Εναν χρόνο μετά την ανάρτηση πανό στον Λευκό Πύργο για τα Τέμπη και με βάση... βίντεο (!), η αστυνομία αναζητά αδικήματα για να φορτώσει στα μέλη του ΚΚΕ και τον δημοσιογράφο του «Ριζοσπάστη»
Συγκεκριμένα, τουλάχιστον 4 μέλη και στελέχη του ΚΚΕ και ο δημοσιογράφος του «Ριζοσπάστη» αντιμετωπίζουν τις κατηγορίες για απείθεια, βία κατά υπαλλήλων κατά συναυτουργία, διατάραξη της κοινής ειρήνης κατά συναυτουργία, απόπειρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης κατά συναυτουργία και έχουν κληθεί από τις αστυνομικές αρχές σε προκαταρκτική εξέταση.
Οι διώξεις πραγματοποιούνται σε μια περίοδο που η καταστολή εντείνεται εις βάρος του λαϊκού κινήματος και ιδιαίτερα των κομμουνιστών. Ερχεται σε συνέχεια της επίθεσης και των συλλήψεων εις βάρος των εποχικών πυροσβεστών και του δημοσιογράφου του «Ριζοσπάστη» Γ. Ανδρούτσου, τις διώξεις εις βάρος των στρατευμένων που αντιδρούν. Μάλιστα, στη Θεσσαλονίκη είχε προηγηθεί και η άγρια καταστολή στο λιμάνι, όταν συνδικαλιστές, ανάμεσά τους και μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ, αντιμετώπισαν άγρια καταστολή και κατηγορίες κατά τη διάρκεια κινητοποίησης ενάντια στη μετατροπή του λιμανιού σε ορμητήριο πολέμου, τον Απρίλη του 2022.
Παρά το γεγονός ότι υπήρξε επικοινωνία του βουλευτή Α' Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, Γιάννη Δελή, με τον επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων που βρέθηκαν στο σημείο κατά τη διάρκεια της συμβολικής δράσης, άνδρες της Ασφάλειας ζήτησαν από μέλη του ΚΚΕ να κατεβάσουν το γιγαντοπανό και να δώσουν τα στοιχεία τους. Σημειώνεται πως οι άνδρες της Ασφάλειας στάλθηκαν εκεί, κατ' εντολή του εισαγγελέα, προκειμένου να ελέγξουν αν σημειώθηκε βλάβη ή φθορά στο μνημείο, κάτι που δεν συνέβη.
Στη συνέχεια, ο βουλευτής του ΚΚΕ, μαζί με άλλα μέλη του Κόμματος και τον δημοσιογράφο του «Ριζοσπάστη», ανέβηκαν στο σημείο όπου είχε κρεμαστεί το πανό, και αφού ο πρώτος ενημέρωσε τους άνδρες της Ασφάλειας για την επικοινωνία του με τον επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων, το γιγαντοπανό μαζεύτηκε όπως είχε προγραμματιστεί. Ωστόσο, στη συνέχεια, δυνάμεις των ΜΑΤ που στο μεταξύ είχαν επιτεθεί με χημικά και χτυπήματα σε συγκεντρωμένους στην είσοδο του Λευκού Πύργου προκαλώντας τραυματισμούς, απέκλεισαν την είσοδο, κρατώντας εγκλωβισμένους τον βουλευτή και τα μέλη του ΚΚΕ στο μνημείο.
Μάλιστα, οι δυνάμεις των ΜΑΤ απέκλεισαν την έξοδο χτυπώντας με τις ασπίδες και σπρώχνοντας τα μέλη του ΚΚΕ, ζητώντας τα στοιχεία τους και απειλώντας με συλλήψεις.
Παρά την καταστολή από την αστυνομία, τα μέλη του ΚΚΕ παρέμειναν για ώρα στον Λευκό Πύργο, φωνάζοντας συνθήματα καταδίκης του προδιαγεγραμμένου εγκλήματος στα Τέμπη, ξεκαθαρίζοντας πως ό,τι έγινε δεν πρόκειται να ξεχαστεί, και στη συνέχεια προχώρησαν σε μαζική πορεία στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, καταγγέλλοντας παράλληλα και την αστυνομική βία και καταστολή που προηγήθηκε.
Οπως είχε σημειώσει σε δηλώσεις του στα Μέσα Ενημέρωσης ο Γ. Δελής, «μας έσπρωχναν, μας χτυπούσαν στα πόδια και έξω έριξαν και χημικά», παρά το γεγονός ότι είχε γνωστοποιήσει την βουλευτική του ιδιότητα, και τόνισε πως παρότι η κίνηση ήταν συμβολική και ειρηνική, οι αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν απρόκλητα ζητώντας τα στοιχεία όλων των συμμετεχόντων. «Μακάρι να έδειχναν τον ίδιο ζήλο για τον εντοπισμό των ενόχων του εγκλήματος στα Τέμπη», είπε χαρακτηριστικά ο Γ. Δελής.
Η προκαταρκτική εξέταση που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν αφορά τη διερεύνηση οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος σχετιζόμενου με την ανάρτηση του πανό. Αντίστοιχα, σε καμία από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων αρχαιοφυλάκων δεν υπάρχει αναφορά για πρόθεση βίαιης ενέργειας. Χαρακτηριστικό είναι ότι κατά τη διάρκεια της συμβολικής δράσης, η είσοδος στο μνημείο άνοιξε και συνέχισαν να εισέρχονται επισκέπτες χωρίς κανένα πρόβλημα.
Με βάση τα παραπάνω, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι πάνω από έναν χρόνο από το περιστατικό, η αστυνομία βρίσκεται σε αναζήτηση αδικημάτων για να φορτώσει στα μέλη του ΚΚΕ και τον δημοσιογράφο του «Ριζοσπάστη». Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί πως ασκήθηκαν διώξεις στους κατηγορούμενους όχι με βάση την ταυτοποίηση των στοιχείων τους κατά τη διάρκεια του περιστατικού, αλλά όπως αναφέρεται και στη σχετική δικογραφία, με βάση έρευνα της αστυνομίας στο διαδίκτυο με βάση τις φωτογραφίες και τα βίντεο που εντόπισε.