Το υπουργείο Παιδείας έδωσε χτες στη δημοσιότητα το νομοσχέδιο που άμεσα θα προωθηθεί στη Βουλή μέσω του οποίου υποβαθμίζεται και ιδιωτικοποιείται η εκπαίδευση
Στην πραγματικότητα, η «ανάγκη» αλλαγής επαγγελματικού αντικειμένου είναι ανάγκη του καπιταλισμού για ευέλικτο εργατικό δυναμικό, χωρίς δικαιώματα, που θα το ξεζουμίζει και θα το πετάει στον «κάδο ανακύκλωσης». Αυτός ο «κάδος ανακύκλωσης» ονομάζεται διά βίου εκπαίδευση κι είναι απαραίτητος στο σύστημα, ακριβώς γιατί δε θέλει να εξασφαλίσει ολοκληρωμένο εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες του τις βαθμίδες, αλλά θέλει να μετατρέψει την κατάρτιση - το κόστος της οποίας θα αναλαμβάνει ο εργαζόμενος - σε κύριο εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτή η παρεχόμενη κατάρτιση θα είναι, όπως φαίνεται, «ένα τσούρμο δεξιότητες», ατάκτως ερριμμένες, που πιθανά να φανούν πρόσκαιρα χρήσιμες σ' όποιον πληρώσει το αντίτιμο και τις αποκτήσει. Ωστόσο είναι βέβαιο ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα αυτές οι σκόρπιες γνώσεις του θα απαξιωθούν και θα χρειαστεί να ξανακάτσει στα θρανία της κατάρτισης. Μέσα από την προώθηση της κατάρτισης προχωράει επίσης και η πολύμορφη ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης.
Από την αρχή του νομοσχεδίου ξεκαθαρίζεται ότι οι φορείς παροχής κατάρτισης μπορεί να είναι είτε ιδιωτικοί είτε δημόσιοι, ενώ για το συντονισμό τους ιδρύεται μια κυβερνητική «Επιτροπή Διά Βίου Μάθησης», υπό την προεδρία του γγ του υπουργείου Παιδείας. Στα «ψιλά γράμματα» των μεταβατικών διατάξεων του νομοσχεδίου, μάλιστα, αναφέρεται ότι με απόφαση της υπουργού μπορούν «να ορίζονται κι άλλοι Φορείς Παροχής Διά Βίου Εκπαίδευσης». Δηλαδή, δεν είναι απίθανο να δούμε και επιχειρήσεις να πιστοποιούνται ως τέτοιοι φορείς.
Στη λογική κυριαρχίας της κατάρτισης δίνεται η δυνατότητα να δημιουργηθούν μέσα στα ίδια τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ «μαγαζιά κατάρτισης», που θα κάνουν σεμινάρια συγκροτημένα σε διδακτικές μονάδες και θα οδηγούν σε πιστοποιητικά. Τα Ινστιτούτα Διά Βίου Εκπαίδευσης (ΙΔΒΕ) θα εκπονούν προγράμματα «διά βίου εκπαίδευσης» και «διά βίου κατάρτισης», τα οποία διαφέρουν μεταξύ τους μόνο ως προς την ονομασία, συγκροτούνται από διδακτικές ενότητες που δεν μπορούν να υπερβαίνουν συνολικά τις 250 ώρες διδασκαλίας κι η διδασκαλία μπορεί να πραγματοποιείται ακόμα και τις νυχτερινές ώρες, τα Σάββατα, τις αργίες, τις θερινές διακοπές. Η διάρκεια των προγραμμάτων και το σπάσιμό τους σε διδακτικές ενότητες αποδεικνύουν ότι πρόκειται για σκόρπιες αποσπασματικές γνώσεις κι όχι για ολοκληρωμένη εκπαίδευση. Τα παρεχόμενα πιστοποιητικά έχουν ως εξής: α) Μέχρι 50 ώρες σε Πιστοποιητικό Επιμόρφωσης, β) μέχρι 175 ώρες σε Πιστοποιητικό Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης/Κατάρτισης και γ) μέχρι 250 ώρες σε Πιστοποιητικό Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης/Κατάρτισης.
Τα ΙΔΒΕ θα έχουν έσοδα από δίδακτρα που θα πληρώνουν οι φοιτητές, απευθείας χρηματοδότηση από επιχειρήσεις ή και από ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, καθώς και από την εμπορική τους δραστηριότητα. Παράλληλα, θα χρηματοδοτούνται από τον Ειδικό Λογαριασμό του οικείου ΑΕΙ ή ΤΕΙ, ο οποίος περιλαμβάνει επίσης χρηματοδότηση από ιδιώτες. Τα «μαγαζιά» αυτά των ΑΕΙ και των ΤΕΙ θα υπόκεινται σε αξιολόγηση, με κριτήρια μεταξύ άλλων τη «ζήτηση» για τα προγράμματά τους, τη γνώμη αποφοίτων και διδασκόντων, καθώς και τη «γνώμη των φορέων απασχόλησης των αποφοίτων για την αποτελεσματικότητα των Προγραμμάτων», δηλαδή η γνώμη των εργοδοτών και των επιχειρήσεων για το αν τους κάνουν οι «γνώσεις» που θα αποκτούν οι απόφοιτοι. Αναφέρεται, δε, ρητά ότι η αρνητική αξιολόγηση ενός προγράμματος μπορεί να οδηγεί ακόμη και στην οριστική διακοπή της λειτουργίας του.
Δηλαδή, οι επιχειρήσεις θα παραγγέλνουν κι ανάλογα θα χρηματοδοτούν ή θα οδηγούν σε κλείσιμο τα συγκεκριμένα προγράμματα. Αυτή η σχέση των ΙΔΒΕ με τις επιχειρήσεις θα αποτελέσει δέλεαρ και «κράχτη» για αντίστοιχες δραστηριότητες των ΑΕΙ και ΤΕΙ, πολλά από τα οποία οδηγούνται λόγω της υποχρηματοδότησης να ψάχνουν για ιδιωτικούς φορείς που θα τα χρηματοδοτούν μέσα από διάφορες φόρμουλες.
Αποκαλυπτική ήταν η υπουργός Παιδείας, Μ. Γιαννάκου, στη χτεσινή συνέντευξη Τύπου παρουσίασης του νομοσχεδίου για τη διά βίου μάθηση, η οποία είπε πως η κατάρτιση εντός των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ είναι ευρωεπιβαλλόμενη και σύμφωνη με την πολιτική της κυβέρνησης. Εφτασε στο σημείο να δικαιολογήσει το νομοθέτημα ως πολιτική κατά της ανεργίας, λέγοντας ότι «η ανεργία δεν καταπολεμάται με παθητικές πολιτικές ούτε με επιδόματα. Η ανεργία θέλει ενεργητικές πολιτικές. Θέλει να φύγουμε από τη λογική λοιπόν της παροχής επιδομάτων ή μιας ψευτοκατάρτισης και να μπούμε στη λογική μιας ουσιαστικής διά βίου μάθησης».
Ισχυρίστηκε ότι τα ΙΔΒΕ θα συνδέσουν τα πανεπιστήμια με την αγορά εργασίας και πρόσθεσε: «Οσα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ νομίζουν ότι μπορούν να το φτιάξουν και έχουν τα "κότσια"... θα το κάνουν και θα πάρουν και τα χρήματα». Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι η χρηματοδότηση από την ΕΕ, τους ιδιώτες, τα δίδακτρα αποτελούν δέλεαρ για να υποκύψουν τα πανεπιστήμια στην υποβάθμισή τους μέσω της «πώλησης» κατάρτισης. Γιατί όταν οι επιχειρήσεις παραγγέλνουν δεξιότητες, τα πανεπιστήμια θα προσπαθούν να προσαρμόσουν και τα συμβατικά προγράμματα σπουδών τους στην εκπαίδευση αυτού του τύπου.
Αφορμή για δικομματικό καυγά μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έφερε, επίσης, η χτεσινή παρουσίαση του νομοσχεδίου, με την αρμόδια συντονίστρια του ΠΑΣΟΚ, Μ. Δαμανάκη, να κατηγορεί την κυβέρνηση ότι βρίσκεται πίσω από τις σύγχρονες ανάγκες και την υπουργό να απαντάει ότι οι καθυστερήσεις οφείλονται στο ΠΑΣΟΚ.