Η Επιτροπή «δηλώνει κατηγορηματικά, και προειδοποιεί, με πλήρη συνείδηση και αποφασιστικότητα, προς όλες τις κατευθύνσεις, ότι δε θα γίνει χάριν προπαγανδιστικών τεχνικών οποιαδήποτε παράνομη ενέργεια εκσκαφής, θεμελίωσης και καταστροφής του αρχαιολογικού χώρου του περιβάλλοντος χώρου της Ακρόπολης και παράλληλα των αξιών του Ελληνισμού και της Παγκόσμιας Κοινότητας».
Στην ανακοίνωση σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι «οι διεθνείς συμβάσεις που έχει υπογράψει η Ελληνική Κυβέρνηση (Γρανάδας, κλπ.) απαγορεύουν ρητά την καταστροφή αρχαιοτήτων». Και προστίθεται ότι «ο Αρχαιολογικός Χώρος του οικοπέδου Μακρυγιάννη επανειλημμένα έχει χρησιμοποιηθεί ως πεδίο βολής με την αφελή ανοχή ή συμμετοχή αρχιτεκτόνων, σε διαγωνισμούς, με αποτέλεσμα την αδιέξοδη και παράνομη παρούσα κατάσταση και παράλληλα κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος». Η επιτροπή ασκεί κριτική και στο Σύλλογο Αρχιτεκτόνων, σημειώνοντας ότι ο τελευταίος «μπορούσε να ζητήσει την ακύρωση και του τέταρτου διάτρητου κλειστού διαγωνισμού, όπως όφειλε», αλλά «ουδέν έπραξε».
Τέλος σημειώνεται ότι «τα μάρμαρα του Παρθενώνα είναι αποσπασμένα μέλη μνημείου και η θέση τους είναι στο μνημείο και κανένα μουσείο στον κόσμο δε δικαιούται να τα οικειοποιηθεί. Το μνημείο οφείλει να είναι ένα προσκύνημα στο ανθρώπινο πνεύμα και όχι πολιτιστικός χαβαλές για συγκεκριμένα συμφέροντα. Αυτό συνεπάγεται και περπάτημα και αναρρίχηση στον Ιερό Βράχο και αντάξιο περιβάλλοντα χώρο. Αυτή η άποψη άλλωστε ταυτίζεται με τις απόψεις της Μελίνας Μερκούρη και Cubit».