Το ξημέρωμα - όπως πάντα - στα νοσοκομεία δεν κοκκινίζει από τη μουσούδα του ήλιου. Από τις σιωπηλές νοσοκόμες της πρωινής βάρδιας, με τις «πάπιες», τα θερμόμετρα και τις ενέσεις, το καταλαβαίνεις. Από την απόγνωση και το θόρυβο των άμοιρων που συνωθούνται στο διάδρομο των εξωτερικών ιατρείων θα σημάνει πάλι το ξημέρωμα.
Καμπούριασε η ράχη του μπαρμπα- Μαθιού να καρτερά άσπρη μέρα και η ελπίδα με τα χρόνια ξεφτίζει. Ο άνεργος πάλι θα περάσει το πρωινό του στον καφενέ ξεφυλλίζοντας αγγελίες εφημερίδων κι ο συνταξιούχος θα μετρά τα λεπτά του ευρώ, να συμπληρώσει για έναν καφέ. Ολοι θα ξαναπάρουν τη θέση τους στη γωνιά.
Οι ουρές μακραίνουν στο ΙΚΑ και οι ζητιάνοι πληθαίνουν στην εξώπορτα της εκκλησίας και του νεκροταφείου. Εσβησαν τα σούρτα- φέρτα των πολιτικάντηδων με τις κάμερες στις λαϊκές αγορές. Ανεργη, δίχως λύπηση θα μείνει η τηλεόραση χωρίς τις «γλάστρες» και τα «παραθύρια» της, μόνο με τους πολύφερνους πολιτικούς αναλυτές στο φόρτε τους.
Ξημέρωσε. Ανέγγιχτες οι φουρτούνες και τα προβλήματα της ζωής στο δισάκι του φτωχού. Τα όνειρα αδικαίωτα. Οι υποσχέσεις δεν τρώγονται, φυλλορροούν. Το μέλλον, όπως πάντα, πιο αμφίβολο και πιο πικρό.
Σκληρή, αδυσώπητη κι απάνθρωπη μπροστά μας η πραγματικότητα.
Στα μετερίζια, όπως πάντα, οι κομμουνιστές, αναθαρρημένοι, από νέες, περισσότερο ενισχυμένες αφετηρίες, με μεγαλύτερες υποχρεώσεις και ευθύνες. Ερχονται αγώνες αύριο, έρχονται τα χειρότερα ή και τα καλύτερα! Απ' όλους μας εξαρτάται...