Κυριακή 17 Μάρτη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Φάρε κόμε αλ Ρούσια»

Είχα έναν παππού, αδελφό της γιαγιάς μου από τη μάνα μου. Δε θυμούμαι καλά καλά το όνομά του. Ηρθε ένα απόγεμα στο σπίτι μας βασανισμένος από μια κρυφή αρρώστια και τον απροσδόκητο θάνατο της κόρης του κάπου εκεί στον Καναδά, όπου έλειπε τα τελευταία 10 χρόνια. Η γιαγιά μου τον αγκάλιασε, έβαλε τα κλάματα, όταν έμαθε για το χαμό της ανιψιάς της που πολύ συχνά μας μιλούσε γι' αυτήν. Εκθείαζε το μπόι της, τα χρυσαφένια μαλλιά της και τα μακριά της δάχτυλα που έπαιζαν και ωραίο πιάνο. Υστερα σκούπισε τα δακρυσμένα της μάτια με το περίφημο κεντημένο της μαντιλάκι, χτύπησε δυο τρεις φορές τον ώμο του αδελφού της με περισσή τρυφερότητα και χάθηκε στην κουζίνα. Οταν επέστρεψε κρατούσε τον παλιό ασημένιο δίσκο της προίκας της, σκεπασμένο με ένα κάτασπρο «σουμέν», κεντημένο με τα επιτήδεια χεράκια της. Στη μέση του δίσκου στραφτάλιζε το κρυστάλλινο βάζο γεμάτο με τριαντάφυλλο γλυκό, ένα ποτήρι παγωμένο νερό και δίπλα του ακουμπισμένο το ασημένιο κουταλάκι με χαραγμένο καλλιγραφικά το γράμμα Ν. από το όνομα του πραγματικού μου παππού, πατέρα της μάνας, «Νικολάκης». Εγώ που παρακολουθούσα από τη γωνία τη συνάντηση των δυο αδελφών ένιωσα ένα «κρακ» στην καρδιά μου, μόλις είδα το βάζο με το γλυκό, γιατί έχανα ώρες και ώρες για να το βρω και ποτέ δεν το είχα καταφέρει... Ακόμα και τώρα θυμούμαι εκείνο το αγωνιώδες ψάξιμο σε όλα τα ντουλάπια του σπιτιού μας και το κοκκινόξανθο τριαντάφυλλο γλυκό που ποτέ δεν κατάφερα να το περιποιηθώ όπως σχεδίαζα. Γι' αυτό και μου έμεινε μια περίεργη λαχτάρα για τα γλυκά που τελικά την πλήρωσα, όταν πια είχαν χαθεί όλα από τη ζωή μου. Και το κρυστάλλινο βάζο, και ο ασημένιος δίσκος με το κεντημένο σκέπασμά του, και πριν από τα πράγματα η χρυσοχέρα η γιαγιά μου η Χρηστίτσα που κεντούσε μέχρι τα τελευταία της εκπληκτικά «σουμέν», και ο βασανισμένος από την κρυφή αρρώστια παππούς μου.

Κι όμως αυτόν τον ταλαιπωρημένο παππού τον θυμούμαι πολύ έντονα όχι για την αρρώστια και τα πένθη του, μα για ένα και μόνο, δεν έλεγε να παραιτηθεί από το μεγάλο του όνειρο. Πονούσε, θυμόταν την πρόωρα χαμένη κόρη του και πλημμύριζε από δάκρυα κι όμως κάθε φορά που μ' έβλεπε να γυρίζω μουτρωμένος από το σχολείο και κείνος καθόταν κάτω από το γέρικο γιασεμί του μπαξέ μας και καθάριζε το δίκαννο κυνηγετικό του όπλο μού φώναζε με ένα περίεργο χαμόγελο.

-Γιωργάκη, «φάρε κόμε αλ Ρούσια»

Το γνωστό σύνθημα των Ιταλών κομμουνιστών που φώναζαν μέσα στους δρόμους και τις πλατείες μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση.

Αυτό ήταν το όνειρο του παππού μου, να κάνουμε κι εμείς όπως στη Ρωσία. Κι επειδή, βέβαια, δεν μπορούσε να κάνει μόνος του ό,τι έκαναν οι μπολσεβίκοι τον Οχτώβρη του '17, ετοίμαζε κάθε Σάββατο το ιταλικό δίκαννό του. Το καθάριζε, το γυάλιζε, το έστηνε στη γωνία και ύστερα έπιανε με τις ώρες κουβέντα με το κυνηγετικό σύντροφό του τον ωραίο μας Εκτορα. Εναν περήφανο δαλματικό σκύλαρο, που του τον είχε στείλει η κόρη του από τον Καναδά.

- Καταλαβαίνεις, αγαπητέ μου Εκτορα, του έλεγε με τη βραχνή του φωνή, εγώ γέρασα πια. Τα κότσια μου δεν αντέχουν για κυνήγια και τέτοια. Τούτο δω το δίκαννο το ετοιμάζω, γιατί και μεις πρέπει να είμαστε έτοιμοι «φάρε κόμε αλ Ρούσια».

Ενα πρωί τον βρήκαμε πεθαμένο δίπλα στο γυαλισμένο του δίκαννο, που δε στάθηκε μπορετό να το χρησιμοποιήσει και να κάνει κι αυτός ό,τι έκαναν οι μπολσεβίκοι στη Ρουσία!


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
«Σίγησε» η γλυκιά και αβίαστη φωνή της Μάρθας Αράπη (2021-12-29 00:00:00.0)
«Ο Δημήτρης Κανέλλος ερμηνεύει Φώντα Λάδη» (2017-05-20 00:00:00.0)
Οπλα με άδειες για «κυνήγι» και αστυνόμοι με παράξενες αποθήκες (2013-10-18 00:00:00.0)
Στη μνήμη τους (2004-10-03 00:00:00.0)
Το πρώτο δέντρο (1998-12-25 00:00:00.0)
Τραγούδια για μελωδικές "Εβδομάδες" (1997-06-08 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ