Παρασκευή 31 Δεκέμβρη 2021 - Κυριακή 2 Γενάρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Κριτήριο η αναβάθμιση του «τουριστικού προϊόντος» για τα κέρδη, όχι οι ανάγκες του λαού

Οδύσσεια η ανεύρεση στέγης για τα λαϊκά νοικοκυριά από την έλλειψη σπιτιών και τα ακριβά ενοίκια, την ώρα που εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ επενδύονται σε ξενοδοχειακές μονάδες και στη μετατροπή ακινήτων σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης

Μικρές επιχειρήσεις υποφέρουν από την εκτόξευση των ενοικίων και την αλλαγή χρήσης των ακινήτων

Icon

Μικρές επιχειρήσεις υποφέρουν από την εκτόξευση των ενοικίων και την αλλαγή χρήσης των ακινήτων
Στο επίκεντρο του αστικού σχεδιασμού για την Αθήνα, που υπηρετούν όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις, οι περιφερειακές και δημοτικές πλειοψηφίες, είναι η αναβάθμιση του πολεοδομικού συγκροτήματος, με έμφαση στο ιστορικό κέντρο, ως τουριστικού και εμπορικού προορισμού, αλλά και ως κέντρου προσέλκυσης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, όπως η στέγαση εταιρικών γραφείων.

Ο σχεδιασμός αυτός συγκρούεται στο σύνολό του με τις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων που κατοικούν ή δουλεύουν στο κέντρο της πόλης. Οπως προκύπτει μάλιστα από τα στοιχεία, μια από τις σημαντικότερες «παρενέργειες» έχει να κάνει με τη λαϊκή στέγη, καθώς την τελευταία διετία καταγράφεται θεαματική άνοδος των τιμών ακινήτων και των ενοικίων για μόνιμη κατοικία.

Η άνοδος αυτή σε συγκεκριμένες περιοχές του κέντρου φτάνει έως και 40%, ενώ για μια μέση κατοικία οι δαπάνες για το νοίκι ανέρχονται στο 60% - 70% του μέσου μισθού! Στο «τρίγωνο» Γκάζι - Μεταξουργείο - Βοτανικός, το μέσο ενοίκιο έχει εκτοξευθεί στα 9,4 ευρώ το τετραγωνικό, από 7,5 που ήταν πριν από έναν χρόνο.

Ως κύρια αιτία προβάλλεται η μειωμένη προσφορά σπιτιών για μόνιμη ενοικίαση, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού καταλυμάτων που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση, προσφέροντας στους ιδιοκτήτες τους - και κυρίως στις πλατφόρμες που τα εκμεταλλεύονται - μεγαλύτερο και πιο σίγουρο κέρδος.

Τεράστια κεφάλαια επενδύονται σε ξενοδοχειακές μονάδες στο κέντρο της Αθήνας
Τεράστια κεφάλαια επενδύονται σε ξενοδοχειακές μονάδες στο κέντρο της Αθήνας
Επίσης, πολλά ακίνητα έχουν περάσει στην ιδιοκτησία των τραπεζών, από κατασχέσεις λόγω των μη εξυπηρετούμενων δανείων, παραμένοντας προς το παρόν αναξιοποίητα. Τα σπίτια αυτά αποτελούν λεία για επιχειρηματικούς ομίλους που μόνο τα τελευταία δυο χρόνια έχουν τοποθετήσει στην αγορά ακινήτων σημαντικά κεφάλαια. Πρόκειται για ομίλους real estate που διαχειρίζονται διεθνή κεφάλαια.

Η κυρίαρχη τάση είναι η ανακατασκευή των ακινήτων και η επανατοποθέτησή τους στην αγορά, είτε ως χώρων φιλοξενίας και βραχυχρόνιας μίσθωσης, είτε ως διαμερισμάτων προς πώληση ή και μακροχρόνια μίσθωση.

Καθοριστικός ως προς αυτό είναι και ο ρόλος της αλλαγής των χρήσεων γης στο κέντρο, καθώς μεγάλα και αυτοτελή κτίρια με προηγούμενες χρήσεις γραφείων, εμπορικών καταστημάτων, διοικητικών υπηρεσιών, μετατρέπονται σε τουριστικές εγκαταστάσεις διαφόρων μορφών.

Ουσιαστικό ρόλο στην επιτάχυνση των εξελίξεων στην αγορά ακινήτων έπαιξε και το πρόγραμμα της παροχής «χρυσής βίζας» σε υποψήφιους επενδυτές στα ακίνητα. Δηλαδή, εάν ένας ξένος επενδυτής αγοράσει ακίνητα αξίας 250.000 ευρώ, αποκτά αυτομάτως μόνιμη άδεια διαμονής στην Ελλάδα και κατ' επέκταση στην ΕΕ.

Μεγάλες επενδύσεις σε ξενοδοχειακές μονάδες

Στην άλλη άκρη του νήματος, εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ επενδύθηκαν τα προηγούμενα χρόνια σε ανακαινίσεις ξενοδοχειακών μονάδων, με την προσδοκία μεγάλων αποδόσεων από την αύξηση του τουρισμού και την προσέλκυση επισκεπτών που θα παρατείνουν τον χρόνο διαμονής τους στην Αθήνα. Δεν θα είναι δηλαδή περαστικοί, αλλά θα επιλέγουν την Αθήνα - και ιδιαίτερα το κέντρο της - ως έναν πιο σταθερό τουριστικό προορισμό.

Ο σχεδιασμός αυτός συνδυάζεται με ένα εκτεταμένο δίκτυο αναπλάσεων στον δήμο Αθηναίων, με επίκεντρο την ευρύτερη περιοχή της πλατείας Συντάγματος, την πλατεία Ομονοίας, την οδό Ερμού, την πλατεία Θεάτρου και άλλα σημεία εντός του εμπορικού τριγώνου.

Τα έργα αυτά προβάλλονται από τη δημοτική αρχή και απ' όλα τα αστικά κόμματα ως «αναβάθμιση» τάχα της ποιότητας ζωής των κατοίκων της πόλης. Στην πραγματικότητα, όμως, η ζωή τους πάει από το κακό στο χειρότερο, αφού προτεραιότητα των αναπλάσεων δεν είναι οι δικές τους ανάγκες, είναι η αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος, για χάρη των μεγαλοεπιχειρήσεων του τουρισμού, του λιανεμπορίου και της εστίασης, με το κόστος να φορτώνεται ξανά στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων.

Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις στον Τουρισμό, τη διετία 2018 - 2019 προστέθηκαν στο ξενοδοχειακό δυναμικό της Αθήνας περίπου 4.000 νέες κλίνες και περισσότερες από 50 νέες ξενοδοχειακές μονάδες.

Το τελευταίο διάστημα έχουν ανακοινωθεί περίπου άλλες 40 νέες μονάδες εντός και περιμετρικά του ιστορικού κέντρου, με το ύψος των επενδύσεων να ανέρχεται σε 1,5 δισ. ευρώ. Εννιά νέα ξενοδοχεία θα λειτουργήσουν στην Αθήνα τους πρώτους μήνες του 2022, ενόψει της τουριστικής σεζόν, στο κέντρο ή σε μια μικρή ακτίνα γύρω απ' αυτό.

Με αυτά τα δεδομένα και βλέποντας ότι ο διεθνής και εσωτερικός ανταγωνισμός στον κλάδο προδιαγράφεται σκληρός, η Ενωση Ξενοδόχων Αθηνών - Αττικής και Αργοσαρωνικού, με παρέμβασή της και απευθυνόμενη σε κυβέρνηση, Περιφέρεια Αττικής και δήμο Αθηναίων, αναφέρθηκε στην ανάγκη «να χαράξουμε από κοινού μια ευέλικτη στρατηγική διαχείρισης της κατάστασης, να εντατικοποιήσουμε τις προσπάθειες προβολής και ανάδειξης των ιδιαιτεροτήτων του προορισμού στις διεθνείς αγορές και να ενισχύσουμε επί του πρακτέου τις ξενοδοχειακές μονάδες 12μηνης λειτουργίας».

Σε συμπληγάδες οι λαϊκές ανάγκες και στη στέγη

Κι ενώ η κοσμογονία των επενδύσεων στο κέντρο της Αθήνας βρίσκεται σε εξέλιξη, με τη στήριξη δημοτικής - περιφερειακής αρχής και της κυβέρνησης, το ζήτημα της στέγης οξύνεται, ιδιαίτερα για τους νέους εργαζόμενους, τους φοιτητές και τα ζευγάρια, που βρίσκονται εγκλωβισμένοι στις συμπληγάδες των χαμηλών εισοδημάτων από τη μια και των υψηλών ενοικίων από την άλλη, κυρίως στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, αλλά και στις παραπλήσιες περιοχές.

Οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις αστικών αναπλάσεων σε επιλεγμένα σημεία θα οδηγήσουν σε περαιτέρω ράλι στις τιμές των ακινήτων, ενώ οδηγούν και στην εκδίωξη κατοίκων από το κέντρο, όπως και στο κλείσιμο μικρών επιχειρήσεων που αδυνατούν να καλύψουν το κόστος.

Οι όποιες μεγάλες επενδύσεις προσελκύσει η ανάπλαση του κέντρου δεν στοχεύουν, αλλά και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν συνολικά τις ανάγκες των εργαζομένων και των μικρών επαγγελματιών, των λαϊκών στρωμάτων. Αντίθετα, θα επιδεινώσουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση, ιδιαίτερα σε σχέση με τις δυνατότητες που δίνει το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης της παραγωγικότητας της εργασίας.

Σήμερα, στη βάση της εμπορευματοποιημένης γης και της παραγωγής με στόχο το κέρδος, ο σχεδιασμός τους υποτάσσεται στους νόμους της αγοράς και της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Επομένως, ο αστικός σχεδιασμός δεν στοχεύει και δεν μπορεί ποτέ να στοχεύσει στην ικανοποίηση συνολικά των αναγκών των εργαζομένων και των λαϊκών οικογενειών. Ούτε πρόκειται για παρεμβάσεις που αποτελούν κοινωνικά ουδέτερες «τεχνοκρατικές» διαδικασίες, που σε συνδυασμό με μια καλύτερη διαχείριση και «κοινωνική διαβούλευση» θα λύσουν τα οξυμένα προβλήματα σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Στον αντίποδα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ο επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός της σοσιαλιστικής οικονομίας είναι ο μοναδικός που μπορεί να δώσει φιλολαϊκή λύση στον χωροταξικό σχεδιασμό της Αθήνας. Βάση του κεντρικού σχεδιασμού είναι η κοινωνικοποίηση της γης και του συνόλου των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, ενώ είναι αναπόσπαστα δεμένος με τον εργατικό έλεγχο.

Μόνο στο πλαίσιο αυτό είναι δυνατές η ουσιαστική καταγραφή των λαϊκών αναγκών σήμερα και η πρόβλεψη των μελλοντικών. Σε αυτήν τη βάση μπορεί να γίνει ένας αναλυτικός υπολογισμός των αναγκαίων τεχνικών έργων, των χώρων πρασίνου, της λαϊκής κατοικίας, των μεταφορικών μέσων. Μόνο η κοινωνικοποίηση της γης επιτρέπει την κατανομή των αναγκαίων δραστηριοτήτων σε ολόκληρη τη χώρα, την υλοποίηση των βέλτιστων συνδυασμένων παρεμβάσεων ώστε να ικανοποιούνται οι λαϊκές ανάγκες.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ