Κυριακή 2 Μάη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Κρίση ποιου Θεάτρου;

3ο μέρος

Παπαγεωργίου Βασίλης

Εγραφα στο προηγούμενο για τη ζημιά που γίνεται από τα ΜΜΕ. Ξέρουμε τη δύναμή τους. Οπως ξέρουμε και την ανευθυνότητα με την οποία προβάλλουν, οδηγούμενα από ιδιοτελείς σκοπούς, πρόσωπα και πράγματα. Είναι απίστευτη η έλλειψη αξιολόγησης της ενημέρωσης, όπως απίστευτος είναι ο τρόπος με τον οποίο προβάλλουν κάτι, που «πρέπει» να προβληθεί. Ετσι μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι αναγνωρισμένοι καλλιτέχνες και σχήματα σαράντα ετών, μαζί με σχήματα και καλλιτέχνες δύο μηνών, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Ισως δε στη δεύτερη περίπτωση να είναι και περισσότερο θερμή η προβολή, αλλά πάντως ιδιαίτερα αποπροσανατολιστική στην πληροφόρηση του αναγνωστικού κοινού, που αργεί συνήθως να καταλάβει το παιχνίδι. Μου έλεγε πεπειραμένος καλλιτεχνικός συντάκτης μεγάλης εφημερίδας ότι το πρόβλημα ξεκινάει από το ότι δεν υπάρχει πλέον έλεγχος από κάποιον υπεύθυνο της σελίδας κι έτσι τα ποντίκια χορεύουν. Χωρίς να θέλω να γενικεύσω, γιατί θα ήταν άδικο, θα έλεγα ότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον από το ίδιο το έντυπο για τις καλλιτεχνικές του σελίδες, που αποτελούν τυχαίως ένα κομμάτι του φύλλου ή του περιοδικού, για να δείξουμε ότι διαθέτουμε και πολιτιστικές σελίδες...

Ας δούμε π.χ. τα πρόσωπα που γράφουν κριτική θεάτρου στα περισσότερα έντυπα. Αν εξαιρέσουμε μερικούς σοβαρούς γνώστες του αντικειμένου, θα αναρωτηθούμε για τους άλλους από πού αντλούν τις γνώσεις τους και από πού την πείρα τους, ώστε να εκφράσουν γνώμη για μια παράσταση και να επηρεάσουν το κοινό, όσο το επηρεάσουν; Και από πού κι ως πού νεαροί και πρωτόβγαλτοι, που εργάζονται στις καλλιτεχνικές σελίδες, υποκαθιστούν τους κριτικούς εν είδει παρουσίασης ή ενημέρωσης, μ' εκείνα τα πονηρά «είδαμε», «ακούσαμε», «πήγαμε», «επιλέγουμε», «προτείνουμε», αφήνοντας τάχα μου τον πρώτο λόγο στην επίσημη κριτική, αφού την έχουν ήδη υποκαταστήσει, μαζί με την απαραίτητη προβολή φυσικά και φουσκώνοντας ταυτοχρόνως τα μυαλά των διαλεχτών τους; Οπως γεμίσαμε θέατρα, έτσι γεμίσαμε και κριτικούς. Η ευκολία της ανάθεσης απίστευτη. Η ασυδοσία αφάνταστη. Οι τέσσερις πρώτες σε κυκλοφορία εφημερίδες και τέσσερα περιοδικά διαθέτουν 14 κριτικούς! Τόσο εύκολη θεωρείται η στήλη της κριτικής, ώστε κάποτε που μια θεατρική ομάδα έβγαζε ένα μηνιαίο έντυπο διέθετε έξι άτομα που κριτικάριζαν τις παραστάσεις που είχαν δει!! Αντιλαμβάνεται κανείς τι γράφεται και κυρίως πώς εισπράττει ένας νέος καλλιτέχνης τις δοξολογίες του αδαούς κριτικού. Αντιγράφω τα επίθετα που χρησιμοποιήθηκαν σε μια κριτική - παρουσίαση σε εβδομαδιαίο περιοδικό της περασμένης βδομάδας, για τους ηθοποιούς κάποιας παράστασης: ο Α διαθέτει τη δέουσα πατρική στιβαρότητα, ο Β με τη φοβερή του φωνή, ο Γ είναι αποκάλυψη, ο Δ αδιατάρακτα συντονισμένος(!), η Ε είναι απίστευτη και συντονίζεται βαθύτατα με την εκπληκτική Ζ, ενώ η Θ με την πιο επιβλητική παρουσία. Ολοι αυτοί οι ηθοποιοί είναι νέοι. Αν αύριο ανοίξουν δικό τους θέατρο δε θα έχουν άδικο, άλλος τους πήρε στο λαιμό του.

Μέσα σ' αυτή τη θεατρική, και όχι μόνο, Ελλάδα της ευκολίας και της ανευθυνότητας, όπου σωστή εκπαίδευση δεν υπάρχει, σωστή ενημέρωση δεν υπάρχει, η σεμνότητα και το «γνώθι σ' αυτόν» έχουν εξαφανιστεί, η εκμετάλλευση παίρνει και δίνει, όπου η τηλεόραση του στυγνού εμπόρου δημιουργεί τα ινδάλματα και τις αξίες και οι φιλικά προσκείμενοι «δημοσιογράφοι» και «κριτικοί» τα υμνούν και τα δοξάζουν, έρχεται φυσιολογικά η αδιαφορία του κοινού προς ένα ανυπόληπτο θέατρο, που για να σταθεί στα πόδια του χρησιμοποιεί όλες τις δυνατότητες που του προσφέρει το σύγχρονο μάρκετινγκ, μετατρεπόμενο σε σούπερ μάρκετ. Οι παλιές προσκλήσεις των λαϊκότατων θεαμάτων που βρίσκαμε στα ταμεία των μπακάλικων, χρησιμοποιούνται πλέον και από πιο ευγενή θέατρα, αλλά και ενισχύθηκαν από εκπτωτικά κουπόνια(!), από συσκευασίες δύο σε ένα (με 1 - δύο άτομα κλπ.), ακόμη και με εκπτωτικές κάρτες(!) όπου οι προσφορές(!), όπως το ακούτε, ισχύουν μέχρι το τέλος του μήνα, λες και πουλάμε ρούχα κι αυτοκίνητα! Ακόμα χρησιμοποιώντας και SMS(0,75λ. +ΦΠΑ το μήνυμα, όχι παίζουμε) μπορείς να δηλώσεις συμμετοχή για να κερδίσεις κάποιες προνομιούχες προσκλήσεις δωρεάν. Ελεος! Αν αυτά είναι χαρακτηριστικά μιας τέχνης που θεωρείται σοβαρή, τότε τι είναι φτηνό; Αν με τέτοιους τρόπους προώθησης του προϊόντος μας απευθυνόμαστε σε σοβαρούς αγοραστές θέλοντας να δημιουργήσουμε σταθερό θεατρόφιλο κοινό, τότε τι πρέπει να κάνει ο εισαγωγέας καλλυντικών; Αν βγάλουμε το θέατρο στους πάγκους, όπως τα ψιλικατζίδικα που στήνονται έξω από τους σταθμούς του μετρό, γιατί να απαιτήσουμε από τους πελάτες μας να μας σεβαστούν, να μας θεωρήσουν κάτι ιδιαίτερο και να μας «χρησιμοποιήσουν» με το δέοντα σεβασμό; Και γιατί τότε δε στηνόμαστε έξω από τις εισόδους των θεάτρων μας φωνάζοντας «εδώ το καλό, περάστε κόσμε!»;

Το κάθε θέατρο είναι άξιο του κοινού του και κάθε κοινό άξιο του θεάτρου που παρακολουθεί. Οταν το θέατρο γίνεται μπακάλικο δεν έχουμε δικαίωμα να μιλάμε για Τέχνη. Οταν ο δικός μας σεβασμός προς το επάγγελμά μας ξεπέφτει σε επίπεδα λαϊκής αγοράς, τότε μας αρμόζουν πάγκοι για να ξεπουλάμε το εμπόρευμα. Και αφού αυτό που πουλάμε τόσο το σεβόμαστε, τόσο μας σέβονται και οι πελάτες μας. Και ανάλογα με το σεβασμό προς το εμπόρευμα θα έχουμε ή δε θα έχουμε κίνηση.

Γιατί, λοιπόν, μιλάμε για θεατρική κρίση; Η κρίση του σημερινού θεάτρου, έτσι όπως συμπεριφέρεται στους πελάτες του, είναι η κλασική κρίση που έχει κατά καιρούς το εμπόριο. Η Τέχνη δεν είχε ποτέ κρίση. Ούτε το αληθινό Θέατρο. Πορευόντουσαν πάντοτε δύσκολα και δύσκολα παλεύανε τον αγώνα τους. Είχαν, έχουν και θα έχουν «κρίση», αλλά αυτή είναι άλλου είδους και αφορά και άλλες παραμέτρους της κοινωνίας και των εποχών. Ο μεγάλος καλλιτέχνης δε δεχότανε ποτέ πιστωτικές κάρτες, είχε ανάγκη από συνειδητούς θεατές, που θεωρούσαν το θέατρο ανάγκη για τη ζωή τους, όσο κι αν κόστιζε. Τα μεγάλα θέατρα δεν ξεπέσανε ποτέ στη ζητιανιά για να επιβιώσουν. Προχωρούσαν πεινώντας. Δε μιμήθηκαν τις μεθόδους του φτηνού έμπορα. Εκαναν το κοινό να τα σέβεται για την περηφάνια τους και για το σεβασμό στην τέχνη τους, για την αντίστασή τους στις Κίρκες, στο ευτελές και το εύκολο, για τις θέσεις τους απέναντι στη βία και την καταπίεση, για τους αγώνες τους εναντίον των παντός είδους κατακτητών και καταπατητών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ελευθερίας. Είχαν, με λίγα λόγια, πλήρη συναίσθηση της αποστολής τους της κοινωνικής. Αν υπάρχει αυτή η συναίσθηση, αν ο καλλιτέχνης είναι καλλιτέχνης κι όχι επιχειρηματίας και το αληθινό θέατρο περνάει κρίση, τότε πρέπει να ανησυχούμε για τον κόσμο και να δούμε με σοβαρότητα τι συμβαίνει. Αν όμως δεν ισχύουν αυτά στον καλλιτέχνη, τότε το θέατρο έχει χάσει τον προσανατολισμό του, τότε ο κόσμος του θεάτρου πρέπει να ρίξει μια βαθιά ματιά μέσα του και να αναθεωρήσει πολλά, γιατί τότε η κρίση βρίσκεται μέσα στο ίδιο το θέατρο, που επιρρίπτει αλλού τις ευθύνες για να αποφύγει την αυτοκριτική του.


Του
Θανάση ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ*
* Ο Θανάσης Παπαγεωργίου είναι ηθοποιός, σκηνοθέτης και δημιουργός του Θεάτρου «Στοά»


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ