Ορέστης Κολοζώφ: Η εξωτερική πολιτική της χώρας μας κινείται με κατεύθυνση την ενσωμάτωσή της στις μεγάλες κεντρικές επιλογές των ισχυρών
Associated Press |
Ο Γ. Παπανδρέου στην ομιλία του, αναφερόμενος στο ρόλο της Ελλάδας στη ΝΑ Ευρώπη, υποστήριξε ότι «η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει το σύμφωνο σταθερότητας, ως μοναδική ιστορική ευκαιρία υπέρβασης των αρνητικών συνεπειών των συγκρούσεων στη Γιουγκοσλαβία». Και σε άλλο σημείο της ομιλίας του, υποστήριξε ότι «εργαζόμαστε για να υπάρξει σεβασμός από τη διεθνή κοινότητα, των συνόρων και της εθνικής ακεραιότητας όλων των κρατών της περιοχής».
Τόσο ο Γ. Παπανδρέου, όσο και η Ντ. Μπακογιάννη, μέσα από τις παρεμβάσεις τους, έδειξαν ξεκάθαρα ότι διεκδικούν για την Ελλάδα, το ρόλο του ρυθμιστή της οικονομικής και πολιτικής ανασυγκρότησης των χωρών της περιοχής. Μια ανασυγκρότηση, που θα γίνει, βέβαια, με τη διείσδυση του ελληνικού κεφαλαίου, μέσα στις χώρες αυτές και θα αποφέρει για στους Ελληνες κεφαλαιούχους τεράστια κέρδη, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο στις χώρες αυτές τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.. Συγκεκριμένα, ο υπουργός Εξωτερικών, με έντεχνο τρόπο, στην ομιλία του είπε: «Στόχος μας ήταν και είναι να μη γίνουμε μέρος της βαλκανικής κρίσης, αλλά να γίνουμε τμήμα εκείνων των δυνάμεων, που θα συμβάλουν στη λύση του προβλήματος». Για να προσθέσει αμέσως μετά: «Οχι απλώς δικαιούται, αλλά αναζητείται η χώρα μας από πάρα πολλά κράτη ως μια χώρα που θα είναι εταίρος στην προσπάθεια ανασυγκρότησης».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η Ντ. Μπακογιάννη, που ανέφερε χαρακτηριστικά: «Είναι αναγκαίο να ξεκαθαριστεί ότι η Ελλάδα επιδιώκει θεσμικό και πολιτικό ρόλο, αντίστοιχο της γεωγραφικής, στρατηγικής, οικονομικής και πολιτισμικής της θέσης στην περιοχή. Οι αποφάσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, είτε για την αντιμετώπιση κρίσεων, είτε για την οικοδόμηση της ειρήνης, δεν μπορούν να λαμβάνονται ερήμην της»...
Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, επισήμαναν και οι δυο ότι η Συμφωνία του Ελσίνκι μπορεί να φέρει θετικές εξελίξεις για τα ζητήματα που αφορούν τα δυο κράτη. Ο υπουργός Εξωτερικών, μάλιστα, υποστήριξε ότι «η απρόσκοπτη ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ανοίγει νέες δυνατότητες, ακόμα και στις λεπτομέρειες της τελικής επίλυσης του Κυπριακού. Εγινε, επίσης, αναφορά στα θέματα αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των χωρών της ΕΕ, αποφεύγοντας όμως, επιμελώς, ο Γ. Παπανδρέου να αναφερθεί στο κλίμα έντονης στρατιωτικοποίησης που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη, μεταβάλλοντας την ήπειρο σε στρατοκρατούμενη περιοχή.
Επίσης σύντομες παρεμβάσεις έκαναν και οι πρέσβης επί τιμή Κ. Ζέπος και Β. Θεοδωρόπουλος και ο δημοσιογράφος Στ. Ευσταθιάδης.
Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση, ο Ορέστης Κολοζώφ σημείωσε πως «τα τελευταία χρόνια, μετά τις ανατροπές στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, παρατηρούμε ότι οι πρακτικές που ακολουθούνται στις διεθνείς σχέσεις μάς γυρίζουν πολλά πίσω.
Κυρίαρχη στις διεθνείς σχέσεις αναδείχνεται ξανά, με πιο έντονο τρόπο, η θεωρία της επιβολής του ισχυρού στον αδύναμο. Το δίκαιο του πιο ισχυρού κυριαρχεί και φυσικά βρίσκει αντανάκλαση στους όρους και ευρύτερα στους νέους θεσμούς που δημιουργούνται, θεσμοί που πρώτο μέλημα τους έχουν τη νομιμοποίηση της κυριαρχίας των ισχυρών και τη διευκόλυνσή τους να διατηρήσουν και να διευρύνουν αυτή την κυριαρχία. Είναι αυτό που λέμε η οικοδόμηση της Νέας Παγκόσμιας Τάξης σε αντιδραστική αντιλαϊκή κατεύθυνση.
Το χαρακτηριστικό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, όπως εκφράστηκε τα τελευταία χρόνια, είναι ότι κινήθηκε και κινείται στον άξονα προσαρμογής σε αυτές τις αλλαγές και τις ανακατατάξεις που έγιναν την τελευταία 10ετία.
Η νέα τάξη χαρακτηρίζεται από τη διαπάλη που γίνεται για το μοίρασμα των αγορών και στην οποία συμμετέχει και η ΕΕ και εκφράζεται με:
Σ' αυτές τις νέες διεθνείς συνθήκες, κινείται η εξωτερική πολιτική της χώρας μας, με κατεύθυνση την ενσωμάτωσή της σε μεγάλες κεντρικές επιλογές των ισχυρών».
«Σήμερα, συνέχισε ο ομιλητής, περισσότερο από ό,τι γινόταν πριν, κάθε χώρα έχει να κάνει δύο βασικά επιλογές:
Η μία είναι η αποδοχή αυτών των αλλαγών, η αποδοχή των σχεδιασμών που κάνουν οι ισχυροί, ο συμβιβασμός και μέσα σ' αυτά τα πλαίσια να αναζητηθεί ένας κάποιος ρόλος για τις μεσαίες και μικρές χώρες, με την ελπίδα ότι η στήριξη αυτή θα επιτρέψει στη συγκεκριμένη χώρα να προσκομίσει κάποιο όφελος.
Η άλλη επιλογή είναι ο δρόμος της αντίστασης στις αρπαχτικές ορέξεις των ισχυρών, των ιμπεριαλιστών, η άρνηση να γίνουν αποδεχτοί κανόνες, που στην πράξη θεσμοθετούν την υποταγή των μικρών χωρών στους δικούς τους σχεδιασμούς.
Μπροστά, λοιπόν, σε αυτές τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις - προκλήσεις, θα περίμενε κανείς η ελληνική εξωτερική πολιτική να κινηθεί προς την κατεύθυνση αναζήτησης τρόπων αντίστασης σ' αυτήν την αρνητική πορεία και να προσπαθήσει να συμβάλει στη δημιουργία συνθηκών, όπου θα μπορούσαν τα κράτη και οι λαοί να ελπίσουν στη δημιουργία ενός συλλογικού συστήματος, που θα εξασφαλίζει την ασφάλεια και την ειρήνη, που θα δημιουργεί συνθήκες ισότιμης και αμοιβαίας επωφελούς συνεργασίας.
Αντί αυτής της επιλογής, η εξωτερική μας πολιτική ακολούθησε, κατά τη γνώμη μας, το δρόμο της ενεργούς συμμετοχής στη διαμόρφωσης του νέου διεθνούς τοπίου, στη λογική του μονόδρομου και της προώθησης της παγκοσμιοποίησης.
Εκφράστηκε με την αποδοχή και συμμετοχή στο νέο δόγμα του ΝΑΤΟ και τις επιχειρήσεις του (συμμετοχή στον πόλεμο ενάντια στη Γιουγκοσλαβία και στις προσπάθειες απόσχισης του Κοσσυφοπεδίου, διευκολύνοντας και παρέχοντας ελληνικό έδαφος για τα στρατεύματα εισβολής στη Γιουγκοσλαβία, στέλνοντας ελληνικό στρατό σε Βοσνία και Κοσσυφοπέδιο), την ένταξη στη ζώνη του ευρώ, με προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, με την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, του ασφαλιστικού, την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, τη μείωση των δημόσιων δαπανών σε υγεία, παιδεία, με αποτέλεσμα την πόλωση της ελληνικής κοινωνίας, αυξάνοντας τη φτώχεια των πολλών και τον πλούτο των λίγων, την ανεργία, την αβεβαιότητα».
Υπέρ της μετεξέλιξης της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε ομοσπονδία και της καθιέρωσης της αρχής της πλειοψηφίας στη λήψη αποφάσεων με την κατάργηση του «βέτο», τάχθηκε ο Γ. Παπαντωνίου
Μιλώντας σε ημερίδα της Εθνικής Τράπεζας για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, ο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, στοιχίστηκε πίσω από τις γερμανικές θέσεις καθώς υιοθέτησε τις προτάσεις Φίσερ για μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε ομοσπονδία κρατών. Επίσης, ο Γ. Παπαντωνίου τάχθηκε υπέρ της επέκτασης του θεσμού της λήψης αποφάσεων με πλειοψηφία και του σταδιακού περιορισμού της χρήσης του «βέτο». Με τις συγκεκριμένες θέσεις του υπουργού Εθνικής Οικονομίας, είναι εμφανές ότι στο νέο περιβάλλον της μετα - ΟΝΕ εποχής, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εγκαταλείπει τις όποιες θέσεις για μία έστω τυπική δημοκρατική συγκρότηση των κοινοτικών θεσμών και τάσσεται ανοιχτά πλέον, υπέρ των λύσεων που λύνουν τα χέρια των ισχυρών ιμπεριαλιστικών χωρών, να προωθήσουν θεσμικές λύσεις που εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα.
Μιλώντας από το βήμα της ημερίδας, ο Γ.Παπαντωνίου, μεταξύ άλλων:
Επιχειρώντας να δικαιολογήσει τη συγκεκριμένη απόφαση της κυβέρνησης Σημίτη, υποστήριξε πως «Οι νέες συνθήκες επιτρέπουν την επέκταση του θεσμού της λήψης αποφάσεων με πλειοψηφία και το σταδιακό περιορισμό της χρήσης "βέτο" μόνο σε περιπτώσεις που θίγονται κρίσιμα εθνικά συμφέροντα». Μάλιστα με κομπορρημοσύνη μικροϊμπεριαλιστή, συμπλήρωσε ότι «Η Ελλάδα, με αυξημένη αξιοπιστία, οικονομικά και διπλωματικά αναβαθμισμένη, έχει τη δυνατότητα να συνδιαμορφώνει τις μεγάλες αποφάσεις για το μέλλον της Ενωσης».
Συμμεριζόμενος προφανώς τις απόψεις ότι η όξυνση των κοινωνικών και οικονομικών αντιθέσεων στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα δημιουργήσει αργά ή γρήγορα κοινωνικές αντιδράσεις, τάχτηκε υπέρ της προώθησης «δημοκρατικών» θεσμών ενσωμάτωσης των λαϊκών κινημάτων. Αναφερόμενος στην ανάγκη ότι οι θεσμοί και οι μηχανισμοί λήψης αποφάσεων, θα πρέπει να συνεχίζουν να λειτουργούν αποτελεσματικά στο νέο περιβάλλον, συμπλήρωσε ότι «Αυτό δεν αρκεί. Απαιτείται μια αυξημένη δημοκρατική νομιμοποίηση των θεσμών με τη διευρυμένη συμμετοχή των Ευρωπαίων πολιτών σε όλα τα επίπεδα διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων». Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ανέφερε επίσης ότι «η μορφή της διακυβέρνησης πρέπει να στοχεύει στην πολιτική συνοχή της Ενωσης και στη δημοκρατική νομιμότητα».
Από το ίδιο βήμα, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Λ. Παπαδήμος ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτικός για τα σχέδια των ισχυρών της ΕΕ στη μετα - ΟΝΕ εποχή. Με την ιδιότητα του τοποτηρητή των συμφερόντων του τραπεζικού κεφαλαίου, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, έκανε μια ομιλία που έβριθε από απειλές σε βάρος των εργαζομένων, για τα δεινά που τους περιμένουν (μείωση εισοδημάτων, ανεργία) αν δεν επιδείξουν πνεύμα σύνεσης και δεν προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της Ευρωζώνης.
Στα πλαίσια αυτά:
Μεγαλύτερη «ευελιξία» στις εργασιακές σχέσεις, υπονόμευση της επιδότησης ανεργίας, οι επιδιώξεις της κυβέρνησης
Τη σταθερή επιμονή της κυβέρνησης στην ενίσχυση των «ευέλικτων» μορφών εργασίας για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων επιβεβαίωσε χτες ο υπουργός Εργασίας Τ. Γιαννίτσης, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην ημερίδα της Εθνικής Τράπεζας με θέμα «ΟΝΕ, η Ελλάδα στην Ευρώπη. Η απαρχή μιας νέας πρόκλησης».
Ο υπουργός μιλώντας στο πάνελ της ημερίδας με θέμα «Κοινωνικές και πολιτιστικές προκλήσεις της συμμετοχής στην ΟΝΕ», πρόβαλε ως λύση στα προβλήματα της απασχόλησης και της ανεργίας «την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα» και δείχνοντας τις προθέσεις της κυβέρνησης, τόνισε ότι η πολιτική απασχόλησης πρέπει «να ξεπεράσει τα απαρχαιωμένα πρότυπα και να ανταποκριθεί στα νέα τεχνολογικά, οργανωτικά και θεσμικά δεδομένα».
Δίνοντας σαφές δείγμα της κατεύθυνσης της κυβέρνησης για τις εργασιακές σχέσεις, υποστήριξε ότι οι αλλαγές στην οργάνωση της παραγωγής ασκούν πιέσεις για ευέλικτες μορφές εργασίας. Για να το δικαιολογήσει μάλιστα πρόβαλε ότι εργαζόμενοι και άνεργοι επιθυμούν τις ευέλικτές μορφές εργασίας! Βέβαια, απέναντι στις νέες εργασιακές σχέσεις που θέλουν να επιβάλουν, πρόβαλε ως αντιστάθμισμα τη δημιουργία... μηχανισμού ελέγχου, που σκοπό θα έχει την τήρησή τους!!!
Αναφερόμενος στο θέμα της ανεργίας έβαλε στο στόχαστρο τα επιδόματα ανεργίας, υποστηρίζοντας ότι «στη σημερινή πραγματικότητα, η στήριξη του άνεργου δεν μπορεί να εξαντλείται στις κλασικές παρεμβάσεις της μεταβίβασης επιδομάτων ανεργίας», προσθέτοντας ότι τα επιδόματα «αναπαράγουν την παθητικότητα».
Την πλήρη στήριξη στη φιλοευρωπαϊκή πολιτική του μονόδρομου της ΟΝΕ κατέθεσε στην ημερίδα και η βουλευτής της ΝΔ Μαριέτα Γιαννάκου - Κουτσίκου. «Το πρόσφατο πακέτο προτάσεων, σημείωσε, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καταπολέμηση των διακρίσεων στο χώρο της εργασίας θα συμπληρώσει στο πρακτικό επίπεδο τις μέχρι τώρα σχετικές δράσεις». Παράλληλα, αξίωσε την κοινωνική συναίνεση «για να ολοκληρωθούν έγκαιρα οι ήδη καθυστερημένες διαρθρωτικές αλλαγές που θα μας φέρουν και πάλι στο "σκληρό" ευρωπαϊκό πυρήνα».
Στην ίδια γραμμή πλεύσης και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ε. Βενιζέλος, ο οποίος αφού μίλησε για πολιτικό και ιδεολογικό έλλειμμα στην ΕΕ, έθεσε ερωτήματα του στιλ «αν έχει σημασία η δημόσια παροχή στους τομείς υγείας και κοινωνικής ασφάλισης και αν έχει νόημα και προοπτική ο στόχος της πλήρους απασχόλησης».
Στο σχολιασμό των εισηγήσεων ο πρόεδρος του ΣΕΒ Ε. Αντωνακόπουλος επανέλαβε τις θέσεις των βιομηχάνων για θεσμικό πλαίσιο νέων μορφών εργασίας, εκσυγχρονισμό των συστημάτων κατάρτισης και αλλαγές στο σύστημα εκπαίδευσης. Παράλληλα, μίλησε για απαλλαγή από τη λογική της εξάρτησης από το κράτος μετά την ένταξή μας στην ΟΝΕ.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χ. Πωλυζογόπουλος, μπροστά στους εκπροσώπους κυβέρνησης και εργοδοτών, έδωσε την πλήρη υποταγή στους στόχους της ΟΝΕ, θεωρώντας τη μέρα ένταξης «ιστορική». Παράλληλα, επισήμανε ότι οι εργαζόμενοι συνέβαλαν σε αυτό και τώρα απαιτούν να ωφεληθούν έμπρακτα, όταν την ίδια ώρα ο ίδιος υπέγραψε αυξήσεις πείνας για τους εργαζόμενους.