Σάββατο 31 Δεκέμβρη 2005 - Κυριακή 1 Γενάρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Οι παραμυθάδες έφυγαν... τα παραμύθια θα ζήσουν;

Σ' ένα σύντομο πέρασμά μας από την όμορφη Σάμο, τον περασμένο Σεπτέμβρη, το βλέμμα σταμάτησε σ' ένα βιβλίο, που θυμίζει ακούσματα και διαβάσματα της παιδικής ηλικίας: Ηταν «Τα παραμύθια της Σάμου» των Μ. Γ. Μερακλή και Μ. Γ. Βαρβούνη, που έχει εκδώσει το Πνευματικό Ιδρυμα Σάμου «Νικόλαος Δημητρίου». Τρεις τόμοι με εκατοντάδες παραμύθια - θα έλεγε κανείς πως γράφτηκαν για να διαβάζονται από ένα κάθε μέρα του χρόνου!

Πρόκειται, όπως προσέξαμε στην εισαγωγή, για παραμύθια που καταγράφηκαν στη Σάμο, αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι όλα δημιουργήθηκαν στο νησί. Ανάμεσα στην αρχειακή έρευνα και τη δημοσίευση των παραμυθιών, μεσολάβησε μια εκτεταμένη επιτόπια έρευνα με ειδικό ερωτηματολόγιο. Από την έρευνα αυτή, αναδείχτηκαν ενδιαφέροντα ζητήματα, που αφορούν τα ελληνικά παραμύθια: Ηταν θέματα σχετικά με τις συνθήκες αφήγησης και διατήρησης ενός παραμυθιού, τους παραμυθάδες και τις παραμυθούδες, το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον των παραμυθιών και τις εξελίξεις που συνέβησαν στο παραμύθι, κυρίως μετά τη δεκαετία 1940-1950.

Αλήθεια, πώς επέδρασαν οι κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές στα παραμύθια του λαού μας; Ποιες ήταν οι επιπτώσεις του τουρισμού, της αλλαγής του τρόπου ζωής;

Πρώτα πρώτα οι παραμυθάδες: Οπως διαβάζουμε: «Οι περισσότεροι παραμυθάδες και οι παραμυθούδες, οι φυσικοί, δηλαδή, φορείς και ανανεωτές της παράδοσης, με την αναφερόμενη συχνά ικανότητα να διηγούνται εξαιρετικά μεγάλα κείμενα και σε πολλές συνέχειες, έχουν πια εξαφανιστεί. Τη θέση τους, ιδίως μετά τη δεκαετία του '50, κατέλαβαν οι παλιοί τους ακροατές, που διασώζουν στη μνήμη τους λίγα και σχετικά αποσπασματικά κείμενα, που τα λένε ως επί το πλείστον στους ερευνητές που τους αναζητούν. Χρησιμοποιούν, άλλωστε, δημοσιευμένα παραμύθια για να αφηγηθούν ή να διαβάσουν όταν χρειαστεί»..

Ετσι περνούσε η νύχτα...

Παλιά, η αφήγηση του παραμυθιού είχε συνδεθεί με παραγωγικές εργασίες, όπως το πέρασμα των φύλλων του καπνού στις ειδικές βέργες όπου τα κρεμούσαν για να ξεραθούν. Με την εγκατάλειψη της καπνοκαλλιέργειας, αλλά και με τη διάδοση του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, το παραμύθι δε χρησιμοποιείται πια για να περνούν οι εργαζόμενοι τα βράδια τους. Το παραμύθι χρησίμευε για να ψυχαγωγεί τις οικογένειες που έμεναν στην ίδια γειτονιά στα νυχτέρια - όπου συγκεντρώνονταν στη διάρκεια της νύχτας: Μετά τη δεκαετία 1960-1970 το νυχτέρι χάνει ένα μεγάλο μέρος από τον επικοινωνιακό του χαρακτήρα, καθώς τα μέλη των οικογενειών συγκεντρώνονται για να παρακολουθήσουν μαζί ραδιόφωνο ή τηλεόραση. Ετσι, το παραμύθι τείνει να εξαφανιστεί, αφού ούτε σαν ψυχαγωγικό μέσο μπορεί να λειτουργήσει, ούτε σαν είδος που τροφοδοτεί πια αποκλειστικά την παιδική περιέργεια και τη φαντασία, παρατηρούν οι ερευνητές.

Το παραμύθι υποκαθίσταται βαθμιαία «από το έντυπο, τυποποιημένο και με συχνές παρεμβάσεις απ' έξω παραμύθι, κάποτε διασκευή ξένων αντίστοιχων παραμυθιών, ή από το παραμυθοφανές λογοτεχνικό κείμενο με την πολυτελή εικονογραφημένη και οπωσδήποτε ελκυστική για το παιδί - ίσως και για τον ενήλικα - μορφή και έκδοση».

«Εξάλλου η παιδική λογοτεχνία με τη μεγάλη ανάπτυξη που παρουσιάζει στην ελληνική εκδοτική πραγματικότητα μετά το 1980 υποκαθιστά το παραμύθι και την ψυχολογική λειτουργικότητά του, παρουσιάζοντας όμως μια μορφολογική και θεματολογική σχέση με αυτό».

Πέρασε, λοιπόν, ο καιρός που τα πολύ μεγάλα παραμύθια, που κρατούσαν πολλές νύχτες, έδιναν την ευκαιρία στα παιδιά να κρατάνε συνεχώς ξύπνιο το ενδιαφέρον τους και καλλιεργούσαν τη φαντασία τους; Σήμερα τα ΜΜΕ, καθώς και τα κέντρα διασκέδασης έχουν αντικαταστήσει με τον ήχο και την εικόνα την αφήγηση. Οι κοινωνικές και ψυχαγωγικές επαφές ξέφυγαν από το οικογενειακό συγγενικό επίπεδο ή αυτό της γειτονιάς, όπως φαίνεται από την έρευνα. Το παραμύθι περιορίστηκε στον κόσμο των παιδιών, για να εκτοπιστεί σύντομα και από εκεί...

Ας λέμε, λοιπόν, παραμύθια στα παιδιά μας. Είναι μια κληρονομιά ονείρου, που τους τη χρωστάμε. Είναι ακόμα και μια κριτική ματιά στην κοινωνική ζωή, μια εισαγωγή στην αισθητική παιδεία. Αν διαβάσετε το τελευταίο τεύχος του περιοδικού της ΟΓΕ, στο άρθρο της Βασιλείας Παπαρήγα με τίτλο «Μια φορά κι έναν καιρό» αφιερωμένο στον Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, αυτό γίνεται φανερό: «Το άσχημο παπί», «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα», «Μια χαμένη» είναι μερικά μόνον από τα παραμύθια του, που μιλάνε «για τον εφιάλτη της φτώχειας, της πείνας και του απάνθρωπου θανάτου». Κι ακόμα για την κενότητα, τη ματαιοδοξία και τη διάθεση επίδειξης των πλούσιων, που νομίζουν ότι τα αξιώματα και οι τίτλοι και η υλική αφθονία μπορούν να αναπληρώσουν την πνευματική και ηθική ανάταση... Πόσο επίκαιρα παραμύθια!

Ενα σπουδαίο λαογραφικό έργο

«Στου παππού τα γόνατα», «Στης γιαγιάς τα γόνατα». Πόσα αγόρια, πόσα κορίτσια της προηγούμενης γενιάς θυμούνται, άραγε, αυτά τα βιβλία της Μαρίας Λιουδάκι με τη θαυμάσια εικονογράφηση; Βιβλία γεμάτα ελληνικά παραμύθια, αινίγματα, γλωσσοδέτες... Εκπαιδευτικός, δημοτικίστρια, αλλά και λαογράφος, η Μαρία Λιουδάκι, παιδί αγροτικής οικογένειας η ίδια, υπήρξε μάρτυρας του λαϊκού κινήματος μετά την Κατοχή. Η συμμετοχή της στην Αντίσταση, αλλά και η άρνησή της να κάνει «δήλωση» την οδήγησαν σ' ένα μαρτυρικό θάνατο.

Το μοναδικό βιβλίο που υπάρχει για τη ζωή και την προσφορά της Μαρίας Λιουδάκι είναι αυτό που έγραψε ο φιλόλογος και ερευνητής Μανώλης Μιλτ. Παπαδάκης με τίτλο «Μαρία Λιουδάκι, η ιέρεια της παιδείας» και κυκλοφόρησε τελευταία σε δεύτερη έκδοση από τη Μορφωτική Εστία Ιεράπετρας (πληροφορίες: Μετηνίδου Γεωργία, τηλ. 28420-22224). Διαβάζοντας το, θα πληροφορηθούμε ότι η συγγραφέας των «Κρητικών Μαντινάδων» έχει αφήσει ένα τεράστιο λαογραφικό έργο: Εκατοντάδες παραμύθια, παροιμίες, γνωμικά, νανουρίσματα και μοιρολόγια, αινίγματα, γητειές, προλήψεις, ανέκδοτα και ό,τι άλλο είχε σχέση με το λαϊκό πολιτισμό, ιδίως της Κρήτης.


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ