Και, βέβαια, η «επιθετική» αυτή τακτική εκ μέρους τους, οι προκλητικές τους αξιώσεις δεν είναι άσχετες από τη στάση της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, το πλαίσιο της οποίας περιορίζεται σε κάποια ψίχουλα, διαιωνίζει την καθήλωση των μισθών, βρίσκεται μακριά από τις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων. Ανάγκες και δικαιώματα που στη διάρκεια της διαπραγμάτευσης υπεράσπισε στην τοποθέτησή του μόνο ο Γ. Μαυρίκος, ο οποίος σημείωσε ότι αυτές οι ανάγκες οδηγούν τη ΔΑΣ και το ΠΑΜΕ να ζητάνε κατώτερο μεροκάματο 12.000 δραχμές. Οτι είναι απαράδεκτο το κατώτερο μεροκάματο (καθαρά) να είναι στις 5.500 δραχμές, όταν η παραγωγικότητα της εργασίας την τελευταία πενταετία είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, όταν η αγοραστική δύναμη των μισθών συρρικνώνεται και η ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης είναι τρομακτική.
Για διασφάλιση του εισοδήματος έκανε λόγο ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος και επανέλαβε το γνωστό πλαίσιο της πλειοψηφίας, ενώ έθεσε και ζήτημα μείωσης του χρόνου εργασίας. Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες στελεχών της ΓΣΕΕ, αυτό που η πλειοψηφία διαπραγματεύεται με τους εργοδότες είναι αύξηση της τάξης του 5,6%. Που αναλύεται στην κάλυψη του επίσημου πληθωρισμού που εκτιμάται ότι θα κινηθεί στο 2,6%, συμμετοχή από την αύξηση της παραγωγικότητας κατά 1,5% και άλλο ένα 1,5% για τη «σύγκλιση» με τους ευρωπαϊκούς μισθούς. Τώρα το πώς με 1,5% θα καλυφθεί μια διαφορά κατά 35%, είναι κάτι που αποκαλύπτει και τη συνέπεια αυτών που προβάλλουν την καραμέλα της «σύγκλισης». Σε αυτό προσθέτουν ποσοστό 1,1% από το διορθωτικό του 2001, που έτσι και αλλιώς προβλέπεται από την προηγούμενη σύμβαση και 0,5% την απόκλιση του πληθωρισμού το 2000, για το οποίο όμως δεν υπήρχε ρήτρα.
Αν και οι εργοδότες δεν «άνοιξαν» τα χαρτιά τους για το ύψος των αυξήσεων, από τις δηλώσεις τους έγινε καθαρό ότι όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένοι να δώσουν, αλλά διεκδικούν ακόμα περισσότερα. Σε κάθε περίπτωση το μίζερο πλαίσιο της πλειοψηφίας υπονομεύει εξαρχής τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, υποθάλπει τις αξιώσεις της εργοδοσίας.
Ο ίδιος μάλιστα ο πρόεδρος του ΣΕΒ Λ. Αντωνακόπουλος χαρακτήρισε τα αιτήματα της πλειοψηφίας «ως πλαίσιο συζήτησης παρά μία αντιπαράθεση»... Και ενώ εμφανίστηκε να συμφωνεί με τη «σύγκλιση του εισοδήματος των εργαζομένων με το ευρωπαϊκό» σημείωσε με σημασία ότι «συμφωνήσαμε ότι αυτό πρέπει να συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα». Με τη γραμμή του ΣΕΒ συνέπλευσε και η ηγετική ομάδα της ΓΣΕΒΕΕ, ο πρόεδρος της οποίας Γ. Μότσιος επικαλέστηκε τα προβλήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και πως οι αυξήσεις δεν πρέπει να βάζουν σε κίνδυνο τις κατακτήσεις. Αραγε τις κατακτήσεις ποιων;
Ως προϋπόθεση στη σύγκλιση των μισθών έθεσε τη σύγκλιση με τις οικονομίες των άλλων χωρών της ΕΕ ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Χ. Φώλιας. Μάλιστα ζήτησε τα αιτήματα να μη διακυβεύουν τη «σωστή κατεύθυνση της οικονομίας», δηλαδή την πραγματικότητα της ΟΝΕ και το Σύμφωνο Σταθερότητας. Μάλιστα, προκλητικά, χαρακτήρισε «πολυτέλεια τη μείωση του χρόνου εργασίας», όταν όπως ισχυρίστηκε είμαστε τελευταίοι στην ανταγωνιστικότητα.
Η φιλολογία αυτή περί «σύγκλισης μισθών», την οποία αναπαράγουν και η εργοδοτική πλευρά και η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, είναι άλλο ένα εύρημα που σκοπό έχει να αποπροσανατολίσει τους εργαζόμενους, να κρύψει την όξυνση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, αλλά και να μην τεθούν οι πραγματικές διεκδικήσεις των εργαζομένων. Η απαίτηση, δηλαδή, που ξεκάθαρα προβάλλει το ΠΑΜΕ για κατώτερο μισθό 300.000 και κατώτερο μεροκάματο στις 12.000 δραχμές. Η επόμενη συνάντηση των δύο πλευρών ορίστηκε για τις 21 του μήνα.