Κυριακή 11 Ιούλη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Πατριδογνωμόνιο
Επικίνδυνο θέρος

Δύσκολο να κρατήσεις επαφή με τον έξω σημερινό πραγματικό κόσμο χαζεύοντας τη Μεγάλη και τη Μικρή Αρκτο τις νύχτες και κυρίως αγναντεύοντας τη θάλασσα με τ' αυτιά μαγεμένα απ' τους ψιθύρους της τα ρόδινα πρωινά. Η συνομιλία με τους γλάρους εμπεριέχει πληροφορίες για τη φύση απολύτως αδιάφορες για τους πολιτισμένους του καιρού μας, αλλά και μηνύματα και προειδοποιήσεις για το απώτατο εκείνο μέλλον, που όλοι ελπίζουν να υπάρξει.

Στη χαλάρωση αναζητώ το «Ριζοσπάστη», μια φορά κάθε απόγευμα, με την ίδια ανάγκη να σφίγγει την ψευδαίσθηση γαλήνης και σχεδόν αθανασίας, που με ζώνει σαν τύψη κάθε που περνάω καλά. Κι έρχεται, σύντροφοι, η πραγματικότητα να στρέψει το καλοκαιρινό μου βλέμμα στον κόσμο ολόκληρο, σαν περισκόπιο που αναδύεται από τα ευτυχισμένα βάθη μιας προσωρινής υποκειμενικής ευδαιμονίας.

Μια παρέα μιλάει γερμανικά, άνθρωποι σκληρά εργαζόμενοι, που ήρθαν εδώ κυνηγώντας λίγο ήλιο και αλμύρα, βγαίνει κάθε πρωί νωρίς σα σε παρέλαση για το πρώτο της μπάνιο. Εχω το χτεσινό «ΡΙΖΟ» στο χέρι, ανοιγμένο στη σελίδα που μ' έχει αφήσει έτσι κι αλλιώς άφωνη. Στον ήχο της γλώσσας των λουομένων, άθελά μου, βλέπω για κλάσματα δευτερολέπτου την παρέλαση των WAFEN-SS στην Εσθονία μόλις προχτές! 2004! Πατρίδα όμορφή μου, που με μια μπάλα λίγο έλειψε να γίνεις κάτι σαν «πολεμική αρετή των Ελλήνων», με κραυγές που εξομοίωσαν το «γκολ» με το «αέρα», πώς δεν ξεσηκώνεσαι, όταν κάπου στην ...Ευρώπη σου, με την υπογραφή σου, βρικόλακες του αγκυλωτού σταυρού αρχίζουν παρελάσεις και κάνουν τουρισμό στην κατακρεουργημένη ιστορία, αναλογίζομαι και σιωπώ. Οι αθώοι Γερμανοί τουρίστες βουτάνε στα νερά του χωριού, λένε πως είναι, μάλιστα, τα τελευταία αμόλυντα στη Μεσόγειο ολάκερη, απολαμβάνοντας τον αγιασμό της ειρήνης. Και λίγο βορειότερα, η εφημερίδα μου γράφει πως έγιναν της μόδας οι σβάστικες κι άρχισαν οι βαλτικές βιτρίνες να γεμίζουν με ναζιστικά σύμβολα!..

Αντε να κρατήσεις το θέρος μέσα σου άθικτο από τη θύελλα που έρχεται και να περισωθείς μαζί με του Γερμανούς με το παιδικό πρόσωπο και τη συντροφικότητα της διπλανής πόρτας, της διπλανής χαράς. Πιάνουμε κουβέντα. Φοβούνται και θυμώνουν. Για όσα γίνονται στον τόπο τους κι άλλα τόσα στο δικό μου. Πολλή δουλιά, άμα υπάρχει, λίγο το χρήμα, μεγάλο το άγχος, άδηλο το μέλλον, φόβος για τα όνειρα των παιδιών, που κινδυνεύουν να μείνουν απραγματοποίητα. Στην ιδέα της σβάστικας μια μικρή πένθιμη σιωπή απλώνεται και πάει να δολοφονήσει το καλοκαίρι μας. Τη σκεπάζουμε με δυο αστεία για τον Ρεχάγκελ, που ίσως σώσει, μετά την Ελλάδα, και τη Γερμανία... Δεν μπορεί. Ούτε αυτός, ούτε εμείς να καμωθούμε τους τυφλούς. Μόνο, για λίγο, τους τουρίστες. Κοίταζα τη θάλασσα. Βούτηξα. Στον κόσμο ολόκληρο. Και φώναξα από μακριά στον φίλο μου τον Γερμανό, κι ας μην κατάλαβε γιατί μιλώ, «άλλαξέ τον, τον γ... δεν μπορώ να περιμένω». Πήγε να πικρίσει η θάλασσα στο στόμα μου κι ύστερα γλύκανε, καθώς τον άκουσα να φωνάζει αθώα «για, για»... Με νοήματα, αποφασίσαμε πως θα κολυμπήσουμε μαζί ως τις κόκκινες σημαδούρες.


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ