Πού εδράζεται όμως η πολιτική της αντινεοφιλελεύθερης διαχείρισης; Στο προγραμματικό συνέδριο του ΣΥΝ, αυτό διατυπώνεται με μεγάλη σαφήνεια. «Η Αριστερά της εποχής μας, έκφραση της οποίας στη χώρα μας συνιστά ο ΣΥΝ, είναι η Αριστερά που μάχεται το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό και την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ σε όλα τα επίπεδα, στο εθνικό, στο περιφερειακό και στο παγκόσμιο, αλλά και στο κοινωνικό, το οικονομικό, το πολιτικό και το ιδεολογικό, είναι η Αριστερά που αναδεικνύει η ίδια αυτή η διαδικασία παγκοσμιοποίησης ως το αντίπαλο δικό της δέος».
Βεβαίως, ο ΣΥΝ δε μιλά για ιμπεριαλισμό και μονοπώλια. Αυτά για τον ΣΥΝ είναι ανύπαρκτα. Επομένως, η «Αριστερά» του ΣΥΝ δεν είναι αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή δύναμη, δεν έχει στόχο τη σύγκρουση και ρήξη με την πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων του ιμπεριαλισμού, δεν έχει στρατηγική την ανατροπή του καπιταλισμού, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Στο προγραμματικό συνέδριο, ο ΣΥΝ διατυπώνει την εξής θέση: «Η Ευρωπαϊκή Αριστερά έχει αποδεχτεί τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, γιατί θεωρεί πως αυτή ευνοεί τους δικούς της στόχους». Επομένως, έχει στρατηγική πλήρους στήριξης της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης. Συμβάλλει στη συγκάλυψη του ταξικού χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, της αντιλαϊκής εσωτερικής φύσης της, σπέρνοντας αυταπάτες για δυνατότητα μεταστροφής της σε φιλολαϊκή κατεύθυνση με αλλαγή της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης. Αυτή η στρατηγική θεωρεί αναγκαιότητα την προώθηση της καπιταλιστικής ενοποίησης ως την πολιτική ένωση. Γι' αυτό, στο προγραμματικό του συνέδριο διατυπώνει τη θέση για «μια πολιτικά ενωμένη Ευρώπη με ισχυρό κοινό νόμισμα, κοινή εξωτερική πολιτική, αυτόνομη, δηλαδή εκτός NATO, αμυντική δομή και δυνατότητα αποτελεσματικής παρέμβασης όπου χρειαστεί στον κόσμο».
Δηλαδή, μια ΕΕ που θα δρα στα πλαίσια της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων. Τι άλλο μπορεί να σημαίνει δυνατότητα παρέμβασης, όπου χρειαστεί στον κόσμο, όταν κυριαρχούν ο ιμπεριαλισμός, οι αντιθέσεις και οι πόλεμοι; Υπεράσπιση, λοιπόν, του ευρωενωσιακού καπιταλισμού. Αυτή η στρατηγική θέση σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ενωση αντικειμενικά ακυρώνει τη δυνατότητα, το συμφέρον και καθήκον των λαών να αγωνίζονται στο εθνικό πεδίο και να αξιοποιούν τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε κάθε χώρα, λόγω του νόμου της ανισόμετρης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης, για ανάπτυξη της ταξικής πάλης, με στόχο την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Αλλά ο ΣΥΝ το προχωράει παραπέρα. Επιδιώκει, μάλιστα, την προώθηση αυτής της προοπτικής να αναλάβει το λαϊκό κίνημα! «Είναι βέβαιο πως αν δεν υπάρξει καθοριστική λαϊκή συνεισφορά στην υπόθεση αυτής της ολοκλήρωσης, η έκβασή της θα παραμείνει πλήρως δέσμια των μεγάλων συμφερόντων». Κι ενώ κάνει αυτήν την εκτίμηση, δε θέτει στόχο την αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά την ενίσχυσή της. Επομένως, η στρατηγική του ΣΥΝ σημαίνει υποταγή του λαϊκού κινήματος στην ιμπεριαλιστική Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η θέση για πολιτική και στρατιωτική ενοποίηση της ΕΕ αποδεικνύει ότι ο ΣΥΝ είναι φανατικός οπαδός του αστικού κοσμοπολιτισμού. Και ζητά μια πιο ανεκτική κοινωνική πολιτική για το λαό, η οποία αντικειμενικά βρίσκεται μακριά από την κάλυψη όλων των σύγχρονων αναγκών της εργατικής τάξης, γενικότερα των λαϊκών στρωμάτων, και που θα μπορεί να εφαρμοστεί με την αλλαγή του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων σε όφελος του ΣΥΝ μέσα στο αστικό πολιτικό σύστημα. Και θεωρεί, επίσης, ότι αυτό το περισσότερο κοινωνικό κράτος είναι υπόθεση των αστικών κυβερνήσεων πανευρωπαϊκά.
Γι' αυτό και στο προγραμματικό του συνέδριο διατυπώνει την άποψη ότι το δίλημμα που υποτίθεται πως αντιμετωπίζουν «οι κυβερνήσεις και οι συνασπισμοί εξουσίας των χωρών της Ευρώπης είναι αν απαρνηθούν το κοινωνικό και πολιτικό πρόσωπο που διαμόρφωσαν μέσα σε μια μακρά πορεία οι αγώνες των ευρωπαϊκών λαών ή αποφασίσουν να το υπερασπιστούν. Πρέπει, όμως, να γίνει σαφές πως η εν λόγω υπεράσπιση περνάει υποχρεωτικά μέσα από την αμφισβήτηση της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ όσο και μέσα από την ανατροπή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που εφαρμόζεται εδώ και πολλές δεκαετίες στον ευρωπαϊκό χώρο».
Και αντιπαραθέτει μια σειρά προτάσεις νεοκεϋνσιανής διαχείρισης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης, που πολύ απέχουν και από τη μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική διαχείριση, σε επίπεδο κρατών - μελών, ενσωματώνοντας βασικές πλευρές της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης (π.χ. ιδιωτικοποιήσεις, αναδιαρθρώσεις εργασιακών σχέσεων, συνύπαρξη δημόσιου -ιδιωτικού τομέα στην «κοινωνική πολιτική», δηλαδή εμπορευματοποίησή του). Γι' αυτό και στήριξε τον «κοινωνικό διάλογο», μιλά για «υγιή ανταγωνισμό», λες κι ο ανταγωνισμός μπορεί να είναι τέτοιος και πάνω απ' όλα να ωφελήσει τους εργαζόμενους, στηρίζει την ΚΑΠ.
Να πώς διατυπώνει στο προγραμματικό του συνέδριο συνοπτικά τη στρατηγική του στην ΕΕ. «Στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Αριστερά οφείλει να αγωνιστεί άμεσα για το συνολικό αναπροσανατολισμό των ασκούμενων πολιτικών, με στόχους την προώθηση της οικολογικά δεσμευμένης ανάπτυξης, την αύξηση της μόνιμης και σταθερής απασχόλησης, την εξάλειψη της φτώχειας, την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και τη μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων».
(Συνεχίζεται)