Κυριακή 4 Δεκέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΔΙΕΘΝΗ
ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ
Σε πλήρες τέλμα η δήθεν απελευθέρωση
  • Οι κατοχικές δυνάμεις και οι αχυράνθρωποί τους βρίσκονται σε αδυναμία να ελέγξουν την κατάσταση και τους συμμάχους τους οπλαρχηγούς και ναρκέμπορους
  • Για το λαό διευρύνεται η φτώχεια και η ανέχεια

Το πολυτελέστατο ξενοδοχείο άνοιξε τον περασμένο μήνα στην πρωτεύουσα Καμπούλ

Associated Press

Το πολυτελέστατο ξενοδοχείο άνοιξε τον περασμένο μήνα στην πρωτεύουσα Καμπούλ
Πριν από σχεδόν τέσσερα χρόνια, ο Μοχάμαντ Ρεζάντ πήρε την οικογένειά του, ανέβηκαν στο λεωφορείο και επέστρεψαν στο Αφγανιστάν μετά από χρόνια εξορίας στο Ιράν. Οι Ταλιμπάν είχαν ανατραπεί από τους Αμερικανούς και τους συμμάχους τους. Οι ειδήσεις που μετέδιδε το ραδιόφωνο υπόσχονταν ένα καλύτερο μέλλον για τη χώρα, «ελεύθερο» και «δημοκρατικό», με «ειρήνη» και «ευημερία». Τη βδομάδα που πέρασε, ο Μοχάμαντ ήταν έξω από την πρεσβεία του Ιράν. Ζητούσε βίζα, για να γυρίσει πίσω. «Εύχομαι να μην είχα επιστρέψει ποτέ. Είχα καλύτερη ζωή εκεί. Σκεφτόμουν θετικά, αλλά είναι καιρός να φύγω. Οσα έλεγε το ραδιόφωνο για ένα μέλλον με ευημερία ήταν μόνο μια ονειροφαντασία».

Το Αφγανιστάν παραμένει παγιδευμένο στη φτώχεια και τη διαφθορά. Κάποιοι επαρχιακοί δρόμοι ξαναφτιάχτηκαν, ορισμένα εντυπωσιακά νέα κτίρια ανεγέρθηκαν, περιλαμβανομένων εμπορικών κέντρων και ενός πολυτελούς ξενοδοχείου για τους ξένους. Αλλά αυτή, η περιορισμένη στις συνοικίες των διπλωματών και των κυβερνητικών κηνσόρων, οικιστική δραστηριότητα συνεπέφερε την κατακόρυφη αύξηση των ενοικίων και του κόστους ζωής: ένα διαμέρισμα τριών δωματίων σε ένα σπίτι φτιαγμένο από λάσπη σε μια σχετικά καλή συνοικία της Καμπούλ κοστίζει 200 δολάρια το μήνα. Σίγουρα, υπάρχουν άνθρωποι στην Καμπούλ που ζουν σε συνθήκες που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από το κέντρο του Μανχάταν ή του Λονδίνου: σε «έξυπνα σπίτια», γεμάτα ηλεκτρονικά και αυτοματισμούς, ορισμένα από τα οποία ενοικιάζονται έναντι 5.000 δολαρίων το μήνα. Αλλά αυτά τα σπίτια είναι περίκλειστα, βρίσκονται πίσω από ψηλά τείχη και ηλεκτροφόρους φράκτες για να κλείνουν έξω τα εκατομμύρια των εξαθλιωμένων. Και συνήθως φρουρούνται από ενόπλους, 24 ώρες το 24ωρο, επί 7 μέρες τη βδομάδα, επί 365 μέρες το χρόνο.

Υποσχέσεις και μιζέρια

Πρόσφυγες που επέστρεψαν στην Καμπούλ προσπαθούν να ζεσταθούν σε καταυλισμό

Associated Press

Πρόσφυγες που επέστρεψαν στην Καμπούλ προσπαθούν να ζεσταθούν σε καταυλισμό
Οι Αφγανοί χόρτασαν υποσχέσεις από την κυβέρνηση του Χάμιντ Καρζάι, λέει ο Ουαντίρ Σάφι, καθηγητής του (ισλαμικού) δικαίου στο πανεπιστήμιο της Καμπούλ. Αλλά ο «πρόεδρος» του Αφγανιστάν έχει ως προτεραιότητα τις ανάγκες των πολιτικών του αφεντικών -- που δε σκοτίζονται ιδιαίτερα για πράγματα όπως είναι το βιοτικό επίπεδο των Αφγανών. Το ηλεκτρικό κόβεται συχνά στην Καμπούλ, πράγμα που δεν ενοχλεί και πολύ τους κατοίκους των σπιτιών και κτιρίων που έχουν γεννήτριες και καύσιμα για να τις λειτουργήσουν, αλλά εξοργίζει τους υπόλοιπους. Πρόσφατα, ο Καρζάι ανακοίνωσε την υλοποίηση μιας βασικής του υπόσχεσης που είχε διατυπώσει πριν από χρόνια: την αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων. Το ποσοστό της αύξησης μοιάζει εντυπωσιακό: 40%. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για 7 δολάρια, κάτι που αυξάνει το συνολικό μισθό στα περίπου 20 δολάρια το μήνα. Οι περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι στην κυβέρνηση χωρατεύουν με το ποσό της αύξησης. Οι γυναίκες δάσκαλοι στο γυμνάσια Ζαργκόνα βγήκαν στο δρόμο και διαδήλωσαν: «ο Καρζάι μας υποσχόταν αύξηση μισθών πριν από τρία χρόνια. Με αυτή την αύξηση, μπορείς με δυσκολία να πληρώσεις ένα γεύμα μιας ημέρας για μια μικρή οικογένεια», είπε μία από αυτές στο Ρόιτερς.

Ο προϋπολογισμός του 2005 έφθασε τα 689 εκατομμύρια δολάρια -- ποσό που προήλθε σε πολύ μεγάλο μέρος του από «δωρεές» και δάνεια των ΗΠΑ, των συμμάχων τους και των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Από αυτά, η αστυνομία και οι υπηρεσίες ασφαλείας έλαβαν τα 157 εκατομμύρια δολάρια και ο στρατός 126 εκατομμύρια. Στην εκπαίδευση πήγαν 117 εκατομμύρια δολάρια, ουσιαστικά υποδιπλάσια από αυτά για τον πόλεμο, παρά το γεγονός ότι τις μάχες στην πραγματικότητα τις διεξάγουν οι 18.000 Αμερικανοί και ειδικές δυνάμεις χωρών όπως η Βρετανία, η Αυστραλία κ.ά., που ανήκουν στην ISAF των 12.000 ανδρών.

Η υπομονή των Αφγανών εξαντλείται, η απελπισία τους επανεδραιώνεται. Η νέα Βουλή, η Ουολέσι Τζίργκα, θα 'ναι γεμάτη πολέμαρχους, ανθρώπους τους, πρώην μουτζαχεντίν, εγκληματίες πολέμου, εμπόρους ναρκωτικών, ανθρώπους των Αμερικανών (καμιά φορά και όλα τα παραπάνω μαζί), διάφορους ανεξάρτητους υποψήφιους και μερικές γυναίκες -- η συλλογική ισχύς των οποίων είναι αμφισβητήσιμη: οι πολέμαρχοι έχουν τα όπλα και τις διασυνδέσεις με τους κατοχικούς. Οσο για το θεσμό των τοπικών συμβουλίων, οι αρμοδιότητές τους είναι τόσο αόριστα διατυπωμένες που ακόμα και το Radio Free Europe/ Radio Liberty, (γνωστό μέσο που αξιοποιήθηκε πλήρως για τις ανατροπές των σοσιαλιστικών χωρών στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη) έκανε λόγο για «χαμένη ευκαιρία» όσον αφορά στην αποκατάσταση τοπικών αρχών με μια (επιφαινόμενη έστω) λειτουργικότητα και δημοκρατικότητα, κάτι που θα δημιουργούσε «ένα γνήσιο αίσθημα σύνδεσης των απλών Αφγανών με τις δομές της κυβέρνησης». Αστεία πράγματα.

Την ίδια στιγμή, οι νεκροί φέτος ξεπερνούν τους 1.600 σε επιθέσεις και συγκρούσεις καθημερινές και όλο και πιο αιματηρές. Την περασμένη βδομάδα, ο Γάλλος στρατηγός Ανρί Μπεντεζά έκανε τη δήλωση της χρονιάς: «η κατάσταση από πλευράς ασφάλειας», είπε, «έχει αλλάξει». Εξήγησε, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο: «Δεν έχουμε πλέον ομάδες οργανωμένων τρομοκρατών που κινούνται σαν συμμορίες» (η σύμπλευση των Γάλλων με τους Αμερικανούς στο Αφγανιστάν είναι πλήρης και στη χρησιμοποιούμενη ορολογία). «Τώρα, αυτό που εμφανίζεται και θέτει ένα γενικό πρόβλημα ασφάλειας είναι οι επιθέσεις από άτομα, οι επιθέσεις αυτοκτονίας και οι επιθέσεις με αυτοσχέδιες βόμβες ή νάρκες». Οι απώλειες των Σουηδών, των Καναδών, οι τραυματισμοί των Ελλήνων (η συμμετοχή της χώρας μας στην «ειρηνευτική αποστολή», όπως ονομάζεται από το ΝΑΤΟ η κατοχή, εντάθηκε με την ανάληψη της διοίκησης όσον αφορά στο αεροδρόμιο της Καμπούλ πρόσφατα) προήλθαν από αυτή ακριβώς την αλλαγή τακτικής.

Οι Αμερικανοί καταφεύγουν σε όλο και πιο βρώμικα κόλπα, για να αντιμετωπίσουν τους μαχητές που πολεμούν -- η καύση δυο σορών Ταλιμπάν τον Οκτώβριο που αποκαλύφθηκε από Αυστραλιανό τηλεοπτικό δίκτυο αυτό το μήνα αποτελεί ξεκάθαρα έγκλημα πολέμου, αλλά η Ουάσιγκτον (νομίζει ότι) «καθάρισε», επικαλούμενη το μόνο νομικό παραθυράκι της συνθήκης της Γενεύης, την καύση νεκρών για λόγους «υγιεινής», παρότι ουδείς πείστηκε στην πραγματικότητα.

Ανθεί το εμπόριο ναρκωτικών

Την ίδια στιγμή, η καλλιέργεια παπαρούνας, η παρασκευή οπίου και ηρωίνης συνεχίζει να αποτελεί την κυρίαρχη ασχολία των αγροτών -- από το Αφγανιστάν προέρχεται σχεδόν το 90% της παγκόσμιας παραγωγής ηρωίνης, σύμφωνα με τον OHE. Η Βρετανή εγκληματολόγος Σίντι Φέιζι λέει στο Inter-Press Service ότι οι δυνάμεις της ISAF και των ΗΠΑ σταδιακά οδεύουν προς έναν «πόλεμο των ναρκωτικών» (προφανώς προσχηματικό όπως και στην Κολομβία): «πάρα πολλοί αγρότες εξαρτώνται τώρα από μια πολύ προσοδοφόρα σοδειά, το όπιο. Αν τους το πάρουν, τι θα συμβεί; Εχουν και Καλάσνικοφ». Ωστόσο, οι Αμερικανοί εμφανίζονται -- μετά τη διεξαγωγή των εκλογών το Σεπτέμβρη -- αποφασισμένοι να πιέσουν να μειωθεί η παραγωγή ναρκωτικών. Υπάρχει άλλο ένα πρόβλημα, που γεννά το ιστορικό παράδοξο ότι, ασφαλώς, οι ίδιοι οι Αμερικανοί δημιούργησαν το πρόβλημα (τις δεκαετίες του '70 και του '80, όταν με τα χρήματα από την ηρωίνη αγοράζονταν όπλα για τους μουτζαχεντίν που διεξήγαγαν το τζιχάντ κατά των σοβιετικών): οι ναρκέμποροι είναι πολλοί από τους σημερινούς τους συμμάχους.


Μπάμπης ΓΕΩΡΓΙΚΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ