Κυριακή 2 Φλεβάρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ
Επιχείρηση ... κάθαρσης από τους πρώτους υπεύθυνους

Στόχος, να ανοίξει ο δρόμος για νέα «τρελά» κέρδη, στους «υγιείς» επιχειρηματίες

Τα γήπεδα είναι δημόσια περιουσία αλλά... άλλοι τα εκμεταλλεύονται
Τα γήπεδα είναι δημόσια περιουσία αλλά... άλλοι τα εκμεταλλεύονται
«Παρακολουθούμε πάντοτε και τον πολιτισμό και τον αθλητισμό ως αντικείμενα οικονομικής δραστηριότητας και ως πεδία οικονομικής ανάπτυξης. Εχει πολύ μεγάλη σημασία ο αθλητισμός να είναι πεδίο ορθολογικής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Είναι πρώτο μέλημα της πολιτείας, να διαφυλάξει την ορθή και υγιή επιχειρηματικότητα, να διαχωρίσει, όπως έχω πει κατ' επανάληψη, τα καλά από τα κακά στοιχεία, τα νόμιμα από τα παράνομα, την ήρα από το σιτάρι». Τα αποκαλυπτικότατα αυτά λόγια ανήκουν στον υπουργό Πολιτισμού, Ευάγ. Βενιζέλο, και ειπώθηκαν σε ημερίδα του ιδρύματος Κόκκαλη, στις 23 Σεπτέμβρη, με θέμα: «Ο αθλητισμός ως αναπτυξιακός παράγων της νέας οικονομίας». Μέσα σε λίγες γραμμές, αποδεικνύεται περίτρανα, λοιπόν, ποιος είναι ο πραγματικός στόχος της κυβέρνησης όταν, περίπου τέσσερις μήνες μετά, «σηκώνει τη σημαία» τής ...εξυγίανσης. Το καλό του αθλήματος και άλλες μεγαλοστομίες δεν είναι τίποτα άλλο παρά «προφάσεις εν αμαρτίαις».

Το αλισβερίσι καλά κρατεί

Το ΠΑΣΟΚ, αλλά και η ΝΔ, συνειδητά παρέδωσαν το ποδόσφαιρο βορά στις ορέξεις του μεγάλου κεφαλαίου. Δημιούργησαν και συντήρησαν το έκτρωμα, που αποκαλούν επαγγελματικό ποδόσφαιρο, αδιαφορώντας αν αυτό οδήγησε στο μαρασμό και τον αργό «θάνατο» του αθλήματος. Το ενδιαφέρον τους ήταν και είναι οι συνδαιτυμόνες τους επιχειρηματίες να το απομυζήσουν και να αποκομίσουν τεράστια κέρδη. Και τα δύο κόμματα, ανάλογα ποιο είναι στην εξουσία, από το αλισβερίσι κρατούσαν τα πολιτικά οφέλη. Εκεί είναι προσανατολισμένη η λογική και πολιτική τους, παρά τις διαχειριστικού και προς χάριν κομματικής εκμετάλλευσης, μικροδιαφορές τους.


Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση, στην ίδια ημερίδα του υπουργού Ανάπτυξης, Ακη Τσοχατζόπουλου: «Είναι ώριμες οι συνθήκες να δούμε σε οικονομική, επαγγελματική, αλλά και αναπτυξιακή βάση, τη λειτουργία, μέσω επιχειρήσεων, της παραγωγής αθλητικού προϊόντος, πάσης μορφής, σε όλα τα αθλήματα, αλλά και στη λεγόμενη δευτερεύουσα αθλητική αγορά (υποδομές, προϊόντα). Πρόκειται για μια τεράστια αγορά που μας ενδιαφέρει και αυτό υποδηλώνει η σημερινή μου παρουσία».

Εξωραϊσμός για να πουλιέται καλύτερα το αθλητικό «προϊόν»

Το υφιστάμενο μοντέλο όμως έφτασε στα όριά του. Ετσι αποκαλύφθηκε περισσότερο το αποκρουστικό του πρόσωπο και δύσκολα κρύβονται οι πραγματικές του όψεις. Αποτέλεσμα ήταν να μην πουλάει πια, άρα να μην εξυπηρετεί το βασικό σκοπό ύπαρξής του (κέρδος). Ταυτόχρονα διαφοροποιήθηκαν και οι γενικότερες συνθήκες. Επιβάλλεται λοιπόν η αναπαλαίωση, ο εξωραϊσμός και εκσυγχρονισμός του, ώστε να το καταστήσουν εμπορεύσιμο. Αυτή είναι η πραγματική επιδίωξη της κυβέρνησης και αυτό επιχειρεί με τις παρεμβάσεις της και την «αταλάντευτη πολιτική εξυγίανσης». Το επιβεβαίωσε και ο υπουργός Πολιτισμού, σε άλλο σημείο της ομιλίας του στην ημερίδα του Ιδρύματος Κόκκαλη:

«Ο αθλητισμός όπως και ο πολιτισμός, ανήκουν σε ένα εξαιρετικά γόνιμο και κερδοφόρο πεδίο επιχειρηματικής και γενικότερα, οικονομικής δραστηριότητας, που είναι αυτό που ονομάζουμε συνήθως, η οικονομία του ελεύθερου χρόνου. Ο ελεύθερος χρόνος, ως αντικείμενο οικονομικής δραστηριότητας, έχει τεράστιο ενδιαφέρον. Ολο αυτό που λέγεται ελεύθερος χρόνος για ψυχαγωγία, συγκροτεί μια τεράστια αγορά υπηρεσιών και αγαθών, και διαμορφώνει πολύ σημαντικά οικονομικά μεγέθη».

Ερασιτέχνες «μαϊμού»

Το ποδόσφαιρο είναι ένα όμορφο άθλημα που ο καπιταλισμός εμπορευματοποιώντας το, το οδηγεί στο τέλμα

Sportidea

Το ποδόσφαιρο είναι ένα όμορφο άθλημα που ο καπιταλισμός εμπορευματοποιώντας το, το οδηγεί στο τέλμα
Ενα ακόμα κυβερνητικό «πυροτέχνημα» είναι η επιστροφή στα ερασιτεχνικά σωματεία υποτίθεται για το καλό του αθλήματος. Στην πραγματικότητα, στοχεύουν με την αξιοποίηση των Αθλητικών Συλλόγων, που δικαιούνται και απευθείας παροχές, σε μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση του αθλητισμού όπως αποκάλυψε ο Ευάγ. Βενιζέλος στην ίδια τοποθέτησή του: «Ολα αυτά τα οποία συζητούμε σε σχέση με τις Ολυμπιακές υποδομές, τα Ολυμπιακά έργα και όλα αυτά που αρχίζουν τώρα να μπαίνουν στο λεξιλόγιο των Αθλητικών Σωματείων των μητρικών ανωνύμων αθλητικών εταιριών, που ψάχνουν να βρουν μόνιμη στέγη ιδίως στο ποδόσφαιρο, έχουν πολύ μεγάλη σημασία και είναι και ορθολογικά. Διότι η μεταολυμπιακή χρήση των υποδομών μας αυτών, όπως και η λύση στο πρόβλημα των υποδομών των αθλητικών ανώνυμων εταιριών στο ποδόσφαιρο και λιγότερο στο μπάσκετ, περνάει μέσα από δραστηριότητες απλές στη σύλληψή τους όπως είναι ο σταθμός αυτοκινήτων, ή η διαφήμιση, ή οι χώροι εστίασης και παραμονής κοινού με την έννοια του εστιατορίου ή της καφετέριας». Και παρακάτω: «Εάν δούμε κάθε αθλητική επένδυση και κάθε αθλητική υποδομή ως μια σύνθετη επένδυση στο χώρο της ψυχαγωγικής βιομηχανίας, σε συνδυασμό και με κλασικές δραστηριότητες εμπορικές, όπως αυτές ενός εμπορικού κέντρου ή ενός χώρου στάθμευσης, τότε φυσικά αποκτούμε μια άλλη εικόνα για τη βιωσιμότητα των επενδύσεων αυτών και για τη δυνατότητα χρηματοδότησης. Αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πράγμα, με ένα τρόπο που είναι τελείως διαφορετικός από αυτόν τον οποίο έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια». Και στο βάθος υπάρχει άλλη μια πηγή κέρδους που βρίσκεται «στο ενδεχόμενο επιλεξιμότητας των δαπανών για αθλητικές επενδύσεις και σε ικανές πρωτοβουλίες της μελλοντικής Προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση».

Τα στοιχεία «μιλάνε»

Στην ημερίδα παρουσιάστηκε και μια έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), που είχε παραγγείλει το Ιδρυμα. Δείχνει ότι η εκμετάλλευση του αθλητισμού προς όφελος του κεφαλαίου είναι σημαντική. Αλλά, όπως υποστήριξαν οι ενδιαφερόμενοι, με τις κατάλληλες πολιτικές μπορεί να μεγιστοποιηθεί.

Σύμφωνα με τη μελέτη «η συνολική αξία αθλητικών προϊόντων που κατασκευάστηκαν από 75 εταιρίες, το 2000, ανήλθε σε 34,5 εκατ. ευρώ. Οι εξαγωγές αθλητικών ειδών ανήλθαν σε 13,8 εκατ. ευρώ και η συνολική αξία των αθλητικών προϊόντων που παρήχθησαν ή εισήχθησαν στην εγχώρια αγορά ήταν 131,6 εκατ. ευρώ. Το 2000 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 1.300 ιδιωτικά γυμναστήρια στα οποία αθλούνταν 311.500 άτομα. Ο τζίρος τους ανήλθε σε 164,5 εκατ. ευρώ και οι εργαζόμενοι σε αυτά ήταν 8.450 άτομα. Την ίδια χρονιά τα "καθαρά" έσοδα των ΜΜΕ από τις δραστηριότητές τους στον αθλητισμό, δηλαδή από διαφημίσεις, από ανταποδοτικά τέλη από την κρατική τηλεόραση, από πωλήσεις αθλητικών περιοδικών, εφημερίδων κλπ., ανέρχονται σε 96 εκατ. ευρώ, ενώ τα έσοδα των διαφημιστικών ανέρχονται σε 4 εκατ. ευρώ.

Εκτιμάται ότι τα έσοδα της συνδρομητικής τηλεόρασης, μόνο για το αθλητικό τους πρόγραμμα ανήλθαν σε 28,2 εκατ. ευρώ. Οπως επισημαίνεται η εκτίμηση αυτή είναι μάλλον υποτιμημένη και μπορεί να ανέλθει σε 35,2 εκατ. ευρώ. Με βάση τα έσοδα των ΜΜΕ από την πώληση προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και από τα ποσοστιαία τηλεοπτικά τέλη, προκύπτει ότι το 2000 τα νοικοκυριά δαπάνησαν για τα παραπάνω προϊόντα και υπηρεσίες 83,8 εκατ. ευρώ. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί εισέπραξαν από διαφημίσεις 15,4 εκατ. ευρώ. Τα αθλητικά περιοδικά εισέπραξαν 2,2 δισ. δρχ. και οι αθλητικές εφημερίδες 2,6 δισ. δρχ. Από τα 289,6 εκατ. ευρώ που ήταν ο προϋπολογισμός της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού το 2000, το 64,2% προήλθε από τον ΟΠΑΠ. Τα έσοδα του ΟΠΑΠ από τα στοιχήματα ανήλθαν σε 1,448 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 944% σε σχέση με το 1998. Το "Στοίχημα" αντιπροσώπευε το 68,9% των εσόδων, το ΤΖΟΚΕΡ το 15,7% και τα υπόλοιπα παιχνίδια το 6,3%».

Προσπάθεια αποφυγής των ευθυνών

Τις μέρες αυτές όμως εξελίσσεται και μια ακόμα πράξη στο «θέατρο του παραλόγου» που παρουσιάζει σχεδόν καθημερινά η κυβέρνηση. Παράλληλα με τα υπόλοιπα γίνεται μια αγωνιώδη προσπάθεια, αφ' ενός να κρυφτεί ότι τα κάθε είδους εκφυλιστικά φαινόμενα που κατά καιρούς παρουσιάζονται είναι σύμφυτα με τον επαγγελματικό αθλητισμό. Αφ' ετέρου, ν' αποσιωπηθούν, να μετριαστούν ή να μετατεθούν οι ευθύνες για όσα συμβαίνουν σε κάθε άλλον, εκτός από τα στελέχη της κυβέρνησης. Οι παράγοντες αυτοί (είτε μπλε είτε πράσινης απόχρωσης) ως συνένοχοι υπέθαλψαν τις καταστάσεις που τώρα καταγγέλλουν. Με δική τους ευθύνη από την πρώτη μέρα καθιέρωσης του επαγγελματικού ποδοσφαίρου ως σήμερα, το άθλημα «σπρώχνεται» στην κατηφόρα της εμπορευματοποίησης και ό,τι αυτή συνεπάγεται.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Πολιτισμού, κατά την παρουσίαση της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού, δήλωσε για την ατιμωρησία των υπευθύνων: «Οι καταστάσεις αυτές, παρανομίας, έχουν γίνει ανεκτές για πολλούς και διάφορους λόγους, και γιατί τα Δικαιοδοτικά Οργανα δεν ανταποκρίνονται με τον τρόπο και το ρυθμό που θέλουμε και που περιμένουμε, και γιατί πάντα οι οπαδοί ή οι φίλοι μιας ομάδας, είναι πολύ ελαστικοί και επιεικείς μαζί της, ενώ είναι πολύ αυστηροί και αδέκαστοι όταν πρόκειται για τους άλλους». Αυτή όμως είναι η... μισή αλήθεια.

Το Σάββατο 13 Απριλίου 2002 η εφημερίδα «Ημερησία» και ο συνάδελφος Α. Πετσίνης, δημοσιοποίησαν την έκθεση που συνέταξε η αρμόδια διεύθυνση ελέγχου των αθλητικών εταιριών, για τη χρήση του 2001. Στην έκθεση διαπιστωνόταν συστηματική παραβίαση του νόμου περί ανωνύμων εταιριών (2190) και του αθλητικού νόμου (2725). Η έκθεση γνωστοποιήθηκε στους υπουργούς Ανάπτυξης Α. Τσοχατζόπουλο, Πολιτισμού Ευάγ. Βενιζέλο και Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκη. Οι ελεγκτές κατέληγαν: «Η υπηρεσία είναι έτοιμη να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για την ανάκληση της άδειας σύστασης όσων αθλητικών εταιριών εμπίπτουν στις ως άνω διατάξεις, πλην όμως θεωρούμε ότι, λόγω της σοβαρότητας του θέματος, θα πρέπει να γίνει συνεννόηση και με το υπουργείο Πολιτισμού». Τελικά κυρώσεις ποτέ δεν επιβλήθηκαν....

Τώρα ο Ευάγ. Βενιζέλος και η κυβέρνηση θα ξανακάνουν ελέγχους και όπως ισχυρίστηκε «οι παραβάτες θα υποστούν τις κυρώσεις που προβλέπει η γενική νομοθεσία περί ανωνύμων εταιριών (δηλαδή ο 2190), αυτό που προβλέπει το Εμπορικό μας Δίκαιο, αυτό που προβλέπει ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας»...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ