Κυριακή 9 Ιούνη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«ΕΓΡΑΨΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ»
Τότε ... πριν το «μιλένιουμ»

Μια έκδοση μάς «μεταφέρει» στην Αθήνα από το 1850 - 1950. Τότε, που από την Ακρόπολη μπορούσες να δεις τον «αχνό των κυμάτων» στον Πειραιά...

Η Ακρόπολη σε φωτογραφία του 1845
Η Ακρόπολη σε φωτογραφία του 1845
Επιλεγμένα κείμενα, που απορρέουν από έναν αιώνα «συλλογικού προσκυνήματος» στην Ακρόπολη, περιλαμβάνει ο τόμος «...Εγραψαν για την Ακρόπολη, 1850-1950», που εξέδωσε φέτος η «Ενωση Φίλων Ακροπόλεως». Πρόκειται για κείμενα ξένων και Ελλήνων διανοητών, που αναφέρονται στην επίσκεψή τους στην Ακρόπολη, η οποία αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί «πόλο έλξης» της παγκόσμιας διανόησης. Η ιδέα και η πρωτοβουλία για την έκδοση ήταν της αρχαιολόγου Εβης Τουλούπα, επίτιμης εφόρου Ακρόπολης και μέχρι πρόσφατα γενικής γραμματέα των «Φίλων της Ακρόπολης».

Εκτός από την απόλαυση της ανάγνωσης κειμένων, που έγραψαν άνθρωποι με ιδιαίτερη σχέση με το λόγο, ο τόμος προσφέρει και τη δυνατότητα στον αναγνώστη να «περιηγηθεί» στο πλέον σημαντικό μνημείο της χώρας, «γνωρίζοντάς» το σε διάφορες εποχές. Επιπλέον, προσφέρεται η δυνατότητα της γνωριμίας με τους τρόπους πρόσληψης του μνημείου, σε σχέση με τις κυρίαρχες ιδεολογικές αντιλήψεις για τον κλασικό κόσμο στο πέρασμα αυτών των χρόνων. Καθώς επίσης και σε σχέση με τις γενικότερες αντιλήψεις για την Τέχνη, αλλά και τις προσωπικές θεωρήσεις για το μνημείο, ανθρώπων που άφησαν την ευδιάκριτη σφραγίδα τους, ο καθένας στον τομέα του. Σήμερα, δημοσιεύουμε ελάχιστα αποσπάσματα από τις εντυπώσεις αυτές.

«...μια γυναίκα σ' ένα άρμα»

Ο Γάλλος συγγραφέας Γκιστάβ Φλομπέρ επισκέφθηκε την Ακρόπολη το 1851. Το κείμενό του είναι περιγραφικό, αλλά τόσο λεπτομερές, που ο αναγνώστης «αναγνωρίζει» το δέος του Φλομπέρ πίσω από τις λέξεις. Ενίοτε γίνεται έντονα ποιητικός και, μάλιστα, με φράσεις που παραπέμπουν σε πολύ ύστερες από αυτόν ποιητικές φόρμες. Οπως, για παράδειγμα, η εκπληκτική φράση που θα μπορούσε να είναι και στίχος: «Εκεί δίπλα, μια γυναίκα σ' ένα άρμα», που μάλλον θα ζήλευε και ο Πάουντ. Στον αποχαιρετισμό του προς το μνημείο, γράφει: «Σήμερα 23 Ιανουαρίου, Πέμπτη, πήγα να αποχαιρετίσω την Ακρόπολη. Μέσα στον Παρθενώνα, στη βάση μιας πλάκας, ένας μηρός φαγωμένος, εντελώς γκρίζος. Φυσούσε δυνατά, ο ήλιος βασίλευε, ο ουρανός ήταν κατακόκκινος πάνω από την Αίγινα, πίσω από τους κίονες των Προπυλαίων, ο ουρανός απλωνόταν με χρώμα κίτρινο κροκάτο... Σπρώχνοντας την πόρτα της Ακρόπολης, παρατήρησα πως έτριζε πονεμένα, σαν πόρτα σιταποθήκης. Βγήκα και κοίταζα το θέατρο του Ηρώδη, όταν ένας στρατιώτης ήρθε να μου πουλήσει για δύο δραχμές, μια μικρή γυναικεία φιγούρα με τα μαλλιά της ανασηκωμένα στην κορυφή του κεφαλιού. Μια γυναίκα με κουρελιασμένα ρούχα και που την είδα μόνο από πίσω, ανέβαινε στο κάστρο. Πηγαίνοντας στον Παρθενώνα και επιστρέφοντας εκεί, κοίταξα για πολλήν ώρα εκείνο το στήθος με τους ολοστρόγγυλους μαστούς που είναι φτιαγμένοι για να σε τρελαίνουν από έρωτα. Χαίρε Αθήνα! Αλλού, τώρα!».

Αποψη της ...«ανίερης» πόλης από τον Ιερό Βράχο
Αποψη της ...«ανίερης» πόλης από τον Ιερό Βράχο
«Ωστε όλ' αυτά, λοιπόν, υπάρχουν πραγματικά, έτσι όπως τα μάθαμε στο σχολείο!». Αυτή ήταν η πρώτη σκέψη του γνωστού ψυχιάτρου Σίγκμουντ Φρόιντ, όταν ανέβηκε στην Ακρόπολη το 1904 και όπως το διηγείται σε γράμμα του Ρομέν Ρολάν το 1936. Με αφορμή αυτήν τη σκέψη, ο «πατέρας της ψυχανάλυσης» θα κάνει μια ολόκληρη ψυχοσυναισθηματική ανάλυση του εαυτού του για να καταλήξει: «Και τώρα δε θα απορείτε πια που η ανάμνηση αυτού του βιώματος πάνω στην Ακρόπολη, τόσο συχνά με κατατρέχει, από τότε που, γέρος κι εγώ ο ίδιος, έχω ανάγκη επιείκειας και δεν μπορώ πλέον να ταξιδέψω».

Ο Κωστής Παλαμάς, εκτός από τις ποιητικές του αναφορές στην Ακρόπολη, «εκπροσωπείται» στον τόμο και με ένα απόσπασμα από τα «Γράμματα στη Ραχήλ», που θα μπορούσε να είχε γραφτεί σήμερα! «Στους διανοητικούς ξένους επιβάλλεται η Ακρόπολη με το αττικό θαύμα γύρω της, καθώς τη βλέπουν μια φορά, πρώτη και τελευταία. Εμείς, καθώς ζούμε κάτου από τη σκέπη της, δεν την πολυλογαριάζουμε. Η συνήθεια, ο συγχρωτισμός, η προστριβή, η καθημερινή ζωή, τους εξαλείφουν όλους αυτούς τους ακτινωτούς στεφάνους με τους οποίους εμφανίζονται εξ αποστάσεως στους άλλους τα ωραία και τα μεγάλα».

Μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή των κειμένων είναι η αναφορά των συγγραφέων στην Αθήνα της εποχής που την επισκέπτονται και η σύγκρισή της με το μνημείο. Σύγκριση, η οποία, αν και «μοιραία» υποκειμενική, ωστόσο - αποστασιοποιημένη, όσο το δυνατόν από τη συναισθηματική φόρτιση του συγγραφέα - μας προσφέρει λογοτεχνικές «φωτογραφίες» μιας πόλης χαμένης για πάντα. Η γνωστή συγγραφέας Βιρτζίνια Γουλφ μάς δίνει τέτοιες εικόνες από τις επισκέψεις της στο μνημείο το 1906 και το 1932: «Οι κιτρινωπές κολόνες του Παρθενώνα διακρίνονται όλες τις ώρες της μέρας στέρεα ριζωμένες στο βράχο της Ακρόπολης. Ενώ στο ηλιοβασίλεμα, όταν τα πλοία στον Πειραιά βροντούν τα κανόνια τους, ακούγεται ένα καμπανάκι κι ένας άντρας με στολή (με το γιλέκο ξεκούμπωτο) παρουσιάζεται και οι γυναίκες τυλίγουν κουβάρι τις μαύρες κάλτσες που πλέκουν στη σκιά, κάτω από τις κολόνες, φωνάζουν τα παιδιά τους και ροβολούν το λόφο για να γυρίσουν στα σπίτια τους».

Και πιο κάτω: «...συγκρίνοντάς τον με τους ξεφτισμένους σοβάδες, τα καινούρια ερωτικά τραγούδια που γρατσουνάνε οι χορδές μιας κιθάρας, κι ένα γραμμόφωνο, τα ζωηρά, αλλά ασήμαντα πρόσωπα που κυκλοφορούν στο δρόμο, ο Παρθενώνας είναι πραγματικά εκπληκτικός μέσα στη σιωπηλή ηρεμία του, που είναι τόσο σφριγηλή, ώστε, αντί για παρακμασμένος, να φαντάζει ο Παρθενώνας, από τον κόσμο ολόκληρο, διαρκέστερος».

«Η μετάβαση από τη Φύση στην Τέχνη»

Ο Δημήτρης Πικιώνης, ο σπουδαίος αυτός αρχιτέκτονας και διανοητής, μας αποκάλυψε τα αρχιτεκτονικά μυστικά των αρχαίων «συναδέλφων» του, που μας μαγεύουν μέχρι σήμερα στην Ακρόπολη. Σε ένα σημείο γράφει: «Οι αρχαίοι στάθηκαν μεγάλοι δάσκαλοι και σε τούτο. Επάνω στην Ακρόπολη δε διανοήθηκαν ποτές να εξαφανίσουν το πλούσια σε αισθητικά συναισθήματα έδαφος. Ο Παρθενώνας εγείρεται απάνω στο βράχο, απάνω του είναι σκαλισμένη η πρώτη βαθμίδα του στυλοβάτη του. Ετσι γίνεται η μετάβαση από τη Φύση στην Τέχνη...».

Ο υπερρεαλιστής ζωγράφος Τζόρτζιο ντε Κίρικο περιγράφει «μια νύχτα στην Ακρόπολη», αφού πρώτα «έπαιξε» «κρυφτούλι» με το φύλακα. Ο οποίος «έστριβε σιγά το μουστάκι του κοιτάζοντας μακριά» και μετά «έστριψε τσιγάρο». «Μια απέραντη εμπιστοσύνη περιτύλιγε το κάθε πράγμα. Στην εμφατική γλυκύτητα αυτής της μεγάλης καλοκαιρινής νύχτας κατάλαβα ότι το κακό μέσα μου, γύρω μου, είχε εξαφανιστεί...». «Ο,τι είχα αγαπήσει, ό,τι στη ζωή μου υπήρξε ευνοϊκό για μένα, ήταν κοντά μου...». «Ατμοί, μια γλυκιά ομίχλη είχε ανέβει κι έκρυβε τη γη από το βλέμμα μου. Πάνω σ' αυτόν τον ωκεανό θεϊκής τρυφερότητας, η Ακρόπολη, σαν ένα μεγάλο πέτρινο καράβι, σαν ένα καράβι που λύθηκε από τα παλαμάρια του, αρμένιζε σιγά, ακυβέρνητο...».

«Σε όλη αυτή την αφήγηση θα απλώσω το ωχροκόκκινο χρώμα, γιατί από τούτη τη γη λείπει η πρασινάδα και μοιάζει σαν την ψημένη άργιλο...». Ετσι αρχίζει το κείμενό του για τον Παρθενώνα ο Ελβετός αρχιτέκτονας Λε Κορμπιζιέ το 1914. «Η Ακρόπολη - αυτός ο βράχος - ξεπροβάλλει μόνη της στην καρδιά ενός κλειστού πλαισίου. Μόλις στην αριστερή πλευρά, πέρα από τον Πειραιά, όταν από το κύμα ανεβαίνει ένας αχνός, νιώθεις τη θάλασσα και τα κύματα που εισχωρούν στην ξηρά». «Τι φως!».

Από το πλήθος των αναφορών του Γιώργου Σεφέρη στην Ακρόπολη ξεχωρίσαμε την παρακάτω. Ο λόγος είναι η συγκυρία του Νέου Μουσείου Ακρόπολης. Αυτού του επηρμένου σχεδίου που καταστρέφει τον αρχαιολογικό χώρο στου Μακρυγιάννη για να «αναδείξει» - υποτίθεται - την Ακρόπολη. Γράφει ο Σεφέρης: «Το μουσείο της Ακρόπολης είναι το ωραιότερο μουσείο που ξέρω, αναπαύει. Είναι μικρό και όλα σου μιλούν εκεί μέσα και μιλούν αναμεταξύ τους. Τ' ακούς, τα παρακολουθείς. Χαμόγελα και καμπύλες, ζωντανές μέσα σου, κάτω από τους φοβερούς θεούς και τα τέρατα των παλιών αετωμάτων. Η φυσική και η υπερφυσική ζωή τόσο καλά αρμονισμένες σ' ένα τόσο μικρό τόπο».


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ