Κυριακή 16 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΑΓΡΟΤΕΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
Αγωνιζόμαστε για να ζήσουμε!

Για τα τεράστια προβλήματα που δημιουργεί η αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μιλούν στο «Ρ» αγωνιστές της αγροτιάς

Για τρεις μέρες, στην αρχή της βδομάδας που πέρασε, οι αγρότες της Θεσσαλίας βρίσκονταν στους δρόμους. Θα επανέλθουν δριμύτεροι σε λίγο καιρό, καθώς έχουν, πολλές φορές, δηλώσει ότι ο αγώνας τους θα είναι μακρύς, επίμονος και πολύμορφος.

Γιατί βγαίνουν στους δρόμους οι αγρότες; Ποια είναι τα προβλήματά τους; Γιατί σχεδόν κάθε χρόνο, από το 1995 και μετά, ο αγροτικός κόσμος ξεσηκώνεται; Τι σημαίνουν για την καθημερινότητα του αγροτικού κόσμου οι χαμηλές τιμές των προϊόντων; Τα αγροτικά προβλήματα είναι προβλήματα και των άλλων λαϊκών στρωμάτων της πόλης και του χωριού; Στα παραπάνω ερωτήματα απαντούν Θεσσαλοί αγρότες που συμμετείχαν στις πρόσφατες κινητοποιήσεις.

«Εντολοδόχοι των Βρυξελλών»

Τρίτη πρωί. Εξω από τη Νομαρχία Τρικάλων, οι αγρότες του νομού έχουν προχωρήσει σε συμβολική κατάληψη της Νομαρχίας.

«Πείτε στους κατοίκους των αστικών κέντρων για ποιο λόγο βρίσκεστε εδώ όλες αυτές τις μέρες», ζητάμε από μια παρέα αγροτών, με εμφανή την κούραση από το ξενύχτι στα πρόσωπά τους. «Βρισκόμαστε εδώ», μας λέει ένας, «γιατί η κυβέρνηση δε μας έχει δώσει καμία συγκεκριμένη απάντηση για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε και τα οποία χρόνο με το χρόνο γίνονται και χειρότερα». Είναι ο Θανάσης Λάιος, που συνεχίζει: «Κάθε φορά οι υπουργοί της τρέχουν στις Βρυξέλλες, ό,τι της πούνε απαντάει "ναι" κι έρχεται μετά και μας καλεί να συμφωνήσουμε. Μα να συμφωνήσουμε να μας περάσουν τη θηλιά στο λαιμό;

«Γράψτε, για να καταλάβουν οι κάτοικοι των αστικών κέντρων για ποιο λόγο βρισκόμαστε εδώ όλες αυτές τις μέρες», ζήτησαν από το «Ρ» οι αγρότες της Θεσσαλίας
«Γράψτε, για να καταλάβουν οι κάτοικοι των αστικών κέντρων για ποιο λόγο βρισκόμαστε εδώ όλες αυτές τις μέρες», ζήτησαν από το «Ρ» οι αγρότες της Θεσσαλίας
Το εισόδημα του αγρότη στην Ελλάδα δεν πάει άλλο πιο κάτω. Οχι μόνο δε θα έπρεπε να μειώνουν τις τιμές των προϊόντων μας, αλλά θα έπρεπε να τις αυξήσουν κιόλας. Ακόμα κι αν θέλαμε να "βοηθήσουμε" την κυβέρνηση, δε θα μπορούσαμε, αφού τότε θα έπρεπε να μάθουμε να ζούμε με λιγότερα από όσο μπορεί ένας απλός άνθρωπος. Αν αποδεχτούμε κι άλλη μείωση στις τιμές των προϊόντων, σημαίνει ότι θα αποδεχτούμε το ξεκλήρισμά μας».

«Δουλεύουμε για τις τράπεζες»

Η παρέμβαση στην κουβέντα από τον Κ. Καραλή είναι απότομη: «Η κυβέρνηση στα λόγια γνωρίζει ότι έχουμε πρόβλημα, στην πράξη όμως δεν κάνει τίποτα για να το λύσει. Εχουμε φτάσει στο σημείο να δουλεύουμε στα χωράφια μας, αν όχι χωρίς κέρδος, σίγουρα, πάντως, με πολύ λίγα έσοδα. Αυτό απλά σημαίνει ότι οι τραπεζίτες τρίβουν τα χέρια τους, γιατί άλλο που δε θέλουν από το να μην μπορούμε να πληρώνουμε τα χρέη μας. Ακόμα και αυτή την ώρα που μιλάμε η Αγροτική Τράπεζα στέλνει ειδοποιητήρια σε συναδέλφους μας να πάνε να πληρώσουν άμεσα τις οφειλές τους γιατί αλλιώς θα τους κατασχεθεί η περιουσία τους.

Οι πατεράδες και οι παππούδες μας είχαν τους τσιφλικάδες που τους εκμεταλλεύονταν τον ιδρώτα τους, εμείς έχουμε τις τράπεζες. Το ξέρεις ότι εγώ έχω έναν γιο που σπουδάζει στην Πάτρα και το παιδί αναγκάστηκε και βγήκε για δουλιά τη στιγμή που σπουδάζει, επειδή δεν μπορούσα να του στέλνω λεφτά; Το ξέρεις ότι αν πάει έτσι το πράγμα με τη δουλιά του πατέρα του, θα αναγκαστεί να διακόψει τις σπουδές του;


Αυτά τα τρακτέρ που βλέπεις σήμερα στους δρόμους δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτά που θα βγουν αν η κυβέρνηση δε δώσει άμεσα λύση στα προβλήματά μας».

Η συζήτηση συνεχίζεται - υπό το διακριτικό βλέμμα των αστυνομικών που επιβλέπουν την... ομαλότητα της κατάληψης - με την παρέμβαση του Βίκτορα Μπατή: «Αν οι τιμές του βαμβακιού πέσουν στα ποσά που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, αυτό θα σημαίνει ότι για τον επόμενο χρόνο θα χρεωθούμε ακόμα περισσότερο για να ζήσουμε εμείς και οι οικογένειές μας. Πού θα φτάσουν τελικά αυτά τα χρέη;

Οι μικροί αγρότες ζούμε καθημερινά στην αβεβαιότητα. Κάποιοι πιστεύουν ότι τελικά θα τα βολέψουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Ομως, του χρόνου τι θα γίνει; Μετά από δύο χρόνια; Δεν καταλαβαίνουν ότι η κυβέρνηση έχει βαλθεί να μας ξεκληρίσει;», αναρωτιέται ο Β. Μπατής, και καταλήγει: «Δεν είμαστε τρελοί να καθόμαστε μέσα στην παγωνιά, έχουμε προβλήματα για να το κάνουμε. Και αν θα προχωρήσουμε σε πιο σκληρές κινητοποιήσεις, ο λαός θα πρέπει να γνωρίζει ότι ο μόνος υπεύθυνος θα είναι η κυβέρνηση».

Αλλοι δουλεύουν κι άλλοι πλουτίζουν...

«Τα προβλήματά μας είναι τόσα πολλά, όσο και το κρύο», μας λέει, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ο Γιώργος Σακοράφας, ο οποίος παράγει σταφύλια, ροδάκινα και αχλάδια στον Τύρναβο και δίνει το έναυσμα για τη συζήτηση. Ορμώμενος από την παραπάνω φράση του συναγωνιστή του, ο Νίκος Ζαμπούκας, παραγωγός σιτηρών και άλλων αγροτικών προϊόντων από τη Χαρά Λάρισας, μας λέει, πως «ο χαμένος από την ενασχόληση με τα σιτηρά είναι τόσο ο παραγωγός όσο και ο καταναλωτής». Και εξηγεί πως φέτος το προϊόν το πούλησε στον αλευροπαραγωγό για 50 δραχμές το κιλό, και αυτός το μεταπούλησε 110 δρχ. Πάνω, δηλαδή, από διπλάσια τιμή. Στον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας, τον καταναλωτή, το ψωμί πουλιέται 240-300 δραχμές το κιλό. «Καταλαβαίνουμε ποιος κερδίζει και ποιος χάνει από όλη αυτή την ιστορία», λέει και συμπληρώνει: «Από αυτό και μόνο το γεγονός αντιλαμβανόμαστε πως τα δικά μας προβλήματα είναι και προβλήματα των ανθρώπων που μένουν στις πόλεις. Κι αυτό γιατί και αυτοί - όπως και εμείς - αγοράζουν ψωμί».


Με την Αγροτική Τράπεζα (ΑΤΕ), όμως, τι γίνεται ακριβώς; Ο Γ. Σακοράφας μάς εξηγεί από τη δική του, πικρή όπως αποδεικνύεται, εμπειρία: «Εκανα το λάθος να πάρω δάνειο 2,5 εκατομμυρίων από την ΑΤΕ. Το ήθελα για να αγοράσω ένα κτηματάκι 10 στρεμμάτων. Λοιπόν, σας πληροφορώ, πως το ξεχρεώνω για 10 χρόνια και συνολικά θα πληρώσω το ποσό των 13 εκατομμυρίων». Από εκεί και πέρα τα λόγια περιττεύουν.

Και συνεχίζει αναφερόμενος στην παραγωγή ροδάκινου: «Για να μπορέσουμε να καλύψουμε το κόστος παραγωγής και να έχουμε κάποια λογικά έσοδα ώστε να ζήσουμε την οικογένειά μας, πρέπει να πουλάμε το ροδάκινο 100 δραχμές το κιλό. Κι όμως, η φετινή τιμή κυμαίνεται μεταξύ 65 και 76 δραχμών. Ισα ίσα, δηλαδή, που βγάζουμε τα λεφτά για να καλύψουμε το κόστος παραγωγής». Περίπου τα ίδια ισχύουν και για τα αχλάδια: «Η παραγωγή μειώθηκε κατά 60%. Αυτό συμβαίνει διότι πλέον το κόστος παραγωγής είναι τόσο μεγάλο και δεν μπορούμε να αντεπεξέλθουμε».

«Δεν μπορούμε να ζήσουμε»

Για τις επιπτώσεις που έχουν όλα αυτά στη ζωή του αγρότη ο Γ. Σακοράφας είναι κατηγορηματικός: «Δεν μπορούμε να ζήσουμε τις οικογένειές μας. Εγώ έχω τρία παιδιά, που τώρα τελειώνουν το δημοτικό. Σε λίγα χρόνια θα έχουν κι αυτά περισσότερες ανάγκες και αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, δε νομίζω ότι θα μπορώ να τα βγάλω πέρα. Καταντάει, πλέον, πρόβλημα επιβίωσης. Τι θα πω στα παιδιά μου; Να παρατήσουν το σχολείο και να πάνε να δουλέψουν από δεκατριών χρονών; Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, δύο είναι οι λύσεις που υπάρχουν: `Η να φύγουμε από τα χωράφια μας με ό,τι αυτό σημαίνει, ή να αγωνιστούμε και να διεκδικήσουμε ουσιαστικές λύσεις. Εμείς προτιμούμε τη δεύτερη».

Ιδια άποψη εκφράζει και ο Αντώνης Αντωνιάδης, παραγωγός φακής από τους Χαλκιάδες Λάρισας, ενός προϊόντος που μάλλον δε «χωράει» στον κυβερνητικό «εκσυγχρονισμό» της γεωργικής παραγωγής. Οπως λέει και ο ίδιος, είναι ένας από τους λίγους που ασχολούνται με τη συγκεκριμένη παραγωγή. Μιλάει για το προϊόν του μόχθου του με περηφάνια: «Οι ντόπιες φακές είναι πολύ καλύτερες από τις ξένες, κι όμως οι περισσότερες μεγάλες εταιρίες παίρνουν την ξένη παραγωγή φτηνότερη αλλά κατώτερης ποιότητας και την πουλάνε σαν ελληνική». Κάτι τέτοιο, όπως μας εξηγεί, είναι καταστροφικό για τους παραγωγούς αφού τα προϊόντα τους μένουν απούλητα, με αποτέλεσμα να μην έχουν τα χρήματα να συνεχίσουν την καλλιέργεια την επόμενη χρονιά.

Ο Νίκος Αγγελής από το Βελεστίνο του Βόλου, καλλιεργητής βιομηχανικής ντομάτας, βαμβακιού και άλλων προϊόντων, αναφέρεται στα προβλήματα της περιοχής του: «Μόνο για το βαμβάκι να πω, πως περίπου το 80% των βαμβακοπαραγωγών της Μαγνησίας έχει ήδη πουλήσει με 210 δραχμές το κιλό, μόλις, δηλαδή, που βγάζουν τα έξοδα του κόστους παραγωγής». Οσον αφορά στη βιομηχανική ντομάτα, που είναι και η κύρια καλλιέργειά του τα τελευταία χρόνια, λέει: «Η τιμή της, τον τελευταίο χρόνο, μειώθηκε και άλλο. Πλέον, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, αφού μια μείωση, για μας σημαίνει πως ενώ τα έξοδα αυξάνονται, την ίδια στιγμή τα εισοδήματά μας μειώνονται δραστικά. Το αποτέλεσμα είναι να μη φτάνουν τα χρήματα για να ξανακαλλιεργήσουμε τη γη μας. Είμαστε σε πολύ δυσάρεστη θέση. Εκείνο που ζητάμε, και έχουμε κάθε δικαίωμα να αγωνιζόμαστε γι' αυτό, είναι να μείνουμε στη γη μας και τα παιδιά μας να συνεχίσουν να δουλεύουν εκεί»...


ΡΕΠΟΡΤΑΖ Φώτης ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ - Κώστας ΤΡΑΚΟΣΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ