Κυριακή 24 Αυγούστου 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ
Το φαινόμενο του ντόπινγκ στη σύγχρονη ελληνική και παγκόσμια πραγματικότητα

Με αφορμή την πρόσφατη ανακίνηση του προβλήματος «ντόπινγκ» από το γερμανικό περιοδικό Σπίγκελ και ανεξάρτητα από τα κίνητρα τα οποία οδήγησαν το εν λόγω περιοδικό, αυτή την περίοδο, να σηκώσει αυτό το θέμα και μάλιστα για τον πρωταθλητισμό στην Ελλάδα, το φαινόμενο όχι μόνο είναι υπαρκτό, αλλά και οι διαστάσεις του απροσδιόριστα μεγάλες. Οσο δε προχωράνε στην τελική ευθεία οι Ολυμπιακοί Αγώνες, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σχετικά με το πρόβλημα του ντόπινγκ ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει σήμερα μια συνεκτική, περιεκτική, ενδιαφέρουσα ομιλία του αναπληρωτή καθηγητή βιοχημείας της άσκησης ΤΕΦΑΑ στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Βασίλη Μούγιου που έγινε σε ημερίδα με θέμα: «Αθλητισμός. Κοινωνικό αγαθό».

Από μια εκδήλωση για την κοινωνική διάσταση του αθλητισμού δε θα μπορούσε να λείπει το θέμα του ντόπινγκ, αφού, πέρα από τα άλλα αρνητικά που το συνοδεύουν, το ντόπινγκ θίγει και την κοινωνική διάσταση του αθλητισμού. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, όταν πρόκειται για μια διαδικασία κρυφή, μυστική, που υπονομεύει την ευγενική άμιλλα, τη χαρά του συναγωνισμού, το πνεύμα αθλητισμού και την υγεία (ένα άλλο κοινωνικό αγαθό); Δεν είναι, λοιπόν, υπερβολή να πούμε ότι το ντόπινγκ ακυρώνει τον αθλητισμό ως κοινωνικό αγαθό.

Η Διεθνής Υπηρεσία κατά του Ντόπινγκ (WADA), το ανώτατο όργανο που ρυθμίζει τα σχετικά θέματα σε συνεργασία με τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (IOC), περιγράφει το ντόπινγκ ως εξής: «Ντόπινγκ είναι η χρησιμοποίηση απαγορευμένων φαρμάκων ή μεθόδων στον αθλητισμό για την αύξηση της αθλητικής απόδοσης. Το ντόπινγκ περιλαμβάνει τη χρήση ή παρουσία σε σωματικό δείγμα ενός αθλητή, οποιασδήποτε απαγορευμένης ουσίας ή απαγορευμένης μεθόδου». Η περιγραφή αυτή συνοδεύεται από κατάλογο απαγορευμένων ουσιών και μεθόδων, ο οποίος μεγαλώνει με κάθε αναθεώρηση (η τελευταία έγινε την 1/1/2003). Οι «δημοφιλέστερες» ουσίες ντόπινγκ είναι τα αναβολικά στεροειδή, τόσο που συχνά ταυτίζονται (λαθεμένα) με το ντόπινγκ.

Το ντόπινγκ φαίνεται να είναι πλατιά διαδεδομένο στον αγωνιστικό αθλητισμό, τόσο παγκοσμίως, όσο και στην Ελλάδα. Είναι φυσικό για μια τέτοια δραστηριότητα να μην υπάρχουν ακριβή στοιχεία. Ο αριθμός των θετικών δειγμάτων που διαπιστώνονται από τα ανά τον κόσμο αναγνωρισμένα εργαστήρια ελέγχου ντόπινγκ (1.000-2.000 το χρόνο) υποτιμά σαφώς τους αθλητές που πραγματικά χρησιμοποιούν απαγορευμένες ουσίες ή μεθόδους, αφού υπάρχουν πολλοί τρόποι αποφυγής της ανίχνευσής τους. Δυστυχώς, το ντόπινγκ φαίνεται να είναι διαδεδομένο και στο λεγόμενο αναψυχικό αθλητισμό, για παράδειγμα στα γυμναστήρια. Εδώ δεν υπάρχει έλεγχος ντόπινγκ, που θα μπορούσε να περιορίσει τη διάδοσή του, αλλά ούτε και ιατρική παρακολούθηση των περισσότερων αθλούμενων, όπως συμβαίνει στον αγωνιστικό αθλητισμό. Αυτά είναι πηγές πρόσθετης ανησυχίας.

Παρά τη φαινομενική ένταση των προσπαθειών που γίνονται σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο για την καταπολέμηση του ντόπινγκ, η κοινή γνώμη και η επιστημονική κοινότητα τις αντιμετωπίζουν με όλο και μεγαλύτερη δυσπιστία, λόγω των ενδείξεων ότι οι αρμόδιες αρχές (τόσο κυβερνητικές, όσο και μη κυβερνητικές) «κάνουν τα στραβά μάτια» στις σχετικές παραβιάσεις. Οι λόγοι είναι προφανείς: Μεγάλα ατομικά, συλλογικά, οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα κρύβονται πίσω από το να πιστεύει ο κόσμος ότι οι μεγάλες επιτυχίες που σημειώνονται κάθε τόσο στους αγωνιστικούς χώρους οφείλονται μόνο στις ικανότητες των αθλητών και είναι αποτέλεσμα τίμιου συναγωνισμού. Να δύο αποδείξεις της απόστασης λόγων και έργων στο θέμα της καταπολέμησης του ντόπινγκ:

1. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ανέστειλε την παραπέρα χρηματοδότηση όλων των προγραμμάτων κατά του ντόπινγκ επικαλούμενη νομικά προβλήματα. Τα προγράμματα αυτά περιλάμβαναν έρευνα για το πώς ο έλεγχος ντόπινγκ θα γίνει αποτελεσματικότερος και εκπαιδευτικές καμπάνιες για την ενημέρωση των νέων ανθρώπων γύρω από τις παρενέργειες του ντόπινγκ, κάτι που θεωρώ ένα από τα λίγα όπλα που διαθέτουμε στον πόλεμο αυτό.

2. Ο αιφνιδιαστικός έλεγχος, ένα άλλο όπλο κατά του ντόπινγκ (κι ένα από τα αποτελεσματικότερα), υπολειτουργεί. Αναφέρομαι στον απροειδοποίητο έλεγχο των αθλητών κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, ο οποίος τους στερεί την ευκαιρία να προετοιμαστούν για την αποφυγή της αποκάλυψης του ντόπινγκ με τη χρήση ουσιών και μέσων συγκάλυψης.

Το φαινόμενο του ντόπινγκ δε θα πρέπει να εξετάζεται ξεκομμένο από το περιβάλλον των σύγχρονων καπιταλιστικών κοινωνιών, που επικρατούν στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη μας. Εχει πολλά από τα χαρακτηριστικά τους: Την αναξιοκρατία, τον αθέμιτο ανταγωνισμό, την εξαπάτηση, την αδιαφάνεια, την υποκρισία. Επομένως, η εξάλειψή του είναι μια ουτοπία, αν δε συνδυαστεί με την αντιμετώπιση αυτών των γενικότερων προβλημάτων. Σε ατομικό επίπεδο, πιστεύω πως το πρόβλημα ξεκινά από μια στρεβλωμένη ιεράρχηση αξιών. Οταν ο νέος άνθρωπος βάζει πάνω απ' όλα την προσωπική επιτυχία με οποιοδήποτε κόστος και από κάτω την αξιοπρέπεια και την υγεία του, είναι λογικό να ενδώσει και στον πειρασμό του ντόπινγκ. Αυτό μας φέρνει στο ζήτημα της προσωπικής ευθύνης του καθένα, που πάντα υπάρχει πέρα από τη συλλογική. Καθώς μεγαλώνετε (απευθύνομαι στους νέους σπουδαστές και αυριανούς επιστήμονες της φυσικής αγωγής και του αθλητισμού), θα αυξάνονται γύρω σας οι πιέσεις να αποδεχτείτε (είτε ως αθλητές είτε ως προπονητές είτε ως αθλητικά στελέχη) την πρακτική του ντόπινγκ, ιδίως όταν βλέπετε πόσοι άλλοι γύρω σας την ακολουθούν, θα σας λένε (όπως μου λένε) «εδώ γίνεται χαμός, εμείς θα πηγαίνουμε με το σταυρό στο χέρι;». Τότε θα είναι μεγαλύτερη η δυσκολία, αλλά και η αξία, του να μείνετε πιστοί στις αρχές σας. Σας προτείνω να μην ενδώσετε, ακόμη κι αν είστε με τη μειοψηφία, ακόμη κι αν ξέρετε πως «οι βάρβαροι επιτέλους θα διαβούν».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ