Κυριακή 3 Οχτώβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Ας αφήσουμε ήσυχα τα νεκρά παιδιά

1. Εν αρχή ην ο λόγος του Παπαδιαμάντη: «Ας με συγχωρήσωσιν αι σκιαί διότι εμνημόνευσα όλα αυτά».

2. Λάθος του πρωθυπουργού ήταν η φράση με αφορμή την τραγωδία στα Καμένα Βούρλα, ότι το ατύχημα είναι θέμα και παιδείας κι έτσι πρέπει να το εξετάσουμε. Αλήθεια, κύριε Καραμανλή: Μπορείτε να κοιτάξετε με θάρρος στα μάτια αυτό το εμετικό «κατασκεύασμα» - διότι περί μικροαστού πρόκειται και όχι περί ανθρώπου - που με τόσο ζήλο έπλασε η παράταξή σας από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κι έπειτα; Μπορείτε - αν πρώτα καταφέρετε να σηκώσετε το πρόσωπό του, το γεμάτο χαρτονομίσματα - να του δείξετε τον κόσμο ξανά από την αρχή λέγοντάς του πως είναι ένα θαύμα το οποίο πρέπει να μοιραζόμαστε; Μπορείτε να του εμφυσήσετε ανθρωπιά, αλληλεγγύη, σεβασμό στην ύπαρξη του άλλου; Πότε επιτέλους θα μείνετε σιωπηλός, κύριε πρωθυπουργέ;

3. Τα νεκρά παιδιά ανήκουν μόνο στα όνειρα που είχαν και πουθενά αλλού, όπως κι εμείς ανήκουμε ακριβώς εκεί που μας αξίζει.

4. Δίχως να το καταλάβουμε, έχουμε πάρει την όψη του επισκέπτη που έχει περιγράψει ο Κωστής Παπαγιώργης: «Εντρυφώντας στη λύπη του, ο ζωντανός μπορεί να οραματίζεται με σπαραξικάρδια θρασυδειλία ανεξιχνίαστες διάρκειες μιας "ζωής" που βρίσκεται πέραν κάθε εικασίας και της οποίας το είδωλο παραμένει ανέφικτο σε κάθε πλαστική. Ξένος και παράξενος για τα μάτια, ο νεκρός είναι πρόσφορος στην εγκαρδιότητα και την ευσπλαχνία. Οι προσκυνητές, που αναλύονται σε ακατάσχετες συνδιαλέξεις πάνω από τα βουβά μνήματα, δεν ποτίζουν με θαλασσινό νερό το νυχτολούλουδο της λύπης, απευθύνονται σε μια άφθαρτη δεκτικότητα. Κανείς δεν μπορεί να μας εμποδίσει να φανταζόμαστε έναν αινιγματικό αποδέκτη που ηχογραφεί τα λόγια μας και τα στοιχειώνει. Αν η κρίση έχει τους κανόνες της και η λογική τα όριά της, το ακατανόητο διεκδικεί κι αυτό τους άδηλους ειρμούς του. Επιβάλλεται πάντως να τονίσουμε ότι το πένθος σχεδόν από ενδιάθετη υποβολή, απευθύνεται στον αγαπημένο τάφο και μόνο. Δεν περνάει από το νου κάποιου επισκέπτη του κοιμητηρίου όπως και του νοσοκομείου, σε πρότερες μέρες να σταθεί σε έναν ξένο τάφο και να πιάσει την κουβέντα με τον βουβό ένοικό του. Ισως θα μπορούσαμε εδώ να θυμίσουμε τα ρηχά χάδια που δίνουν οι γονείς στα ξένα παιδιά, αλλά πέραν τούτου η προσήλωση στον νεκρό προαπαιτεί ένα κοινό παρελθόν αγάπης, εν ζωή. Για τον ανίδωτο νεκρό δεν τίθεται θέμα - είναι ολωσδιόλου αδιάφορος. Αλλά ακόμα και για τον πεθαμένο που γνωρίζαμε εξ όψεως και συμβατικής γνωριμίας, πάνω από τον τάφο του δε μας περισσεύουν λόγια. Ισως να χρειάζεται άλλη απόσταση από τον νεκρό για ν' αντιμετωπίσουμε τη νεκρούπολη συνολικά. Να τη δούμε σαν ταμείο του θανάτου και της αθεράπευτης θλίψης. Μόνο που, ακόμα και σ' αυτή την περίπτωση, οδηγός είναι πάλι ο δικός μας νεκρός» (από το «Ζώντες και τεθνεώτες», εκδ. «Καστανιώτη»).

5. Οταν μιλάει το κέρδος, όλα τα αυτιά είναι τεντωμένα. Αυτή είναι η αρχή και ο τάφος μας. Ο οδηγός της νταλίκας, πεινασμένος για πριμ, φόρτωσε όπως όπως το εμπόρευμά του. Ο νεαρός οδηγός του λεωφορείου βιάστηκε ν' αρπάξει το δίπλωμά του. Πιο γρήγορος φυσικά και από τους δύο, ο θάνατος, που σφράγισε, όπως μόνο αυτός ξέρει, το θέατρο αυτό της αρπαχτής και του κέρδους.

6. Για τους νεκρούς μαθητές, ηλιοτρόπια και οι στίχοι του Λορέντζου Μαβίλη: «Α, δεν μπορείς παρά να κλαις το δείλι, / τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν: / θέλουν, μα δε βολεί να λησμονήσουν».


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ