Xinhua |
Από την επίσκεψη του Σάντσεθ στην Κίνα |
Το «πινγκ πονγκ» στην επιβολή δασμών και σε «διορθωτικές» κινήσεις συνεχίστηκε στα τέλη της προηγούμενης βδομάδας, με την κυβέρνηση Τραμπ να ανεβάζει στο 145% τους δασμούς για τα κινεζικά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ και το Πεκίνο να απαντά αυξάνοντας και εκείνο ξανά τους δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων από τις ΗΠΑ, από 84% σε 125%, ενώ ανακοίνωσε ότι «καθώς σε αυτό το επίπεδο δασμών τα αμερικανικά προϊόντα που εξάγονται στην Κίνα δεν έχουν πλέον καμία πιθανότητα να γίνουν δεκτά στην αγορά», η Κίνα θα αγνοήσει οποιουσδήποτε επιπλέον δασμούς επιβάλει η Ουάσιγκτον.
Η δε κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε στη συνέχεια προσωρινή εξαίρεση από τον δασμό 145% για ορισμένες κατηγορίες προϊόντων που αφορούν εισαγωγές και από την Κίνα, για προϊόντα νέων τεχνολογιών (κινητά, υπολογιστές, ημιαγωγοί κ.ά.). Εκτιμάται ότι αυτή η προσωρινή εξαίρεση αφορά περίπου το 1/4 της συνολικής αξίας των κινεζικών προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ.
Πάντως, ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου Χ. Λούτνικ δήλωσε ότι σε έναν ή δύο μήνες η Ουάσιγκτον θα θεσπίσει «έναν ειδικό τύπο δασμού» για κινητά, υπολογιστές και άλλα ηλεκτρονικά αγαθά, παράλληλα με κλαδικούς δασμούς που θα αφορούν ημιαγωγούς και φαρμακευτικά προϊόντα, με στόχο - όπως είπε - η παραγωγή τέτοιων προϊόντων να επιστρέψει στις ΗΠΑ.
Ο δε Ντ. Τραμπ δήλωσε ότι «πρέπει να δείχνεις κάποια ευελιξία. Κανείς δεν πρέπει να είναι τόσο άκαμπτος».
Σε ανάρτησή του ο Αμερικανός Πρόεδρος διευκρίνισε ότι στα κινεζικά προϊόντα που εξαιρέθηκαν θα εξακολουθήσουν να ισχύουν οι αυξημένοι δασμοί που επέβαλε σε προηγούμενη φάση, ενώ ανακοίνωσε τη διεξαγωγή έρευνας «στους ημιαγωγούς και ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΑΛΥΣΙΔΑ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ στις επικείμενες έρευνες για τα δασμολόγια Εθνικής Ασφάλειας».
«Κανένας δεν θα γλιτώσει», τόνισε, «ειδικά η Κίνα, η οποία μας μεταχειρίζεται με μακράν τον χειρότερο τρόπο».
Σχολιάζοντας τη προσωρινή εξαίρεση για τα ηλεκτρονικά είδη, το Πεκίνο έκανε λόγο για «μικρό βήμα» και προέτρεψε τις ΗΠΑ «να κάνουν ένα μεγάλο βήμα για να διορθώσουν τα λάθη τους: Να ακυρώσουν εντελώς τη λανθασμένη πρακτική των "αμοιβαίων δασμών" και να επιστρέψουν στον σωστό δρόμο, του αμοιβαίου σεβασμού».
Ολα αυτά ενώ διατυπώνονται νέες επιφυλάξεις ή και ανοιχτές διαφωνίες για την τακτική Τραμπ και από αμερικανικά μονοπώλια, ανάλογα με τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους.
Ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Μπιλ Ακμαν επανήλθε υποστηρίζοντας ότι η συνέχιση των δασμών ισοδυναμεί με έναρξη «οικονομικού πυρηνικού πολέμου», ενώ ο Ντέιβιντ Ρικς, διευθύνων σύμβουλος της φαρμακευτικής «Eli Lilly», είπε ότι «πρόκειται για μια στροφή στην πολιτική των ΗΠΑ, και αισθάνομαι ότι θα είναι δύσκολο να επιστρέψουμε από εδώ».
Χτες αναμενόταν να ξεκινήσει επίσημες επαφές στην Ουάσιγκτον ο Ευρωπαίος επίτροπος αρμόδιος για το Εμπόριο και την Ανταγωνιστικότητα, Μ. Σέφκοβιτς, «καλή τη πίστει, σε μια προσπάθεια εξεύρεσης λύσεων, που θα είναι το καλύτερο για όλους μας, για την αποφυγή των δασμών και κάθε επιζήμιας κλιμάκωσης και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», όπως αναφέρεται σε επίσημη ανακοίνωση.
Πριν αρχίσει η συνάντηση, ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Κέβιν Χάσετ δήλωσε ότι «έχουν γίνει πολλές συζητήσεις με την ΕΕ» και ότι «σημειώνουμε τεράστια πρόοδο» στις διαπραγματεύσεις.
Επικαλούμενο Ευρωπαίους αξιωματούχους, το «Politico» μετέδωσε ότι στο επίκεντρο των παζαριών θα βρεθούν ακόμα πιο επίμονα και οι πωλήσεις αμερικανικού LNG στην Ευρώπη, για τις οποίες η Ουάσιγκτον επιμένει να αυξηθούν, ενώ η ευρωπαϊκή πλευρά προσδοκά ότι με «ομαδικές παραγγελίες» θα εξασφαλίσει πιο «ανταγωνιστικές» τιμές. «Αυτές οι προτάσεις βρίσκονται στο τραπέζι εδώ και καιρό, αλλά ελπίζουμε ότι τώρα υπάρχει η ευκαιρία να σημειωθεί πρόοδος», δήλωσε ένας Ευρωπαίος αξιωματούχος.
Πριν λίγες μέρες ο Σέφκοβιτς δήλωνε ότι «αντιμετωπίζουμε παρόμοιες προκλήσεις» με τις ΗΠΑ, «για παράδειγμα την παγκόσμια υπερπαραγωγή από πρακτικές αντίθετες με την ελεύθερη αγορά, τον αγώνα για την κυριαρχία στους ημιαγωγούς ή τον έλεγχο κρίσιμων ορυκτών (σ.σ. από την Κίνα). Αν συνεργαζόμασταν, θα μπορούσαμε να χτίσουμε μια αληθινά διατλαντική αγορά, που θα ωφελεί και τις δύο πλευρές», αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι «η δέσμευση με τις ΗΠΑ θα χρειαστεί χρόνο και προσπάθεια».
Σοβαρές ανησυχίες συνεχίζουν να εκφράζουν και στενοί εταίροι των ΗΠΑ, όπως η Ιαπωνία, της οποίας ο πρωθυπουργός, Σ. Ισίμπα, δήλωσε πως «ό,τι έχει συμβεί μέχρι τώρα μπορεί δυνητικά να προκαλέσει αποδιοργάνωση της παγκόσμιας οικονομικής τάξης».
«Στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ» για τη διμερή εμπορική συνεργασία, πρόσθεσε, «χρειάζεται να κατανοήσουμε τι βρίσκεται πίσω από το επιχείρημα του Τραμπ, τόσο με την έννοια της λογικής όσο και με την έννοια του συναισθήματος». Συμπλήρωσε δε ότι η κυβέρνησή του είναι έτοιμη να ενεργήσει έγκαιρα για να αμβλυνθεί το πλήγμα στην οικονομία εξαιτίας των επιπρόσθετων αμερικανικών δασμών.
Και ενώ οι προβληματισμοί για τις επιπτώσεις από τους αμερικανικούς δασμούς μεγαλώνουν και στη Νοτιοανατολική Ασία, ο Κινέζος Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ ξεκίνησε περιοδεία στην περιοχή, υποστηρίζοντας χτες ότι «ένας εμπορικός πόλεμος και ένας δασμολογικός πόλεμος δεν έχουν νικητή, και ο προστατευτισμός δεν οδηγεί πουθενά».
Οι πολυήμερες επαφές του ξεκίνησαν στο Βιετνάμ, από όπου μετά θα μεταβεί σε Μαλαισία και Καμπότζη, σε μια περιοδεία την οποία το κινεζικό ΥΠΕΞ χαρακτήρισε «μείζονος σημασίας».
Στη διάρκεια της συνάντησής του με τον Βιετναμέζο ηγέτη Το Λαμ, ο Σι κάλεσε το Βιετνάμ «να αντιταχθούμε από κοινού στον εκφοβισμό και να διατηρήσουμε τη σταθερότητα του παγκόσμιου συστήματος ελεύθερων συναλλαγών, όπως και των βιομηχανικών δικτύων και του εφοδιασμού».
Οι δύο πλευρές υπέγραψαν 45 διμερείς συμφωνίες συνεργασίας, μεταξύ άλλων στην Τεχνητή Νοημοσύνη και στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων.
Σε άρθρο του ο Λαμ ανέφερε ότι η χώρα του προκρίνει στενότερη συνεργασία με το Πεκίνο στους τομείς «της άμυνας, της ασφάλειας και των υποδομών» κυρίως του σιδηροδρομικού δικτύου.
Την ίδια ώρα η ΕΕ και ισχυρά κράτη - μέλη της, πέρα από τις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, συνεχίζουν τα παζάρια και με την Κίνα.
Σε μια τέτοια συγκυρία, την περασμένη Παρασκευή βρέθηκε στο Πεκίνο ο Ισπανός πρωθυπουργός Π. Σάντσεθ, μόλις 7 μήνες μετά από επίσημη επίσκεψη τον Σεπτέμβρη, όταν μάλιστα κορυφωνόταν τότε η ένταση στις ευρωκινεζικές σχέσεις, έπειτα από πρόσθετους δασμούς που είχε επιβάλει η Κομισιόν σε παραγόμενα στην Κίνα ηλεκτρικά οχήματα, με τη Μαδρίτη να ζητά την επανεξέτασή τους (όπως είχαν κάνει και άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις).
Στη νέα του επίσκεψη ο Σάντσεθ αναφέρθηκε μεν στο μεγάλο εμπορικό έλλειμμα με την Κίνα, υπογράμμισε ωστόσο ότι «θέλουμε να εργαστούμε πάνω σε ζητήματα κοινού συμφέροντος, να προωθήσουμε το εμπόριο και τις επενδύσεις με ισορροπημένο τρόπο ώστε να ωφελήσουμε την ανάπτυξη των χωρών μας βάσει των αντίστοιχων οραμάτων μας, και θέλουμε να συνάψουμε στενότερους δεσμούς ανάμεσα στις κοινωνίες μας».
Από τη πλευρά του ο Σι τόνισε ότι η χώρα του προτίθεται «να οικοδομήσει μια πιο στρατηγικά εστιασμένη και δυναμικά ολοκληρωμένη στρατηγική συνεργασία» με τη Μαδρίτη.
Η Ισπανία καταγράφει μεγάλο εμπορικό έλλειμμα με την Κίνα, η οποία είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της. Αγοράζει από αυτήν εμπορεύματα ύψους 45 δισ. ευρώ, αλλά οι εξαγωγές της σε αυτήν ανέρχονται μόλις σε περίπου 7,4 δισ.
Πριν το Πεκίνο ο Σάντσεθ επισκέφθηκε το Ανόι, όπου υπέγραψε κοινή δήλωση με τον Βιετναμέζο ομόλογό του, Φαμ Μιν Τσιν, για την αναβάθμιση των διμερών σχέσεων σε επίπεδο στρατηγικής συνεργασίας.
Στο μεταξύ, όπως έγινε γνωστό η προσεχής Σύνοδος ΕΕ - Κίνας, που φέτος συμπίπτει με τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη σύναψη μεταξύ τους διμερών σχέσεων, θα γίνει στην Κίνα τον Ιούλη.
Μετά τις «προκαταρκτικές προβλέψεις» του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ότι οι ανταλλαγές εμπορευμάτων μεταξύ Κίνας - ΗΠΑ «μπορεί να μειωθούν έως και κατά 80%», αλλά και ότι «η διαίρεση της παγκόσμιας οικονομίας σε δύο συνασπισμούς μπορεί να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη μείωση του παγκόσμιου πραγματικού ΑΕΠ κατά σχεδόν 7%», ανησυχίες για την πορεία της διεθνούς καπιταλιστικής οικονομίας και τον αντίκτυπο των νέων δασμών εξέφρασε και το ΔΝΤ.
Εκθεσή του αναφέρει ότι γεγονότα σημαντικού γεωπολιτικού κινδύνου, μεταξύ τους εμπορικές εντάσεις, μπορεί να προκαλέσουν μεγάλες αλλαγές στις τιμές των μετοχών και κατά συνέπεια αστάθεια στις αγορές, η οποία θα απειλήσει την οικονομική σταθερότητα.
Το ΔΝΤ καλεί τους χρηματοπιστωτικούς θεσμούς να κρατήσουν αρκετά κεφάλαια και ρευστότητα, ώστε να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενες απώλειες λόγω γεωπολιτικών κινδύνων, και να χρησιμοποιήσουν ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) και άλλες αναλύσεις, προκειμένου να ταυτοποιήσουν και να διαχειριστούν τέτοιους κινδύνους.