χαρακτήρισε ως τον «μεγάλο ηττημένο» το Κυπριακό, τονίζοντας ότι «έτσι και αλλιώς προωθείται η διχοτόμηση». Ο πρόεδρος του ΔΗΚΚΙ, Δ. Τσοβόλας, δήλωσε μεταξύ άλλων ότι «ο ελληνικός και ο κυπριακός λαός δεν μπορεί να δεχτεί αυτές τις νέες υποχωρήσεις της κυβέρνησης και πρέπει να αντισταθεί με δημοκρατικούς αγώνες». Ο πρόεδρος του ΣΥΝ Ν. Κωνσταντόπουλος χαρακτήρισε θετική τη συμφωνία, λέγοντας ότι εξακολουθούν να παραμένουν ανοιχτά το Κυπριακό και το Αιγαίο και δε χρειάζονται προεκλογικές θριαμβολογίες.

Ομως, η κατάρρευση των θριαμβολογιών της κυβέρνησης συντελέστηκε λίγες μέρες αργότερα, όταν ο τότε πρόεδρος της Κυπριακής Βουλής Σπ. Κυπριανού έδωσε στη δημοσιότητα δύο έγγραφα με τις υπογραφές του προεδρεύοντος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, Π. Λιπόνεν, όπου ο πρωθυπουργός της Φινλανδίας εξηγούσε στον πρωθυπουργό της Τουρκίας Μπ. Ετσεβίτ την απόφαση του Ελσίνκι. Για το Κυπριακό ο κ. Λιπόνεν αναφέρει ότι «η Ευρωπαϊκή Ενωση εξακολουθεί να έχει ως στόχο μια πολιτική λύση. Για την ένταξη της Κύπρου σημειώνεται ότι όλοι οι σχετικοί παράγοντες θα ληφθούν υπ' όψιν όταν το Συμβούλιο θα αποφασίσει».

Στην πραγματικότητα η απόφαση του Ελσίνκι κινήθηκε σε τελείως διαφορετική κατεύθυνση απ' αυτήν που ισχυριζόταν η κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Εξωτερικών και άλλα κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονταν ότι η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, και μάλιστα χωρίς να απαιτείται η λύση του πολιτικού προβλήματος, θα υποχρεώσει τόσο τους Ευρωπαίους «εταίρους» όσο και την ηγεσία της Τουρκίας να κινηθούν ταχύτερα και πιο αποφασιστικά για τη λύση του Κυπριακού.

Αυτό που συνέβη ήταν η άσκηση πιέσεων προς την ελληνική κυβέρνηση και κατ' επέκταση στην ελληνοκυπριακή πλευρά για συνεχείς εκπτώσεις σε σχέση με το Κυπριακό, προκειμένου να γίνει δεκτή η Κύπρος στην ΕΕ.

Το «σχέδιο Ανάν» ήρθε να αποδείξει ακριβώς αυτή την πραγματικότητα, αφού η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ γίνεται στοιχείο της λύσης του προβλήματος. Συγκεκριμένα, στο πρώτο μέρος του «σχεδίου» και στην ενότητα υπό τον γενικό τίτλο «Ιδρυτική Συμφωνία» τονίζεται: «...Προσβλέποντας στην ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στην ημέρα που και η Τουρκία θα πράξει το ίδιο».


Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


ΚΥΠΡΟΣ
Από τη βρετανική κυριαρχία έως το «σχέδιο Ανάν»

H Κύπρος είναι το τέταρτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου. Εχει πληθυσμό 703.000 κατοίκους, από τους οποίους τα τέσσερα πέμπτα είναι Ελληνοκύπριοι και περίπου 87.000 Τουρκοκύπριοι, που ζουν στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της. Εκεί έχει υπολογιστεί ότι ζουν και 115.000 έποικοι από την Τουρκία. Επίσης, στην Κύπρο υπάρχουν Αρμένιοι, Μαρωνίτες και μέλη του προσωπικού των βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Το νησί έχει έκταση 9.251 τ.χλμ., από τα οποία περίπου το ένα τρίτο βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή. Περίπου το 3% του εδάφους του νησιού χρησιμοποιείται ως βάση για τις βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις.

Η ιστορία της Κύπρου χάνεται στο βάθος του χρόνου. Το νησί, σταυροδρόμι πολιτισμών αλλά και εμπορικών δρόμων μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αποτέλεσε έπαθλο πολλών πολέμων, με τελευταίο αυτόν του 1974, τις συνέπειες του οποίου καλείται να καταβάλει μέχρι και σήμερα με το «σχέδιο επίλυσης» του Ανάν.

Παρακάτω, ακολουθούν μερικές από τις σημαντικότερες ημερομηνίες που σηματοδοτούν την πορεία της Κύπρου στα νεότερα χρόνια.

1878: Η Οθωμανική Αυτοκρατορία παραδίδει την Κύπρο σε βρετανική διοίκηση, ενώ διατηρεί τυπικά την πολιτική εξουσία.

1914: Η Βρετανία προσαρτά την Κύπρο και αργότερα την αφομοιώνει επίσημα ως αποικία της.

1955: Η ελληνοκυπριακή οργάνωση ΕΟΚΑ ξεκινά ένοπλη αντίσταση κατά της βρετανικής Αρχής.

1960: Η Βρετανία χορηγεί ανεξαρτησία στην Κύπρο, με Σύνταγμα που κατοχυρώνει το μοίρασμα της εξουσίας μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η Βρετανία, η Ελλάδα και η Τουρκία αναλαμβάνουν το ρόλο των εγγυητριών χωρών.

1963: Ο Πρόεδρος Μακάριος προτείνει αλλαγές στο Σύνταγμα (13 σημεία), που τροποποιούν τις συμφωνίες και την ισορροπία στην κατανομή της εξουσίας με τους Τούρκους. Οι Ελληνοκύπριοι λένε ότι είναι μια κίνηση για να γίνει πιο αποτελεσματικό το Σύνταγμα. Πολλοί Τουρκοκύπριοι φοβούνται ότι ανοίγει ο δρόμος για την ένωση με την Ελλάδα. Ξεσπούν βίαια ενδο-κοινοτικά επεισόδια.

1964: Το Σύνταγμα καταρρέει εν μέσω συγκρούσεων. Σχηματίζεται κυβέρνηση χωρίς τη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων. Πολλοί Τούρκοι αποσύρονται σε θύλακες, που πυρπολούνται από τουρκοκυπριακές παραστρατιωτικές ομάδες. Οι συγκρούσεις αναπτύσσονται και η τουρκική αεροπορία βομβαρδίζει περιοχές της Κύπρου. Εγκαθίστανται ειρηνευτικά στρατεύματα του ΟΗΕ (UNFICYP).

1974: Η στρατιωτική χούντα στην Ελλάδα στηρίζει το πραξικόπημα του Ιουλίου κατά του Μακάριου. Οι στρατιωτικοί, που υποστηρίζουν, όπως λένε, την ένωση με την Ελλάδα, τον ανατρέπουν και προσπαθούν να τον σκοτώσουν, αλλά εκείνος διαφεύγει. Πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα, τουρκικά στρατεύματα αποβιβάζονται στη Βόρεια Κύπρο. Ακολουθούν συγκρούσεις μεταξύ των Τούρκων εισβολέων και Ελληνοκυπρίων. Ελληνοκύπριοι εγκαταλείπουν τα σπίτια τους. Ελλάδα και Τουρκία παραλίγο να εμπλακούν σε πόλεμο. Το πραξικόπημα και η χούντα της Αθήνας γρήγορα καταρρέουν. Τα τουρκικά στρατεύματα καταλαμβάνουν το ένα τρίτο του νησιού.

1983: Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς κηρύσσει την ανεξαρτησία του ψευδοκράτος στη βόρεια κατεχόμενη Κύπρο, το οποίο αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία.

1990: Η Κύπρος υποβάλλει αίτηση προσχώρησης στην ΕΟΚ.

1993: Ο βετεράνος συντηρητικός ηγέτης Γλαύκος Κληρίδης κερδίζει τις προεδρικές εκλογές στην Κύπρο, με μικρή διαφορά από τον κεντρο-αριστερό Γεώργιο Βασιλείου.

1998: Επανεκλέγεται ο Κληρίδης. Η ΕΕ αξιολογεί τα κράτη που ζήτησαν να ενταχθούν σ' αυτήν. Εντεκα κράτη πληρούν τις προϋποθέσεις μεταξύ τους και η Κύπρος.

1999: Η ΕΕ δέχεται την υποψηφιότητα της Τουρκίας.

1999-2000: Οι συνομιλίες, που πραγματοποιούνται υπό τον ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και στη Γενεύη, ολοκληρώνονται άκαρπες. Ο Ντενκτάς δηλώνει ότι οι διαπραγματεύσεις για την επανένωση της Κύπρου είναι «χάσιμο χρόνου», αν δεν αναγνωριστεί η ύπαρξη του ψευδοκράτους (ΤΔΒΚ).

2001: Ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετζεβίτ δηλώνει ότι η Αγκυρα θα μπορούσε να «προσαρτήσει» τη Βόρεια Κύπρο αν η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση του νησιού ενταχθεί στην ΕΕ. Ο Κληρίδης και ο Ντενκτάς συναντιούνται στη Λευκωσία το Δεκέμβρη και ανακοινώνουν την επανάληψη των απευθείας συνομιλιών στα μέσα Ιανουαρίου 2002.

2002: 16 Ιανουαρίου: Αρχίζουν οι συνομιλίες για την επανένωση. Ως προθεσμία για τη σημείωση προόδου ορίζεται ο Ιούνιος.

2002 14 Μαΐου: Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν, επισκέπτεται το νησί σε μια προσπάθεια να προωθήσει τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Η προθεσμία που είχε τεθεί (ο Ιούνιος) περνά χωρίς αποτελέσματα.

2002 7 Οκτωβρίου: Ο Ντενκτάς υποβάλλεται σε εγχείρηση καρδιάς στη Νέα Υόρκη, αναβάλλοντας τη διαδικασία των συνομιλιών για το Κυπριακό μερικές βδομάδες.

2002 9 Οκτωβρίου: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων με 13 χώρες, λέγοντας ότι 10 από αυτές, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, θα είναι έτοιμες για ένταξη το 2004.

2002 3 Νοεμβρίου: Οι Τούρκοι φιλοευρωπαίοι ισλαμιστές σημειώνουν σαρωτική νίκη στις γενικές εκλογές.

2002 11 Νοεμβρίου Ο ΓΓ του ΟΗΕ παρουσιάζει το σχέδιο για «μια συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος».

Σημείωση: Τα αρχεία της κυπριακής εφημερίδας «Φιλελεύθερος» και του ΑΠΕ, βοήθησαν στην υπενθύμιση των παραπάνω ημερομηνιών


Δημήτρης ΜΗΛΑΚΑΣ


ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ
Οδυνηρή πραγματικότητα θα φέρει το σχέδιο

Ο πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος, μιλώντας στο «Ρ», για το «σχέδιο Ανάν» και τις συνέπειες που αυτό θα έχει για το Κυπριακό, τόνισε:

«Με την αυξημένη ευαισθησία ενός εκπροσώπου της γενιάς που έζησε τις δύσκολες εποχές των διαδηλώσεων για το Κυπριακό, έχω σήμερα την τύχη, καλή ή κακή, να ξαναζώ την κρίσιμη φάση των τελευταίων ημερών.

Αναγνωρίζοντας ανεπιφύλακτα ότι τον κύριο ρόλο έχει ο κυπριακός λαός, βλέποντας επίσης ρεαλιστικά ότι τα λάθη πληρώνονται στην ιστορία των ανθρωπίνων κοινωνιών και πιστεύοντας στην εντιμότητα των προθέσεων των πολιτικών αρχηγών, δεν μπορώ παρά ταύτα να απαλλαγώ από την αγανάκτηση και την ασφυξία που νιώθω ως πολίτης, ο οποίος βλέπει ότι η διεθνής κοινότητα αρνείται να ανατρέψει το βίαιο ξερίζωμα δεκάδων χιλιάδων Κυπρίων από τις εστίες τους, αρνείται να δει έναν άγριο εποικισμό ο οποίος αλλοιώνει δημογραφικά, αλλά και επί της ουσίας, τη δομή του κυπριακού λαού, δεν τιμωρεί παραδειγματικά τις τόσες δολοφονίες και δε δέχεται τη δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας στην αυτοδιάθεση ενός κυρίαρχου λαού.

Καταθέτω τη μαρτυρία αυτή, ελπίζοντας ότι οι υπεύθυνοι χειριστές θα βοηθήσουν να απαλλαγούμε όλοι από μια τέτοια οδυνηρή πραγματικότητα».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ