Με τον ίδιο τρόπο σήμερα που μια ενδεχόμενη προσωρινή «διευθέτηση» εντάσσεται στην προετοιμασία για μεγαλύτερη κλιμάκωση...
Copyright 2019 The Associated |
Απαντώντας σε όσους κατηγορούν τη «Δύση» ότι δεν αντέδρασε αποφασιστικά και χαρακτηρίζουν τις συμφωνίες του Μινσκ «συνθηκολόγηση» για την Ουκρανία, η Γερμανίδα πρώην καγκελάριος Αγκ. Μέρκελ υπογράμμισε το 2022 ότι οι συμφωνίες «ήταν μια προσπάθεια να δοθεί χρόνος στην Ουκρανία», για να «ισχυροποιηθεί», κάτι που «μπορεί να δει κανείς σήμερα. Η Ουκρανία του 2014 - 2015 δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή Ουκρανία».
«Ηταν σαφές σε όλους ότι η σύγκρουση είχε απλά "παγώσει" και το πρόβλημα δεν είχε επιλυθεί», παραδέχτηκε.
Αντίστοιχη θέση διατύπωσε λίγο αργότερα ο Γάλλος πρώην Πρόεδρος Φρ. Ολάντ, τονίζοντας παράλληλα ότι «η γεωπολιτική κατάσταση μετά το 2014 δεν ήταν ευνοϊκή για την Ουκρανία και η Δύση χρειαζόταν μια ανάσα». Την άνοιξη του 2014 η Ρωσία προσάρτησε σχεδόν «διά περιπάτου» την Κριμαία, ενώ είχε προηγηθεί το 2008 ο σύντομος πόλεμος της Ρωσίας με τη Γεωργία, που έφερε την απόσχιση των δύο «φιλορωσικών» περιοχών, της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας.
«Οι συμφωνίες του Μινσκ ήταν μια παγίδα και, δυστυχώς, μέρος της Ευρώπης υποστήριξε αυτήν την παγίδα της Ρωσίας. Δημιούργησαν μια παγωμένη σύγκρουση και επέτρεψαν στο κράτος του επιτιθέμενου να προετοιμαστεί για έναν πόλεμο πλήρους κλίμακας», λέει από την πλευρά του ο Ουκρανός Πρόεδρος, Β. Ζελένσκι, τονίζοντας ότι αντίστοιχες συμφωνίες και «παγωμένη σύγκρουση» πρέπει να αποκλειστούν αυτήν τη φορά γιατί δεν έχουν καμία σχέση με «πραγματικές εγγυήσεις ασφαλείας» για την Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα, οι συμφωνίες Μινσκ 1 και 2 δεν εφαρμόστηκαν ποτέ στην πράξη. Η κατάπαυση του πυρός συνεχώς παραβιαζόταν και οι μάχες δεν σταμάτησαν ουσιαστικά ποτέ. Συνεπώς και το πολιτικό σκέλος τους - εκλογές σε Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ για μια ημιαυτόνομη τοπική διοίκηση, αλλαγές στο Σύνταγμα στης Ουκρανίας, επιχειρηματική «ανάπτυξη» του Ντονμπάς με «μοίρασμα» του ορυκτού πλούτου κ.ά. - δεν τέθηκε καν σε ουσιαστική διαπραγμάτευση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ρωσία δεν παραδέχτηκε ποτέ ότι αποτελεί μέρος της σύγκρουσης στο Ντονμπάς και συμμετείχε στο «σχήμα της Νορμανδίας» (Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Ουκρανία) ως «εγγυήτρια» δύναμη για τους «αυτονομιστές» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ. Μάλιστα, βάσει των συμφωνιών Μινσκ, οι δύο περιοχές του Ντονμπάς θα εξακολουθούσαν να αποτελούν μέρος μιας ομόσπονδης Ουκρανίας, μετά τις τοπικές εκλογές, και η Ρωσία δεν θα είχε κανένα δικαίωμα σε αυτά τα εδάφη.
Πάντως, αυτές τις συμφωνίες δεν τις είδαν ποτέ με «καλό μάτι» οι ΗΠΑ και η Βρετανία, όπως άλλωστε και τους δύο αγωγούς «Nord Stream», που συνέδεαν τη Ρωσία με τη Γερμανία, προμηθεύοντας την γερμανική βιομηχανία με φθηνό φυσικό αέριο. Σύμφωνα με την «ανάγνωση» της Ουάσιγκτον, οι συμφωνίες Μινσκ έδωσαν άλλοθι και χρόνο στη Γερμανία να συνεχίσει να προμηθεύεται φυσικό αέριο από τη Ρωσία μέσω του «Nord Stream 1» και του «Yamal Europe» και να συνεχιστεί απρόσκοπτα η κατασκευή του «Nord Stream 2».
Στο σήμερα, η ρητή απόρριψη ενός «Μινσκ 3» από το ΝΑΤΟ, τη Μόσχα, το Κίεβο ως εκδοχή για τη «διευθέτηση» της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης, δεν «καθησυχάζει» καθόλου.
Ολα δείχνουν πως σιγοβράζει μια γενικευμένη σύγκρουση στην Ευρώπη, με τον γγ του ΝΑΤΟ, Μ. Ρούτε, να καλεί τα ευρωπαϊκά κράτη του ιμπεριαλιστικού οργανισμού να καταβάλλουν δυσθεώρητες στρατιωτικές δαπάνες και «να προετοιμαστούν γι' αυτό που έρχεται μέσα στην επόμενη πενταετία».
Οι συζητήσεις, οι αποφάσεις στα πλαίσια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και τα ίδια τα σενάρια που διαρρέονται για μια ενδεχόμενη συμφωνία - κάτω και από την πίεση που ασκεί ο ρωσικός στρατός στο πεδίο - αποδεικνύουν ότι συσσωρεύεται περισσότερο μπαρούτι στην Ουκρανία, στην Ανατολική Ευρώπη, στη Βαλτική και στη Μαύρη Θάλασσα.
Οι λεγόμενες «εγγυήσεις ασφαλείας» προς την Ουκρανία, στα πλαίσια μιας λεγόμενης «διευθέτησης», είναι από μόνες τους αιτίες κλιμάκωσης για τη Μόσχα.
Τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ - με τη Γαλλία και τη Βρετανία να πρωτοστατούν - συζητούν πλέον ανοιχτά την ανάπτυξη ευρωπαϊκών στρατευμάτων σε ουκρανικό έδαφος ως «εγγυήτριες δυνάμεις» μιας εκεχειρίας.
Ακόμη και η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, που είναι μια «κόκκινη γραμμή» της Ρωσίας, δεν αποκλείεται από ορισμένα κράτη - μέλη, με το σκεπτικό ότι η ένταξη θα αποτελούσε ήττα για τη Ρωσία και «εγγύηση» πως δεν θα επιτεθεί ξανά.
Με ένταξη ή χωρίς, το ουκρανικό έδαφος μετατρέπεται σε ντε φάκτο ΝΑΤΟικό και οι Ενοπλες Δυνάμεις εξοπλίζονται και εκπαιδεύονται κατά τα ΝΑΤΟικά πρότυπα. Αμερικανικά και ευρωπαϊκά πολεμικά μονοπώλια ανοίγουν γραμμές παραγωγής όπλων στην Ουκρανία. Η μακροπρόθεσμη στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας περνάει μέσα από πολυετείς προϋπολογισμούς της ΕΕ και των κρατών - μελών.
Η Βρετανία υπέγραψε με την Ουκρανία 100ετή συνθήκη, που εδραιώνει τη βρετανική παρουσία - οικονομική και στρατιωτική - στην Ανατολική Ευρώπη και στη Μαύρη Θάλασσα.
Συζητιέται επίσης να παραμείνουν οι «δυτικές» κυρώσεις κατά της Ρωσίας ακόμη και μετά από μια «ειρηνευτική» συμφωνία, για να μην εξελιχθεί η Ρωσία σε οικονομική δύναμη.
Η δε παραδοχή αξιωματούχων του ευρωατλαντικού άξονα ότι δεν είναι ρεαλιστικό η Ουκρανία να απαιτεί να πάρει πίσω όλα τα κατακτημένα εδάφη - πολύ περισσότερο την Κριμαία - δεν ξεκαθαρίζει τι «καθεστώς» θα έχουν αυτά τα πρώην ουκρανικά εδάφη και αν θα γίνει αποδεχτή η ενσωμάτωσή τους στη Ρωσία.
Επιπλέον, σε όλα αυτά έρχονται να προστεθούν οι αντιθέσεις, τα αντικρουόμενα συμφέροντα μέσα στο ίδιο το ευρωατλαντικό στρατόπεδο, η μοιρασιά των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Ουκρανίας ανάμεσα στα «δυτικά» μονοπώλια. Η ΕΕ και τα ευρωπαϊκά κράτη ανησυχούν ότι οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν έναν συμβιβασμό με τη Ρωσία αποκλειστικά στα μέτρα των αμερικανικών οικονομικών και γεωπολιτικών συμφερόντων.
Ενα από τα βασικά ζητήματα μιας ενδεχόμενης «διευθέτησης» και ταυτόχρονα βασική αιτία κλιμάκωσης είναι η Ενέργεια. Οι ΗΠΑ απειλούν τη Ρωσία με ακόμη πιο αυστηρές κυρώσεις για πετρέλαιο και φυσικό αέριο, την ώρα που αυξάνονται οι φωνές στην Ευρώπη για επαναφορά της φθηνής ρωσικής Ενέργειας για τις βιομηχανίες, ως μέρος μιας ενδεχόμενης συμφωνίας.
Την ίδια στιγμή, νέες εστίες γεωπολιτικής έντασης - με τα ίδια χαρακτηριστικά που έχουν στην Ουκρανία - ξεπηδούν στην Ανατολική Ευρώπη, στη Μολδαβία, στη Γεωργία, στην Αρμενία και στο Νότιο Καύκασο.
Από την πλευρά της, η Ρωσία αποκλείει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση δεν θα περιλαμβάνει αναγνώριση ως ρωσικών των εδαφών που έχει καταλάβει, δέσμευση για αποκλεισμό της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ, «αποστρατικοποίηση» του ουκρανικού εδάφους που ελέγχει η «Δύση», άρση τουλάχιστον μέρους των κυρώσεων.
Επιπλέον η Μόσχα τονίζει ότι όποια συμφωνία θα πρέπει να αντιμετωπίζει τις «αιτίες της σύγκρουσης», δηλαδή να λαμβάνει υπόψη τα ρωσικά «ζωτικά συμφέροντα», να εντάσσει την Ευρώπη σε μια «ευρασιατική αρχιτεκτονική ασφαλείας», όπου ο γεωπολιτικός συσχετισμός θα είναι σαφώς υπέρ της Ρωσίας και θα αμφισβητεί την «ηγεμονία» των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Η σημερινή ιμπεριαλιστική σύγκρουση στην Ουκρανία οξύνει παραπέρα την αντιπαράθεση για τον γεωπολιτικό συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρώπη και στην Ασία, για παγκόσμια πρωτοκαθεδρία, για σφαίρες επιρροής και διέξοδο των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων.
Με δυο λόγια, μπορεί να πει κανείς ότι όλες οι αιτίες κλιμάκωσης είναι εδώ και η ακόμα μεγαλύτερη σύγκρουση είναι «αυτό που έρχεται»...