Η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ καταψήφισε την οδηγία για την «οργάνωση του χρόνου εργασίας», καταγγέλλοντας ότι πρόκειται για γενική ρεβανσιστική επίθεση της ΕΕ, των αστικών κυβερνήσεων και του κεφαλαίου στα δικαιώματα της εργατικής τάξης.
Κριτήριο για τη θέση των κομμάτων είναι η στάση που κράτησαν για το βασικό διακύβευμα, που έθεσε η ΕΕ με την πρόταση του εισηγητή, του σοσιαλδημοκράτη Α. Cercas, για την καθιέρωση δηλαδή του ενεργού και ανενεργού χρόνου εφημερίας.
Το ΚΚΕ, από την αρχή, κατήγγειλε και απέρριψε κατηγορηματικά τους νέους ορισμούς «ενεργός και ανενεργός χρόνος εργασίας», επισημαίνοντας ότι η ΕΕ με τις συντηρητικές - κεντροδεξιές και σοσιαλδημοκρατικές - κεντροαριστερές κυβερνήσεις και την πλουτοκρατία ανοίγουν το κουτί της Πανδώρας, για να τιναχτεί στον αέρα η ουσία του εργάσιμου χρόνου, που διαμορφώθηκε ως Εργατικό Δίκαιο με πολύχρονους σκληρούς ταξικούς αγώνες, αίμα και θυσίες της εργατικής τάξης.
Το ΚΚΕ δεν μπήκε στο ψευτοδίλημμα, που έστησαν σε συμπαιγνία η ΕΕ και οι πολιτικές ομάδες Λαϊκού Κόμματος, Σοσιαλδημοκρατών και Φιλελευθέρων κ.ά., για να περάσουν οι νέοι ορισμοί «ενεργός και ανενεργός χρόνος εφημερίας», που καταστρατηγούν την έννοια του εργάσιμου χρόνου.
Το πρώτο τμήμα της τροπολογίας 10 του εισηγητή Α. Cercas, την οποία ψήφισαν οι ευρωβουλευτές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού και εισάγει για πρώτη φορά στο Εργατικό Δίκαιο τους νέους ορισμούς ενεργός και ανενεργός χρόνος εφημερίας, έχει ως εξής: «Ολόκληρη η περίοδος εφημερίας, συμπεριλαμβανομένης της ανενεργού περιόδου, θεωρείται ως χρόνος εργασίας».
Στην τροπολογία 10, που είχαν συμφωνήσει οι πολιτικές ομάδες, συμπεριλήφθηκε και η εξής διάταξη, που υπονομεύει τον ορισμό του εργάσιμου χρόνου: «Ωστόσο, μέσω συλλογικών συμβάσεων, η συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταιρών ή μέσω νομοθεσίας ή κανονισμών, οι ανενεργοί περίοδοι εφημερίας μπορούν να υπολογίζονται με ειδικό τρόπο για να συμφωνούν με τη μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 6, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται με τις γενικές αρχές για την προστασία της ασφαλείας και της υγείας των εργαζομένων» (!!!) η οποία εγκρίθηκε και αυτή από την πλειοψηφία του ΕΚ.
Ετσι μεθοδεύτηκε από την Κομισιόν και τις πολιτικές ομάδες, οι εργοδότες αυθαίρετα να υπολογίζουν - ως ανενεργό περίοδο - το χρόνο εργασίας, όταν οι εργαζόμενοι θα αναγκάζονται να δουλέψουν περισσότερες από τις 48 ώρες τη βδομάδα, δηλαδή περισσότερες απλήρωτες υπερωρίες και δουλιά από τη μια για τους εργαζόμενους και υπερκέρδη για την πλουτοκρατία από την άλλη.
Η οδηγία για την «οργάνωση του χρόνου εργασίας» αποτελεί την αιχμή του δόρατος της αντιλαϊκής πολιτικής της στρατηγικής της Λισαβόνας, των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που έχουν επεξεργαστεί και προωθούν τα επιτελεία της ΕΕ και του κεφαλαίου, για τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, την επέκταση της άνισης αμοιβής για ίση εργασία, την προσωρινή - μερική απασχόληση, την παραπέρα εμπορευματοποίηση της Κοινωνικής Ασφάλισης, της Υγείας, της Πρόνοιας, της Παιδείας.
Στόχος της νέας αντιλαϊκής επίθεσης της ΕΕ και των άλλων πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου είναι η προσαρμογή στις απαιτήσεις της ανταγωνιστικότητας, σαρωτικές αλλαγές στο Εργατικό Δίκαιο, η κατάργηση θεμελιακών κατακτήσεων της εργατικής τάξης, για την αύξηση της κερδοφορίας της πλουτοκρατίας.
Οι νομοθετικές ρυθμίσεις, που περιλαμβάνονται στη σχετική οδηγία για την παραπέρα «ελαστικοποίηση» του χρόνου εργασίας, είναι συνέχεια της αντιλαϊκής πολιτικής της ΕΕ, της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που από κοινού ψήφισαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ, των αντεργατικών μέτρων που θεσμοθετήθηκαν με τις οδηγίες 1993/104/ΕΚ και 2003/88/ΕΚ, με τις οποίες άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου για την υπονόμευση του εργάσιμου χρόνου, του 8ωρου και άλλων κατακτήσεων της εργατικής τάξης. Πολιτική, που πιστά υπηρετείται από τις κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Διατηρείται η εξαίρεση - «opt-out» - από το μέγιστο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας και ο εργοδότης επιβάλλει εκβιαστικά στον εργαζόμενο δουλιά, σύμφωνα με τις ανάγκες της παραγωγής της επιχείρησης με εξαντλητικά ωράρια. Το ζήτημα διατήρησης του αυθαίρετου δικαιώματος του εργοδότη να χρησιμοποιεί τους εργαζόμενους σύμφωνα με τις δικές του επιλογές και πέρα από το μέγιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας παραμένει βασική επιλογή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - της Κομισιόν - σύμφωνα με τις δηλώσεις του επιτρόπου Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, V. Spidla, στην Ολομέλεια του ΕΚ στις 10 Μάη 2005, κατά τη συζήτηση της οδηγίας για την «οργάνωση του χρόνου εργασίας». Στη θέση αυτή, της Επιτροπής και των κυβερνήσεων των κρατών - μελών της ΕΕ, εντάσσεται και η πρόσφατη πρόταση της κυβέρνησης της ΝΔ για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας στην Ελλάδα, αποκαλύπτοντας ότι είναι προσχηματικός ο χαρακτήρας του «κοινωνικού διαλόγου» και προειλημμένες σε κοινοτικό επίπεδο οι αποφάσεις σε βάρος των εργαζομένων.
Προωθείται το μοντέλο του απασχολήσιμου - φτηνό εργατικό δυναμικό, με τη διά βίου κατάρτιση και πιο ευέλικτα ωράρια εργασίας.
Οι διατάξεις της οδηγίας επιτρέπουν κλιμακωτά την επέκταση της εργάσιμης εβδομάδας: 48 - 65 - μέχρι 78 ώρες ή υπό ειδικές συνθήκες ακόμη και τις 89 ώρες!!!
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκφράζοντας την ενιαία στρατηγική του ευρωενωσιακού κεφαλαίου, των συντηρητικών κεντροδεξιών και σοσιαλδημοκρατικών - κεντροαριστερών δυνάμεων απλώς επικυρώνει και «νομιμοποιεί» τις αντιλαϊκές - αντιδραστικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου.
Η οδηγία για την παραπέρα «ελαστικοποίηση» του χρόνου εργασίας και παράταση της εργάσιμης μέρας είναι αντιδραστική, βαθιά ταξική επιλογή για την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, είναι χρόνος κλεμμένος από τη ζωή των εργαζομένων. Οι συνέπειες για την εργατική τάξη είναι ακόμη πιο οδυνηρές. Περισσότερη απλήρωτη δουλιά, όποτε και όπως επιβάλλουν οι ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής, υπονόμευση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, εντατικοποίηση της δουλιάς, αύξηση των εργατικών ατυχημάτων, χειροτέρευση των όρων ασφάλισης και συνταξιοδότησης, δραστικός περιορισμός του ελεύθερου χρόνου για κοινωνική δράση, αποδιοργάνωση της οικογενειακής ζωής.
Χρειάζεται οι εργαζόμενοι να βγάλουν συμπεράσματα από την πολιτική διαχείρισης της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
- Καμία συναίνεση, κανένας διάλογος, καμία ανοχή στην αντεργατική πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης της ΝΔ.
- Να απεγκλωβιστούν εργατικές - λαϊκές δυνάμεις από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.
- Είναι ανεπανόρθωτα εκτεθειμένος ο ΣΥΝ για τις αυταπάτες που καλλιεργεί για το χαρακτήρα και την πολιτική της ΕΕ.
- Καμία εμπιστοσύνη στις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές πλειοψηφίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, που συνειδητά στηρίζουν τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, την αντιλαϊκή πολιτική της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, τις επιλογές του κεφαλαίου.
- Τώρα χρειάζεται να πρωτοστατήσουν οι εργατικές λαϊκές δυνάμεις για την ισχυροποίηση του ΚΚΕ και του συνεπούς ταξικού εργατικού κινήματος, για να γίνει πιο αποτελεσματική η δράση μας για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής και των φορέων της.
Σ' αυτήν την κατεύθυνση χρειάζεται να συμβάλουν όλες οι δυνάμεις μας για τη συγκρότηση του Αντιμονοπωλιακού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου, για ριζικές αλλαγές στην οικονομία, αλλά και στο επίπεδο της εξουσίας, για να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες ανάγκες της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.