Στο Μονομελές Εφετείο θα εξεταστεί εκ νέου η υπόθεση του εμπρησμού του υποκαταστήματος της τράπεζας «Μαρφίν», στην οδό Σταδίου πριν από 14 χρόνια, εν μέσω μαζικών διαδηλώσεων τότε ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική. Αυτή η ενέργεια προβοκατόρικων στοιχείων είχε οδηγήσει στο θάνατο τρεις εργαζόμενους της τράπεζας, που εγκλωβίστηκαν στο κτίριο. Ηταν η έγκυος Αγγελική Παπαθανασοπούλου, ο Επαμεινώνδας Τσάκαλης και η Παρασκευή Ζούλια.
Το Δ' Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου για πρώτη φορά επιρρίπτει ευθύνες στην Τράπεζα, η οποία είχε εκμισθώσει το νεοκλασικό κτίριο για ελλείψεις στα μέσα πυροπροστασίας και της κλειδωμένης μοναδικής εξόδου κινδύνου. Αναίρεσε προηγούμενη απόφαση του Εφετείου και παρέπεμψε την υπόθεση από την αρχή στο Μονομελές Εφετείο, με την επισήμανση μάλιστα ότι «θα συγκροτηθεί από άλλον δικαστή, εκτός εκείνου που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση». Δηλαδή, επιρρίπτονται ευθύνες τόσο στην τράπεζα όσο και στο Μονομελές Εφετείο, που της έδωσε «συγχωροχάρτι».
Θυμίζουμε ότι το 2013 στελέχη της τράπεζας καταδικάστηκαν για φόνο εξ αμελείας των τριών υπαλλήλων, τις σωματικές βλάβες άλλων 21 υπαλλήλων και για πολλαπλές παραλείψεις στα μέτρα πυρασφάλειας και στην εκπαίδευση του προσωπικού. Οι οικογένειες των θυμάτων μετά την αποδεδειγμένη ενοχή των στελεχών στράφηκαν κατά της τράπεζας για αποζημιώσεις το 2018. Το 2019, ο Αρειος Πάγος αναίρεσε την απόφαση που δικαίωνε συγγενείς θυμάτων και υπαλλήλους, στέλνοντας πίσω στο Εφετείο την υπόθεση για νέα εκδίκαση, καθώς έκρινε υπερβολικά τα ποσά της αποζημίωσης που επιδικάστηκαν. Το 2020 το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους απαίτησε να ακυρώσει τις δικαιώσεις αποζημιώσεων των συγγενών θυμάτων της «Μαρφίν», που είχαν οριστεί το 2018. Τότε υπήρξε πολιτική παρέμβαση, για να καταβληθούν οι αποζημιώσεις λόγω του ότι είχαν προηγηθεί έντονες αντιδράσεις από τη γνωστοποίηση ότι το ελληνικό δημόσιο ζήτησε από το Συμβούλιο Επικρατείας να αναιρέσει την απόφαση με την οποία επιδικάστηκαν 2,24 εκατομμύρια ευρώ, στις οικογένειες των θυμάτων και των 24 εργαζομένων.