Κυριακή 2 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 19
ΔΙΕΘΝΗ
ΡΩΣΙΑ
Προς αποφασιστικές μάχες της εργατικής τάξης

Συνέντευξη του συμπροέδρου του Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας-Επαναστατικού Κόμματος Κομμουνιστών Ανατόλι Κριουτσκόφ

Από παλιότερη εργατική κινητοποίηση

Associated Press

Από παλιότερη εργατική κινητοποίηση
Οπως είναι γνωστό, στις 28 Οκτώβρη 2001 πραγματοποιήθηκε το ενοποιητικό Συνέδριο του ΚΕΚΡ και του Επαναστατικού Κόμματος Κομμουνιστών, το οποίο πήρε την ονομασία ΚΕΚΡ-ΕΚΚ. Ζητήσαμε από τον Ανατόλι Κριουτσκόφ, ο οποίος μαζί με τον Βίκτορ Τιούλκιν ηγούνται σ' αυτό το κόμμα, να μας διατυπώσει τις σκέψεις του για τη σημερινή κατάσταση και τους δρόμους ανάπτυξης του εργατικού κινήματος της Ρωσίας.

- Ανατόλι Βίκτοροβιτς! Πώς εκτιμάτε σήμερα το εργατικό κίνημα στη Ρωσία;

«Η κατάσταση του εργατικού κινήματος, κατά την άποψή μου, χειροτέρευσε σοβαρά. Εχω υπόψη μου το βαθμό δραστηριότητας, πολιτικοποίησης, οργανωτικότητας και διάρθρωσης του εργατικού κινήματος. Το αποκορύφωμά του ήταν το 1998. Επειτα, για διάφορους λόγους επήλθε πτώση, πράγμα που επηρέασε και την πολιτική δραστηριότητα, και τη διαδικασία δημιουργίας νέων δομών. Στο εργοστάσιο τρακτέρ του Τσελιάμπινσκ και στο εργοστάσιο κινητήρων στο Τουτάγεβ δρούσαν οι οργανώσεις μας βάσης - τα Σοβιέτ Εργατών και Μηχανικών-Τεχνικών Εργαζομένων. Ετσι, ακόμα και σ' αυτές τις δομές μας βάσης άρχισαν να εκδηλώνονται οι ίδιες ελλείψεις που χαρακτηρίζουν όλο το εργατικό κίνημα. Αντί να αναπτυχθούν παραπέρα και να δημιουργήσουν ανάλογους πυρήνες σε άλλες επιχειρήσεις και σε άλλες περιοχές, ελάττωσαν τη δραστηριότητά τους σε σύγκριση με το 1998, τη χρονιά της γέννησής τους. Είμαι πεπεισμένος ότι στην άμεση προοπτική, τουλάχιστον, στα επόμενα δυο-τρία χρόνια, η κατάσταση στους βασικούς δείκτες δε θα καλυτερεύσει.

- Είπατε ότι το αποκορύφωμα της πάλης της εργατικής τάξης για τα συμφέροντά της ήταν το 1998. Πράγματι, έτσι είναι. Διεξήχθη ο «πόλεμος των σιδηροτροχιών», με πικετοφορίες ανθρακωρύχοι χτυπούσαν τις κάσκες στη γέφυρα Γκορμπάτι μπροστά στην έδρα της κυβέρνησης στη Μόσχα και λοιπά. Γιατί, ωστόσο, προήλθε πτώση;

«Πολλές είναι οι αιτίες. Μεταξύ των βασικών αιτιών συγκαταλέγω το γεγονός ότι η αντιπολίτευση των Κομμουνιστικών Κομμάτων δεν πρότεινε στην εργατική τάξη και γενικά στο κίνημα διαμαρτυρίας άλλες μορφές πάλης, εκτός από εκείνες που είναι πλέον επεξεργασμένες, δοκιμασμένες. Πρόκειται για τις παραδοσιακές πορείες, συγκεντρώσεις, πικετοφορίες, απεργίες, απεργίες πείνας. Και το περισσότερο που πρότεινε η αντιπολίτευση ήταν το κλείσιμο των σιδηροδρομικών και αυτοκινητιστικών αρτηριών. Κατά την άποψή μου, οι εκπρόσωποι του κινήματος διαμαρτυρίας - εκπαιδευτικοί, γιατροί, εργαζόμενοι στα πυρηνικά εργοστάσια κ.λπ.-, πείστηκαν με την πρακτική τους ότι αυτές οι μορφές δεν επιφέρουν το αποτέλεσμα που αναμένουν οι απεργοί. Αφού δεν άκουσαν από την αντιπολίτευση εκκλήσεις για πιο αποφασιστικές ενέργειες, αφού δεν είχαν μεθοδική και οργανωτική υποστήριξη, το ίδιο το εργατικό κίνημα και το κίνημα διαμαρτυρίας στάθηκε ανίκανο να ανέβει σε ανώτερο επίπεδο δράσης. Από το κλείσιμο των αρτηριών θα έπρεπε να περάσουν στο μπλοκάρισμα των κτιρίων των εξουσιαστικών δομών - των επικεφαλής των διοικήσεων, των δημαρχιών, της κυβέρνησης. Υπήρχαν τέτοιες προσπάθειες σε ορισμένες περιοχές, αλλά δεν πήραν μαζική έκταση».

- Γιατί όμως; Ποια η αιτία;

«Το 1998 ήμουνα μέλος του Συντονιστικού Συμβουλίου, που είχε συσταθεί σε σχέση με την πικετοφορία των ανθρακωρύχων στη γέφυρα Γκορμπάτι, και θυμάμαι πως τότε είχε ριχτεί η ιδέα να προχωρήσουμε σε νέο επίπεδο διαμαρτυρίας. Για το φθινόπωρο σχεδιαζόταν μια κινητοποίηση, όμοια προς την Πανρωσική πολιτική απεργία. Δυστυχώς, όμως, το συντονισμό όλων των ενεργειών διαμαρτυρίες τον είχε τότε αναλάβει το επιτελείο που είχε συγκροτηθεί με πρωτοβουλία των ηγετών του ΚΚΡΟ, και αυτοί έπαιζαν το συνήθη ρόλο τους - κλείνοντας στον εαυτό τους το κύμα διαμαρτυρίας, το οδήγησαν στην ...άμμο. Αν τότε η δική μας αριστερή ή η ζιουγκανοφική πτέρυγα κατόρθωνε να προτείνει έναν πιο αποφασιστικό τρόπο ενεργειών και αν οι ανθρακωρύχοι και οι εκπρόσωποι πολλών εργατικών κολεκτίβων που είχαν προσχωρήσει σ' αυτούς, τις υποστήριζαν, τότε το καθεστώς θα κλονιζόταν και θα έκανε παραχωρήσεις. Και εφόσον αντί των αποφασιστικών ενεργειών έκαναν κατάληψη των σιδηροτροχιών ή στη γέφυρα Γκορμπάτι, αυτό δε φόβισε το καθεστώς, το οποίο έδωσε τη δυνατότητα στην εργατική τάξη να εκδηλώσει την ενέργεια διαμαρτυρίας σε άκαρπες κινητοποιήσεις και ήταν ικανοποιημένο. Η εργατική τάξη, όμως, βλέποντας το μηδενικό αποτέλεσμα, απογοητεύτηκε, έπεσε σε απάθεια και μάλιστα σε κατάθλιψη και το κίνημα άρχισε να πέφτει. Κατά την άποψή μου, αυτή είναι η κύρια αιτία».

- Λέτε ότι η άνοδος θα αρχίσει ύστερα από δυο-τρία χρόνια. Γιατί θα συμβεί αυτό; Σαν αποτέλεσμα της συνένωσης του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος ή της ενίσχυσης του πρωτοπόρου ρόλου των Κομμουνιστικών Κόμματων;

«Νομίζω ότι, πριν απ' όλα, σαν αποτέλεσμα της ανάπτυξης της γενικής οικονομικής και γενικής πολιτικής κατάστασης. Αυτή τη χρονιά η Κρατική Δούμα υιοθέτησε πολλούς εκρηκτικά επικίνδυνους κώδικες. Ετοιμάζονται οι στεγαστικές - δημοτικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις - τα αντίστοιχα νομοσχέδια εξετάζονται στην Κρατική Δούμα. Το αρνητικό φορτίο όλων αυτών των νόμων δε θα λειτουργήσει αμέσως. Η κοινωνική συνείδηση εκλαμβάνει πολύ αργά τις αρνητικές συνέπειες και για τη συνειδητοποίηση και την κατανόησή τους θα χρειαστούν δυο-τρία χρόνια. Υπολογίζω στο ότι οι κομμουνιστές θα βγάλουν τα διδάγματα μέσα σ' αυτή την περίοδο. Σ' αυτό το ιστορικό διάστημα απαιτείται να αναλυθεί η περασμένη δεκαετής περίοδος της πάλης και να εξαχθούν τα απαραίτητα συμπεράσματα. Θα πρέπει να ενταθεί η προσοχή απέναντι στο εργατικό κίνημα, να δοθεί μόνιμα μεθοδική βοήθεια σ' αυτό. Και ελπίζω ότι η αντιπολίτευση θα συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα της ριζοσπαστικοποίησης του εργατικού κινήματος. Προσωπικά υποστηρίζω αυτή την άποψη και θεωρώ ότι ένα από τα χονδροειδέστατα λάθη του κομμουνιστικού κινήματος είναι ότι δε θέλουμε να ριζοσπαστικοποιήσουμε του κίνημα διαμαρτυρίας. Εννοείται ότι θα μας κολλήσουν την ετικέτα των εξτρεμιστών, των τρομοκρατών. Δεν πρέπει να φοβούμαστε για τέτοιες κατηγορίες. Αν καταλάβουμε ότι χωρίς αποφασιστικές ενέργειες στον αγώνα με το καθεστώς δε θα πετύχουμε τους στόχους μας και αν θα ριζοσπαστικοποιήσουμε το κίνημα διαμαρτυρίας, τότε το αποτέλεσμα θα είναι διαφορετικό απ' ό,τι το 1998. Νομίζω ότι όλοι καταλαβαίνουν πως χωρίς την πολιτική πρωτοπορία το κίνημα διαμαρτυρίας είναι σε θέση να προχωρήσει σε ανόητες και άκαρπες εξεγέρσεις. Και μιας είναι έτσι, οφείλουμε να παίξουμε το ρόλο της πολιτικής πρωτοπορίας με την πλήρη έννοια αυτής της λέξης. Να είμαστε εμείς που θα οδηγήσουμε τις λαϊκές μάζες σε αποφασιστικές δυναμικές μάχες. Υποστηρίζω μια τέτοια άποψη».


Ναντιέζντα ΓΚΑΡΙΦΟΥΛΙΝΑ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ