Κυριακή 17 Μάρτη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΒΕΡΟΛΙΝΟ
Πολεοδομική «επέλαση»

Το Ανατολικό Βερολίνο μετατρέπεται σε πεδίο αρχιτεκτονικών «λύσεων» που επενδύουν στις ανάγκες του κεφαλαίου, σε βάρος της πολεοδομικής φυσιογνωμίας της πόλης

Αποψη της πόλης τη νύχτα
Αποψη της πόλης τη νύχτα
Είναι πολύ δύσκολο έως τολμηρό να μιλήσει ένας κάτοικος της Αθήνας για το Βερολίνο, αφού κάθε σύγκριση μεταξύ των δύο πόλεων θα ήταν σε βάρος της πρώτης. Τα πολλά και μεγάλα πάρκα, με εξέχουσα την πραγματική «ζούγκλα» στο κέντρο της πόλης (ένα δάσος που έφτιαξαν οι βασιλιάδες για να μην πηγαίνουν μακριά για κυνήγι), τα σπίτια με τις κεραμιδοσκεπές και τις πολύχρωμες προσόψεις (μια όμορφη απόπειρα να ξεκουράζεται το βλέμμα από το μολυβένιο ουρανό που διατηρείται πολλούς μήνες το χρόνο), οι δρόμοι με τις γραμμές του τραμ και τα μεγάλα πεζοδρόμια με τα ψηλά δέντρα και τους ειδικούς διαδρόμους για τα ποδήλατα στην άκρη, αποτελούν τη χωροταξική καθημερινότητα των Βερολινέζων και την... ουτοπία των Αθηναίων.

Από την άλλη, το Βερολίνο είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για τους τρόπους διαχείρισης της χωροταξίας και πολεοδομίας μιας πόλης, ανάλογα με τις οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσονται εντός της και τις προτεραιότητες που καλείται να καλύψει η ανάπτυξή της. Οταν μάλιστα πρόκειται για το Βερολίνο, όπου πριν 13 χρόνια ήταν στραμμένα τα μάτια όλου του κόσμου, στην πτώση του Τείχους, αρχή των ραγδαίων εξελίξεων όχι μόνο στη ζωή των Βερολινέζων και των δύο πλευρών, αλλά και του πλανήτη, τότε το παράδειγμα είναι πιο απτό.

Το κεφάλαιο εφορμά

Ενας ποδηλάτης διασχίζει την Αλεξάντερ πλατς στο Ανατολικό Βερολίνο
Ενας ποδηλάτης διασχίζει την Αλεξάντερ πλατς στο Ανατολικό Βερολίνο
Παρά τον ελάχιστο χρόνο που υπήρχε από το ταξίδι - «αστραπή» για την έκθεση για τον Ελληνικό Κλασικό Πολιτισμό στο Βερολίνο, μερικά σημεία μπορούν να μεγεθυνθούν και να αναδειχτούν λίγες, αλλά ενδεικτικές, εικόνες για τη σημερινή πόλη μετά την πολυδιαφημιζόμενη ενοποίησή της, αλλά και την επαναφορά σε αυτήν του status της πρωτεύουσας της ενιαίας πλέον Γερμανίας για πρώτη φορά μετά τη λήξη του πολέμου. Θυμίζουμε, ότι το ανατολικό τμήμα της πόλης εξακολουθούσε και μετά τον πόλεμο να αποτελεί την πρωτεύουσα της πρώτης Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, ενώ η Δυτική Γερμανία είχε πρωτεύουσα τη Βόννη.

Αυτή τη στιγμή η πόλη και ειδικά το ανατολικό της μέρος, δέχεται την επίθεση του κεφαλαίου με εμφανέστερα τα σημάδια αυτής της επίθεσης να γίνονται στη χωροταξία και πολεοδομία της. Εκτός από ορισμένα σπαράγματα του σοσιαλιστικού παρελθόντος του (κυρίως τοιχογραφίες στους εξωτερικούς τοίχους των πολυκατοικιών, συνηθισμένη αισθητική παρέμβαση στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες), το Ανατολικό Βερολίνο βρίσκεται στο επίκεντρο αρχιτεκτονικών ανακατατάξεων και κτιριακών χρήσεων που είναι, αντικειμενικά, ευθέως ανάλογες με τις οικονομικές και, κατά συνέπεια, κοινωνικές αλλαγές που έχουν επέλθει στη ζωή των κατοίκων του. Οι αλλαγές αυτές έγιναν προς το χειρότερο, αφού το Βερολίνο είναι μια πραγματική «φτωχομάνα», με μεγάλο δείκτη ανεργίας, η οποία εντάθηκε με την ενοποίηση, όχι μόνο εξαιτίας των Ανατολικοβερολινέζων, που βέβαια προστέθηκαν στον κατάλογο των ανέργων, αλλά και λόγω των δυτικογερμανικών επιχειρήσεων οι οποίες έφυγαν από την πόλη, αφού έχασαν τα οικονομικά κίνητρα της ψυχροπολεμικής περιόδου, όταν ο στόχος ήταν να μετατραπεί το Δυτικό Βερολίνο σε «βιτρίνα» του καπιταλισμού.

Στο επίκεντρο των συζητήσεων των αρχιτεκτόνων (Γερμανών και ξένων, κυρίως Ιταλών, Αμερικανών και Ιαπώνων) βρίσκεται η αισθητική πλευρά του θέματος, δηλαδή τι εικόνα πρέπει να παρουσιάζει η πόλη και πώς αυτή η εικόνα θα είναι συμβατή με την ιστορία και τον πολεοδομικό χαρακτήρα της. Οι συζητήσεις αυτές (που ενίοτε γίνονται σε έντονο τόνο, ιδίως όταν ξένοι αρχιτέκτονες θέλουν να επιβάλουν τη δική τους αισθητική σε μια πόλη που μάλλον δε γνωρίζουν) καταλήγουν, λόγω της ασυμφωνίας, σε αμφιλεγόμενα αισθητικά αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα κτίρια από μέταλλο και γυαλί μέσα σε οικοδομικά τετράγωνα με νεοκλασικιστικά στοιχεία και κεραμίδια στις στέγες. Ενα ακόμη πιο φανερό, όμως, αποτέλεσμα, το οποίο πιθανόν να διαισθάνονται μόνο οι Ανατολικοβερολινέζοι, είναι ότι, ανεξάρτητα από την εθνικότητα και την αισθητική των αρχιτεκτόνων που «επελαύνουν», αυτό που καταστρέφεται είναι η πολεοδομική ιστορία μισού αιώνα (του ανατολικού τμήματος της πόλης). Πολύ περισσότερο που η πολεοδομία αυτής της περιόδου, ανεξάρτητα από το ατομικό γούστο, είναι φανερό ότι προσπάθησε να μην προδώσει το γενικότερο χαρακτήρα της πόλης.

Μια «πόλη μέσα στην πόλη»

Η διαπίστωση ότι αυτή η καταστροφή (κατ' άλλους «αναβάθμιση», όπως εννοείται όμως και στο ανάλογο παράδειγμα της Αθήνας) ενέχει, εκτός της αντικειμενικότητας, όπως είπαμε παραπάνω, και τη σκοπιμότητα, προκύπτει από τις αιτιολογίες που προβάλλονται για την κατεδάφιση ολόκληρων οικοδομικών τετραγώνων. Για παράδειγμα, κτίρια που είχαν κατασκευαστεί στο Ανατολικό Βερολίνο τη δεκαετία του '70 και τα οποία, αισθητικά, προσπαθούν να περιβάλλουν με σεβασμό τα μνημεία του γερμανικού νεοκλασικισμού με τα οποία είναι σπαρμένα η πόλη, καταστρέφονται με το αιτιολογικό ότι περιέχουν αμίαντο, ο οποίος, ως γνωστόν είναι επικίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα πανομοιότυπων κτιρίων που γειτνιάζουν με όσα γκρεμίζονται και διατηρούνται σε χρήση, πρέπει λογικά να είναι κι αυτά «μολυσμένα», πέρα από το ότι ανέρχονται σε χιλιάδες, πλέον, οι «άρρωστοι». Κάτι το οποίο, αν συνέβαινε και μάλιστα σε τέτοια έκταση, θα το είχε εκμεταλλευτεί προπαγανδιστικά η γερμανική κυβέρνηση. Αντίθετα, το «παράδοξο» είναι ότι δεν γκρεμίζονται όλα τα κτίρια, αλλά ορισμένα και στη θέση τους χτίζονται επίσης σύγχρονα κτίρια από γυαλί και μέταλλο, τα οποία είναι φανερό πως δεν ταιριάζουν με τη γενικότερη πολεοδομική αισθητική της πόλης. Τα παλιά κτίρια φαίνεται ότι γκρεμίζονται όχι ανάλογα με το αν έχουν ή όχι αμίαντο, αλλά ανάλογα με τις εταιρίες που θα ενδιαφερθούν για τη συγκεκριμένη περιοχή. Ακόμη όμως και αν υπάρχει όντως κίνδυνος για την υγεία, θα μπορούσαν τα κτίρια να ξαναχτιστούν με τη βερολινέζικη αισθητική και όχι με την ιαπωνική ή την αμερικανική.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της επέλασης του κεφαλαίου στην πολεοδομία του Βερολίνου είναι η πλατεία Πότσνταμ και η «πόλη μέσα στην πόλη» που έχτισε εκεί η εταιρία SONY. Η πλατεία διαμορφώθηκε μετά την πτώση του Τείχους. Πριν ήταν μια τεράστια έκταση στο πλαίσιο της «νεκρής ζώνης», που υπήρχε εκατέρωθεν του τείχους. Κάτι σαν μια τεράστια αλάνα δηλαδή. Οταν διαλύθηκε το Τείχος έσπευσε η SONY και άλλες εταιρίες και κατασκεύασαν ένα πραγματικά πελώριο κτιριακό συγκρότημα, εμπορικών χρήσεων, όλο από μέταλλο και γυαλί, με δαιδαλώδη χωροταξία, ένα «μνημειακό» οικοδόμημα του σύγχρονου καπιταλισμού, οι εμπνευστές του οποίου ήθελαν προφανώς να «εμφυσήσουν» στους Βερολινέζους, το ίδιο «δέος» που είχαν οι Νεοϋορκέζοι για τους «δίδυμους πύργους».

Μετά από αυτό, η μίζερη αντιμετώπιση της γνωστής πύλης του Βραδεμβούργου από τη δημοτική αρχή της πόλης, που τη χρησιμοποιεί σαν... διαφημιστική πινακίδα, φαντάζει μάλλον «πταίσμα». Πράγματι, στο όνομα της αύξησης των δημοτικών εσόδων, το γνωστότερο μνημείο της πόλης έχει μετατραπεί σε διαφημιστικό στυλοβάτη, σε σημείο να είναι κυριολεκτικά «πνιγμένο» από διαφημιστικά πανό και να μη φαίνονται τα αρχιτεκτονικά του μέρη.

Παρόλ' αυτά το Βερολίνο εξακολουθεί να είναι μια «μαγική» πόλη και παραμένει πάντα κέντρο πολιτισμού, όχι μόνο της Γερμανίας. Και αν ισχύει η ρήση ότι «η πόλη είναι οι άνθρωποί της», ας ελπίσουμε ότι οι Βερολινέζοι δε θα επιτρέψουν την «αποδόμησή» τους.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ